Στην σχετική έρευνα, 69 άνθρωποι με νόσο του Αλτσχάιμερ και 64 υγιείς έδωσαν αίμα για έρευνα, ενώ ορισμένοι παρείχαν επίσης μικροχλωρίδα του εντέρου μέσω δειγμάτων κοπράνων.
Στη συνέχεια, η μικροχλωρίδα του εντέρου από ασθενείς με Αλτσχάιμερ μεταμοσχεύθηκε σε 16 νεαρούς αρουραίους των οποίων τα μικροβιώματα είχαν εξαντληθεί από τα αντιβιοτικά για μια εβδομάδα. Μια αντίστοιχη ομάδα 16 αρουραίων έλαβε μικροχλωρίδα του εντέρου από ανθρώπους στην υγιή ομάδα ελέγχου.
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το Αλτσχάιμερ θα μπορούσε να μεταδοθεί σε νεαρούς αρουραίους μέσω της μεταφοράς μικροβίων του εντέρου, επιβεβαιώνοντας τη σύνδεση μεταξύ του πεπτικού συστήματος και της υγείας του εγκεφάλου.
Αυτή η είδηση θα μπορούσε να σημαίνει ότι η πρώιμη διάγνωση είναι δυνατή.
Η επικεφαλής ερευνήτρια, Υβόν Νόλαν, έχει πει: «Τα άτομα με Αλτσχάιμερ συνήθως διαγιγνώσκονται κατά ή μετά την έναρξη των γνωστικών συμπτωμάτων, τα οποία μπορεί να εμφανίζονται πολύ αργά, τουλάχιστον για τις τρέχουσες θεραπευτικές προσεγγίσεις. Η κατανόηση του ρόλου των μικροβίων του εντέρου κατά τη διάρκεια της πρόδρομης – ή πρώιμου σταδίου - άνοιας, πριν από την πιθανή έναρξη των συμπτωμάτων μπορεί να ανοίξει δρόμους για ανάπτυξη νέας θεραπείας ή ακόμα και εξατομικευμένη παρέμβαση».
Η Σαντρίν Θουρέτ, καθηγήτρια Νευροεπιστήμης στο King’s College του Λονδίνου και ένας από τους επικεφαλείς συγγραφείς της μελέτης με τη σειρά της έχει δηλώσει: «Το Αλτσχάιμερ είναι μια ύπουλη πάθηση για την οποία δεν υπάρχει ακόμη αποτελεσματική θεραπεία. Αυτή η μελέτη αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό βήμα προς τα εμπρός στην κατανόησή μας για την ασθένεια, επιβεβαιώνοντας ότι η σύνθεση της μικροχλωρίδας του εντέρου μας έχει έναν αιτιολογικό ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου. Αυτή η συλλογική έρευνα έχει θέσει τις βάσεις για μελλοντική έρευνα σε αυτόν τον τομέα και ελπίζω ότι θα οδηγήσει σε πιθανές προόδους στις θεραπευτικές παρεμβάσεις».
Ελπίζουμε να υπάρξουν περισσότερες εξελίξεις σύντομα.