Γιατί η Γερμανία αποφάσισε να δώσει άσυλο σε μεγάλο αριθμό προσφύγων από τη Συρία. Ηθική υποχρεώση ή οικονομικό συμφέρον

Γιατί η Γερμανία αποφάσισε να δώσει άσυλο σε μεγάλο αριθμό προσφύγων από τη Συρία
|
Open Image Modal
A child watches police prior to the visit of German Chancellor Angela Merkel to a refugee shelter that was attacked by far-right protesters over the weekend in Heidenau, near Dresden, eastern Germany, Wednesday, Aug. 26, 2015. ( Arno Burgi/dpa via AP)
ASSOCIATED PRESS

Ο πρόεδρος του γερμανικού συνδέσμου εργοδοτών Ίνγκο Κράμερ θεωρεί ευλογία τους μετανάστες που φτάνουν στη Γερμανία, η οποία έχει άμεση ανάγκη από εργατικό δυναμικό. Την άποψή του συμμερίζονται και άλλοι Γερμανοί αξιωματούχοι.

Ο Κράμερ σε συνέντευξη που παραχώρησε στη γερμανική εφημερίδα Suddeutsche Zeitung επεσήμανε ότι η παροχή βοήθειας στους μετανάστες είναι πρωτίστως ηθικό ζήτημα, όμως τόνισε ότι μπορούν να βοηθήσουν τη Γερμανία και οικονομικά.

Ο πρόεδρος των Γερμανών εργοδοτών επέκρινε σφοδρά το σύστημα παροχής ασύλου που ακολουθεί η χώρα του, σημειώνοντας ότι θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα ώστε «οι αιτούντες άσυλο να μην μένουν έξω από την αγορά εργασίας για πολλούς μήνες». Παράλληλα ζήτησε να γίνονται μαθήματα γερμανικών στους μετανάστες από την πρώτη ημέρα που φτάνουν στη χώρα, αλλά και να λαμβάνουν άδεια παραμονής οι νέοι που εντάσσονται στο εκπαιδευτικό σύστημα.

«Μέχρι τώρα σχεδόν τους φυλακίζουμε στα κέντρα υποδοχής. Τι αποτέλεσμα περιμένουμε να έχουμε; Τροφοδοτούμε διαμάχες και βανδαλισμούς», πρόσθεσε ο Κράμερ.

Αντίθετα θεωρεί ότι οι μετανάστες αποτελούν μια ευκαιρία για την αγορά εργασίας της Γερμανίας. «Τα επόμενα 20 χρόνια χρειαζόμαστε πολύ περισσότερο εργατικό δυναμικό από αυτό που μπορεί να παράξει η χώρα», εξήγησε, ενώ έκανε λόγο για 500.000 κενές θέσεις εργασίας στη Γερμανία. Μια δυνατότητα θα ήταν αυτές να καλυφθούν με τη γρήγορη απορρόφηση των μεταναστών στην αγορά εργασίας.

Εξάλλου ο Κράμερ χαρακτήρισε «αποκαρδιωτικές» τις διαμαρτυρίες εναντίον των κέντρων υποδοχής μεταναστών, σημειώνοντας ότι πολλές γερμανικές οικογένειες είχαν αναγκαστεί να μεταναστεύσουν μετά το 1945. Μακροπρόθεσμα μάλιστα εκτιμά ότι η ακροδεξιά βία μπορεί να βλάψει οικονομικά τη Γερμανία. «Τέτοιου είδους εικόνες έχουν ολοένα και μεγαλύτερη επιρροή εφόσον συνεχίζονται για μεγάλο διάστημα».

Και ο διευθυντής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας για την Εργασία (BA) Φρανκ-Γιούργκεν Βάιζε πιστεύει ότι οι μετανάστες έχουν μεγάλες πιθανότητες να βρουν εργασία στη Γερμανία.

«Η αγορά εργασίας μας είναι αυτή τη στιγμή σταθερή και σε θέση να δεχθεί νέους εργαζόμενους. Όποιος μιλά καλά γερμανικά και έχει τα προσόντα μπορεί να βρει γρήγορα δουλειά», εξήγησε ο Βάιζε μιλώντας στην εφημερίδα Bild.

Αυτό βέβαια δεν ισχύει για τη μεγάλη πλειονότητα των μεταναστών που φτάνουν στη Γερμανία. «Γι’ αυτό πρέπει να επενδύσουμε άμεσα στη γλώσσα και την εκπαίδευση. Έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες να βρουν εργασία και η εργασία είναι η καλύτερη μορφή ενσωμάτωσης».

Όταν ρωτήθηκε αν οι μετανάστες μπορεί να πάρουν τις δουλειές των Γερμανών, ο Βάιζε απάντησε: «Κατηγορηματικά όχι. Οι εταιρείες έχουν τόσες πολλές κενές θέσεις εργασίας όσες ποτέ ως τώρα και εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν πρόβλημα στη συμπλήρωσή τους».

Χωρίς τους μετανάστες η Γερμανία θα χάσει ως το 2025 περισσότερους από 6,5 εκατομμύρια εργαζόμενους, οι οποίοι θα συνταξιοδοτηθούν, και γι’ αυτό τον λόγο «είναι ξεκάθαρο ότι έχει ανάγκη από εξειδικευμένους μετανάστες», ενώ θα πρέπει να προωθήσει την ενσωμάτωσή τους «με απλούς και κατανοητούς κανόνες» και «λιγότερη γραφειοκρατία», τόνισε ο Βάιζε.

Ακόμη και η υπουργός Παιδείας Γιοχάνα Βάνκα εμφανίζεται πεπεισμένη ότι η Γερμανία μπορεί να επωφεληθεί από τους μετανάστες. «Αν μετά την πτώση του Τείχους το 1989 είχε κανείς σκεφτεί μόνο το κόστος, δεν θα μπορούσε να έχει δημιουργηθεί η αλληλεγγύη και η αισιοδοξία τις οποίες ζήσαμε», είπε.

«Αν ο πληθυσμός μας παραμείνει σχεδόν σταθερός, εξαρτώμαστε από τη μετανάστευση», εξήγησε η ίδια.

Τέλος η Βάνκα δήλωσε αισιόδοξη ότι «θα καταφέρουμε να προσφέρουμε έναν δρόμο προς την εκπαίδευση σε πολλούς νεαρούς που έχουν έρθει στη χώρα μας».

Mεγάλη πτώση στην δημοτικότητα της Μέρκελ εξαιτίας της διαχείρισης του μεταναστευτικού

Το ποσοστό αποδοχής της Άγγελα Μέρκελ μειώθηκε απότομα εξαιτίας των χειρισμών της στο ζήτημα της μεταναστευτικής κρίσης στην Ευρώπη, όπως προκύπτει από δημοσκόπηση που διενήργησε η εταιρεία Infratest Dimap για λογαριασμό του τηλεοπτικού δικτύου ARD.

Η Μέρκελ, η οποία δέχτηκε επικρίσεις επειδή καθυστέρησε να καταδικάσει τις βίαιες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας εναντίον προσφύγων σε πόλη της ανατολικής Γερμανίας τον περασμένο μήνα, είδε την δημοτικότητά της να μειώνεται κατά τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες, σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, και να πέφτει στο 63%, σύμφωνα με την ίδια πηγή.

Παρότι η Μέρκελ παραμένει εξαιρετικά δημοφιλής στη χώρα της, η μείωση του ποσοστού αποδοχής της μέσα σε ένα μήνα θεωρείται ασυνήθιστα μεγάλη καθώς οι διακυμάνσεις του ποσοστού αυτού σε μηνιαία βάση κυμαίνονται σε μόλις μία ή δύο ποσοστιαίες μονάδες.

Αυτό είναι το χαμηλότερο ποσοστό αποδοχής της Μέρκελ από τον Δεκέμβριο του 2012.

Δημοφιλέστερος πολιτικός με 72% παραμένει ο σοσιαλδημοκράτης υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαγερ, ενώ το ποσοστό αποδοχής του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ανέρχεται σε 69%.

Περισσότεροι από τους μισούς από τους ερωτηθέντες δήλωσαν δυσαρεστημένοι από τον τρόπο με τον οποίο αντέδρασε η Μέρκελ στην μεταναστευτική κρίση, την οποία η ίδια έχει χαρακτηρίσει μεγαλύτερη πρόκληση για την Ευρώπη από την κρίση χρέους στην Ελλάδα.

Η Γερμανία, η οποία διαθέτει αρκετά φιλελεύθερη νομοθεσία που αφορά τη χορήγηση ασύλου, είναι η χώρα της ΕΕ που έχει δεχτεί τους περισσότερους πρόσφυγες, οι οποίοι προέρχονται από εμπόλεμες περιοχές στη Μέση Ανατολή καθώς και οικονομικούς μετανάστες από τη νοτιοανατολική Ευρώπη.

Τον Αύγουστο εισήλθαν στη χώρα 104.460 αιτούντες άσυλο--αριθμός ρεκόρ--ενώ το Βερολίνο αναμένει ότι περίπου 800.000 άνθρωποι θα καταθέσουν αιτήσεις για άσυλο αυτό τον χρόνο, δηλαδή τέσσερις φορές περισσότεροι από πέρυσι.

Παρά το ποσοστό εισροής, 37% των ερωτηθέντων επιθυμούν η χώρα τους να συνεχίσει να δέχεται παρόμοιο αριθμό προσφύγων στο μέλλον, ενώ 22% θα ήθελαν και περισσότερους. Λιγότερους πρόφυγες επιθυμούν περίπου το 33%.

Περισσότεροι από τους μισούς δεν ανησυχούν από την αύξηση του αριθμού των αιτούντων άσυλο, αλλά η ανησυχία εμφανίζεται μεγαλύτερη στην πρώην κομμουνιστική ανατολική Γερμανία, όπου το ποσοστό της ανεργίας είναι υψηλότερο σε σχέση με τη δυτική και όπου η ακροδεξιά έχει μεγάλη απήχηση.

Η δημοσκόπηση διενεργήθηκε σε δείγμα 1.001 ψηφοφόρων το διάστημα 31 Αυγούστου-1 Σεπτεμβρίου.

(Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ)