Για κάθε κοινωνία το ανεξάρτητο κράτος της είναι ο θεσμός συλλογικής ελευθερίας.
Με κάθε κριτήριο κατάλυσή του κράτους σημαίνει απώλεια της ελευθερίας και αυτό θα συμβεί, μεταξύ άλλων, εάν η Ελληνική πλευρά αποδεχτεί τα παράνομα τετελεσμένα της εισβολής, την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την αποδοχή μιας μη βιώσιμης «λύσης» Τουρκικών και Βρετανικών προδιαγραφών.
Ποτέ δεν προχωρείς σε μια τέτοια αυτοκτονική πράξη που αφορά ζωτικά τους εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες τόσο της Κύπρου όσο και της Ελλάδας.
Εκτός από την αυτονόητη ακλόνητη εμμονή πλήρους εφαρμογής του Διεθνούς Δικαίου στ Αιγαίο, μια ριζικά νέα στρατηγική στο κυπριακό είναι μείζον ζήτημα εθνικής ασφάλειας.
Κίνδυνοι
Σε αντίθετη περίπτωση η Ελλάδα αυτοπαγιδεύεται και αυτοκαταστρέφεται χωρίς λόγο:
1) «Λύση» είναι μόνο η πλήρης αποκατάσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας στην βάση της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας.
2) Ποτέ δεν καταλύεται η Κυπριακή Δημοκρατία και αφού καλυφθεί πλήρως στρατηγικά από την Ελλάδαν το παράνομα κατεχόμενο μένει «όσο χρειαστεί» «αλύτρωτο».
3) Επίγνωση του γεγονότος ότι τυχόν Τουρκική επικυριαρχία με μη βιώσιμες διευθετήσεις γιγαντώνει γεωπολιτικά την Τουρκία και εκμηδενίζει γεωπολιτικά και στρατηγικά την Ελλάδα.
4) Η στρατηγική ομηρία εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων στην Κύπρο σημαίνει βαθύτατων και μακροχρόνιων προεκτάσεων αβάστακτη στρατηγική παγίδευση της Ελλάδας.
Όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα μετά από διαδοχικές υποχωρήσεις της Ελληνικής πλευράς οτιδήποτε υπάρχει πλέον στο διαπραγματευτικό τραπέζι σημαίνει ότι με την δική μας συναίνεση και χωρίς να υπάρχει ο παραμικρός λόγος για κάτι τέτοιο καταργείται η Κυπριακή Δημοκρατία και δημιουργείται ένα μη βιώσιμο κρατίδιο υπό Τουρκική επικυριαρχία.
Τι θέλει η Άγκυρα
Ο δεδηλωμένος σκοπός της Άγκυρας, εξάλλου, είναι ο πλήρης έλεγχος της Μεγαλονήσου. Μετά από μια μακρόχρονη εκβιαστική στρατηγική της Τουρκίας στην βάση των παράνομων τετελεσμένων του 1974 και διατηρώντας στο νησί δεκάδες χιλιάδες στρατό επιχειρείται, βασικά, να δοθεί η χαριστική βολή.
Διζωνική, δικοινοτική με πολιτική ισότητα σημαίνει 82%=18%, μια δηλαδή αντί-δημοκρατική δομή που μαζί και με την παραμονή των εποίκων (που με βάση τις σχετικές συμβάσεις αποτελούν έγκλημα πολέμου) η Άγκυρα θα είναι κυρίαρχη στην Ανατολική Μεσόγειο και θα εκπληρώσει σκοπούς πολύ πέραν αυτών για τους οποίους εισέβαλε το 1974 και δημιούργησε παράνομα τετελεσμένα.
Γιατί συζητάμε για ”Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία”
Τουλάχιστον όποιος κατέχει θέση ευθύνης και όποιος επηρεάζει τις αποφάσεις οφείλει να γνωρίζει την ουσία και τις ειδοποιούς διαφορές και να προσέχει τους όρους που χρησιμοποιεί:
Ακόμη και εάν εκ λάθους ή συνειδητά παραληφθεί η φράση «με πολιτική ισότητα» η αναφορά του όρου «Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία» εκεί παραπέμπει.
Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ρωτήσει για να μάθει ότι μετά το 1974 υπό στρατιωτικό εκβιασμό διολισθήσαμε στο «Δικοινοτική».
Ακολούθησε η αποδοχή της εξίσου αδιέξοδης «Δικοινοτικής Διζωνικής» για να ακολουθήσει το ακόμη πιο δολοφονικό «Διζωνική Δικοινοτική με πολιτική ισότητα» του 82%=18% που ακυρώνει κάθε έννοια κράτους. Τουτέστιν, αναφέροντας μόνο «Δικοινοτική Διζωνική» είναι μια από τα ίδια.
Οι δε ύστερες τουρκικές θέσεις περί «δύο κρατών» είναι ακριβώς το ίδιο μη βιώσιμο σύστημα που η Άγκυρα ενθαρρυμένη από την δική μας σύγχυση προτάσσοντάς το επιχειρεί να μας εξωθήσει να αποδεχθούμε την εξίσου δολοφονική ΔΔΟ (που επειδή πρόκειται για μεγάλη παγίδα επαναλαμβάνεται:
Οδηγεί σε ακριβώς το ίδιο μη βιώσιμο κρατίδιο υπό Τουρκική επικυριαρχία.
Γιατί λοιπόν ακόμη και κατέχοντες θέσεις υψηλής ευθύνης προτάσσεται ως Ελληνική θέση τόσο το «Δικοινοτική Διζωνική με πολιτική ισότητα» όσο και το πανομοιότυπο ”Δικοινοτική Διζωνική Ομοσπονδία”;
Αυτή είναι μια αντικειμενική περιγραφή που για την Ελληνική πλευρά λογικά και ορθολογιστικά σημαίνει τα εξής:
Πρώτον, διαπραγματεύσεις με ανυποχώρητη κόκκινη γραμμή την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα. Ταυτόχρονα και την κάθετη άρνηση διάλυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Δεύτερον, πλήρης συναίνεση σε όλο το πολιτικό φάσμα της Κύπρου και της Ελλάδας γύρω από μια τέτοια θέση.
Τρίτον, απόφαση όλων ότι η Ελληνική πλευρά δεν δέχεται την νομιμοποίηση των παράνομων τετελεσμένων στο κατεχόμενο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας. και ταυτόχρονα την αποδοχή η Τουρκία να έχει, πλέον, δικαιοδοσία επί ολοκλήρου της Μεγαλονήσου.
Για αυτούς τους λογικούς και ορθολογιστικούς λόγους, ακριβώς, προκαλεί μεγάλες απορίες όταν κανείς ακούει την ανώτατη πολιτική ηγεσία να υιοθετεί την Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία ως «λύση» την στιγμή που «νέες» φαινομενικά πιο ακραίες θέσεις της Άγκυρας περί δύο κρατών δεν είναι τίποτα περισσότερο από την άλλη όψη του ίδιου νομίσματος.
Συντομογραφικά θα προσπαθήσουμε να εξηγήσουμε το γεγονός για ένα ακόμη λόγο η Ελληνική πλευρά δεν έχει λόγο να κατευνάζει και να υποχωρεί: Διαθέτει πανίσχυρα νομικά, πολιτικά, διπλωματικά και εν δυνάμει στρατηγικά ερείσματα τα λογικό και ορθολογιστικό είναι να διαφυλάξει.
Τι θα συμβεί αν χαθεί η Κυπριακή Δημοκρατία
Συνοψίζουμε το πώς ακριβώς τίθεται το ζήτημα το 2021. Η Ελλάδα και η Κύπρος δεν κερδίζουν το παραμικρό εάν έχουμε τα εξής:
α) καταλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία (ΚΔ) που αποτελεί ένα ακλόνητο έρεισμα που ποτέ δεν πρέπει να χαθεί,
β) τουρκοποιείται το παράνομα κατεχόμενο μέρος της ΚΔ και ταυτόχρονα η Άγκυρα γίνεται και νομικά πλέον επικυρίαρχος «συνεταίρος» στο νυν μη κατεχόμενο τμήμα,
γ) η Τουρκία με ή χωρίς τον Ερντογάν γιγαντώνεται γεωπολιτικά και στρατηγικά εκμηδενίζοντας την Ελλάδα και τις επιλογές της
δ) εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες γίνονται ουσιαστικά και τυπικά όμηροι της Τουρκικής στρατηγικής και το Ελλαδικό κράτος ανεπίστροφα παγιδεύεται στρατηγικά και επί μακρόν,
ε) αλλάζουν τα θαλάσσια σύνορα με οτιδήποτε σημαίνει αυτό για το Αιγαίο και τις δυνατότητες της Ελλάδας να αντισταθεί στον Τουρκικό αναθεωρητισμό και
στ) ενώ αυτά θα αναβαθμίσουν την Τουρκία αναμενόμενα θα οξύνουν τον αναθεωρητισμό οδηγώντας σε αστάθεια.
Υπάρχει κάποιος λόγος να συμβούν αυτές οι συμφορές;
Κανένας απολύτως και ανεξαρτήτως παρελθουσών θέσεων του καθενός (για παράδειγμα του σχεδίου Αναν που αυτά θα προκαλούσε εδώ και 15 χρόνια) οι Έλληνες στην Ελλάδα και στην Κύπρο έχουν κάθε συμφέρον να λειτουργήσουν λογικά, ορθολογιστικά και με κριτήρια αυτοσυντήρησης.
Τα ζητήματα αυτά δεν είναι προσωπικά, δεν είναι ιδεολογικά, δεν είναι κομματικά και δεν είναι ζήτημα ατομικής γνώμης του καθενός εξ ημών.
Θέτουν ζητήματα έσχατης λογικής πέραν και υπεράνω υποκειμενισμών επειδή αφορούν την δημοκρατία, την ελευθερία, την πολιτική κυριαρχία και τα νόμιμα και νομιμοποιημένα έσχατα εθνικά συμφέροντα.
Πέραν του προαναφερθέντος αδιαπραγμάτευτου ερείσματος που είναι η ύπαρξη της Κυπριακής Δημοκρατίας η οποία ποτέ δεν θα πρέπει να καταλυθεί, η Ελληνική πλευρά διαθέτει πανίσχυρα νομικά, πολιτικά και στρατηγικά πλεονεκτήματα για να αρνηθεί την αυτοκαταστροφική παγίδευσή της με ΔΔΟ ή τα παραπλήσια εάν όχι πανομοιότυπα που υποδηλώνει η περί δύο κρατών παραφιλολογία.
Σε μια κρίσιμη στρατηγική φάση για κάποιο περίεργο λόγο φαίνεται να μην υπάρχει κάποιος να ενημερώσει την ανώτατη πολιτική ηγεσία όλου του φάσματος για την ουσία, το τι διακυβεύεται με αποτέλεσμα να δηλώνεται προσκόλληση στην διζωνική, δικοινοτική με πολιτική ισότητα ως δήθεν επιθυμητή Ελληνική επιδίωξη.
Να ενημερώσει στοιχειωδώς για τους μεγάλους κινδύνους για την εθνική ασφάλεια και τις ειδοποιούς διαφορές που απαιτείται να συνεκτιμώνται δεόντως σε κάθε επίσημη θέση και δήλωση.
Βέβαια, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένα άμεσης προτεραιότητας ζήτημα είναι η δημιουργία άρτιων κρατικών επιτελείων που διαχρονικά θα αξιοποιούνται δεόντως από όλες τις εναλλασσόμενες πολιτικές ηγεσίες και που δεν θα υποκαθίστανται από κομματικά στελέχη ή από προσλαμβανόμενους ιδιώτες.
Κατά την δική μας εκτίμηση ως προς αυτό υπάρχει μεγάλο έλλειμμα με αποτέλεσμα έλλειμμα αξιόπιστης στρατηγικής και διολίσθηση της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας σε θέσεις που ροκανίζουν την αξιοπιστία κάθε στρατηγικής απόφασης.
«Οπλοστάσιο»
Γιατί όμως η Ελληνική πλευρά διαθέτει σημαντικά νομικά και πολιτικά ερείσματα πάνω τα οποία η εκάστοτε πολιτική ηγεσία οφείλει να συνεκτιμά πλήρως! Για όλο τον πλανήτη η κυρίαρχη Κυπριακή Δημοκρατία:
α) είναι η μόνη πηγή νομιμότητας
β) παραμένει το μόνο αναγνωρισμένο κράτος,
γ) η ένταξη στην ΕΕ αναβάθμισε την κρατική υπόσταση και τα κρατικά ερείσματα της ΚΔ, δ) η πράξη προσχώρησης στην ΕΕ το 2004 ορίζει ότι εντάσσεται όλη η ΚΔ δηλαδή και το κατεχόμενο μέρος και ως εκ τούτού
δ) το ευρωπαϊκό νομικό κεκτημένο είναι μόνη βάση βιώσιμης διεξόδου.
Με απλά και κατανοητά λόγια αυτό σημαίνει ότι το “Acquis Communautaire” (νομικό κεκτημένο της διαδικασίας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης βαθύτατων πολιτικοοικονομικών προεκτάσεων) ισχύει και στο νυν παράνομα κατεχόμενο βόρειο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Επειδή αυτό αναφέρεται στην πράξη προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ε..Ε το “Acquis Communautaire” αποτελεί νόμο όλων των μελών: Απλά εμείς εδώ και ενάμιση δεκαετία μετά την πλήρη ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ζητούμε η ΕΕ να δηλώνει ότι θέση της για την λύση του κυπριακού ζητήματος είναι η εφαρμογή του νομικού κεκτημένου που αντιμετωπίζει όλα τα ζητήματα που τίθενται εκατέρωθεν.
Γιατί; Μήπως επειδή όσοι υποστήριζαν η Κυπριακή Δημοκρατία. … δεν μπορεί και δεν πρέπει να υποβάλει αίτηση ένταξης επηρεάζουν τις αποφάσεις;
Υιοθέτηση μιας τόσο πασίδηλα αυτονόητης Ελληνικής θέσης –και μάλιστα ως κόκκινης αδιαπραγμάτευτης γραμμής– δεν ενισχύει μόνο τα νομικά και πολιτικά ερείσματα της Ελληνικής πλευράς αλλά προσφέρει και διέξοδο στην Άγκυρα εάν «θελήσει» να τηρήσει την νομιμότητα.
Το ότι καθημερινά καταμαρτυρεί πως άλλοι είναι οι σκοποί δεν σημαίνει ότι η Ελληνική πλευρά έχει λόγο να νομιμοποιήσει τα παράνομα τετελεσμένα, να καταργήσει την Κυπριακή Δημοκρατία με Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία με ή κάτι παραπλήσιο και να καταστήσει την Τουρκία πλήρως και αμετάκλητα επικυρίαρχο.
Θουκυδίδης και Ενιαίος Αμυντικός Χώρος
Το να «θελήσει κάτι τέτοιο» η Άγκυρα σχετίζεται με δύο ακόμη ζητήματα για τα οποία η Ελληνική πλευρά πλεονεκτεί, εάν βέβαια υιοθετήσει μια ορθολογιστική στρατηγική.
Μια τέτοια πολιτική όπως και σε όλα τα υπόλοιπα απαιτεί την κατά τον Θουκυδίδη «ίση δύναμη», δηλαδή, στρατηγική ισορροπία με όρους στρατιωτικής, νομικής, πολιτικής, συμμαχικά εξισορροπητικής εξωτερικής πολιτικής που επιτυγχάνει ισορροπία δυνάμεων και συμφερόντων.
Με την βελτίωση της προεκταθείσεης αποτροπής του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου –τον οποίο πάλι κάποιοι καταπολεμούσαν και κάποιοι υποστήριζαν επί δεκαετίες– η Ελληνική πλευρά μπορεί να συνομιλεί με την Τουρκία με όρους ισορροπίας δυνάμεων.
Ο Ενιαίος Αμυντικός Χώρος, εξάλλου, για όσους κατανοούν το Αλφαβητάρι της αποτρεπτικής στρατηγικής, ποτέ δεν θεωρήθηκε ως μια επιθετική προσέγγιση αλλά μαζί με την ένταξη στην ΕΕ ως προσέγγιση συμμετρικής διαπραγμάτευσης με την διεθνή και ευρωπαϊκή νομιμότητα ως κόκκινη γραμμή της Ελληνικής πλευράς.
Ταυτόχρονα, η στρατηγική σχέση Ελλάδας - Κυπριακής Δημοκρατίας –και με δεδομένο το δικαίωμα οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών Ελλάδας – Κύπρου εφαρμόζοντας 100% τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου– εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο στρατηγικών ανακατατάξεων με κράτη όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος.
Υπάρχουν και τα υπερισχύοντα διεθνοπολιτικά και νομικά ερείσματα τα οποία εμείς είτε περιφρονούμε είτε ερμηνεύουμε λάθος.
Είναι οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ το 1974 για την παράνομη τουρκική εισβολή και τα παράνομα τετελεσμένα και του 1983 όταν ανακηρύχθηκε ανεξάρτητο το ψευδοκράτος στα κατεχόμενα και το οποίο κανείς βέβαια δεν αναγνώρισε.
Έχουμε διαπραγματεύσεις αλλά έχουμε και μια περίεργη νομικίστικη και λανθασμένη θέση περί δήθεν «διαπραγματευτικού κεκτημένου» για ΔΔΟ, πάνω στην οποία η Άγκυρα αναμενόμενα κτίζει.
Η απάντηση ότι τέτοια θέση είναι μοναδικά Ελληνική.
Παρενθετικά υπογραμμίζεται ότι είναι ένα πράγμα μια «πολιτικά» αθέατη «απόφαση» να κατευναστεί η Τουρκία και να γίνει επικυρίαρχος στην Μεγαλόνησο και άλλο να λέγεται ότι είμαστε υποχρεωμένοι για κάτι τέτοιο επειδή με το πιστόλι της παράνομης κατοχής να νομιμοποιούμε την παρανομία παραβιάζοντας τις σπάνιου περιεχομένου και πολύτιμες κύριες αποφάσεις του ΣΑ για την διεθνή τάξη.
Διεθνής νομιμότητα και ο ΟΗΕ
Τι συνέβη; Υποχωρούσαμε σε κάθε νέο γύρο διαπραγματεύσεων χωρίς να ζητούμε όπως πρέπει να γίνεται στον νέο γύρο να αρχίζουμε από μηδενική βάση με κόκκινη γραμμή τόσο τις αποφάσεις του ΣΑ για την διεθνή τάξη όσο και την εξίσου σημαντική όπως ήδη αναφέρθηκε πράξη προσχώρησης της Κύπρου στην ΕΕ (που επαναλαμβάνουμε είναι νόμος των μελών και εάν εφαρμοστεί επί ολοκλήρου της Κύπρου επιλύει όλα τα ζητήματα στην βάση του ευρωπαϊκού νομικού κεκτημένου).
Το θέμα της διεθνούς και ευρωπαϊκής νομιμότητας το έχουμε αναλύσει εδώ σε προγενέστερη παρέμβαση εξ ου και αρκούμαστε να συνοψίσουμε τους ουσιαστικούς λόγους που καθίσταται επιτακτική μια νέα διαπραγματευτική θέση που αχρηστεύει την εξ αντικειμένου μη βιώσιμη ΔΔΟ.
Πρώτον, οι αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας (ΣΑ) για την διεθνή τάξη αυτό μόνο αποδέχονται. Μάλιστα στο ψήφισμα 353 του 1974 γίνεται σαφές ότι τυχόν διαπραγματεύσεις «δεν θα επηρεαστούν από τα πλεονεκτήματα που αποκτήθηκαν από τις πολεμικές επιχειρήσεις». κατοχής (Κεφάλαιο VII του Χάρτη).
Το ΣΑ απλά όταν κατά καιρούς καλούσε για διαπραγματεύσεις συνιστούσε να αρχίσουμε από εκεί που εμείς αχρείαστα και μαζοχιστικά δεχόμασταν να συζητήσουμε χωρίς εν τούτοις, τονίζουμε και υπογραμμίζουμε, αυτή η παρότρυνση να δημιουργεί οποιαδήποτε νομική ή άλλη υποχρέωση για το θέμα, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για νομιμοποίηση της παρανομίας την οποία μάλιστα το ίδιο το ΣΑ διαθέτει πολλά και κύρια ψηφίσματα. Ιδιαίτερα όπως αυτά του 1974 και 1983, όταν είναι απολύτως ξεκάθαρο ποιος είναι ο δράστης της διατάραξης της διεθνούς τάξης και της διεθνούς ασφάλειας.
Ο ρόλος του Συμβουλίου Ασφαλείας περιορίζεται αποκλειστικά στην αποκατάσταση της διεθνούς τάξης –όχι ποιο θα είναι το εσωτερικό καθεστώς και μάλιστα εις βάρος του θύματος και με νομιμοποίηση των παράνομων τετελεσμένων– και αυτό ακριβώς προβλέπει ρητά ο Καταστατικός Χάρτης του ΟΗΕ Κεφάλαιο Ι άρθρο 2.
Αποτελεί θεμελιώδη παρεκτροπή εάν ένα όργανο του ΟΗΕ παρέμβει στο εσωτερικό ενός κυρίαρχου κράτους μέλους το οποίο μάλιστα το ίδιο το ΣΑ αναγνωρίζει ότι υπήρξε θύμα παράνομης άσκησης βίας και παράνομων τετελεσμένων τα οποία και κάλεσε να τερματιστούν.
Όποιος δεν γνωρίζει και έχει απορίες εύκολα μπορεί να διαβάσει τον Καταστατικό Χάρτη.
Στο Κεφάλαιο Ι άρθρο 2 παράγραφος 7 του Χάρτη του ΟΗΕ ξεκαθαρίζονται οι δικαιοδοσίες του ΣΑ αλλά και τα όρια αυτών των δικαιοδοσιών. Ποιος δεν κατανοεί το εξής ρητό του Χάρτη:
«Καμιά διάταξη αυτού του Χάρτη δε θα δίνει στα Ηνωμένα Έθνη το δικαίωμα να επεμβαίνουν σε ζητήματα που ανήκουν ουσιαστικά στην εσωτερική δικαιοδοσία οποιουδήποτε κράτους και δε θα αναγκάζει τα Μέλη να υποβάλλουν τέτοια θέματα για ρύθμιση σύμφωνα με τους όρους αυτού του Χάρτη.
Η αρχή όμως αυτή δεν πρέπει να εμποδίζει την εφαρμογή των εξαναγκαστικών μέτρων που προβλέπονται από το Κεφάλαιο 7».
Τέλος, οι αποφάσεις του ΣΑ είναι ρητές όπως σπάνια συμβαίνει: Οι αποφάσεις 186 / 1974, 360 / 74 και 541 / 1983, για παράδειγμα,
καλούν όλους να σεβαστούν την κυριαρχία του μόνου αναγνωρισμένου κράτους, της ΚΔ, και
ζητούν την αποκατάσταση της Συνταγματικής τάξης θεωρώντας την εισβολή απειλή για την διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.
Εξίσου ρητά με μια εξαιρετικά σημαντική διατύπωση που αφορά ευθέως τις διαπραγματεύσεις, ζητούν «την αποχώρηση χωρίς καθυστέρηση όλου του στρατιωτικού προσωπικού» και γίνεται σαφές ότι
στις διαπραγματεύσεις επίλυσης της κρίσης «Δεν θα επηρεαστούν από τα πλεονεκτήματα που αποκτήθηκαν από τις πολεμικές επιχειρήσεις».
Να μην αυτοκτονήσουμε
Ερωτάται: Γιατί εμείς συνεχίζουμε να αφήνουμε τρίτους, όποιοι και να είναι αυτοί, να εκπέμπουν ιδέες αδιέξοδων ρυθμίσεων που νομιμοποιούν, ακριβώς, την παράνομη άσκηση βίας, τα παράνομα τετελεσμένα και που όχι μόνο καταργούν ένα κυρίαρχο κράτος αλλάζοντας με νέα Συνθήκη την διεθνή τάξη αλλά επιπλέον αναπόδραστα οδηγούν σε αστάθεια που θέτει σε κίνδυνο την διεθνή και περιφερειακή ασφάλεια;!
Μήπως υπάρχει κάποιος ή κάτι που υπερισχύει των Υψηλών Αρχών του καθεστώτος της κρατικής κυριαρχίας; Νομικά, πολιτικά και διαπραγματευτικά μιλώντας, η απάντηση είναι: Απολύτως όχι.
Εξίσου σημαντική εάν όχι περισσότερο σημαντική και μεγάλο υπέρτερο και ακλόνητο έρεισμα για την ΚΔ είναι η απόφαση του ΣΑ 541 του 1983 μια δεκαετία μετά την παράνομη εισβολή και τα παράνομα τετελεσμένα.
Όπως και οι άλλες αποφάσεις, αυτή πολύ περισσότερο και σε συνδυασμό με τις αποφάσεις του 1974, ορίζει επακριβώς ποιος και πως διατάραξε την διεθνή τάξη.
Αυτές οι αποφάσεις μαζί και οι υψηλές αρχές του Καταστατικού Χάρτη λογικό είναι να αποτελούν διαπραγματευτική σημαία και κόκκινη γραμμή μιας νέας διαπραγματευτικής προσέγγισης συμβατής με τον ρόλο του ΟΗΕ και του ΣΑ και όχι κάποιο φανταστικό και ανύπαρκτο ρόλο. Με την απόφαση 541, επιπρόσθετα, ξεκαθαρίζεται ότι
Η απόπειρα να δημιουργηθεί μια Τουρκοκυπριακή Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου είναι άκυρη, επιδεινώνει την κατάσταση της Κύπρου,
Καλεί την τουρκική πλευρά να την αποσύρει
διευκρινίζει για ακόμη μια φορά ότι υπάρχει ένα μόνο κράτος και μόνο μια κρατική κυριαρχία, αυτή της Κυπριακής Δημοκρατίας την οποία κανείς δεν μπορεί να καταλύσει παρά μόνο εάν εμείς οι ίδιοι αυτοκτονήσουμε κρατικά.