1993. Η Ρωσία βιώνει μιας πρωτοφανούς έντασης κρίση, μετά την γνωστοποίηση της πρόθεσης του τότε Προέδρου της, Boris Yeltsin, να διαλύσει το Κογκρέσο των Αντιπροσώπων του Λαού και το κοινοβούλιο της χώρας, επονομαζόμενο ως Ανώτατο Σοβιέτ. Το κοινοβούλιο καταγγέλλει την απόφαση άκυρη και παραπέμπει τον Πρόεδρο.
Το πρωί της 3ης Οκτωβρίου, διαδηλωτές, παρακινούμενοι από τους ηγέτες της αντιπολίτευσης, κόβουν τις αστυνομικές κορδέλες πέριξ του Κοινοβουλίου, «μπουκάρουν» και το καταλαμβάνουν. Στη συνέχεια, ακολουθούν τα γραφεία του Δημάρχου της Μόσχας και παράλληλα, προσπαθούν να παρεισφρήσουν στο κτίριο του τηλεοπτικού σταθμού Ostankino. Ακολουθούν αιματηρές οδομαχίες και γενικευμένες συγκρούσεις. Την επόμενη ημέρα, ο ρωσικός στρατός εισβάλλει, τελικά, στο Κοινοβούλιο και συλλαμβάνει τους αρχηγούς της αντιπολίτευσης. Ο θλιβερός απολογισμός είναι 147 νεκροί και 437 τραυματίες συνολικά.
18 χρόνια μετά, η κρίση έχει μεταφερθεί στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού. Η Προεδρία Trump τελειώνει σε 5 ημέρες, αφήνοντας βαθιές πληγές στο δημοκρατικό πολίτευμα, αλλά και το γόητρο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Η εισβολή στο Καπιτώλιο αποτελεί την πιο μαύρη ίσως- σελίδα της χώρας, που ούτε οι σεναριογράφοι του American History X δε θα μπορούσαν να φανταστούν.
Η ρητορική του απερχόμενου Προέδρου, σε πολλές περιπτώσεις, άγγιξε τα όρια του φονταμενταλισμού και αντηχούσε όχι μόνο διχαστικές κορώνες, αλλά και τον ρεβανσισμό συγκεκριμένων κοινωνικών και φυλετικών ομάδων της αμερικανικής κοινωνίας. Αυτό επιβεβαιώθηκε με το χειρότερο δυνατό τρόπο στην προεκλογική, αλλά και στην μετεκλογική περίοδο που διανύουμε.
Το όνειρο της ομαλής μετάβασης στην εξουσία υποχώρησε νωρίς, δίνοντας τη θέση του στις συμπλοκές και τις εικόνες κερασφόρων οπαδών και οπαδών του εμφυλίου πολέμου που άπλωναν τα πόδια τους στα γραφεία βουλευτών και λαφυραγωγούσαν το Καπιτώλιο. Η θεσμική εκτροπή που ως φράση τόσο εύκολα χρησιμοποιούμε για «ψύλλου πήδημα» στην Ελλάδα, λίγο έλειψε να γίνει πραγματικότητα στις ΗΠΑ.
Ακόμα, όμως, και σε αυτές τις στιγμές, η αμερικανική δημοκρατία έδειξε τα σβέλτα και ατσάλινα αντανακλαστικά της. Μπόρεσε να δώσει άμεση λύση στην εξίσωση του λαϊκισμού. Λύση που οφείλεται όχι μόνο στη θέσμιση, αλλά και στο διαρκή έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι οι ΗΠΑ έχουν δύο σώματα, στα οποία και επιμερίζεται αυτός ο ρόλος. Και σε όλα αυτά λειτουργεί επικουρικά το ισχυρό και ανελαστικό σύνταγμα τους που δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες, όπως με τον διακριτό ρόλο του Αντιπροέδρου.
Η συνταγματική κρίση της Ρωσίας οδήγησε σε ενίσχυση του προεδρικού συστήματος, καταπάτηση των βασικών ελευθεριών, φίμωση της αντιπολίτευσης και προλείανε το έδαφος για το σημερινό κατ’ επίφαση δημοκρατικό καθεστώς Πούτιν. Από την άλλη πλευρά, οι θεσμοί των ΗΠΑ έδωσαν τη μάχη με τη συνωμοσιολογία και φασίζουσες νοοτροπίες και άντεξαν. Απέδειξαν πως οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και εξισορροπήσεις του πολιτικού τους συστήματος δεν «μένουν» μόνο στη θεωρία, αλλά μετουσιώνονται και σε πράξεις.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων παρέπεμψε, λοιπόν, για δεύτερη φορά σε δίκη τον Ντ. Τραμπ απογυμνώνοντας τον από επιχειρήματα, αλλά και αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα το ξεδιάντροπο φλερτ του με τα -δήθεν πατριωτικά- άκρα. Με άλλα λόγια, μια μεγάλη νίκη -μέχρι στιγμής- των δυτικών πολυαρχιών έναντι των νοσταλγών του απολυταρχισμού. Μια νίκη που θα επικυρωθεί τυπικά σε λίγες ώρες.
Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Τζο Μπάιντεν καλείται τώρα να γεφυρώσει τα μεγάλα χάσματα που δημιούργησε η θητεία του Ντόναλντ Τραμπ και να καταστήσει τις Πολιτείες της Αμερικής ξανά Ηνωμένες. Σε αυτήν την προσπάθεια, δεν είναι μόνος του. Έχει στο πλευρό του ανθρώπους ανά την υφήλιο που γνωρίζουν το βαρύ τίμημα του Ψυχρού Πολέμου ή αντιμετωπίζουν στους τόπους τους καθημερινά μετεμφυλιακά σύνδρομα. Ανθρώπους που χρειάζονται ένα δίκαιο και νουνεχή πλανητάρχη.