Οι Υπουργοί Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατάφεραν τελικά να ανατρέψουν τα προγνωστικά και να συμφωνήσουν σε ένα συνολικό πακέτο δημοσιονομικής και οικονομικής ενίσχυσης των ευρωπαϊκών χωρών που πλήττονται από την πανδημική κρίση. Το γεγονός ότι επήλθε συμφωνία παρά τις μεγάλες διαφορές αντιλήψεων, ιδεολογιών και πολιτικών συμφερόντων ανάμεσα κυρίως στην Ιταλία και την Ολλανδία καθιστά το αποτέλεσμα του Eurogroup ιστορικό.
Όπως έγραφα την Τετάρτη, η δυστοκία στην εξεύρεση λύσης οφειλόταν στις άκαμπτες εθνικές κόκκινες γραμμές και τις δύσκολες κομματικές και πολιτικές ισορροπίες στην εσωτερικές πολιτικές σκηνές της Ιταλίας και της Ολλανδίας.
Στη Ρώμη κυβερνά μια ετερόκλητη συγκυβέρνηση ανάμεσα στο λαϊκιστικό Κίνημα των 5 Αστέρων που ίδρυσε ο κωμικός [κυριολεκτικά] Μπέπε Γκρίλο και το Δημοκρατικό Κόμμα, το οποίο είναι το βασικό κόμμα της ιταλικής Κεντροαριστεράς, χωρίς πλέον να περιλαμβάνει στις τάξεις του τον πρώην Πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι που έχει φτιάξει δικό του κόμμα. Το Κ5Α βρίσκεται εώ και μήνες σε σοβαρή κρίση, καθώς έχουν ανεξαρτοποιηθεί πολλοί βουλευτές του που διαφωνούν με διάφορες πτυχές της κυβερνητικής πολιτικής, ενώ έχει παραιτηθεί ο νεαρός ηγέτης του και Υπουργός Εξωτερικών Λουίτζι Ντι Μάιο. Τεράστια πίεση ασκεί στην Κυβέρνηση ο ηγέτης δεξιάς αντιπολίτευσης Ματέο Σαλβίνι, ο οποίος προειδοποιούσε εδώ και εβδομάδες την Κυβέρνηση Κόντε “να μην παραδοθεί στους Γερμανούς”.
Σε ευαίσθητη ισορροπία βρίσκεται ο κυβερνητικός συνασπισμός της Ολλανδίας, καθώς έχει να αντιμετωπίσει όχι ένα, αλλά δυο ακροδεξιά λαϊκιστικά κόμματα, αφού εκτός του γνωστού Γκέρτ Βίλντερς, έχει αναδειχθεί τελευταία δυο χρόνια στο προσκήνιο ο πιο εκλεπτισμένος και μοντέρνος Τιερί Μποντέ με το κόμμα Φόρουμ για τη Δημοκρατία. Και τα δυο ακροδεξιά κόμματα είναι φανατικά ευρωσκεπτικιστικά και εναντιώνονται σε κάθε είδους οικονομική αλληλεγγύη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το κόμμα VVD του Πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε και το κόμμα CDA του Υπουργού Οικονομικών Βόπκε Χούκστρα έχουν τη διαρκή αγωνία της απώλειας ψήφων προς τα κόμματα της ακροδεξιάς, σε περίπτωση επίδειξης ευρωπαϊκής αλληλεγγύης από την Ολλανδία, σε βαθμό που θα ξεπερνά το γράμμα των ευρωπαϊκών συνθηκών.
Τα πολιτικά και κομματικά συμφέροντα λοιπόν της ιταλικής και της ολλανδικής Κυβέρνησης βρίσκονταν σε πλήρη αντίθεση, κάτι που καθιστούσε την επίτευξη συμφωνίας πάρα πολύ δύσκολη. Παρ’ όλα αυτά οι δυο πλευρές κατάφεραν να παραμερίσουν τα στενά πολιτικά τους συμφέροντα και να φτάσουν σε μια συνολική συμφωνία, και με τη βοήθεια μιας οιονεί δημιουργικής ερμηνείας του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM).
Τις τελευταίες ημέρες και ειδικά στην τηλεδιάσκεψη του Eurogroup την Τρίτη έγινε σαφές ότι οι βασικές διαφωνίες των δυο πλευρών ήταν μόνο δυο. Πρώτον, η μορφή των προληπτικών πιστωτικών γραμμών που θα διέθετε ο ESM, και κυρίως οι όροι και τα προαπαιτούμενα, και δεύτερον η αναφορά στο κοινό ανακοινωθέν της προοπτικής έκδοσης ευρωομολόγων για τη χρηματοδότηση του υπό συζήτηση “Ταμείου Ανασυγκρότησης”. Για να ξεπεραστούν τα δυο αυτά σοβαρά εμπόδια, υπήρξε διπλή παρέμβαση από τη Γερμανία προς την Ολλανδία και από τη Γαλλία προς την Ιταλία, η οποία και απέδωσε τα μάλα.
Η υπόθεση των δανείων του ESM λύθηκε με τη σολομώντεια λύση να χωριστούν σε δυο κατηγορίες, α) μια για χρήση στον τομέα της υγείας, “άμεσα και έμμεσα”, που πλήττεται από την πανδημία, και για την οποία δεν υπάρχει η ανάγκη σύναψης μνημονίου με προαπαιτούμενες μεταρρυθμίσεις, και β) μια για χρήση σε τομείς σε άλλους της οικονομίας, όπου τότε θα απαιτείται κανονικό μνημόνιο με προαπαιτούμενα. Για το θέμα των ευρωομολόγων υπήρξε η πρόταση να καταγραφεί στο κοινό ανακοινωθέν η πρόθεση “κάποιων κρατών-μελών” να υπάρξει κοινή έκδοση χρέους για την κάλυψη της χρηματοδότησης “Ταμείου Ανασυγκρότησης”. Στα πλαίσια της διαπραγματευτικής τακτικής του horse trading, η Ολλανδία αποδέχθηκε την προτεινόμενη φόρμουλα για τα δάνεια του ESM και η Ιταλία αποδέχθηκε να μην υπάρχει ρητή αποδοχή της προοπτικής έκδοσης ευρωομολόγου, αλλά απλά “να τεθεί το ζήτημα στο τραπέζι για πρώτη φορά”.
Μετά τις εκατέρωθεν υποχωρήσεις, η συμφωνία κλείδωσε, και μπορεί να πει κανείς ότι, δεδομένων των ισορροπιών και των ρεαλιστικών οικονομικών δυνατοτήτων, πρόκειται για μια καλή συμφωνία. Και είναι καλή διότι καλύπτει δυνητικά και τους τρεις πυλώνες της οικονομικής δραστηριότητας που πλήττονται από την πανδημική κρίση.
Με τη χρήση των κεφαλαίων του ESM θα μπορέσουν να χρηματοδοτήσουν τις δραματικά αυξημένες ανάγκες των εθνικών συστημάτων υγείας και να προβούν σε προμήθειες ιατρικού, νοσοκομειακού και φαρμακευτικού εξοπλισμού. Εάν δε κάποιο κράτος-μέλος θεωρήσει ότι έχει ανάγκη και για κεφάλαια για να καλύψει άλλες δημόσιες δαπάνες, θα μπορεί να το κάνει, με την προϋπόθεση βέβαια της σύναψης μνημονίου με τον ESM. Το όριο χρηματοδότησης τέθηκε “ενδεικτικά” στο 2% του ΑΕΠ της κάθε χώρας-μέλους της Ευρωζώνης, αλλά όπως διευκρινίστηκε μπορεί και να αυξηθεί εάν παρουσιαστεί η ανάγκη. Θεωρητικά το συνολικό ποσό που θα εκταμιεύσει ο ESM μπορεί να φτάσει τα 240 δισεκατομμύρια, αλλά είναι αμφίβολο όχι μόνο το αν θα εξαντληθεί το ποσό αυτό αλλά ακόμη και αν οποιοδήποτε κράτος υποβάλλει αίτημα στον ESM, λόγω του πολιτικού κόστους. Τα χρήματα πάντως θα είναι διαθέσιμα σε 15~20 ημέρες, όπως διευκρίνισε ο Διευθύνων Σύμβουλος του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ.
Ο δεύτερος πυλώνας της οικονομίας που στηρίζεται από τη συμφωνία του Eurogroup είναι εκείνος της ιδιωτικής οικονομίας, με την ενίσχυση με 25 ζεστά δισεκατομμύρια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, η οποία με σχετική μόχλευση θα μπορέσει να κινητοποιήσει ρευστότητα προς μικρομεσαίες ευρωπαϊκές επιχειρήσεις με τη μορφή ευνοϊκών δανείων, ύψους συνολικά 200 δισεκατομμυρίων ευρώ. Με το σχέδιο αυτό η Ευρωζώνη ευελπιστεί να δώσει την ευκαιρία χρηματοδότησης σε δεκάδες χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες δυσκολεύονται να αντλήσουν ρευστότητα από το τραπεζικό σύστημα.
Ο τρίτος πυλώνας στήριξης από το πακέτο της Ευρωζώνης αφορά την ασφάλιση των ημιαπασχολούμενων και των αυτοαπασχολούμενων, με τη δημιουργία ενός Ταμείου με τον τίτλο “SURE”, το οποίο θα συγκεντρώσει 100 δισεκατομμύρια ευρώ για την κάλυψη Ευρωπαίων εργαζομένων που έχουν πληγεί ή θα πληγούν από την πανδημική κρίση.
Η συμφωνία του Eurogroup αφήνει ανοικτό για περαιτέρω διαπραγματεύσεις το μεγάλο ζήτημα του “Ταμείου Ανασυγκρότησης”, καθώς παραμένει ως εκκρεμότητα ο τρόπος χρηματοδότησής του, όπως και το συνολικό του ύψος, αφού κανείς δεν γνωρίζει το βάθος του πλήγματος που θα υποστούν οι ευρωπαϊκές οικονομίες και το πόσα χρήματα θα χρειαστούν για να επανεκκινηθούν.
Για την Ελλάδα υπολογίζεται ότι αναλογούν περί τα 8 έως 10 δισεκατομμύρια συνολικά, αλλά καθώς δεν είναι πιθανή η προσφυγή της χώρας στον ESM για νέο δάνειο, λόγω και του μαξιλαριού, φαίνεται πως το ποσό που θα μπορέσει να αντλήσει η χώρα θα είναι περί τα 6 δις.
Ανοικτό επίσης παραμένει το ερώτημα εάν η σύναψη ενός δανείου από τον ESM “μόνο για υγειονομικές δαπάνες” αποτελεί επαρκή προϋπόθεση για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ώστε να ενεργοποιηθεί, εάν χρειαστεί το πρόγραμμα Outright Monetary Transactions, με το οποίο η ΕΚΤ μπορεί να αγοράσει από τη δευτερογενή αγορά απεριόριστο θεωρητικά αριθμό ομολόγων μιας χώρας που υφίσταται κερδοσκοπική επίθεση στην αγορά ομολόγων της. Είναι λογικό να διευκρινιστεί και αυτή η παράμετρος τις επόμενες ώρες ή το πολύ ημέρες.
Το ερωτηματικό και η απάντηση για το “κοινό χρέος”
Η δημιουργική και έξυπνη διάρθρωση της συμφωνίας-πακέτο έχει πολλά θετικά αλλά αφήνει ένα μεγάλο ερωτηματικό: το αν θα επαρκέσουν τα χρήματα για να στηριχθούν άμεσα τα ευρωπαϊκά κράτη. Και αυτό διότι δεν είναι ιδιαίτερα πιθανό να υπάρξει αίτημα ευρωπαϊκού κράτους για δανεισμό από τον ESM για λόγους πολιτικού κόστους και πρεστίζ της χώρας. Έτσι είναι πολύ πιθανό να πρόκειται στην πράξη για ένα πακέτο ύψους 300 δισεκατομμυρίων και όχι 540 δις, όπως αναφέρεται. Δεν είναι όμως σαφές εάν τα 300 αυτά δισεκατομμύρια είναι ένα επαρκές ποσό για να χρηματοδοτηθούν όσες μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό και για να καλυφθούν οι ανάγκες των εκατομμυρίων Ευρωπαίων εργαζομένων και αυτοαπασχολούμενων θα χάσουν τη δουλειά τους από την πανδημική κρίση. Σε αυτό το ερώτημα οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι δεν έχουν προς το παρόν απάντηση.
Πολύς λόγος έγινε τις προηγούμενες ημέρες για το ζήτημα της “ευρωπαϊκής αλληλεγγύης”, το οποίο σύμφωνα με κάποιους μπορεί να βρει την αληθινή της έκφραση μόνο εάν υπάρξει έκδοση κοινού χρέους, μέσω πχ ενός ευρωομολόγου. Η συγκεκριμένη όμως λύση απαιτεί πρώτα τη δημιουργία κοινών δημοσιονομικών θεσμών, όπως ενιαίου ευρωπαϊκού Υπουργείου Οικονομικών, με ταυτόχρονη εκχώρηση οικονομικής κυριαρχίας προς έναν υπερεθνικό ευρωπαϊκό θεσμό, κάτι που ελάχιστες χώρες είναι διατεθειμένες να δεχθούν. Η χθεσινή συμφωνία όμως αποτελεί μια έξοχη απόδειξη της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, καθώς και τα 540 δισεκατομμύρια που συμφωνήθηκαν να τεθούν στη διάθεση των ευρωπαϊκών χωρών θα προέλθουν από “κοινό χρέος”. Συμπτωματικά ο ESM ανακοίνωσε χθες την έκδοση 12μηνου έντοκου γραμματίου ύψους ενός δισεκατομμυρίου ευρώ, στα πλαίσια των τακτικών εκδόσεων χρέους που πραγματοποιεί. Πρόκειται στην ουσία για ένα κανονικό ευρωομόλογο, μόνο που εκδίδεται από έναν ευρωπαϊκό θεσμό, και όχι από μια εθνική Κυβέρνηση, η οποία δεν λογοδοτεί πολιτικά και θεσμικά στους υπόλοιπους Ευρωπαίους πολίτες.
Η επόμενη μέρα
Η επόμενη μέρα μετά τη δραματική συμφωνία στο Eurogroup βρίσκει όλους ικανοποιημένους. Οι Ιταλοί δεν πήραν το μείζον, το οποίο ήταν πρακτικά ανέφικτο, αλλά πήραν ένα μεγάλο πακέτο χρηματοδότησης, για το οποίο δεν θα χρειαστεί να υπογράψουν κάποιο ανεπιθύμητο και πολιτικά τοξικό μνημόνιο. Οι Ολλανδοί μπορεί να υποχώρησαν εν μέρει όσον αφορά στο ζήτημα του ESM, αλλά αποτίναξαν τη ρετσινιά της ανάλγητης χώρας που αρνείται την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και πέτυχαν να μην υπάρχει ρητή προοπτική για την έκδοση ευρωομόλογου. Η Γαλλία και η Γερμανία είναι επίσης κερδισμένες καθώς επέδειξαν ευρωπαϊκή ηγεσία με τη γεφύρωση των διαφορών τους και τις συμβιβαστικές τους παρεμβάσεις προς τα δυο στρατόπεδα. Και τα υπόλοιπα κράτη όμως του Νότου βγαίνουν κερδισμένα, και ιδίως η Ελλάδα, η οποία μέσω των εξαιρετικών κινήσεων της ΕΚΤ αποτελεί και πάλι πλήρως ισότιμο μέλος της Ευρωζώνης.
Πρώτη δημοσίευση στο kappanews.gr/