Γρίπη, ο δεύτερος κίνδυνος εν μέσω πανδημίας και εκείνοι που μέχρι σήμερα έλεγαν όχι στο εμβόλιο

Διαχρονικά χαμηλά ποσοστά εμβολιασμού ευπαθών ομάδων και ακόμη χαμηλότερα μεταξύ εργαζόμενων στα νοσοκομεία -που φέτος θέλουμε να τα "κρατήσουμε όρθια". Πως η πανδημία αλλάζει τα δεδομένα.
Open Image Modal
Αντιγριπικό εμβόλιο.
Mario Tama via Getty Images

Ένας στους πέντε ανθρώπους παγκοσμίως εκτιμάται ότι μολύνεται κάθε χρόνο. Απο 3.000.000 έως 5.000.000 ασθενείς νοσούν σοβαρά. Έως και 650.000 άνθρωποι πεθαίνουν, εκ των οποίων περί τους 72.000 στην Ευρώπη. Αυτές είναι οι εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για τις επιδημίες της εποχικής γρίπης κάθε χρόνο και το κόστος σε ανθρωπινές ζωές.  

Αν και οι αριθμοί αυτοί, θα έπρεπε ούτως ή άλλως να μας προβληματίζουν, τώρα καλούμαστε να αναλογιστούμε επίσης, πως η φετινή χρονιά δεν είναι όπως όλες οι άλλες. Όχι γιατί άλλαξαν προς το δυσμενέστερο οι εκτιμήσεις των ειδικών, αλλά γιατί η πανδημία κορονοϊού έχει αλλάξει δραστικά τα δεδομένα σε όλο τον πλανήτη, καθιστώντας τη λήψη προληπτικών μέτρων για την μη (παράλληλη με τον SarsCov-2) ευρεία εξάπλωση του ιού της εποχικής γρίπης, πολύ πιο επιτακτική.  

Το διακύβευμα δεν είναι άλλο παρά να μην κινδυνεύσουν ανθρώπινες ζωές «Και ο πιο αποτελεσματικός τρόπος είναι ο εμβολιασμός».  

Περισσότερο από κάθε άλλη χρονιά, άτομα άνω των 60 ετών, παιδιά και ενήλικες με χρόνια νοσήματα, έγκυες, εργαζόμενοι στον κλάδος υγείας και άλλες ομάδες του πληθυσμού-όπως περιγράφονται και στην εγκύκλιο του Υπουργείου Υγείας-πρέπει να κάνουν το εμβόλιο κατά της γρίπης.  

Open Image Modal
Φοίτρια ιατρικής κρατά το χέρι ασθενή στο νοσοκομείο αναφοράς "Ευαγγελισμός" (7 Μαϊου)
ASSOCIATED PRESS

Διπλός κίνδυνος για την υγεία και τα νοσοκομεία-Τείχος προστασίας ο εμβολιασμός

«Φέτος έχουμε την πανδημία Covid-19 και τώρα την έναρξη της περιόδου εξάπλωσης της εποχικής γρίπης. Πρακτικά δηλαδή έχουμε να αντιμετωπίσουμε ταυτόχρονα έναν διπλό κίνδυνο που απειλεί την υγεία των πολιτών αλλά και το σύστημα υγείας, από τις αντοχές και τις δυνατότητες του οποίου εξαρτώνται οι πολίτες που νοσούν» εξηγεί μιλώντας στην HuffPost Post Greece o Δημήτρης Παρασκευής, αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής, στην Ιατρική Σχολή, ΕΚΠΑ. 

«Στην παρούσα κατάσταση είναι εξαιρετικά κρίσιμο οι πολίτες να προστατευτούν από ένα επιπλέον νόσημα και επίσης να γίνει αντιληπτό πως ο εμβολιασμός τους θα συμβάλλει και στην αποφυγή πρόσθετων νοσηλειών (σε ΜΕΘ και μη) σε μια περίοδο που λόγω Covid 19 θα έχουμε περιορισμένες δυνατότητες αντιμετώπισης περιστατικών γρίπης».

Ως προς το σκέλος μάλιστα της «θωράκισης» της υγείας των πολιτών, η επιστημονική κοινότητα διεθνώς επισημαίνεται επίσης πως «οι επιπτώσεις μιας μόλυνσης από τον νέο κορονοϊό και τον ιο της γρίπης ταυτόχρονα δεν είναι ακόμη ξεκάθαρες». 

Επίσης όμως, ο κ.Παρασκευής μας καλεί να αναλογιστούμε, και πως το σύστημα υγείας οφείλει να παράσχει βοήθεια και σε πολλούς άλλους ασθενείς πέραν εκείνων που νοσούν ή θα νοσήσουν από κορονοϊό ή/και γρίπη.

Όπως γνωρίζουμε μη επείγουσες χειρουργικές επεμβάσεις αναβάλλονται λόγω μη επάρκειας διαθέσιμων ΜΕΘ ενώ η μακρά αναμονή προσθέτει ψυχολογικό βάρος στους ασθενείς. 

Ο εμβολιασμός λοιπόν μπορεί να μην είναι υποχρεωτικός, η σύσταση όμως των ειδικών είναι ισχυρή και εν τέλει αποτελεί μια πράξη ευθύνης που δεν μας κοστίζει.

Open Image Modal
Ariel Skelley via Getty Images

 

4.000.000 δόσεις και πρώτα θετικά μηνύματα

Η κυβέρνηση έχει εξασφαλίσει για φέτος αυξημένο αριθμό εμβολίων, περί τα  4.000.000 και υπάρχει επάρκεια ώστε όλες οι ομάδες πολιτών για τις οποίες κρίνεται αναγκαίο, να εμβολιαστούν. Σημειώνεται πως οι ευπαθείς ομάδες έχουν προτεραιότητα.

Η συνταγογράφηση έχει ξεκινήσει και, όπως αναφέρει ο κ.Παρασκευής, φαίνεται να υπάρχει αυξημένη ζήτηση, κάτι ιδιαίτερα ενθαρρυντικό για δύο λόγους. Αφενός επειδή αυτή η αυξημένη ζήτηση μπορεί να σημαίνει και αύξηση τελικού ποσοστού πολιτών που τελικά θα έχουν εμβολιαστεί, αφετέρου γιατί σημαίνει πως ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, που είναι πιο ευάλωτο, θα έχει εμβολιαστεί εγκαίρως. 

Το ιδανικό, όπως λέει «θα ήταν να εμβολιαστούν όλοι όσοι χρειάζεται και να έχει γίνει το εμβόλιο μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου ώστε να υπάρχει ικανοποιητικός χρόνος ανάπτυξης ανοσίας, καθώς απαιτούνται μερικές εβδομάδες. Έτσι, θα προλάβουμε την περίοδο έξαρσης των κρουσμάτων γρίπης», αναφέρει ο κ.Παρασκευής. 

Βάσει της διαχρονικής παρακολούθησης του νοσήματος, στην Ελλάδα φαίνεται ότι η δραστηριότητα της εποχικής γρίπης συνήθως αρχίζει να αυξάνεται κατά τον Ιανουάριο, ενώ κορυφώνεται κατά τους μήνες Φεβρουάριο – Μάρτιο. 

Βέβαια, το εμβόλιο της γρίπης διατίθεται και μπορεί να γίνει και αργότερα μέσα στο χρόνο, ωστόσο είναι κρίσιμης σημασίας να γίνεται την περίοδο που συστήνεται καθώς δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ακριβώς πότε θα καταγραφεί μεγάλη έξαρση.   

Open Image Modal
Thanasis Zovoilis via Getty Images

Κι όμως οι ευπαθείς είναι συχνά αμελείς 

Παρά τα θετικά όμως, πρώτα ενθαρρυντικά μηνύματα γεγονός αποτελεί πως μέχρι και φέτος τα ποσοστά εμβολιασμού κατά της γρίπης στη χώρα μας, αν και σταδιακά αυξάνονται, δεν είναι τα επιθυμητά. 

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ και της Εurostat το ποσοστό των πολιτών ηλικίας άνω των 65 ετών που εμβολιάστηκαν για τη γρίπη το 2018 ανήλθε στο 56% ενώ τα προηγούμενα χρόνια, σύμφωνα και με τα στοιχεία του ΠΟΥ και της Εurostat ήταν κάτω του 50%.  

Την δε προηγούμενη περίοδο Επιδημιολογικής Επιτήρησης της Γρίπης (30 Σεπτεμβρίου 2019-17 Μαΐου 2020), σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΔΥ, καταγράφηκαν 254 σοβαρά κρούσματα εργαστηριακά επιβεβαιωμένης γρίπης.  

 

Open Image Modal
Eurostat
Eurostat
Open Image Modal
Eurostat
Eurostat

 

Πόσοι όμως εξ αυτών των ασθενών είχαν εμβολιαστεί; 

-233 νοσηλεύτηκαν σε Μ.Ε.Θ και από αυτούς είχε εμβολιαστεί μόλις το 37% (94 ασθενείς). Περισσότεροι από 6 στους 10 δεν είχαν κάνει το εμβόλιο. 

-από τους 233 ασθενείς που νοσηλεύτηκαν σε ΜΕΘ, οι 199 (85,4%) ήταν άτομα που ανήκουν σε κλινική ομάδα υψηλού κίνδυνου για την οποία συνίσταται εμβολιασμός αλλά εξ′ αυτών εμβολιασμένοι ήταν μόνο οι 86 δηλαδή το 43,2 %. Περίπου 6 στους 10 δεν είχαν εμβολιαστεί. 

-από τις 22 περιπτώσεις ασθενών με γρίπη που δεν εισήχθησαν σε ΜΕΘ, οι 18 ανήκουν στην ίδια κλινική ομάδα αλλά μόλις επτά (38,9%) είχαν κάνει το εμβόλιο. Και πάλι σχεδόν 6 στους 10 δεν είχαν εμβολιαστεί. 

Open Image Modal
eody.gov.gr
eody.gov.gr

 

Επίσης, την ίδια περίοδο καταγράφηκαν 116 θάνατοι ενώ όπως φαίνεται και από τα στοιχεία για τις εισαγωγές σε ΜΕΘ τα άτομα ηλικίας άνω των 60 ήταν εκείνα που είχαν τις σοβαρότερες επιπλοκές και εκείνα που κατέληξαν, τα οποία όπως φαίνεται σε υψηλό ποσοστό δεν είχαν εμβολιαστεί. 

Γενικότερα δε τα άτομα που νόσησαν πιο σοβαρά την περίοδο 2019-2020, όπως επισημαίνει ECDC σε έκθεσή του για τις χώρες της ΕΕ, ήταν ηλικίας άνω των 40 και οι περισσότεροι νοσηλευόμενοι άνω των 65 ετών. 

«Το ιδανικό φυσικά θα ήταν όλοι όσοι ανήκουν στις ευπαθείς ομάδες να εμβολιάζονται. Κυρίως όμως λόγω της παρούσας συγκυρίας, μπορούμε να πούμε πως θα πρέπει ο στόχος να είναι πολύ υψηλότερος από αυτούς που έχουμε δει μέχρι σήμερα. Μόνο έτσι θα κινδυνεύσουν λιγότεροι άνθρωποι και  παράλληλα θα εξοικονομήσουμε κλίνες στις ΜΕΘ αποτρέποντας την ανάγκη νοσηλειών ασθενών με γρίπη». 

Open Image Modal
Eurostat
Eurostat

 

Το παράδοξο των εργαζόμενων στον τομέα της Υγείας 

Δεδομένου όμως ότι φέτος ζητείτε από τους πολίτες να εμβολιαστούν και προκειμένου να «κρατήσουμε όρθια τα νοσοκομεία μας», όπως πολύ συχνά ακούμε τους τελευταίους μήνες, αξίζει να δούμε και τι συμβαίνει εντός αυτών, σε ό,τι αφορά τους εργαζόμενους στον τομέα της Υγείας.    

Άνθρωποι δηλαδή που ειδικότερα υπό την παρούσα αρνητική συγκυρία έχουμε ανάγκη περισσότερο από ποτέ και όπως γνωρίζουμε, δεν περισσεύουν. 

Η HuffPost Greece, απευθύνθηκε στην κ. Ευαγγελία Κυπραίου, Ιατρό Εργασίας, Διευθύντρια, Τμήμα Ιατρικής της Εργασίας & Προστασίας Περιβάλλοντος, στο Γενικό Νοσοκομείο Ελευσίνας «ΘΡΙΑΣΙΟ», η οποία ασχολείται με το θέμα και συμμετείχε το 2019 και στη συγγραφή ενός πολύ χρήσιμου εγχειριδίου για τον αντιγριπικό εμβολιασμό του προσωπικού υπηρεσιών υγειάς που εκπονήθηκε με πρωτοβουλία της αρμόδιας  Συντονιστικής Επιτροπής.  

Όπως βλέπουμε σε αυτό τα ποσοστό ανταπόκρισης αυτής της μερίδας επαγγελματιών δεν μπορούν να κριθούν ως ικανοποιητικά παρ′ ότι η Ελλάδα είναι μεταξύ των χωρών της ΕΕ που συστήνουν εδώ και χρόνια  εμβολιασμό όπως αναφέρεται και σε σχετική έκθεση του ECDC. 

Open Image Modal
ECDC
ECDC

 

«Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία για την περίοδο 2019-2020 το ποσοστό αντιγριπικού εμβολιασμού του προσωπικού υπηρεσιών υγείας ήταν στο 28,8% στα νοσοκομεία και στο 57,9% στην πρωτοβάθμια υγεία. Αυτό δε το ποσοστό είναι αυξημένο συγκριτικά με προηγούμενα έτη αφού για παράδειγμα στην έκθεση του ΕΟΔΥ το 2015 είχαμε ποσοστά της τάξεως του 11% και 24% αντίστοιχα. Η αύξηση, αν και μικρή, είναι συνεχής και αυτό είναι κάτι το ενθαρρυντικό αλλά δεν μπορούμε να πούμε και πως τα ποσοστά αυτά είναι ικανοποιητικά» αναφέρει η κ. Κυπραίου η οποία όμως πως επισημαίνει τα πρώτα μηνύματα για την νέα περίοδο εμβολιασμού που ξεκίνησε αφήνουν ένα περιθώριο αισιοδοξίας, αφού υπάρχει αυξημένη ζήτηση. 

Σημειώνεται πως ο στόχος που έχει θέσει ο ΠΟΥ, για το ποσοστό εμβολιασμού σε αυτή την ομάδα είναι στο 75% ανεξαρτήτως πανδημίας κορονοϊού. 

Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε βέβαια πως όταν μιλάμε για το «προσωπικό υπηρεσιών υγείας» δεν αναφερόμαστε μόνο σε ιατρούς και νοσηλευτές αλλά και σε πολλές ακόμη ειδικότητες που εργάζονται σε ένα νοσοκομείο όπως διοικητικό προσωπικό, τεχνικοί, φροντιστές, προσωπικό καθαριότητας, τραπεζοκόμοι, μάγειρες κ.α. 

Δεδομένου όμως ότι εισέρχονται και παραμένουν για ώρες σε ένα χώρο με ασθενείς δεν μπορούν να εξαιρούνται από την ανάγκη εμβολιασμού. 

«Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την ιατρική και νοσηλευτική υπηρεσία τα ποσοστά εμβολιασμού είναι στο 57% και 53% αντίστοιχα και έπονται όλες οι άλλες ειδικότητες εργαζομένων που συνιστούν αυτό που αποκαλούμε προσωπικό υπηρεσιών υγείας», επισημαίνει ο κ.Κυπραίου ενώ υψηλότερα είναι τα ποσοστά εμβολιασμού ιατρών και νοσηλευτών που εργάζονται σε ΜΕΘ, ογκολογικά τμήματα, μονάδες νεογνών κ.α. 

Open Image Modal
ECDC
ECDC

Τα ανεπαρκή πάντως ποσοστά που βλέπουμε δεν καθιστούν εξαίρεση την Ελλάδα. «Σε 31 ευρωπαϊκές χώρες τα ποσοστά που θα δείτε στις περισσότερες, δεν παρουσιάζουν μεγάλες αποκλείσεις από αυτά στην Ελλάδα και ο μέσος όρος την Ε.Ε είναι περίπου στο 40%. Τα υψηλότερα ποσοστά παγκοσμίως τα συναντάμε στις ΗΠΑ όπου εκεί όμως ο εμβολιασμός είναι υποχρεωτικός πλέον την τελευταία δεκαετία».  Ωστόσο, όπως εξηγεί, στην Ευρώπη το θέμα του υποχρεωτικού εμβολιασμού αποτελεί μια δύσκολη συζήτηση.  

«Στην παρούσα συγκυρία, βέβαια με την πανδημία του Covid-19, το θέμα του εμβολιασμού είναι ακόμη πιο κρίσιμο καθώς γνωρίζουμε πως το σύστημα υγείας δέχεται σοβαρές πιέσεις και μια από τις σοβαρές συνέπειες του μη εμβολιασμού είναι και ο απουσιασμός των εργαζόμενων λόγω ασθένειας» αναφέρει ο η Κυπραίου. 

Αυτός βέβαια δεν είναι ο μόνος λόγος που το προσωπικό υπηρεσιών υγείας οφείλει να εμβολιάζεται. «Κατά πρώτον οι ίδιοι εκτίθενται πολύ περισσότερο στον κίνδυνο να μολυνθούν και κατά δεύτερον εκθέτουν και τους ασθενείς τους σε κίνδυνο εάν οι ίδιοι νοσήσουν και εδώ πρέπει να επισημάνουμε και μια λάθος νοοτροπία που υπάρχει από πολλούς που αν και είναι συμπτωματικοί συνεχίζουν να εργάζονται». 

Μάλιστα είναι εντυπωσιακό πως ένας σημαντικός αριθμός εργαζόμενων όταν τους ζητήθηκε να συμπληρώσουν σχετικό ερωτηματολόγιο, στο ερώτημα ‘‘γιατί θέλετε να εμβολιαστείτε’’, πολλοί απάντησαν για να προστατεύσουν εαυτούς και λιγότερο για να προστατεύσουν και τους ασθενείς. 

«Όλες οι μελέτες που έχουν δημοσιευθεί έχουν αποδείξει πως ο αντιγριπικός εμβολιασμός μειώνει τον απουσιασμό, την νοσηρότητα, την θνησιμότητα και διασφαλίζει την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών υγείας» καταλήγει η κ.Κυπραίου συμπληρώνοντας πως εκπονούνται διαρκώς καμπάνιες, σεμινάρια κ.λπ. προκειμένου να αυξηθούν τα ποσοστά εμβολιασμού. 

Open Image Modal
Νοσοκομείο Ευαγγελισμός (24 Απριλίου 2020)
Xinhua News Agency via Getty Images

 

Πλάνες και fakenews με θύματα και τους ειδικούς

Το μείζον ερώτημα βέβαια εδώ, είναι γιατί ιατροί, νοσηλευτές πρωτίστως που εξ αντικειμένου γνωρίζουν τα οφέλη του εμβολιασμού θα πρέπει να πειστούν γι΄αυτό. Ειδικότερα μάλιστα όταν είναι εκείνοι οι οποίοι συστήνουν τον εμβολιασμό σε άλλες ομάδες υψηλού κινδύνου. 

«Αντιλαμβάνομαι πως ακούγεται οξύμωρο. Το προσωπικό υπηρεσιών υγείας όμως έχει και αυτό τις δικές του αντιστάσεις που δεν διαφέρουν από αυτές της ελληνικής κοινωνίας. Υπάρχουν λανθασμένες πεποιθήσεις και αντιλήψεις που δυστυχώς απαιτείται χρόνος για να εκριζωθούν. Γνωρίζουμε π.χ. πως δεν ανησυχούν για θέματα επιπλοκών από το εμβόλιο, οι περισσότεροι είναι πεπεισμένοι πως είναι ασφαλές, αλλά υπάρχουν άλλες πλάνες. Πολλοί νομίζουν πως ίσως δεν είναι τόσο αποτελεσματικό, άλλοι πως είναι άτρωτοι, πως δεν θα κολλήσουν ή πως δεν να νοσήσουν βαριά και υπάρχει και ένας εφησυχασμός εξαιτίας των μέτρων προστασίας που έχουν εκπαιδευτεί να λαμβάνουν. Αρκετοί μάλιστα ξεχνούν πως πέραν του υψηλού κινδύνου έκθεσης, λόγω επαγγέλματος, είναι και οι ίδιοι άτομα με υποκείμενα νοσήματα». 

Η παρατήρηση του κ. Παρασκευή, όταν τον ρωτάμε για τις ”ανησυχίες” που κάποιοι εκφράζουν για τον εμβολιασμό, φαίνεται λοιπόν πως δεν αφορά μόνο όλους εμάς που δεν ανήκουμε στον χώρο της υγείας. 

«Πρέπει να αντιληφθούμε τη σημασία και τα οφέλη του εμβολιασμού. Τα fakenews και οι θεωρίες συνωμοσίας είναι ένα γενικότερο χαρακτηριστικό της εποχής μας και δυστυχώς εύκολα κάποιος μπορεί να γίνει κοινωνός αληθοφανών ειδήσεων και πληροφοριών. Η αληθοφάνεια όμως δεν είναι και αλήθεια. Τα εμβόλια έχουν στoχοποιηθεί και μάλιστα άδικα. Θέλω να τονίσω πως τα στοιχεία που προβάλλονται με στόχο να αποτραπεί ο εμβολιασμός  είναι μη αληθή. Μια πολύ παλιά ιστορία που διαρκώς ανακυκλώνεται και επανέρχεται. Τα εμβόλια είναι το σημαντικότερο επίτευγμα της προληπτικής ιατρικής και οδήγησαν στην έκλειψη σοβαρών νοσημάτων» λέει ο κ.Παρασκευής.  

Πιο πρόσφατο δε παράδειγμα είναι το εμβόλιο που όλοι περιμένουμε για τον νέο κορονοϊό για να μπορέσουμε να επιστρέψουμε στην κανονικότητα.  «Βλέπουμε με πόση διαφάνεια και υπευθυνότητα διεξάγονται οι έλεγχοι και οι δοκιμές, πόσες ασφαλιστικές δικλείδες υπάρχουν. Το μόνο κίνητρο ανάπτυξης ενός εμβολίου, για την επιστημονική κοινότητα, είναι να προσφέρει στην κοινωνία. Το μήνυμά μου είναι οι πολίτες να εμπιστεύονται έγκυρες πηγές ενημέρωσης και να εμπιστεύονται τους επαγγελματίες υγείας όπως κάνουν και για τόσα άλλα πράγματα, π.χ. έναν δικηγόρο για μια υπόθεση νομικής φύσεως». 

Open Image Modal
Ενημερωτικά φυλλάδια για το εμβόλιο της γρίπης μπορείτε να βρείτε στα φαρμακεία.
Eurokinissi

Covid-19 και εποχική γρίπη, Covid Vs εποχικής γρίπης

Όσο για το τι μπορεί να μας περιμένει στο άμεσο μέλλον εν μέσω πανδημίας κορονοϊού με μία παράλληλη έξαρσης της γρίπης, οι ειδικοί δεν έχουν επαρκή στοιχεία για να απαντήσουν με βεβαιότητα ποιες μπορεί να είναι οι συνέπειες για έναν ασθενή εάν νοσήσει και από τον νέο κορονοϊό και από τον ιό της γρίπης.

Ωστόσο υπάρχει μια αισιοδοξία, όπως λέει ο κ.Παρασκευής, πως δεδομένου ότι είναι σε ισχύ πολλά μέτρα για την αποτροπή μετάδοσης του SarsCov -2, ο οποίος έχει κοινά χαρακτηριστικά μετάδοσης με τον ιό της γρίπης, αυτά θα λειτουργήσουν ως μέτρο αναχαίτισης της μεγάλης έξαρσης κρουσμάτων γρίπης. 

«Η χρήση της μάσκας μας προφυλάσσει και από και τα δύο όπως και τα λοιπά μέτρα ατομικής υγιεινής ή μέτρα. Εξαιρετικής σημασίας είναι και η  χρήση μάσκας από παιδιά στο σχολείο που μειώνει τον κίνδυνος μετάδοσης και του ιού της γρίπης σε ηλικιωμένα άτομα, που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου» επισημαίνει ο κ. Παρασκευής.  

Όλα αυτά όμως δεν αναιρούν την ανάγκη για εμβολιασμό και επιχειρήματα που ακούγονται τελευταία όπως «αφού φοράμε μάσκα γιατί πρέπει να εμβολιαστούμε και για τη γρίπη;» φυσικά δεν ευσταθούν. 

Αυτέ τις ημέρες δε, εξαιτίας της έναρξης της εμβολιαστικής περιόδου, αναβιώνουν και ψευδοεπιχειρήματα -αν υποθέσουμε πως είχαν ποτέ υποχωρήσει- που προσπαθούν ξανά να παρουσιάσουν την Covid-19 σαν μια «απλή γρίπη», αλλοιώνοντας ακόμη το περιεχόμενο και το νόημα τοποθετήσεων πως ίσως κάποια στιγμή φτάσουμε στο σημείο η Covid-19 να είναι ένα εποχικό φαινόμενο όπως η γρίπη. 

«Από τη γρίπη, για τη οποία υπάρχει εμβόλιο, είχαμε πέρυσι 116 θανάτους. Σε 8 μήνες από τον κορονοϊό έχουμε περισσότερους από 500 νεκρούς. Εάν δεν είχαμε λάβει μέτρα, και χωρίς να έχουμε εμβόλιο οι νεκροί στη χώρα μας θα ήταν 50.000 με 100.000. Τα ποσοστά θνητότητας για τον κορονοϊό είναι υψηλότερα από της γρίπης και ο μόνος λόγος που δεν έχουμε πολύ περισσότερες απώλειες είναι επειδή γίνεται μια τεράστια προσπάθεια περιορισμού της διασποράς σε όλη την υφήλιο στη οποία όλοι οφείλουμε να συμβάλουμε. Το ότι όμως η γρίπη έχει χαμηλότερα ποσοστά θνησιμότητας αυτό δεν σημαίνει πως χρειάζεται και να γίνει εμβολιασμός», απαντά ο κ.Παρασκευής επισημαίνοντας για μια ακόμη τον κίνδυνο της παραπληροφόρησης και των fake news, της προσπάθειας σύγκρισης βάσει μη ασφαλών δεδομένων και στοιχείων ή μη συγκρίσιμων, προς εξυπηρέτηση ενός καθ′ όλα ψευδούς επιχειρήματος. 

Open Image Modal
Οπαδοί θεωριών συνωμοσίας που δεν πιστεύουν στην πανδημία (Πλατεία Τραφάλγκαρ, 29 Αυγούστου 2020)
Richard Baker via Getty Images