Όταν σκέφτεται κανείς την αρχαιοελληνική ιστορία και μυθολογία, σίγουρα το μυαλό του δεν πάει σε οποιουδήποτε είδους σκοταδισμούς. Ωστόσο, πέρα από τα ουκ ολίγα «σκοτεινά» στοιχεία τα οποία συναντώνται σε αρκετούς μύθους, στον αρχαιοελληνικό κόσμο δεν ήταν σπάνιο στοιχείο η ύπαρξη δεισιδαιμονιών και δοξασιών, απότοκα της πίστης στην ύπαρξη του μεταφυσικού/ υπερφυσικού (αν και ούτε κατά διάνοια δεν έφτασε στα επίπεδα του Μεσαίωνα ή άλλων, πιο «αιμοβόρων» πολιτισμών).
Με αφορμή τα πρόσφατα δημοσιεύματα περί πινακίδων με κατάρες που βρέθηκαν σε αρχαίο τάφο στον Πειραιά, αξίζει να ρίξει κανείς μια κοντινότερη ματιά στο συγκεκριμένο κεφάλαιο, με τη βοήθεια της Τζέσικα Λαμόντ, αρχαιολόγου του Πανεπιστημίου Johns Hopkins στις ΗΠΑ, η οποία έχει ως αντικείμενο ειδίκευσης ακριβώς αυτό.
Όπως είπε στη HuffPost Greece, οι κατάδεσμοι (πινακίδες με κατάρες/ επωδούς, συχνά από μόλυβδο) δεν ήταν καθόλου σπάνιες στην αρχαία Ελλάδα, και μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για ένα μεγάλο εύρος σκοπών και επιδιώξεων, από τη νίκη σε μία δίκη ή μια αρματοδρομία μέχρι την απόκτηση πλεονεκτήματος έναντι εχθρών, την τιμωρία ενός κλέφτη ή το «μάγεμα» κάποιου/ας για να ερωτευτεί συγκεκριμένο άτομο. «Έχουν βρεθεί σε όλη την περιοχή της Μεσογείου και ανάγονται στην περίοδο της Κλασικής Αρχαιότητας. Η μεγάλη δημοτικότητά των πινακίδων με κατάρες- μαζί με τις πινακίδες με “αντι-κατάρες”, που καταριούνταν οποιονδήποτε είχε καταραστεί αυτόν που τις είχε ζητήσει- υποδεικνύει πως θεωρούνταν πολύ υπαρκτές απειλές και αποτελεσματικά εργαλεία χρήσης/ αξιοποίησης της θεϊκής βοήθειας, καθώς και μέσα “προσωπικής” λατρείας, πέρα από τις δημόσιες λατρευτικές δραστηριότητες».
Οι δημοφιλέστεροι θεοί
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, υπήρχαν κάποιοι θεοί/ θεότητες που θεωρούνταν πιο «αποτελεσματικοί» σε σχέση με άλλους. Μεταξύ αυτών είναι ο Ερμής, ο οποίος σχετιζόταν ιδιαίτερα με τον Άδη, καθώς ήταν αυτός που πήγαινε τις ψυχές στον Κάτω Κόσμο. Επίσης, δημοφιλής, όσον αφορά στο συγκεκριμένο αντικείμενο, ήταν η Εκάτη, που συνδεόταν με τη μαγεία, τη νύχτα, το φεγγάρι, τα φαντάσματα και τη νεκρομαντεία. «Η Εκάτη και ο Ερμής είναι αναμενόμενοι, ως δύο θεότητες που συνδέονται με καταστάσεις “μετάβασης” και τον Κάτω Κόσμο. Οι επικλήσεις και στους δύο είναι κοινές σε κατάρες» αναφέρει η κ. Λαμόντ.
Οι «χρήστες»
Γενικά μιλώντας, στη σημερινή εποχή, οι δεισιδαιμονίες, οι κατάρες και τα συναφή παραπέμπουν κυρίως σε κατώτερα κοινωνικά στρώματα, πιθανότατα χαμηλού μορφωτικού επιπέδου. Ωστόσο πρέπει να θυμάται κανείς ότι στον αρχαίο κόσμο οι έννοιες του μεταφυσικού/ υπερφυσικού ήταν πολύ πιο αποδεκτές από ό,τι στη σύγχρονη εποχή- για την ακρίβεια, θεωρούνταν από πολλούς μέρος της καθημερινής ζωής. Ως εκ τούτου, οι κατάδεσμοι και οι κατάρες χρησιμοποιούνταν από ανθρώπους από κάθε κοινωνικό στρώμα. «Οι κατάδεσμοι και τα ευρύτερα τελετουργικά μαγείας στις οποία παραπέμπουν διαπερνούσαν κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής, παρουσιάζοντας ένα μεγάλο εύρος της αθηναϊκής κοινότητας, από σημαντικές φυσιογνωμίες του χώρου της πολιτικής μέχρι σκλάβους, ηθοποιούς, στρατιώτες και τεχνίτες. Μέσω από αυτά τα προσωπικά κείμενα, αναδεικνύονται φωνές που προέρχονται από, υπό διαφορετικές συνθήκες, “σιωπηλά” στρώματα της κοινωνίας» τονίζει η κ. Λαμόντ.
Ένα από τα γνωστότερα παραδείγματα είναι αυτό του Καταδέσμου της Πέλλας: Μιας ερωτικής μαγικής επωδού από μια γυναίκα, ο εραστής (Διονυσοφών) της οποίας ήταν να παντρευτεί τη Θετίμα. Για να αποτρέψει τον γάμο, ώστε ο Διονυσοφών να παντρευτεί την ίδια (και καμία άλλη γυναίκα, μέχρι να λύσει η ίδια το ξόρκι), ζητά τη βοήθεια του «Μάκρωνα και των δαιμόνων» (ο Μάκρων πιθανώς είναι ο νεκρός στον τάφο του οποίου είχε τοποθετηθεί ο κατάδεσμος- σημειώνεται πως, όπως πιστευόταν, για να «πιάσει» μια κατάρα έπρεπε να μπει κάτω από το έδαφος, όπως π.χ. σε έναν τάφο, ακόμα και αν ο ίδιος ο νεκρός δεν είχε καμιά σχέση με την κατάρα). Επίσης, καταριέται τη Θετίμα να χαθεί με άσχημο τρόπο και να δοθεί στην ίδια μακαριότητα και ευτυχία, καθώς έχει εγκαταλειφθεί από όλους τους αγαπημένους της.
Επίσης, όπως σημειώνει ο κ. Λαμόντ, υπάρχει και άλλο ένα ενδιαφέρον παράδειγμα, με αντεστραμμένη γραφή, στο οποίο αυτός που ρίχνει την κατάρα λέει «όπως αυτά τα γράμματα είναι ψυχρά και ανάποδα, έτσι και τα λόγια του Κράτη να είναι ψυχρά και ανάποδα» (πρόκειται για μια κατάρα που έχει να κάνει με δικαστική υπόθεση, λέει η κ. Λαμόντ).
...και τα αρχαιοελληνικά βουντού
Όταν σκέφτεται κανείς για βουντού, το μυαλό σίγουρα δεν πηγαίνει στην αρχαία Ελλάδα, αλλά στην Αϊτή, τη Νέα Ορλεάνη, την Αφρική κλπ. Ωστόσο, όπως επισημαίνει η κ. Λαμόντ, κούκλες/ εδώλια «βουντού» υπήρχαν και στην αρχαία Αθήνα – και σε αυτό το σημείο δεν είναι δύσκολο να προβεί κανείς στην υπόθεση (ειδικά δεδομένης της φύσης της Αθήνας ως θαλασσοκράτειρας) μεγάλης πως ίσως να επρόκειτο για πρακτικές «μαγείας» που είχαν φτάσει στη «γειτονιά» μας από την Αφρική κατά την περίοδο. «Ήταν πιθανώς δουλειά ενός επαγγελματία “μάγου”. Σε κάθε περίπτωση είχαμε ένα μικρό εδώλιο από μόλυβδο με τα χέρια δεμένα στην πλάτη και τα πόδια δεμένα μαζί, κλεισμένο μέσα σε ένα μικρό κουτί/ φέρετρο από μόλυβδο. Στο “καπάκι” του κουτιού υπάρχει μια κατάρα, και όλες αυτές οι κατάρες είχαν να κάνουν με δικαστικές υποθέσεις: Οι άνθρωποι που κατονομάζονται είναι δεμένοι, έτσι ώστε να μην έχουν καλές επιδόσεις στη δίκη. Ξέρουμε από άλλες πηγές ότι αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι ήταν “κατηγορούμενοι” (περίπου την ίδια περίοδο) σε ομιλίες που είχε γράψει ο λογογράφος Λυσίας. Οπότε, τουλάχιστον σε κάποιες περιπτώσεις, οι Αθηναίοι θα “χτυπούσαν” τους πολιτικούς τους αντιπάλους μέσα από δίκες, χρησιμοποιώντας λογογράφους σαν τον Λυσία, και θα αγόραζαν τις υπηρεσίες ενός επαγγελματία μάγου για να καταραστούν/ κάνουν ξόρκια στους αντιπάλους τους, έτσι ώστε να μην μπορούν να αντιδράσουν στις κατηγορίες σε βάρος τους».