Κάθριν Κλύβερ Ασμπρουκ: Το «πουλί που κελαηδάει την αυγή» και το τελευταίο χαρτί του Ερντογάν

Η Αντιπρόεδρος του Γερμανικού Ιδρύματος Bertelsmann σε μία συνέντευξη που αρχίζει από τα μέτωπα της Ουκρανίας για να καταλήξει στην σχέση ΗΠΑ-Γερμανίας και στην αγωνία του Ερντογάν.
Open Image Modal
Cathryn Clüver Ashbrook, Executive Vice President, The Bertelsmann Stiftung
Delphi Economic Forum

 

To Ίδρυμα Bertelsmann είναι ένα μία από τις κορυφαίες γερμανικές δεξαμενές σκέψης, καθώς λειτουργεί ταυτόχρονα στο Βερολίνο, στην Ουάσιγκτον, στις Βρυξέλλες, στη Μαδρίτη και στη Βαρκελώνη.

Ως Γερμανίδα συγκριτικός πολιτικός επιστήμονας, που ζει, εργάζεται και έχει αποκτήσει οικογένεια στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Kάθριν Κλύβερ Άσμπρουκ έχει αναπτύξει ερευνητική εργασία που επικεντρώνεται μεταξύ άλλων στις διατλαντικές σχέσεις, τον αντίκτυπο της ψηφιακής επανάστασης και των data στην εξωτερική πολιτική.

Σε μία καταιγιστική κουβέντα με τη HuffPost, λίγες εβδομάδες πριν μιλήσει στο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, καταθέτει απόψεις και προβλέψεις που αιφνιδιάζουν, αλλά και βασίζονται σε πολύ ισχυρή λογική και επιχειρηματολογία, με βάση την βαθιά γνώση της. Μεταξύ άλλων αναφέρεται:

- στη νέα, επικείμενη εαρινή επίθεση της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, αλλά και στους λόγους που επιβάλουν σθεναρή στάση από την Ευρώπη έναντι της Μόσχας

- στην αποφασιστική, αλλά οριοθετημένη υποστήριξη της Κίνας προς την Ρωσία

- στο παιχνίδι του Ερντογάν, που θα παίξει «τα ρέστα του» απέναντι στο ΝΑΤΟ πριν από τις τουρκικές εκλογές

- στο νέο άνεμο που πνέει στον Λευκό Οίκο ως προς τις διατλαντικές σχέσεις

- στο κινεζικό μπαλόνι, που ανατρέπει βεβαιότητες των Αμερικανών, έστω και μετά την κατάρριψή του...

 

HuffPost: Έχει περάσει ένας χρόνος και ένας μήνας από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Θα λέγατε ότι μέρα με τη μέρα πλησιάζουμε πλέον σε κάποια λύση ή σε κάποιον μεγαλύτερο κίνδυνο και καταστροφή;

Cathryn Clüver Ashbrook: Στην πρώτη γραμμή, το περιθώριο στρατιωτικών ελιγμών και για τις δύο πλευρές στενεύει: Έχει γίνει μια σκληρή και αιματηρή σύγκρουση σε Μπαχμούτ, Αβντίιβκα και Κουπιάνσκ – ένας πόλεμος φθοράς για δύο λόγους: Η Ουκρανία εξακολουθεί να έχει ανεπαρκείς πόρους από τον διεθνή συνασπισμό της και η ρωσική στρατιωτική μηχανή έχει αποδειχθεί πολύ λιγότερο ικανή, ακόμη και με μερική κινητοποίηση, και επιρρεπής σε απώλειες περισσότερο από όσο αρχικά αναμενόταν. Ωστόσο, οι πηγές που προβλέπουν μια πολυμέτωπη εαρινή επίθεση, η οποία θα περιλαμβάνει αυξημένες επιθέσεις σε αμάχους, κυβερνοεπιθέσεις και λυτρισμικές επιθέσεις είναι αξιόπιστες. Όπως και οι προειδοποιήσεις για επιταχυνόμενες επιχειρήσεις από τους Ρώσους, με στόχο να ανοίξουν πολιτικά ρήγματα και προκαλέσουν διαφωνίες σε όλη την Ευρώπη. καθώς και παρεξηγήσεις στη διατλαντική εταιρική σχέση.

“Η Κίνα, στο μεταξύ, φαίνεται ότι σκοπεύει να συνεχίσει να υποστηρίζει –οικονομικά προς το παρόν– μια Ρωσία, στην οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις, έτσι ώστε να μπορεί να «μείνει στο παιχνίδι»”

 

Ο διεθνής συνασπισμός υπό την ηγεσία της Δύσης φέρει όλο και περισσότερο την ευθύνη για τους θανάτους στο πεδίο της μάχης, καθώς οι ανάγκες για πυροβολικό αυξάνονται απότομα και οι παραγωγικές ικανότητες (και η χρηματοδότηση των πυρομαχικών) οδηγούν σε πρακτικές και πολιτικές προκλήσεις. Η παράδοση όπλων (και η παραγωγή τους) σκοντάφτουν σε υλικοτεχνικά εμπόδια που θα έπρεπε να έχουν αντιμετωπιστεί εδώ και καιρό. Αντί να χρησιμοποιήσει την επερχόμενη επέτειο ως προθεσμία για να χαράξει μια συνεκτική στρατηγική, η Δύση συνεχίζει να επαναλαμβάνεται στο ίδιο μοτίβο: η Ουκρανία ζητά συγκεκριμένη υποστήριξη, η Ευρώπη διστάζει, οι ΗΠΑ περιμένουν την ευρωπαϊκή ηγεσία, τελικά (οι Αμερικανοί) ενεργούν και η Ευρώπη συμβιβάζεται. Η Κίνα, στο μεταξύ, φαίνεται ότι σκοπεύει να συνεχίσει να υποστηρίζει –οικονομικά προς το παρόν– μια Ρωσία, στην οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις, έτσι ώστε να μπορεί να «μείνει στο παιχνίδι», ακόμα κι αν αυτό έρχεται σε αντίθεση με το υποτιθέμενο «σχέδιο 12 σημείων για την ειρήνη». Το ΔΝΤ αναμένει - αισιόδοξα - η οικονομία της Ρωσίας να αναπτυχθεί τόσο φέτος όσο και το 2024. 

Ουσιαστικά μια «ανταμοιβή» για την ευθυγράμμισή της με τις αυταρχικές δυνάμεις παγκοσμίως, που χρειάζονται τις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων, καθώς οι αγορές ενέργειας μετατοπίστηκαν. Έτσι, ενώ οι κίνδυνοι μιας πυρηνικής επίθεσης συρρικνώνονται - οι αρνητικές επιπτώσεις για τη Ρωσία θα ήταν απλώς πολύ μεγάλες για να τις υποστεί, συμπεριλαμβανομένης μιας ρήξης της ακόμη ασταθούς σχέσης με την Κίνα - προκύπτει ένα ακόμη ισχυρότερο κίνητρο για να συνεχιστεί ο πόλεμος στην Ουκρανία, παρά τις επιπτώσεις (και το κόστος στα ρωσικά στρατεύματα στο πεδίο).

 

Oι μακροπρόθεσμοι κίνδυνοι, καθώς ένα σύνολο αυταρχικών κρατών  συσπειρώνεται γύρω από τον κοινό σκοπό της υπεράσπισης της πολιτικής τους απέναντι στην παγκόσμια τάξη, είναι σαφείς και υπαρκτοί, έστω και αν η πλήρης υλοποίηση του οράματός τους απέχει δεκαετίες.

Ο πόλεμος θα μπορούσε να τελειώσει αύριο, εάν η Ρωσία αποσυρθεί –αλλά ακόμη και μέσω των υπαρχουσών οδών διπλωματίας, η Ρωσία αποτυγχάνει να οικοδομήσει διαρκή εμπιστοσύνη. Ως εκ τούτου, η προώθηση διπλωματικών προτάσεων, παρόμοιων με το Ντέιτον ή με τις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου της Κορέας, παραμένει απίθανη αυτή τη στιγμή. Οι προσφορές του Σχεδίου Zελένσκι πρέπει να διαβαστούν ως διαδοχικά βήματα (τα πρώτα τέσσερα σημεία του) σε ένα σχέδιο οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Η Ρωσία θα πρέπει να αντιμετωπίσει αυτά τα πρώτα ζητήματα για να προχωρήσει διπλωματικά. Άλλοι (Thomas Pickering, Wolfgang Ischinger) πρότειναν πρόσφατα, πρόσθετα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Ωστόσο, η Ρωσία θα προσπαθήσει να πραγματοποιήσει νέα συμβατική και υβριδική ανοιξιάτικη επίθεση - μια σταγόνα που πιθανό να ξεχειλίσει το ποτήρι. Στον αντίποδα, πρέπει να παραμείνει υπεύθυνη η διεθνής κοινότητα, υποστηρίζοντας την Ουκρανία ώστε να είναι ανεπιτυχής αυτή η επίθεση. Για αυτό χρειάζεται μια ξεκάθαρη στρατηγική, που να στηρίζεται σε νέες οικονομικές και στρατιωτικές δεσμεύσεις – και διπλασιασμένη ταχύτητα εκτέλεσης.

“...ο ηγέτης της Τουρκίας θα προσπαθήσει να παίξει κάθε χαρτί τακτικής από το οπλοστάσιό του για να διατηρήσει αυτό που αντιλαμβάνεται ως πολιτική ευελιξία της χώρας”

 

HuffPost: Είναι υπερβολικό να πούμε ότι αυτός ο πόλεμος, ο πόλεμος του Πούτιν, επαναπροσδιορίζει συμμαχίες και μέτωπα σε παγκόσμια κλίμακα; Βλέπετε εκπλήξεις εκεί;

Cathryn Clüver Ashbrook: Καμία έκπληξη. Η σύγκρουση λειτουργεί ως «υπερ-ενισχυτής» για τις συμμαχίες που ήδη υπάρχουν. Η ενδογενής πίεση που δημιουργήθηκε από τον πόλεμο στην Ουκρανία και οι επιπτώσεις στις αγορές –από σιτηρά, ενέργεια, πρώτες ύλες και κρίσιμα ορυκτά– έχει αναζωογονήσει τη διατλαντική σχέση οικονομικά και στρατιωτικά, με την επέκταση του ΝΑΤΟ και την άμεση αύξηση των αμυντικών δαπανών σχεδόν από όλους. Οι κυρώσεις επρόκειτο εξαρχής να οδηγήσουν τη Μόσχα περαιτέρω στην αγκαλιά του Πεκίνου και της Τεχεράνης και να αναγκάσουν τη Ρωσία να προσπαθήσει να αναζωογονήσει τους δεσμούς που είχε δημιουργήσει με άλλους ως μέλος των BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική), των προσπαθειών ευρασιατικής συνεργασίας και των περιφερειακών πλαισίων όπως ο Οργανισμός Συνεργασίας της Σαγκάης. Αλλά όλα θα δοκιμαστούν, καθώς ο πόλεμος θα συνεχιστεί: η φιλία «χωρίς επιφυλάξεις» μεταξύ Ρωσίας και Κίνας έχει ένα σύνολο φυσικών περιορισμών. Οι πωλήσεις όπλων της Κίνας στη Ρωσία ή η επιτάχυνση της δράσης στην Ταϊβάν θα αναγκάσουν τη δυτική συμμαχία σε μια σειρά από δύσκολες οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις. Πιθανοί «ουδέτεροι» παράγοντες – Βραζιλία, Ινδία, Νότια Αφρική – που έχουν προσφερθεί ως συνομιλητές σε διαφορετικά σημεία, φαίνονται «μολυσμένοι» από τις δικές τους εξαρτήσεις και οικονομικές ανάγκες και από τις ιστορίες τους στις διεθνείς σχέσεις. Η Κίνα θα επιταχύνει την αποκάλυψη των παγκόσμιων φιλοδοξιών στο πλαίσιο των διεργασιών αυτού του πολέμου – η «μυϊκή της κάμψη» είναι πολύ πραγματική. Οι εκπλήξεις του επόμενου κεφαλαίου μπορεί να έρθουν με κάποιες αποκαλύψεις και ανακατατάξεις. Η Ευρώπη πρέπει να ενισχύσει τα θεμέλιά της μέσα στους επόμενους μήνες – γρήγορα.

“Ο Πρόεδρος Μπάιντεν επανέφερε τα παλιά ένστικτα της διατλαντικής συμμαχίας πίσω στον Λευκό Οίκο και στη στάση της Αμερικής – και η ανακούφιση στη Γερμανία ήταν αισθητή.”

 

HuffPost: Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρώπη επιβεβαίωσαν και ενίσχυσαν τη συμμαχία τους υπό τις παρούσες περιστάσεις. Από την άλλη πλευρά, βλέπουμε χώρες όπως η Τουρκία να απομακρύνονται περαιτέρω από τις πολιτικές των ΗΠΑ και της ΕΕ. Εδώ στην Ελλάδα, υπάρχει έντονη εντύπωση ότι η Δύση ξαναχαράζει τα σύνορά της και τυχαίνει να βρισκόμαστε ακριβώς πάνω στα νέα σύνορα. Είναι αλήθεια?

Cathryn Clüver Ashbrook: Η Τουρκία είναι ένα καλό παράδειγμα, όπου οι πιέσεις και το δέλεαρ λόγω του πολέμου έχουν ανατρέψει τις στρατηγικές προοπτικές. Αποδυναμωμένος στο εσωτερικό, ο ηγέτης της Τουρκίας θα προσπαθήσει να παίξει κάθε χαρτί τακτικής από το οπλοστάσιό του για να διατηρήσει αυτό που αντιλαμβάνεται ως πολιτική ευελιξία της χώρας: να διαδραματίσει βασικό ρόλο μεταξύ της Ρωσίας και του δυτικού συνασπισμού από τη μία πλευρά, αλλά να διατηρήσει τη σχέση με το ΝΑΤΟ ακροβατώντας όλη την ώρα για να πετύχει τους στόχους του. Οι πειρασμοί του να απομακρυνθεί, ή να αφαιρέσει την αξιοπιστία από το ΝΑΤΟ είναι μεγάλοι, δεδομένου του ενδιαφέροντος του ΝΑΤΟ για τη συνέχιση της τουρκικής παρουσίας. Καθώς πλησιάζουμε στη Σύνοδο Κορυφής του Βίλνιους, το ΝΑΤΟ θα χρειαστεί να επανεξετάσει τις δικές του ικανότητες, που κατοχυρώνονται στη Διακήρυξη της Ουάσιγκτον, αλλά και τα πολιτικά του εργαλεία για να διατηρήσει τη συμμαχία ευκίνητη, λειτουργική και στεγανή στο μέλλον. Οι εκλογές θα έχουν σημασία, αλλά η Ελλάδα έχει επίσης ρόλο να διαδραματίσει και να επηρεάσει τις συζητήσεις στις Βρυξέλλες.

“... η Ρωσία και η Κίνα εργάζονται σκληρά για να τροφοδοτήσουν το αφήγημα ότι η Γερμανία και άλλοι Ευρωπαίοι σύμμαχοι είναι «λακέδες» της Ουάσιγκτον”

 

HuffPost: Είστε ένας από τους πιο έμπειρους αναλυτές των σχέσεων Γερμανίας – ΗΠΑ. Θεωρητικά, οι διεθνείς σχέσεις δεν είναι προσωπικές. Αλλά ήθελα να σας ρωτήσω: Είναι οι σχέσεις ΗΠΑ-Γερμανίας της εποχής του Ντόναλντ Τραμπ και της Άνγκελα Μέρκελ ίδιες, τώρα που ο Τζο Μπάιντεν και ο Όλαφ Σολτς βρίσκονται στο τιμόνι;

Cathryn Clüver Ashbrook: Φυσικά όχι: Η κυβέρνηση Τραμπ κατέγραψε ένα αληθινό «ναδίρ» στις διατλαντικές σχέσεις, εν μέρει επειδή η Γερμανία έγινε ανοιχτά δηλωμένος στόχος του (Τραμπ) στην Ευρώπη. Ο Πρόεδρος Μπάιντεν επανέφερε τα παλιά ένστικτα της διατλαντικής συμμαχίας πίσω στον Λευκό Οίκο και στη στάση της Αμερικής – και η ανακούφιση στη Γερμανία ήταν αισθητή. Αλλά δεν μπορούμε να είμαστε πολύ αυθόρμητοι σε αυτό το σημείο. Εξακολουθεί να υπάρχει αρκετή δυσαρέσκεια στις ΗΠΑ για τα αισθήματα στην Ευρώπη και αυτή η κουβέντα έχει ήδη κερδίσει έδαφος. Η Γερμανία πρέπει να βρει έξυπνους τρόπους να επενδύσει στην βιωσιμότητα της σχέσης ΗΠΑ-Γερμανίας, τώρα: Μεταξύ άλλων, στηρίζοντας τις υπάρχουσες πρωτοβουλίες ως μέρος της συνεργασίας ΕΕ-Η.Π.Α. Το Συμβούλιο Εμπορίου και Τεχνολογίας προέρχεται από την αμερικανική πλευρά και (η συνεργασία) μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 2024. Η Γερμανία θα έχει πιο δύσκολες οικονομικές επιλογές να κάνει, εάν φουντώσει μια αντιπαράθεση ΗΠΑ-Κίνας. Ιδιαίτερα εάν αυτές οι εντάσεις επιδεινωθούν ενώ ένας πόλεμος συνεχίζει να μαίνεται στην καρδιά της Ευρώπης. Στο μεταξύ, η Ρωσία και η Κίνα εργάζονται σκληρά για να τροφοδοτήσουν το αφήγημα ότι η Γερμανία και άλλοι Ευρωπαίοι σύμμαχοι είναι «λακέδες» της Ουάσιγκτον, ακολουθώντας τις ΗΠΑ σε αυτό που εκείνοι θεωρούν παρανοϊκή φαντασίωση και παρακμή. Ο ρωσικός επιθετικός πόλεμος έχει σφυρηλατήσει στενότερους διατλαντικούς δεσμούς, αλλά η Γερμανία θα χρειαστεί να επιδείξει ακόμα περισσότερη εφευρετικότητα και ηγετικό ρόλο τους επόμενους μήνες για να εδραιώσει τα κέρδη των δύο τελευταίων ετών, εμβαθύνοντας τους δεσμούς πέρα από την Ουάσιγκτον, καθώς η ατζέντα για τη χάραξη εθνικής πολιτικής των ΗΠΑ μετακινείται όλο και περισσότερο σε κρατικό επίπεδο σε θέματα προτεραιότητας για την ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της Κλιματικής Κρίσης και της ενεργειακής πολιτικής.

“Είναι σαν ένα πουλί που κελαηδάει την αυγή... Οι Αμερικανοί άργησαν να κατανοήσουν την κλίμακα της εμβέλειας και της φιλοδοξίας της Κίνας. Το μπαλόνι το έκανε χειροπιαστό.”

 

HuffPost: Μιλώντας για νέα σύνορα –πραγματικά ή συμβολικά- στον παγκόσμιο χάρτη, θα λέγατε ότι η Κλιματική Αλλαγή και η Πράσινη μετάβαση διαμορφώνουν νέα σύνορα; Πετρέλαιο εναντίον Αερίου, Αέριο εναντίον ηλιακής και αιολικής ενέργειας, ή Πράσινη ενέργεια ενάντια στην πυρηνική ενέργεια αύριο;

Cathryn Clüver Ashbrook: Οι «λέσχες» - είτε για θέματα κλίματος είτε για ενεργειακή πολιτική - φαίνεται να είναι η βραχυπρόθεσμη λύση σε πολλά, βαθύτερα προβλήματα των διεθνών σχέσεων. Το πώς θα εξελιχθεί αυτό μεσοπρόθεσμα δεν είναι ακόμα σαφές για μένα. Αν θέλουμε να έχουμε πιθανότητες για έναν βιώσιμο πλανήτη, οι μεταβάσεις (σε ”καθαρές” μορφές ενέργειας) θα πρέπει να είναι δραματικές και γρήγορες – να στείλουν έντονους κυματισμούς στις κοινωνίες μας και να συνεχίσουν να επαναπροσδιορίζουν την αίσθηση της ισότητας. Αυτός ο συγχρονισμός θα είναι βαθιά προκλητικός. Η παρακίνηση των κοινωνιών προς τη συνεχή προσαρμογή για την επίτευξη ανθεκτικότητας, διατηρώντας παράλληλα την ευημερία και τη φυσική ασφάλεια, θα φέρει προκλήσεις εξίσου, τόσο για τα εθνικά όσο και για τα πολυεθνικά συστήματα που έχουμε δημιουργήσει. Η «οπλοποίηση» της αλληλεξάρτησής μας εξακολουθεί να είναι πολύ ελκυστική για ορισμένους και ο Παγκόσμιος Νότος ψάχνει (δικαίως) να επαναδιαπραγματευτεί ένα σύστημα που μυρίζει ...ιστορική αδικοπραξία. Η εύρεση δημιουργικών τρόπων εξόδου από την παράλυση (απέναντι στην Κλιματική Κρίση) είναι δουλειά αυτής της γενιάς διαμορφωτών δημόσιας πολιτικής, όμως η εικόνα είναι δυναμική και απρόβλεπτη και θα παραμείνει πιο ρευστή σε σύγκριση με τα ενεργειακά μπλοκ της εποχής του άνθρακα.

“...το μπαλόνι μετέφερε ένα νέο αίσθημα, σαν ένας προάγγελος περισσότερης εμμονής και εγγύτητας από το άγγιγμα της Κίνας. Σαν τον προάγγελο μιας νέας δύναμης που συγκεντρώνεται απτά πλέον.”

 

HuffPost: Ξαφνικά οι Αμερικανοί κοίταξαν στον ουρανό και είδαν μπαλόνια! Είναι ένα παιχνίδι ή το σύμβολο μιας νέας εποχής;

Cathryn Clüver Ashbrook: Είναι σαν ένα πουλί που κελαηδάει την αυγή... Οι Αμερικανοί άργησαν να κατανοήσουν την κλίμακα της εμβέλειας και της φιλοδοξίας της Κίνας. Το μπαλόνι το έκανε χειροπιαστό. Κατά κάποιο τρόπο σαν παιχνίδι, ναι. Αλλά μεταφέροντας κάτι άγνωστο(;) και αιωρούμενο ακριβώς πάνω από την Αμερική. Είκοσι χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου, οι ΗΠΑ είχαν δημιουργήσει για τον εαυτό τους μια πιο σύγχρονη προσέγγιση στην ιστορική τους αίσθηση του απαραβίαστου. Αλλά το μπαλόνι μετέφερε ένα νέο αίσθημα, σαν ένας προάγγελος περισσότερης εμμονής και εγγύτητας από το άγγιγμα της Κίνας. Σαν τον προάγγελο μιας νέας δύναμης που συγκεντρώνεται απτά πλέον. Περιόρισε περαιτέρω την ήδη περιορισμένη εγχώρια συναίνεση για συνεννόηση με την Κίνα, με τον κίνδυνο να επικρατήσει  μία κοντόφθαλμη αντίληψη και να χάσουν οι ΗΠΑ τις λεπτές, διπλωματικές προσεγγίσεις που πρέπει να διαχειριστούν με την Κίνα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Εκείνοι που υποστηρίζουν ένα πιο διαφοροποιημένο όραμα για τον ανταγωνισμό με την Κίνα, είναι εκείνοι που αξίζουν μεγαλύτερη υποστήριξη σε αυτούς τους ασταθείς καιρούς.