Alea jacta est: ο κύβος ερρίφθη. Οι εκλογές της 7ης Ιουλίου δεν θα βγάλουν νικητή. Αυτός αναδείχθηκε στις Ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου. Οι εκλογές της 7ης Ιουλίου θα βγάλουν: (α) Πρωθυπουργό (β) το κυρίαρχο κόμμα στο χώρο της Κεντροαριστεράς.
Η αξία της επερχόμενης επικράτησης της Νέας Δημοκρατίας και του Κυριάκου Μητσοτάκη σχετίζεται πλέον με δύο δεδομένα. Κι αυτό δεν έχει να κάνει ούτε με την πιθανότητα αυτοδυναμίας της, ούτε με τη διαφορά από το δεύτερο κόμμα. Βλέπετε το πλέον βέβαιο σενάριο είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών βλέπουν τις εθνικές εκλογές ως έναν β’ γύρο καταδίκης της νοοτροπίας ΣΥΡΙΖΑ, ως μια τελική προσπάθεια ενός αθλητή του μήκους ο οποίος έχοντας εξασφαλίσει την πρώτη θέση προσπαθεί να σπάσει το ρεκόρ. Υπό αυτή την έννοια η όποια αποχή λόγω της αλλοπρόσαλλης στρατηγικής του Μαξίμου και του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα επηρεάσει τη Νέα Δημοκρατία, αλλά θα χτυπήσει τον ΣΥΡΙΖΑ (και σχεδόν μόνον αυτόν).
Σ’ αυτό το πλαίσιο οι εκλογές της 7ης Ιουλίου βγάζουν Κυβερνήτη. Οι ευθύνες που πέφτουν πάνω στον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι τεράστιες. Τα κενά είναι σημαντικά, τα προβλήματα με την απόλυτη ευθύνη και των κέντρων λήψης αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ένωση κρύφτηκαν κάτω από το χαλί κι η επόμενη μέρα είναι από δύσκολη ως μοναδική. Η πρόκληση είναι τεράστια. Η προσωπική μου ελπίδα είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη επιλέξει τον τρόπο και τους ανθρώπους με τους οποίους θα κυβερνήσει τη χώρα. Κι έχει βάλει στο κέντρο της πολιτικής του τον Άνθρωπο. Εάν έχει προχωρήσει σε αυτά τα δύο προαπαιτούμενα, η αλλαγή στην ψυχολογία μπορεί να πάρει πολλαπλασιαστικές διαστάσεις και η πιθανότητα επιτυχίας αυξάνεται ριζικά. Ταυτόχρονα ευθύνη όλων των στελεχών της νέας διακυβέρνησης θα είναι στην πράξη να λειτουργήσουν με σκληρή δουλειά, σεμνότητα και καινοτόμες ιδέες. Ενώ την ίδια ώρα τα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας δεν πρέπει να δείξουν τάσεις ρεβανσισμού ή λογικές μαυρογιαλούρου, αλλά με ταπεινότητα να στηρίζουν την προσπάθεια της διακυβέρνησης.
Οι εκλογές, όμως, της 7ης Ιουλίου, θα δείξουν εάν ο ΣΥΡΙΖΑ (με το σημερινό του ή με άλλο όνομα) ή το ΚΙΝΑΛ θα είναι το κυρίαρχο κόμμα στο χώρο της Κεντροαριστεράς τα επόμενα χρόνια. Εάν οι εκλογές γίνονταν ταυτόχρονα με τις Ευρωεκλογές τότε δεν υπήρχε θέμα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κρατούσε τα σκήπτρα. Ωστόσο τώρα όλα έχουν αλλάξει. Το 23% ΣΥΡΙΖΑ, 8% ΚΙΝΑΛ των ευρωεκλογών δεν είναι απίθανο να γίνει 19% ΣΥΡΙΖΑ – 11% ΚΙΝΑΛ στις εθνικές εκλογές. Κι αυτό εξαρτάται περισσότερο από το ΚΙΝΑΛ και λιγότερο από το ΣΥΡΙΖΑ που μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές συνεχίζει μια αδιανόητα κακή πολιτική στρατηγική που μόνο ως «πολιτικός μαζοχισμός» μπορεί να χαρακτηριστεί. Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίσει σε αυτή την πορεία και το ΚΙΝΑΛ λειτουργήσει έξυπνα και μιλήσει στην ψυχή του ψηφοφόρου, ο οποίος σε καμία περίπτωση δεν θα έμπαινε στη λογική να στηρίξει τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τότε ο κεντροαριστερός χώρος μπαίνει σε μια άλλη λογική.
Κι ακούγοντας προσεκτικά όσους μιλάνε για την πιθανότητα επανάληψης της θεωρίας του κυρίαρχου κόμματος στο ελληνικό πολιτικό σύστημα –εννοώντας τη Νέα Δημοκρατία- όπως είχε συμβεί τη δεκαετία του 50 κι εν μέρει στη δεκαετία του 70, όπου υπήρχε ένα μεγάλο κόμμα και τα λοιπά ήταν μικρά ή μεσαία, να μου επιτρέψουν να διαφωνήσω, όποιο κι να είναι το αποτέλεσμα. Η Νέα Δημοκρατία ακόμα κι αν σημειώσει μια μεγαλειώδη νίκη θα κριθεί αυστηρά και θα κριθεί με βάση το έργο που θα αποδώσει. Δεν θα έχει καμία περίοδο χάριτος και δεν θα έχει καμία άλλη ευκαιρία. Με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να μην βγάζουν νικητές αλλά να διαδραματίζουν ρόλο στην πολιτική ζωή του τόπου ο χρόνος πλέον δεν είναι σύμμαχος. Χρειάζονται απτές, μετρήσιμες αποδείξεις πολιτικής επιτυχίας.