Η φετινή χρονιά, όπως γράφω τον τελευταίο -αρκετό- καιρό, θα είναι μια χρονιά κατά την οποία ο ελληνικός τουρισμός θα κλείσει περίπου στο ίδιο επίπεδο με πέρυσι.
Επειτα από ένα ράλι 9 ετών, με συνεχή ρεκόρ στις αφίξεις και τα έσοδα, το 2019 πιθανότατα θα καταγράψει σταθερότητα σε αφίξεις, ενώ για τα έσοδα θα πρέπει να περιμένουμε τους πρώτους μήνες του 2020 για να ξέρουμε ακριβώς.
Σε προηγούμενα άρθρα, αναφέραμε ότι η αεροπορική ταξιδιωτική κίνηση, παρουσιάζει αύξηση 5,3% το πρώτο εξάμηνο του 2019, ωστόσο μήνα με το μήνα ή αύξηση περιορίζεται σε ποσοστό, από την αρχή της χρονιάς. Κι αν κινηθεί έτσι και στο δεύτερο εξάμηνο, τότε μάλλον οδηγούμαστε σε «ίσα βάρκα, ίσα νερά».
Στον αντίποδα, οι οδικές αφίξεις παρουσιάζουν σταθερή μείωση στον πρώτο εξάμηνο, με -12% που αντιστοιχεί σε 536.000 ταξιδιώτες. Τα στοιχεία αφορούν έξι χώρες: Σερβία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Τουρκία, Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 90% των οδικών αφίξεων και το 11,4% των εισπράξεων του εισερχόμενου τουρισμού της Ελλάδας για το 2018.
Σημειώνεται, ότι από τα 30,3 εκατ. εισερχόμενους ταξιδιώτες συνολικά (εκτός κρουαζιέρας), τα 8,8 εκατ. ήρθαν οδικώς, ήτοι το 29% του ελληνικού τουρισμού. Κατά συνέπεια, αν περίπου το ένα τρίτο των τουριστών εμφανίσει μείωση, θα αποτυπωθεί σημαντικά στο σύνολο του τουρισμού.
Επίσης, η μείωση στις οδικές αφίξεις, θα έχει επίπτωση σε περιοχές της Βορείου Ελλάδας, στη Χαλκιδική, στην Πιερία, στα Ιόνια νησιά και τη Θεσπρωτία, αλλά και σε άλλες κοντινές περιοχές, στη γενικότερη οικονομία τους.
Η νέα μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ είναι αποκαλυπτική, καθώς επιμέρους οι αφίξεις από την Αλβανία έχουν επανέλθει από τον Μάιο σε θετικούς ρυθμούς, ενώ από τη Βουλγαρία υπάρχει σταθερά αρνητική διψήφια μεταβολή από την αρχή του έτους. Επίσης, οι αφίξεις από τη Βόρεια Μακεδονία είχαν θετικό πρόσημο τον Απρίλιο και τον Ιούνιο και αρνητικό πρόσημο τους υπόλοιπους μήνες, ενώ οι αφίξεις από την Τουρκία αν και είχαν αρνητικό ξεκίνημα, επανήλθαν σε θετικούς ρυθμούς από τον Μάρτιο.
Σύμφωνα με τη μελέτη, ένα χαρακτηριστικό των τουριστών που έρχονται οδικώς στη χώρα μας, είναι η δυνατότητα που έχουν να αλλάξουν ή να επιλέξουν προορισμό την τελευταία στιγμή, χωρίς να τους απασχολούν ακυρωτικά κόστη όπως με τα αεροπορικά εισιτήρια. Ως εκ τούτου, το οικονομικό κλίμα που επικρατεί στις αντίστοιχες αγορές, είναι καθοριστικό για τις επιλογές διακοπών που θα κάνουν οι κάτοικοί τους.
Η μελέτη εστιάζει στις μακροοικονομικές εξελίξεις των κυριότερων αγορών με οδική πρόσβαση στην Ελλάδα, καταγράφοντας τα βασικά μακροοικονομικά δεδομένα που επηρεάζουν την ταξιδιωτική συμπεριφορά: ΑΕΠ, συναλλαγματικές ισοτιμίες, Δείκτης Οικονομικού Κλίματος, Δείκτης Ανεργίας. Η καταγραφή γίνεται για τις 6 μεγαλύτερες αγορές τουριστών που έρχονται οδικώς.
Ειδικότερα, οι οικονομικές εξελίξεις σε Σερβία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία, εμφανίζουν θετική εικόνα τα τελευταία χρόνια. Ο δείκτης ανεργίας βαίνει μειούμενος από το 2012 ή είναι σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Τα νομίσματα της Σερβίας και της Αλβανίας έχουν ανατιμηθεί έναντι του Ευρώ, μία εξέλιξη που μπορεί να επηρεάσει θετικά τη ζήτηση για διακοπές, ενώ της Βόρειας Μακεδονίας και της Ρουμανίας παραμένουν στα ίδια επίπεδα με πέρυσι και της Βουλγαρίας έχει κλειδωμένη ισοτιμία με το Ευρώ. Επίσης, ο αναμενόμενος ρυθμός ανάπτυξης του ΑΕΠ για το 2019 κινείται μεταξύ 3% και 4% σε όλες τις χώρες. Παρ’ όλα αυτά ο δείκτης του οικονομικού κλίματος, αν και είναι σταθερά σε υψηλά επίπεδα, τους τελευταίους μήνες ακολουθεί τις διεθνείς τάσεις και έχει πτωτική τάση στην Σερβία, την Βουλγαρία και την Βόρεια Μακεδονία ενώ έχει σταθεροποιηθεί στην Ρουμανία.
Εξάλλου, αρνητική είναι η εικόνα για την οικονομία της Τουρκίας, που παρουσιάζει επιδείνωση όλων των προαναφερθέντων δεικτών (υποτίμηση της τουρκικής Λίρας, σταδιακή αύξηση της ανεργίας, σημαντική επιδείνωση του οικονομικού κλίματος, αναμενόμενη πτώση του ΑΕΠ για το 2019).
Αναφορικά με τη θέση της Ελλάδας στον εξερχόμενο τουρισμό των εξεταζόμενων αγορών το 2017, επισημαίνεται ότι σε όλες βρίσκεται στην 1η θέση των κυριότερων τουριστικών προορισμών, με εξαίρεση την αγορά της Ρουμανίας όπου έχει την 2η θέση μετά την Ουγγαρία, διατηρώντας τις θέσεις που είχε και το 2016. Η εικόνα είναι παρόμοια όσον αφορά στους μεσογειακούς προορισμούς, με την Ελλάδα να βρίσκεται σε όλες τις αγορές στην 1η θέση των κυριότερων προορισμών.
Η μελέτη υλοποιήθηκε από το ΙΝΣΕΤΕ στο πλαίσιο της Πράξης: «Ενίσχυση της θεσμικής και επιχειρησιακής ικανότητας του ΣΕΤΕ», η οποία εντάσσεται στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, Εκπαίδευση και Δια Βίου Μάθηση ΕΣΠΑ 2014-2020» και συγχρηματοδοτείται από το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο.