Οι 27 της Ευρωπαϊκής Ενωσης απέτυχαν να καταλήξουν σε συμφωνία για τη νέα δέσμη κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, η οποία επρόκειτο να τεθεί σε εφαρμογή ανήμερα της επετείου από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
«Υπάρχουν πολλά εκκρεμή ζητήματα, όπως το θέμα του καουτσούκ» είπε μία από τις ανώνυμες πηγές, τις οποίες επικαλείται το πρακτορείο Reuters. Οι ίδιες πηγές είπαν ότι οι συνομιλίες των μονίμων εκπροσώπων των χωρών μελών θα συνεχιστούν το απόγευμα της Πέμπτης.
Εύλογα δημιουργείται σε πολλούς η απορία αν αυτές οι κυρώσεις βλάπτουν τελικά τη Ρωσία και σε ποιο βαθμό.
Αντέχει η Μόσχα
Σύμφωνα με αξιωματούχους των ΗΠΑ, η Ρωσία η χώρα που έχει υποστεί τις πιο αυστηρές κυρώσεις παγκοσμίως. Το ρούβλι στην πραγματικότητα έκανε μια προσωρινή βουτιά και υποχωρεί ξανά τους τελευταίους μήνες. Αλλά καθώς ο πόλεμος συμπληρώνει ένα έτος, είναι σαφές ότι οι κυρώσεις δεν επέφεραν στη Μόσχα το άμεσο «χτύπημα» που πολλοί ήλπιζαν.
Το ρούβλι έχει περίπου την ίδια ισοτιμία με το δολάριο με αυτήν που είχε εβδομάδες πριν από τον πόλεμο, αν και η Ρωσία χρησιμοποιεί capital controls για να στηρίξει το νόμισμά της. Και ενώ η οικονομία της Ρωσίας συρρικνώθηκε κατά 2,2% το 2022, αυτό το ποσοστό ήταν πολύ μικρότερο από τις προβλέψεις για 15% ή περισσότερο. Φέτος, η οικονομία της προβλέπεται να ξεπεράσει τις επιδόσεις του Ηνωμένου Βασιλείου, σημειώνοντας ανάπτυξη 0,3%, ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο αντιμετωπίζει συρρίκνωση 0,6%, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Οι έλεγχοι των εξαγωγών και οι οικονομικές κυρώσεις της Δύσης φαίνεται, αντίθετα, να διαβρώνουν σταδιακά τη βιομηχανική ικανότητα της Ρωσίας, παρόλο που οι εξαγωγές πετρελαίου και άλλων ενεργειακών της πόρων πέρυσι της επέτρεψαν να συνεχίσει να χρηματοδοτεί τον καταστροφικό πόλεμο.
Μεγάλες πολυεθνικές έφυγαν από τη χώρα και σε ορισμένους από τους πλουσιότερους πολίτες της Ρωσίας απαγορεύεται να ταξιδεύουν σε χώρες της Δύσης. Αλλά οι Μοσχοβίτες και η Ρωσία έχει προσαρμοστεί.
Ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Γουόλι Αντεγιέμο, τόνισε σε συνέντευξή του ότι οι δυτικές κυρώσεις είναι μόνο ένα «εργαλείο ως μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής» και ότι οι ΗΠΑ συνεχίζουν να προσαρμόζουν τις κυρώσεις τους για να υπερβούν τις αλλαγές στρατηγικής της ίδιας της Ρωσίας.
Ωστόσο, μια έκθεση της Υπηρεσίας Ερευνών του Κογκρέσου τον Δεκέμβριο έβγαλε ένα συμπέρασμα σύμφωνα με το οποίο «οι κυρώσεις έχουν δημιουργήσει προκλήσεις για τη Ρωσία, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουν επιφέρει το οικονομικό ″νοκ-άουτ″ που πολλοί προέβλεπαν».
Ποιες κυρώσεις, από ποιον και γιατί
Ο Μπάιντεν πέρυσι χαρακτήρισε τις κυρώσεις της Δύσης «ένα νέο είδος οικονομικής ικανότητας με τη δύναμη να προκαλεί ζημιά που ανταγωνίζεται τη στρατιωτική ισχύ».
Οι κυρώσεις έχουν σκοπό να τιμωρήσουν τη Ρωσία και να εμποδίσουν την πρόσβασή της στα διεθνή χρηματοπιστωτικά συστήματα και στους τραπεζικούς λογαριασμούς που χρειάζεται για να χρηματοδοτήσει την πολεμική της εκστρατεία. Οι έλεγχοι εξαγωγών περιορίζουν επίσης την πρόσβασή της σε τσιπ υπολογιστών και άλλα προϊόντα που απαιτούνται για τον εξοπλισμό ενός σύγχρονου στρατού.
Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους διέθεσαν δισεκατομμύρια για να παράσχουν στην Ουκρανία όπλα, πυρομαχικά και άλλη στρατιωτική και άμεση οικονομική βοήθεια.
Περισσότερες από 30 χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ, των χωρών της ΕΕ, του Ηνωμένου Βασιλείου, του Καναδά, της Αυστραλίας, της Ιαπωνίας και άλλων -που αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ήμισυ της παγκόσμιας οικονομίας- αποτελούν μέρος μιας άνευ προηγουμένου προσπάθειας. Έχουν επιβάλει ανώτατα όρια τιμών (πλαφόν) στο ρωσικό πετρέλαιο και το ντίζελ, πάγωσαν τα κεφάλαια της Ρωσικής Κεντρικής Τράπεζας και έχουν περιορίσει την πρόσβαση στο SWIFT, το κυρίαρχο σύστημα για τις παγκόσμιες χρηματοοικονομικές συναλλαγές.
Πέρα από τη στόχευση βασικών θεσμών και οικονομικών τομέων, η Δύση έχει επιβάλει κυρώσεις σε περίπου 2.000 ρωσικές εταιρείες, κυβερνητικούς αξιωματούχους, ολιγάρχες και τις οικογένειές τους. Οι κυρώσεις τους στερούν την πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς και τις χρηματοπιστωτικές αγορές εκτός Ρωσίας, τους εμποδίζουν να συναλλάσσονται με το εξωτερικό ή να ταξιδεύουν.
Σε αντίθεση με τις κυρώσεις στο Ιράν και τη Βόρεια Κορέα, οι περιορισμοί που επιβάλλονται στη Ρωσία στοχεύουν συγκεκριμένους κλάδους, επιχειρήσεις και ιδιώτες. Αυτή η προσέγγιση σχεδιάστηκε για να διατηρήσει τη ροή του ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου, προκειμένου να περιοριστούν οι διαταραχές στην ευρύτερη παγκόσμια οικονομία. Αλλά οι εξαγωγές ενέργειας επέτρεψαν επίσης στη Ρωσία να αναπληρώσει τις οικονομικές απώλειές της και να αποτρέψει μια απότομη βουτιά της οικονομίας της.
Μια βιομηχανοποιημένη χώρα του μεγέθους της -η 11η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο το 2021- δεν έχει αντιμετωπίσει ποτέ τέτοια οικονομική πίεση. Ο Ντάνιελ Φριντ, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών για ευρωπαϊκές και ευρασιατικές υποθέσεις, είπε ότι «η χάραξη πολιτικής αυτού του είδους είναι πάντα μια βολή στο σκοτάδι».
Διαφωνίες αναδύονται
Ενώ υπήρξε σε μεγάλο βαθμό ενότητα μεταξύ των δυτικών κυβερνήσεων σχετικά με την αναγκαιότητα τιμωρίας της Ρωσίας, υπήρξαν διαφορές ως προς το πόσο βαθιά είναι διατεθειμένες να προχωρήσουν οι χώρες.
Οι ευρωπαϊκές και ασιατικές χώρες εξαρτώνται περισσότερο από το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο από ό,τι οι ΗΠΑ. Αυτό έκανε την απαγόρευση των ρωσικών εξαγωγών δύσκολη για τη συμμαχία και ανάγκασε σε συμβιβασμούς που χρειάστηκαν μήνες για να επιτευχθούν.
Τελικά, οι χώρες τον Δεκέμβριο συμφώνησαν σε ένα ανώτατο όριο τιμής 60 δολαρίων, το οποίο ορισμένοι επικριτές είπαν ότι ήρθε πολύ αργά και ήταν πολύ υψηλό για να βλάψει σημαντικά τη Ρωσία.
Εμπειρογνώμονες και αξιωματούχοι είπαν ότι η άσκηση μεγαλύτερης πίεσης στην πώληση πετρελαίου και άλλων ενεργειακών προϊόντων από τη Ρωσία θα έκανε πιο αποτελεσματικές τις κυρώσεις. Αλλοι εκτίμησαν ότι χρειάζεται περισσότερος χρόνος για να πάρουν την πορεία τους οι κυρώσεις.
Η Ρωσία επιδιώκει, την ίδια ώρα, βαθύτερους δεσμούς με χώρες που αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στις κυρώσεις. Οι εξαγωγές της στη Βραζιλία, την Κίνα, την Ινδία και την Τουρκία έχουν αυξηθεί κατά τουλάχιστον 50% από την έναρξη του πολέμου σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, σύμφωνα με την Υπηρεσία Ερευνών του Κογκρέσου.
Πώς έχει επηρεαστεί η Ρωσία
«Η Ρωσία είναι μια διαφορετική χώρα σήμερα από ό,τι ήταν μόλις πριν από ένα χρόνο», εκτιμά ο Αντεγιέμο, «και έχουν εγκαταλείψει σχεδόν 30 χρόνια προόδου όσον αφορά την οικονομική τους πολιτική μέσα σε ένα χρόνο».
Αλλά σε επίπεδο καθημερινότητας του καταναλωτή, η εικόνα είναι ανάμικτη. Τα εμπορικά κέντρα έχουν πολλά κλειστά καταστήματα, αλλά οι Ρώσοι επιχειρηματίες βοηθούν να καλυφθούν τα κενά. Μια ρωσική startup, για παράδειγμα, δημιούργησε ένα πειστικό αντίγραφο των McDonald’s.
Ορισμένοι κλάδοι έχουν πληγεί πολύ από τις κυρώσεις και την αποχώρηση ξένων εταιρειών. Ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας της Ρωσίας, για παράδειγμα, έχει δεχθεί ιδιαίτερο πλήγμα. Μια ανάλυση αγοράς από την Ένωση Ευρωπαϊκών Επιχειρήσεων, που εκπροσωπεί ευρωπαϊκές εταιρείες στη Ρωσία, ανέφερε ότι οι πωλήσεις νέων αυτοκινήτων τον Ιανουάριο ήταν 63% χαμηλότερες από ό,τι πέρυσι.
Ωστόσο, η Ρωσία συνεχίζει να εξάγει σε κάποιο βαθμό ξυλεία, αλουμίνιο και άλλα προϊόντα στις ΗΠΑ, με βάση την ανάγκη για τα προϊόντα στην Αμερική. Τα ρωσικά αγαθά (σε αξία) που εισήχθησαν στις ΗΠΑ ανήλθαν συνολικά στα 14,5 δισεκατομμύρια δολάρια το 2022. Αυτό είναι λιγότερο από το 1% όλων των εισαγωγών στις ΗΠΑ και περίπου τα μισά από τα 30 δισεκατομμύρια δολάρια που εισήχθησαν από τη Ρωσία το 2021.
Τι ακολουθεί
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ και η ΕΕ δεν δείχνουν καμία διάθεση να σταματήσουν την επιβολή κυρώσεων με κανέναν τρόπο. Οι «27» συζητούν σήμερα και αύριο για νέο γύρο. Ο Μπάιντεν, στην Πολωνία την Τρίτη, υποσχέθηκε «θα ανακοινώσουμε περισσότερες κυρώσεις αυτή την εβδομάδα μαζί με τους εταίρους μας».
Το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ αναμένεται να επιβάλει άλλον έναν μεγάλο γύρο κυρώσεων στη Ρωσία με πιθανή εστίαση το 2023 σε εταιρείες logistics και κατασκευαστικές εταιρείες.
(με πληροφορίες από Associated Press)