Κ. Ακρίβος: Ο Καραϊσκάκης ήταν άγγελος, επειδή απλούστατα πέρασε από το καμίνι του διαβόλου

Ο συγγραφέας μιλάει στη HuffPost ανήμερα της επετείου θανάτου του μεγάλου αγωνιστή.
Open Image Modal
"Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ορμά έφιππος προς την Ακρόπολη" (1844), Γεώργιος Μαργαρίτης. Λάδι σε μουσαμά, 94 x 117 εκατ., Συλλογή Ιδρύματος Ε. Κουτλίδη, Εθνική Πινακοθήκη.
Εθνική Πινακοθήκη

Οι παράλληλοι βίοι δύο ανδρών, του Γεώργιου Καραϊσκάκη και του αγωνιστή Μήτρου Αγραφιώτη που ήταν μόλις δεκαοκτώ χρονών όταν κηρύχθηκε η Επανάσταση, αλλά έγινε έμπιστος του οπλαρχηγού, ο οποίος τον πήρε στην προσωπική του φρουρά, λίγο καιρό μετά του εμπιστεύθηκε το ταμείο του και στο τέλος τον ανέφερε στη διαθήκη του.

Μία «μεγάλη γενεαλογική έκπληξη», που όπως όλες οι εκπλήξεις έφτασε απρόοπτα, όταν ο συγγραφέας Κώστας Ακρίβος ανακάλυψε διαβάζοντας το Εγκυκλοπαιδικό Βιογραφικό Λεξικό Νεότερης Θεσσαλικής Ιστορίας ότι ο έμπιστος του Καραϊσκάκη ήταν ο πρόγονος του, προπάππους από την πλευρά της μητέρας του. 

Κι ένα μυθιστόρημα με τίτλο «Πότε διάβολος πότε άγγελος» (εκδόσεις Μεταίχμιο), που επιχειρεί να φωτίσει με τον τρόπο της λογοτεχνίας, αλλά και της εκ των υστέρων προσωπικής εμπλοκής, τα δύο πρόσωπα, τη βαθύτερη σχέση που τους ενώνει -μια σχέση την οποία ο ένας αγνοεί και ο άλλος αποσιωπά επίτηδες- και διά μέσου αυτών μοιραία την Ελληνική Επανάσταση

Πυκνό, γοητευτικό και νηφάλιο -όπως μαρτυρά άλλωστε ο τίτλος μόνο αγιογραφία δεν είναι- το μυθιστόρημα ανασυνθέτει τον βίο και την πολιτεία του Καραϊσκάκη, με όλες τις υπερβάσεις και όλες τις σκοτεινές στιγμές, από τη γέννηση μέχρι το τέλος, όταν πυροβολήθηκε στο Φάληρο και πέθανε μερικές ώρες αργότερα, τα χαράματα της ονομαστικής του εορτής, λίγους μήνες πριν τερματιστεί η Επανάσταση.

Εκτός από το ερώτημα που πάντα βρίσκει πικρές αφορμές, τελικά, ήρωας γεννιέσαι ή γίνεσαι, το οποίο διαπερνά την αφήγηση, ο Κώστας Ακρίβος γράφει: 

 «... Ποιά θα ήταν η συνέχεια του Αγώνα αν θα ζούσε ο Καραϊσκάκης κανείς δεν μπορεί να το γνωρίζει. Σίγουρα, πάντως, θα είχε αποφευχθεί η σφαγή του Ανάλατου και πόδι Τούρκου δεν θα πατούσε ξανά στην Ακρόπολη και στην Αθήνα. Και ίσως η Ελλάδα να μη χρειαζόταν το Ναβαρίνο, να μην έβαφε τα χέρια της με το αίμα του Κυβερνήτη, να μην είχε ανάγκη τους κάθε λογής Βαυαρούς, η πορεία της να ’ταν διαφορετική και να γλίτωνε από τα τόσα δεινά που σημάδεψαν τον απελεύθερο βίο της. Ίσως...»

-Σαν σήμερα, στις 23 Απριλίου 1827, ο Καραϊσκάκης αφήνει την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 45 ετών. Το ερώτημα, από πού ρίχτηκε το βόλι που τον χτύπησε θανάσιμα, παραμένει αναπάντητο, καθώς οι ιστορικοί και μελετητές είναι μοιρασμένοι. Αναφέρετε δε ότι οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν για πολύ καιρό «Εδολοφονήθη;», ενώ παραθέτετε και τις προειδοποιήσεις του Κολοκοτρώνη. Ποια εκδοχή θεωρείτε εσείς ως πιο πιθανή;

Δεν ανήκει στις αρμοδιότητες του λογοτέχνη να είναι ντετέκτιβ σε αιματηρά επεισόδια, ακόμα και σ΄ εκείνα που σημάδεψαν την ιστορία ενός τόπου. Η λογοτεχνία σκύβει πάνω από το ανερμήνευτο, το ημιφωτισμένο και το ζοφερό, μόνο και μόνο για να αναδείξει την παραδοξότητα του γεγονότος και παράλληλα να θέσει ερωτήματα. Αν ήταν ελληνικό ή τουρκικό το βόλι που σκότωσε τον Καραϊσκάκη, κανείς ούτε έμαθε ούτε σήμερα μπορεί να το ξέρει. Για εκείνο ωστόσο που με σιγουριά μπορούμε να αποφανθούμε είναι πως υπήρξαν κάποιοι ηθικοί αυτουργοί, όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Κωστής Παπαγιώργης, που εξώθησαν τον Καραϊσκάκη σε έναν θάνατο που, αν δεν ήταν δολοφονία, τουλάχιστον μοιάζει με κίνηση αυτοκτονίας. Η τριανδρία Κόχραν, Τσορτς, Μαυροκορδάτος έκανε τα πάντα για να καταρρακώσει το φρόνημα και την ψυχολογία του, το μαρτυρεί άλλωστε και ο Μακρυγιάννης στα «Απομνημονεύματά» του.

Open Image Modal

-Ο τίτλος του βιβλίου σας είναι δάνειο από μια κουβέντα που είχε πει ο ίδιος ο Καραϊσκάκης για τον εαυτό του μιλώντας με τον Ζαΐμη. Αυτός ο ανυπότακτος, ριψοκίνδυνος άνδρας, για τον οποίον ο Κασομούλης έγραφε ότι ξεκίνησε «από το μηδέν, χωρίς πολιτικόν κόμμα, χωρίς τίποτες, αλλά μόνο με την παληκαργιάν του και ειλικρινή αφοσίωσιν στο έθνος – μ’ όλα τα κυνηγητά οπού τον εκάμαμεν…» ήταν περισσότερο άγγελος ή διάβολος;

Ο Καραϊσκάκης κατ’ εμέ είναι ο ορισμός του απόλυτου αγγέλου, επειδή απλούστατα πέρασε από το καμίνι του διαβόλου. Δεν ήταν σαν τον Κολοκοτρώνη ή κάποιους άλλους αγωνιστές που μπήκαν ευθύς εξαρχής στην Επανάσταση παλεύοντας για τη λευτεριά της χώρας. Προεπαναστατικά αλλά και μέχρι την πτώση του Μεσολογγίου είναι ένας Καραϊσκάκης, η αγωνιστική συμπεριφορά του οποίου πολλές φορές δεν έχει θετικό πρόσημο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα όσα ανήκουστα έπραξαν τα στρατεύματά του όταν εισέβαλαν στον Μοριά την περίοδο των εμφυλίων πολέμων. Παρ΄ όλα αυτά, κατάφερε να κατανικήσει τον διαβολικό εαυτό του και τα τελευταία χρόνια της Επανάστασης να εξελιχθεί σε μια ηγετική στρατιωτική φυσιογνωμία, βάζοντας πάνω απ΄ όλα την ελευθερία όχι μόνο της Ρούμελης, αλλά ολόκληρης της Ελλάδας. Ίσως ήταν ο μόνος από τους ηγέτες που είχε ένα τέτοιο όραμα.

Open Image Modal
Ο συγγραφέας Κώστας Ακρίβος

-Σκιαγραφείτε την προσωπικότητά του φωτίζοντας πτυχές, από την παροιμιώδη βωμολοχία του μέχρι την ασθένειά του (θεωρώντας ως πιθανή εκδοχή την ελονοσία) και την πλήρως αφοσιωμένη ορντινάντσα του, μια νεαρή Τουρκάλα που έπιασε αιχμάλωτη στην Τριπολιτσά, την έντυσε με ρούχα αντρικά και της ανέθεσε τη φύλαξή του. Ποιο στοιχείο, ποια πληροφορία που εντοπίσατε για τον Καραϊσκάκη κατά την έρευνά σας σας έκανε την πιο έντονη εντύπωση;

Πολυσύνθετη προσωπικότητα, πολυποίκιλη η δράση του. Μυστήριο καλύπτει και ολόκληρη τη ζωή του: πού ακριβώς γεννήθηκε, ποιος ήταν ο πατέρας του, το πώς σκοτώθηκε. Στο βιβλίο προστίθεται και ένα ακόμα μυστηριακό στοιχείο, αυτό που εκκινεί και την όλη αφήγηση: η σχέση του με τον Μήτρο Αγραφιώτη. Για να μείνω επομένως μόνο στα της λογοτεχνίας, θα έλεγα πως το συγκεκριμένο γεγονός απ’ τη μια τον γειώνει ως άνθρωπο και, από την άλλη, του προσθέτει ακόμα μεγαλύτερη αίγλη ως ήρωα.

-Παρότι δεν αναφέρεται ρητά, προκύπτει από την αφήγηση ότι ο αγωνιστής Μήτρος Αγραφιώτης ήταν παιδί του Καραϊσκάκη. Πώς αντέδρασε η οικογένειά σας όταν ανακαλύψατε ότι ο Μ. Αγραφιώτης είναι προπάππος σας; Και ακόμα, πέρα από την παράξενη ιστορία για τη γιαγιά της μητέρας σας που τη βασάνισαν μέχρι θανάτου κάποιοι ληστές από τα βουνά για να τους μαρτυρήσει πού έχει τον θησαυρό από κάποιον οπλαρχηγό του 1821, δεν υπήρξε ποτέ κατά το παρελθόν άλλη αναφορά ή νύξη;

Αν βρισκόταν ακόμη εν ζωή η μητέρα μου, ίσως να ξαφνιαζόταν ευχάριστα από μια τέτοια γενεαλογική αποκάλυψη, επειδή όλα τα παιδικά χρόνια τα πέρασα ακούγοντάς την να μου διηγείται σαν παραμύθι «ιστορίες από τα παλιά χρόνια». Κάθε οικογένεια έχει τους δικούς της προγόνους να μνημονεύει∙ άλλοτε καμαρώνοντας και άλλοτε, πάλι, σαν φαντάσματα που θέλει να τα εξορκίσει.

“Γενναιότητα εξ αίματος δεν γίνεται να υπάρχει∙ την κερδίζεις με τη στάση σου απέναντι στα προβλήματα της ζωής, με τη συμπεριφορά σου απέναντι στον Άλλον, με το κατά πόσο η τιμιότητα και η αξιοπρέπεια θέλεις να χαρακτηρίζει την προσωπική και τη συλλογική σου ζωή”

Η ιστορία με τον μαρτυρικό θάνατο της προγιαγιάς στοίχειωσε για πολλές γενιές την οικογένεια Αγραφιώτη, ωστόσο ποτέ δεν δόθηκε μια πειστική ερμηνεία για το ποιοι ήταν εκείνοι οι ληστές που τη σκότωσαν και, κυρίως, ποιες ήταν «οι λίρες απ’ τον παλιό πολεμιστή» που έψαχναν να βρουν. Να λοιπόν που έφτασε το πλήρωμα του χρόνου για να δοθεί μια εξήγηση με τον τρόπο της λογοτεχνίας.

-Ο Μήτρος Αγραφιώτης μετά την Επανάσταση ζει και πεθαίνει «σε έσχατη και ανέκφραστη ένδεια» και επιπλέον τυφλός. Η σκηνή στην οδό Αιόλου από δημοσίευμα εφημερίδας του 1895, που περιγράφει ότι μέχρι το 1860, ο άλλοτε πολεμιστής, με όψη επαίτη πια, «έψαλε άθλους ηρώων», δακρυσμένος όταν έλεγε το αγαπημένο του τραγούδι για τον Καραϊσκάκη, είναι σπαρακτική. Πού αποδίδετε την τύχη του; Στο γεγονός ότι δεν θέλησε να διαβεί τους διαδρόμους της εξουσίας;

Δεν είναι ο μόνος που προτίμησε έναν τέτοιο δρόμο, οι περισσότεροι απλοί αγωνιστές της Επανάστασης μπήκαν στο περιθώριο της πολιτικής και της στρατιωτικής ζωής ή γιατί δεν είχαν τα κότσια να πρωταγωνιστήσουν στην κεντρική σκηνή ή, το κυριότερο, επειδή ασύνειδα αντιλαμβάνονταν ότι ο ρόλος τους τελείωνε εδώ: με το διώξιμο του Τούρκου. Ο Μήτρος Αγραφιώτης θα πεθάνει στη Χαλκίδα το 1866 φτωχός και παραγκωνισμένος. Έδωσε τα πάντα για τον Αγώνα και τώρα το μόνο που του έχει μείνει είναι το παράπονο και οι απανωτές αιτήσεις για μια πενιχρή σύνταξη. Από μια άποψη ίσως στάθηκε τυχερός∙ άλλοι συναγωνιστές άφησαν τα κοκαλάκια τους στα πεδία των μαχών και άλλοι κατάντησαν επαίτες στους χωμάτινους δρόμους της πρωτεύουσας.

-Η εξ αίματος κληρονομιά που προέκυψε τυχαία και όψιμα, ως «γενεαλογική έκπληξη», χωρίς δηλαδή να έχεις μεγαλώσει με αυτήν ή /και από αυτήν (όπως πολλές οικογένειες απογόνων των αγωνιστών), πόσο επηρέασε την αντίληψή σας για την Ελληνική Επανάσταση;

Αν ήμουν σε μια νεότερη ηλικία, μπορεί να τροφοδοτούσε με ισχυρότερη δόση ενθουσιασμού τα επαναστατικά μου όνειρα για μια δικαιότερη κοινωνία∙ όπως γίνεται δηλαδή πάντοτε όταν είσαι 17, 20, 25… χρονών. Τώρα το μόνο που κέρδισα εξαιτίας αυτής της έκπληξης είναι ένα μελαγχολικό χαμόγελο για τα παιχνίδια που παίζει η ζωή, μαζί και η λογοτεχνία. Ο θαυμασμός μου για το μεγαλείο του Αγώνα παραμένει ο ίδιος εδώ και δεκαετίας. Αν προστέθηκε κάτι, είναι η ματιά μου σχετικά με τους Φιλέλληνες: ποιοι προσήλθαν στον Αγώνα με πνεύμα ανιδιοτέλειας και ποιοι με τυχοδιωκτικές ή κερδοσκοπικές προθέσεις.

Open Image Modal
"Το στρατόπεδο του Καραϊσκάκη" (1855), Θεόδωρος Βρυζάκης, Λάδι σε μουσαμά 145 x 178 εκατ.
Εθνική Πινακοθήκη

-Ήρωας γεννιέσαι ή γίνεσαι;

Ρητορικό είναι το ερώτημα. Κληροδοτούνται τα χαρακτηριστικά του σώματος ή του προσώπου, όμως οι αρετές και τα ελαττώματα πλάθονται ανάλογα με την ψυχοσύνθεση και την κοινωνική τριβή. Γενναιότητα εξ αίματος δεν γίνεται να υπάρχει∙ την κερδίζεις με τη στάση σου απέναντι στα προβλήματα της ζωής, με τη συμπεριφορά σου απέναντι στον Άλλον, με το κατά πόσο η τιμιότητα και η αξιοπρέπεια θέλεις να χαρακτηρίζει την προσωπική και τη συλλογική σου ζωή.

-Το φινάλε, γραμμένο χωρίς ανάσα και ως εκ τούτου χωρίς τελεία, σαν από τον εαυτό σας των εφτά ετών, κλείνει με τη μάνα σας που ήρθε με τη βέργα και είπε «το κάνω για το καλό του, μη γίνει στη ζωή του κανένας Καραΐσκος». 

Μακάρι να είχα γίνει…