Κύπρος: Μια συνοπτική αποτίμηση των εκλογικών αποτελεσμάτων της 9ης Ιουνίου

Εν κατακλείδι τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα γενικότερα θα πρέπει να προβληματιστούν, αναζητώντας νέες ιδέες, νέες προσεγγίσεις και νέα πρόσωπα.
Open Image Modal
NurPhoto via Getty Images

Ακόμα και πριν την ανακοίνωση των εκλογικών αποτελεσμάτων της 9ης Ιουνίου ήταν διάχυτη η πεποίθηση ότι απαιτείται η ουσιαστική αναβάθμιση του πολιτικού συστήματος. Παρά το γεγονός ότι κατ’ ουσίαν υπήρξαν δύο εκλογικές αναμετρήσεις - για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Τοπική Αυτοδιοίκηση - η αποχή κυμάνθηκε σε υψηλά επίπεδα, 49,5%. 

Πρώτα από όλα θεωρώ επιβεβλημένο να θίξω δύο θέματα.

Πρώτο, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας δεν έγινε επαρκής συζήτηση για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ και τις θέσεις των υποψηφίων για αυτές. Ούτε συζητήθηκε ο ρόλος της Κύπρου στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.

Δεύτερο, επισημαίνεται ότι ένας βασικός στόχος της  μεταρρύθμισης για την τοπική αυτοδιοίκηση ήταν η μείωση του κόστους λειτουργίας της. Έχουν όμως ήδη εκφραστεί φόβοι ότι μάλλον θα υπάρξει αύξηση του κόστους. Οι δύο αυτές επισημάνσεις παραπέμπουν στην επιτακτική αναγκαιότητα αναβάθμισης του πολιτικού συστήματος και του δημόσιου βίου. 

Η εξασφάλιση διψήφιου ποσοστού καθώς και έδρα για την Ευρωβουλή από το ΕΛΑΜ ήταν αναμενόμενη. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι ξεπέρασε το ΔΗΚΟ. Και όμως το γεγονός αυτό επισκιάσθηκε από το εκπληκτικό αποτέλεσμα 19,3% και την εξασφάλιση έδρας από τον νεαρό Φειδία Παναγιώτου, ο οποίος δεν παρουσίασε συγκεκριμένες θέσεις πολιτικής. Δεν είναι υπερβολή να λεχθεί ότι το συγκεκριμένο αποτέλεσμα αποτελεί πολιτικό σεισμό. Υπογραμμίζεται ότι το πολιτικό σύστημα καλλιέργησε μια νοοτροπία εικόνας και apolitik. Ο Φειδίας Παναγιώτου αξιοποίησε αυτή την κατάσταση πραγμάτων - η απαξίωση και η απογοήτευση χιλιάδων πολιτών, κυρίως νέων, εκφράσθηκε με την επιλογή του.

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι όταν μια χώρα αντιμετωπίζει κατοχή, υπαρξιακά ζητήματα, δύσκολες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, υψηλά μεταναστευτικά ρεύματα, ζητήματα ταυτότητας και δεν μπορεί το πολιτικό σύστημα να ανταποκριθεί επαρκώς, εκφράζονται κάποια στιγμή ακραίες τάσεις. 

Θεωρώ ότι οι πολίτες τα τελευταία χρόνια προειδοποίησαν το πολιτικό σύστημα ποικιλοτρόπως, το οποίο όμως δεν ανταποκρίθηκε επαρκώς. Μεταξύ άλλων, δεν κατανοήθηκε ότι η στάση της ΕΕ σε αρκετά ζητήματα είναι ανεπαρκής και ως εκ τούτου ο ρόλος του κάθε εθνικού κράτους είναι όχι μόνο απαραίτητος αλλά και επιβεβλημένος. Οι πολίτες έδωσαν πολλές ευκαιρίες και προειδοποιήσεις. Επειδή δεν είδαν οποιαδήποτε ουσιαστική αλλαγή στις εκλογές της 9ης Ιουνίου τα μηνύματα που έστειλαν ήταν πολύ πιο δυνατά. Είτε συμφωνεί κάποιος είτε διαφωνεί με τον τρόπο έκφρασης μιας μεγάλης διαμαρτυρίας από το εκλογικό σώμα το συγκεκριμένο αποτέλεσμα είναι δεδομένο και δεν αλλάζει. Άλλωστε εξ ορισμού στη δημοκρατία το κάθε εκλογικό αποτέλεσμα πρέπει να είναι σεβαστό. 

Είναι σημαντικό επίσης να αξιολογηθούν έστω και συνοπτικά τα εκλογικά αποτελέσματα σε σχέση με τα μεγαλύτερα κόμματα. Ο ΔΗΣΥ κατέγραψε το χαμηλότερο ποσοστό (24,8%) στην ιστορία του. Παρά ταύτα ήταν το κόμμα το οποίο είχε το λιγότερο κόστος. Πέραν τούτου, μπορεί στις εκλογές της τοπικής αυτοδιοίκησης ο ΔΗΣΥ να μην είχε ικανοποιητικά αποτελέσματα αλλά αποτελεί μεγάλη επιτυχία η διατήρηση των δύο εδρών στο Ευρωκοινοβούλιο. 

Μετά από τρεις χαμένες προεδρικές αναμετρήσεις και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις δύσκολες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, θα αναμενόταν ότι το ΑΚΕΛ θα επανακάμψει και θα παρουσιαστεί ως πρωταγωνιστική δύναμη. Αυτό δεν συνέβη. Παρά τις σχετικά θετικές επιδόσεις στις εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση,  το αποτέλεσμα για τις Ευρωεκλογές (21,5%) και η απώλεια μιας έδρας συνιστά μεγάλη ήττα. Προφανώς τα αίτια του αποτελέσματος αυτού  είναι βαθύτερα. Η ηγεσία του ΑΚΕΛ θα πρέπει, μεταξύ άλλων, να διερωτηθεί γιατί οι πολίτες εξέφρασαν την απαξίωση τους προς τα κακώς έχοντα εν πολλοίς υποστηρίζοντας ένα νέο χωρίς πολιτικές θέσεις και όχι το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης. 

Αναπόφευκτα το εκλογικό αποτέλεσμα (9,7%) αποτελεί ήττα και για το ΔΗΚΟ ανεξάρτητα από το γεγονός ότι διατήρησε την έδρα στο Ευρωκοινοβούλιο. Το γεγονός ότι το ποσοστό του κόμματος έπεσε κάτω από το 10% ενώ παράλληλα το ΕΛΑΜ το  ξεπέρασε, εμπεριέχει τόσο ουσιαστικά όσο συμβολικά μηνύματα. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ένα από τα προεκλογικά συνθήματα του ΔΗΚΟ ήταν «ψηφίστε ΔΗΚΟ για ισχυρή διακυβέρνηση». Προφανώς το εκλογικό σώμα δεν ανταποκρίθηκε. Ούτε τυχαίο είναι το γεγονός ότι και τα άλλα δύο κόμματα που στήριξαν τον Νίκο Χριστοδουλίδη (ΔΗΠΑ και ΕΔΕΚ) είδαν την εκλογική τους δύναμη να μειώνεται. 

Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ένα από τα συνθήματα όλων σχεδόν των κομμάτων ήταν η ανάγκη περιορισμού του ΕΛΑΜ. Και όμως το ΕΛΑΜ συνέχισε την ανοδική του πορεία εξασφαλίζοντας διψήφιο ποσοστό, (11,2%), ξεπερνώντας το ΔΗΚΟ και εξασφαλίζοντας έδρα. Το πολιτικό σύστημα θα πρέπει επίσης να διερωτηθεί τι θα συνέβαινε με το ποσοστό του ΕΛΑΜ εάν δεν υπήρχε η υποψηφιότητα του κ. Φειδία Παναγιώτου. 

Εν κατακλείδι τα κόμματα και το πολιτικό σύστημα γενικότερα θα πρέπει να προβληματιστούν, αναζητώντας νέες ιδέες, νέες προσεγγίσεις και νέα πρόσωπα. Η Κύπρος και ο λαός της αντιμετωπίζουν σοβαρές προκλήσεις. Είναι καθοριστικής σημασίας να επανέλθει η πολιτική στον δημόσιο βίο και να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά τα προβλήματα που απασχολούν τους πολίτες. Έχει εκφραστεί επίσης κριτική για την ίδια την κοινωνία και τις επιλογές της. Στον βαθμό που αυτή ισχύει είναι σημαντικό να εγερθούν κάποια ερωτήματα: Ποιές αξίες προωθούνται στην Κύπρο σήμερα; Προωθείται η αξιοκρατία, η αριστεία, η υπευθυνότητα και η κριτική σκέψη; Εκ των πραγμάτων λοιπόν είναι απαραίτητο να υπάρξει ένας βαθύτερος προβληματισμός. Η Κύπρος αντιμετωπίζει σοβαρά ζητήματα καθώς και μεγάλες προκλήσεις. Πρέπει επιτέλους να τεθεί ο στόχος της δημιουργίας ενός κράτους πρότυπο για την περαιτέρω πορεία μας. 

 

* Ο Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους είναι Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων καθώς και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.