Η πρώτη συνεδρίαση της νέας ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, μεταξύ 16-19 Ιουλίου, διαμόρφωσε την εκλογή του νέου Προεδρείου του, με την εκ νέου εκλογή της Ρομπέρτα Μέτσολα και την επανεκλογή της Ούρσουλα φορ ντεν Λάϊεν στην Προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η υλοποίηση των πρώτων θεσμικών προτεραιοτήτων μετά τα αποτελέσματα των ευρωπαϊκών εκλογών της 10ης Ιουνίου 2024, για να ακολουθήσουν στο επόμενο διάστημα η σύνθεση της νέας Επιτροπής και η κατανομή των χαρτοφυλακίων. Για να φθάσουμε στο Στρασβούργο, είχε πραγματοποιηθεί στις 17 Ιουνίου η άτυπη Σύνοδος των «27» στις Βρυξέλλες, όπου και έλαβαν χώρα οι πρώτες διακυβερνητικές διαπραγματεύσεις. Ενώ μια πρώτη συμφωνία μεταξύ των τεσσάρων βασικών φιλοευρωπαϊκών κομμάτων για τα πρόσωπα που θα έχουν τον βασικό πολιτικό ρόλο στο κοινοτικό θεσμικό πλαίσιο, επιτεύχθηκε στην Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 27-28 Ιουνίου.
Όλες οι εκλογικές αναμετρήσεις παράγουν αποτελέσματα, διαμορφώνοντας πολιτικές και κοινωνικές αναφορές, από αυτό δεν εξαιρούνται φυσικά και οι ευρωπαϊκές εκλογές. Στην Ελλάδα δεν θα αλλάξουν το κυβερνητικό περιβάλλον, τουλάχιστον έως το 2027. Στην Γαλλία όμως, δημιούργησαν πρόωρη προσφυγή στις κάλπες, στις 30 Ιουνίου και στις 7 Ιουλίου, αλλά και εκεί η προεδρική θητεία Μακρόν λήγει το 2027.
Αυτό που παράγουν όμως οι ευρωπαϊκές εκλογές από το 1979 και εντεύθεν, είναι να σχηματοποιούν την αντιπροσωπευτικότητα στα κράτη-μέλη, στο κοινοτικό θεσμικό επίπεδο, στα όργανα της ΕΕ. Στην εξέλιξη των ευρωπαϊκών εκλογών, η εξέλιξη της ενωσιακής διαδικασίας διαμορφώνεται από τους υπερεθνικούς πολιτικούς σχηματισμούς, από την δυναμική τους. Με την ΕΕ να απέχει από τον ολοκληρωμένο, ομοσπονδιακό χαρακτήρα που της είχαν προσδώσει οι Ιδρυτές-Πατέρες της, να εξακολουθεί να καθορίζεται από ένα μίγμα ομοσπονδιακών και διακυβερνητικών χαρακτηριστικών, που ενίοτε δίνουν ώθηση στο ενοποιητικό εγχείρημα και άλλοτε το εγκλωβίζουν σε στασιμότητα.
Η ΕΕ δεν έχει κάνει τα αναγκαία βήματα προς την κατεύθυνση της βαθύτερης ενοποίησης, της πολιτικής, την ίδια στιγμή που στοιχεία του διακυβερνητικού μηχανισμού, παραμένουν σε κρίσιμους τομείς, όπως η Άμυνα και η Εξωτερική Πολιτική. Τα θεσμικά ευρωπαϊκά όργανα, οι εθνικές κυβερνήσεις, τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα, οι αυτοδιοικητικές αρχές, έχουν την δική τους ευθύνη για το γεγονός ότι οι ευρωεκλογές δεν κινητοποιούν τις ευρωπαϊκές κοινωνίες να κατανοούν την κρισιμότητα και την σημασία τους, με την αποχή να ενισχύει τα κίνητρα και τις επιδιώξεις των ευρωαρνητικών αριστερών και δεξιών σχηματισμών.
Στο νέο ευρωπαϊκό περιβάλλον όλα είναι διαφορετικά, συσχετισμοί καταγράφονται τόσο στο εθνικό όσο και στο ευρωπαϊκό πολιτικό περιβάλλον. Οι ευρωεκλογές δεν έχουν καταφέρει να καταστούν ένα καθοριστικό πολιτικό γεγονός, να αναπτύξουν το αυθεντικό περιεχόμενο μιας υπερεθνικής εκλογικής διαδικασίας, την αντίληψη της οποίας άρχισαν να διεκδικούν και να προωθούν ιστορικές φιλοευρωπαϊκές κινήσεις, από την πρώτη δεκαετία του ενοποιητικού σχεδίου.
Η ανάπτυξη μιας νέας ευρωπαϊκής ατζέντας θα διαμορφωθεί από την προγραμματική συμφωνία που θα μπαίνει σε εφαρμογή από την πρώτη Σύνοδο που διεξήχθη προ ημερών. Από την διάταξη της φιλοευρωπαϊκής θεσμικής πολιτικής πραγματικότητας στο Ημικύκλιο, όχι από τις δυνάμεις της εθνικής περιχαράκωσης, των διαιρετικών αντιλήψεων, που αποδεικνύουν ότι το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η υπονόμευση της κοινοτικής αλληλεγγύης, της κοινοτικής πραγματικότητας.