Γίνεται να είσαι καλλιτέχνης χωρίς να είσαι καλός άνθρωπος;
Open Image Modal
.
Getty

Είναι αλήθεια ότι ανέκαθεν επικρατούσε η άποψη ότι στην τέχνη δεν υπάρχουν όρια. Ότι στην τέχνη είσαι ένας τυφλός υπηρέτης «έτοιμος για όλα». Ότι για να βγεις στο φως της δημιουργίας πρέπει πρώτα να περάσεις απ΄ το σκοτάδι. 

Ότι η τέχνη πολλές φορές είναι το αποτέλεσμα της ανθρώπινης διαστροφής που κρύβεται βαθιά μέσα στις σκοτεινές μας πλευρές και μας παρέχει την απαραίτητη έμπνευση για να δημιουργήσουμε. 

Το εύλογο ερώτημα των ημερών είναι το εξής: Γίνεται ένας άνθρωπος που παρενοχλεί σεξουαλικά, κακοποιεί, βρίζει χυδαία, εκφοβίζει και πολλά άλλα τέτοια καλά, να είναι ταυτόχρονα και καλλιτέχνης; 

Πώς γίνεται άνθρωποι αγαπητοί στο ευρύ κοινό, υποτίθεται καλλιεργημένοι, υποτίθεται μορφωμένοι, άνθρωποι που εμπνέουν με τη δουλειά τους, να έχουν προβεί σε τέτοιες αισχρές πράξεις; 

Πώς γίνεται το ίδιο ανθρώπινο μυαλό της καλλιτεχνικής δημιουργίας να βρίσκεται εγκλωβισμένο στην πιο σκοτεινή πλευρά του και να μην αναγνωρίζει τα όρια του; 

Το Ελληνικό #MeToo που ξεκίνησε από το χώρο του αθλητισμού και εξαπλώθηκε στον καλλιτεχνικό χώρο είναι ένα τεράστιο τσουνάμι που στο άμεσο μέλλον θα ξεπλύνει κι άλλους χώρους. Αλλά αυτή τη στιγμή οι άλλοι χώροι είναι αλλουνού παππά ευαγγέλιο. 

Θα ξεπεράσω χωρίς ιδιαίτερο κόπο τις συζητήσεις του «γιατί τώρα;», «γιατί αυτός», «το κάνει για τη διασημότητα», «έχουμε ανθρωποφαγία και δολοφονία χαρακτήρων» κλπ, απλούστατα γιατί κάθε νοήμων άνθρωπος δεν κάθεται στο τραπέζι τέτοιων συζητήσεων. 

Εκεί που θα εστιάσω εγώ, είναι στα λεπτά όρια μεταξύ τέχνης και ανθρωπιάς, μεταξύ καλλιτέχνη και ανθρώπου. 

Η διαβόητη σκηνή βιασμού με το βούτυρο στην πασίγνωστη ταινία του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι «Το Τελευταίο Τανγκό στο Παρίσι» (1972), είναι το απόλυτο παράδειγμα καταπάτησης των ηθικών ορίων του ανθρώπου στο όνομα της τέχνης. 

Οι θύτες του συμβάντος που δίχασε την παγκόσμια κοινή γνώμη ήταν ο πρωταγωνιστής της ταινίας και θρυλικός Χολιγουντιανός ηθοποιός Μάρλον Μπράντο και ο καταξιωμένος Ιταλός σκηνοθέτης της ταινίας Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, οι οποίοι αποφάσισαν χωρίς να το ξέρει κανείς άλλος και χωρίς να υπάρχει στο σενάριο, το βιασμό επί σκηνής της συμπρωταγωνίστριας του Μπράντο, Μαρία Σνάιντερ, από τον ίδιο τον Μπράντο, χωρίς η ίδια να το γνωρίζει. 

Αποφάσισαν κρυφά για τη σκηνή να χρησιμοποιήσει ο Μπράντο βούτυρο ως λιπαντικό για την τέλεση πρωκτικού βιασμού.

Εν τέλει όπως αργότερα είπε η Σνάιντερ δεν τελέστηκε ολοκληρωμένη σεξουαλική πράξη αλλά έγιναν όλα τα υπόλοιπα με τον Μπράντο να τη ρίχνει στο πάτωμα και να την ξεγυμνώνει προχωρώντας σε μίμηση βιασμού δίχως τη συναίνεση της. 

Σκοπός όπως αργότερα παραδέχτηκαν οι δύο άνδρες ήταν να καταγραφθεί στην κινηματογραφική κάμερα το πραγματικό συναίσθημα της ταπείνωσης και του φόβου από τη νεαρή τότε Σναϊντερ, όχι ως ηθοποιού που υποδύεται ένα ρόλο αλλά ως γυναίκας που βιάζεται πραγματικά. 

Η ψυχολογία της Σνάιντερ τραυματίστηκε ανεπανόρθωτα με αποτέλεσμα να μισήσει τους δύο άντρες και να μην ξαναπαίξει ποτέ σε γυμνές σκηνές με σεξουαλικό περιεχόμενο. 

Η ίδια μετά από χρόνια δήλωσε πως αυτή η εμπειρία στιγμάτισε τη ζωή και τον ψυχισμό της. 

Το γεγονός αυτό θέτει το διαχρονικό ερώτημα για το ποια είναι τα όρια της τέχνης απέναντι στην ίδια τη ζωή. Πόση ανθρωπιά και πόση ηθική μπορεί τελικά να θυσιαστεί στο βωμό της τέχνης; 

Πόσες ανθρώπινες αξίες μπορεί να καταπατήσει ένας σκηνοθέτης, θιασάρχης ή παραγωγός ασκώντας εξουσία πάνω σε ένα νέο ανερχόμενο ηθοποιό με πρόσχημα την τέχνη; 

Πολλές φορές αυτή η κατάχρηση εξουσίας δεν αφορά καν την τέχνη σαν δημιουργία αλλά την ικανοποίηση των ενστίκτων των ίδιων των καλλιτεχνών – θυτών. 

Με ατάκες του τύπου «εδώ θα πρέπει να είσαι έτοιμος για όλα» και παίζοντας με τα όνειρα των νέων παιδιών, άνθρωποι με εξουσία και όνομα στο χώρο μπορούν να κάνουν τα πάντα για να ικανοποιηθεί η δική τους διαστροφή. 

Μπορούν να φωνάζουν, να βρίζουν, να χτυπούν τους ηθοποιούς τους ή τους συμπρωταγωνιστές τους σε ένα γύρισμα και αυτό να το βαφτίζουν «πίεση για ένα καλύτερο αποτέλεσμα». 

Μπορούν να υπόσχονται ρόλους και καριέρα σε νέους ανθρώπους με αντάλλαγμα την ικανοποίηση της δικής τους σεξουαλικής επιθυμίας. 

Μπορεί να παρενοχλούν, να κακοποιούν και να εκβιάζουν συναδέλφους τους ξέροντας πως οι τελευταίοι δε θα μιλήσουν γιατί επαγγελματικά τους έχουν ανάγκη. 

Μπορεί με το πρόσχημα μιας θεατρικής ή κινηματογραφικής σκηνής, ή ενός σεναρίου, ή ενός χαρακτήρα του έργου, να προχωρούν σε άσεμνες πράξεις απέναντι σε συναδέλφους τους και όλα αυτά να επισκιάζονται από τον όρο «τέχνη». 

Η τέχνη όντως δεν οριοθετείται. Αλλά υπάρχει για να κάνει τον πραγματικό μας κόσμο λίγο καλύτερο. Επιτελεί κοινωνικό έργο αδιάκοπα. Επομένως αυτοί που την ασκούν θα πρέπει πρωτίστως να είναι καλοί άνθρωποι. Η τέχνη εμπνέει χρησιμοποιώντας το ψέμα της μυθοπλασίας για να πει μια ρεαλιστική αλήθεια. 

Γίνεται να είναι κάποιος καλλιτέχνης χωρίς πρώτα να είναι άνθρωπος; 

Σε συνέντευξη του τις προάλλες, ο δημιουργός του «Έτερος Εγώ», Σωτήρης Τσαφούλιας, είπε πως το να είσαι καλλιτέχνης δεν είναι επάγγελμα αλλά η εξέλιξη του ανθρώπου. 

Και έχει απόλυτο δίκιο. Οι δύο έννοιες δεν διαχωρίζονται. Δεν είναι δίλημμα. Ο καλλιτέχνης δεν υπάρχει χωρίς τον άνθρωπο γιατί ο πρώτος για να εμπνεύσει μέσα από το έργο του βασίζεται στο ήθος και στις αξίες του δεύτερου. 

Η τελική ερώτηση είναι μάλλον πολύ απλή. Είσαι καλός άνθρωπος για να μπορείς να είσαι και καλλιτέχνης;