Κοινωνία και Εκκλησία: Υπάρχει ελπίδα;

Aπό τα γενοφάσκια του ο Χριστιανισμός υπήρξε θρησκεία των συνόρων. Αισθανόταν πιο άνετα με τους διαφορετικούς παρά με τους οικείους.
Open Image Modal
Φωτογραφία αρχείου
NurPhoto via Getty Images

Τι ‘ναι παπάς, τι λαϊκός, και τι τ’ ανάμεσό τους; 

Οι πρόσφατες απαράδεκτες δηλώσεις του μητροπολίτη Δωδώνης εύλογα προκάλεσαν εκτεταμένη κοινωνική αγανάκτηση. Με αφορμή αυτές αρκετοί επανέλαβαν βαρείς χαρακτηρισμούς κατά του εκκλησιαστικού οργανισμού (”μεσαιωνικός”, ”σκοταδιστικός”), επινόησαν σκίτσα απορριπτικά των κληρικών, επιτέθηκαν κατά της πληρωμής τους από το δημόσιο, ενώ δεν έλειψαν και φωνές οι οποίες ζήτησαν συμμετοχή των λαϊκών στη διοίκηση και ιερωσύνη των γυναικών.

Με άλλα λόγια, περιοδικώς επανερχόμενα γεγονότα που μαρτυρούν αποξένωση του κλήρου από την κοινωνία γίνονται αφετηρία να ανανεωθούν η απέχθεια και το μίσος μερίδας του κοινωνικού σώματος εναντίον του. Σε λιγότερο θορυβώδεις τόνους τα συναισθήματα αυτά διαχέονται καθημερινά ως δηλητηριώδη σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ο αντικληρικαλισμός στη χώρα μας ίσως να διαθέτει Ευρωπαϊκά πρωτεία – μαζί με τα υψηλά ποσοστά θρησκευτικής πίστης!

Πρόκειται για τσουνάμι που δεν κατευνάζεται ούτε και με την σαφή και άμεση αποδοκιμασία των δηλώσεων από την Ιερά Σύνοδο. Επειδή ανήκω σε εκείνους που έχουν καυτηριάσει επανειλημμένα και σε έντονους τόνους τα κακώς κείμενα της εκκλησιαστικής κατάστασης, αλλά και επειδή διατηρώ επαφή με πολλά θρησκευτικώς αδιάφορα άτομα, θα αποπειραθώ να χαρτογραφήσω με συντομία τις επώδυνες σχέσεις των δύο χώρων όπως τίς έχω αντιληφθεί.

                                                   *

Πριν από την εποχή του διαδικτύου κοινωνία και Εκκλησία αποτελούσαν σχεδόν χωριστούς κόσμους. Τα μέλη της δεύτερης, παρόλο που αποτελούσαν και μέλη της πρώτης, συνήθως δεν μάθαιναν τις πιο ”προχωρημένες” πτυχές της εκκοσμικευμένης ζωής. Οι αδιάφοροι, πάλι, είτε αγνωστικιστές είτε υλιστές, δεν είχαν ιδέα για τις νοοτροπίες και πρακτικές των πιστών τους οποίους θεωρούσαν ένα γκέτο.

Με την εμφάνιση ιστότοπων και μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όμως, άρχισε η ώσμωση. Στη lifo, για παράδειγμα, μπορεί κανείς να συναντήσει τις τελευταίες εξελίξεις γύρω από το κίνημα κουήρ μαζί με μια συνέντευξη για τη φιλανθρωπική δράση μιας Ορθόδοξης μοναχής στην Ινδία (πραγματικές περιπτώσεις). Στο facebook και στο twitter ανεβαίνουν βίντεο από κινητά με κήρυγμα κάποιου ιερέα που δεν άρεσε στον χρήστη ή με συμπεριφορά του ανάξια για κληρικό. Παράλληλα τα ιδιωτικά κανάλια συχνά καλούν κληρικούς σε πάνελ, όχι για να συμβάλουν στην ουσιαστική προσέγγιση των ζητημάτων αλλά για να ”βγάλουν θέμα” το οποίο μετά θα κάνει το γύρο του διαδικτύου. Χωρίς ίχνος υπερβολής, τα κανάλια ενδιαφέρονται ακριβώς να γίνει ντόρος από μιαν άστοχη δήλωση διότι τούς εξασφαλίζει την πολυπόθητη δημοσιότητα, γι’ αυτό και καλούν τις περισσότερες φορές ”πιασάρικους” κληρικούς και όχι νηφάλιους γνώστες.

Έτσι η ώσμωση κοινωνίας και Εκκλησίας ατύχησε επειδή οικοδομήθηκε με βάση τη λογική της εικόνας, με αποτέλεσμα να γεννιούνται καρικατούρες. Καθώς λοιπόν α) η εικόνα σήμερα είναι παντοδύναμη, β) το κακό κάνει ισχυρότερη εντύπωση από το καλό (το οποίο θεωρείται ανιαρό), και γ) ο θυμωμένος με τον κλήρο έχει ισχυρότερο κίνητρο να ανεβάσει το ερασιτεχνικό του βίντεο από όποιον θέλει να αναδείξει τις καλές πλευρές του κλήρου, η συρροή των τριών αυτών παραγόντων είναι αυτονόητο ότι γεννά στερεότυπα. Έτσι αμφότερα τα μέρη και μαθαίνουν (τα γεγονότα) και δεν γνωρίζουν (την ουσία)!

Η τελική κατάληξη είναι ο εκκοσμικευμένος πολίτης να θεωρεί την Εκκλησία μήτρα κάθε κακού που υπάρχει πάνω στη γη (φανατισμού, λαγνείας, φιλαργυρίας, επιθετικότητας, φιλαρχίας κ.ά.), αλλά και γενικότερα να είναι ανίκανος να διακρίνει μεταξύ υγιούς θρησκευτικότητας και νοσηρής θρησκοληψίας. (Συχνά διαβάζουμε να ονομάζεται κάθε πιστός ”θρησκόληπτος”). Δυστυχώς ούτε οι ψυχίατροι και ψυχολόγοι είναι σε θέση να τά ξεχωρίσουν, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν προκατάληψη απέναντι στους πιστούς ασθενείς τους.

Εδραιωμένη εντύπωση μου είναι πλέον πως η πλειονότητα των εκκοσμικευμένων πολιτών αγνοεί τις ποικίλες αποχρώσεις που υπάρχουν στους Χριστιανούς. Πολύ περισσότερο είναι αδαείς γύρω από την πελώρια θεολογική εργασία που έχει γίνει εδώ και δεκαετίες, η οποία έχει αναδείξει την Ελλάδα σε πρότυπο θεολογικό εργαστήρι με πολλές προοδευτικές τάσεις. (Αρκεί να σημειώσω ότι θεολογικά βιβλία Ελλήνων μεταφράζονται σε άλλες γλώσσες – ποιες άλλες εγχώριες επιστήμες μπορούν να καυχηθούν για κάτι τέτοιο;).

Είναι χαρακτηριστικό ανώριμης κοινωνίας να λειτουργεί με στερεότυπα τα οποία γίνονται εύκολος στόχος. Ποτέ δεν κατάλαβα με ποια λογική, μετά από μια ανόητη ή προβληματική δήλωση ή πράξη ενός κληρικού, καλούνται από τα ΜΜΕ να προβούν σε δηλώσεις αποδοκιμασίας ηθοποιοί ή τραγουδιστές! Και όμως, αυτό γίνεται στην ωραία μας χώρα…

                                                      *

Τι γίνεται στην άλλη πλευρά; Δυστυχώς όχι κάτι πιο ενθαρρυντικό. Αν και οι πιστοί παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία, όπως είπα, σημαντική μερίδα τους δείχνει να έχει στοχοποιήσει τις εκκοσμικευμένες εκδηλώσεις και συμπεριφορές. Εφαρμόζοντας το σύνθημα «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας» - σε αντίθεση με τη φράση του Χριστού «όποιος δεν είναι εναντίον μας είναι μαζί μας»! – βλέπουν παντού εχθρούς, ή τουλάχιστον απειλητικές παρουσίες. Δεν έχουν μάθει να ανιχνεύουν την αλήθεια του καθενός και να αναρωτιούνται πώς μπορούν να συμπορευθούν μαζί της.

Η μεγάλη απώλεια έλαβε χώρα με την γενιά της μεταπολίτευσης. Είναι κρίμα που ο Χριστιανικός χώρος δεν απέκτησε επαφή με ένα ρεύμα ανθρώπων μορφωμένων, συνήθως κεντροαριστερών, με ανεπτυγμένη ηθική συνείδηση, με υπαρξιακά ενδιαφέροντα, με διάθεση αλλαγής της κοινωνίας. Η αθεΐα και ο αγνωστικισμός τους αποτέλεσε φόβητρο για πολλούς πιστούς και εμπόδιο για την συνάντηση. Εδώ θεωρώ ότι χάθηκε μια ιστορική ευκαιρία.

Από την άλλη, οι προβολείς της δημοσιότητας έπεσαν ξαφνικά (με την συνέργεια και του αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου ο οποίος προφανώς αδυνατούσε να προβλέψει τις συνέπειες) πάνω σε μια Εκκλησία ανέτοιμη. Τι τήν καθιστούσε ανέτοιμη για να τήν αντικρίσει η κοινωνία; Ο ανεπαρκής εκδημοκρατισμός της στο εσωτερικό της, η απουσία των λαϊκών από τα κέντρα λήψης αποφάσεων, αυτοματισμοί άλλων εποχών, αγκυλώσεις και εμμονές, καθώς και η ελλιπής συνάντησή της με τη Νεωτερικότητα. Και όμως, ο Χριστιανισμός δεν είναι ασύμβατος με τον Διαφωτισμό (κάποιοι διανοητές έχουν υποστηρίξει ότι αποτέλεσε πρώιμο προάγγελο της Νεωτερικότητας), απλώς πολλοί Χριστιανοί δεν τό γνωρίζουν!

                                                       *

Παραφράζοντας το σεφερικό δίστιχο στην αρχή του κειμένου θέλησα να δείξω την ανάγκη να αναβαπτισθούμε στις θεολογικές μας πηγές, οι οποίες είναι σε θέση να οριοθετήσουν με υγιέστερο τρόπο την αποστολή και των κληρικών και των λαϊκών. 

Αλλά ακόμη περισσότερο έχουμε ανάγκη να εξερευνήσουμε νέες εκδοχές στη σχέση κοινωνίας και Εκκλησίας. Ανατρέχοντας στα χρόνια του Χριστού, κάτι που οι πιστοί έχουν λησμονήσει και οι εκκοσμικευμένοι αγνοούν είναι η διαφορά Γαλιλαίας και Ιουδαίας.

Την ίδια θρησκεία είχαν, τον Εβραϊσμό. Αλλά η Ιουδαία, με επίκεντρο την Ιερουσαλήμ, αποτελούσε την έδρα του ιερατείου, τον πυρήνα της θρησκείας. Ενώ η Γαλιλαία περιείχε και συνόρευε με ειδωλολάτρες, γι’ αυτό και τα Ευαγγέλια τήν ονομάζουν ”Γαλιλαία των εθνών”.

Ο Χριστός γεννήθηκε στην Ιουδαία αλλά μεγάλωσε στη Γαλιλαία. Από την Γαλιλαία διάλεξε τους μαθητές και συνεργάτες του. Και ενώ Χριστιανοί έγιναν από αμφότερα τα μέρη, η Ιουδαία ήταν εκείνη που τόν σταύρωσε. Και την θαυματουργική του δράση δεν τήν περιόρισε σε Εβραίους αλλά τήν επεξέτεινε και σε ειδωλολάτρες (ρωμαίος εκατόνταρχος, συροφοινίκισα γυναίκα). Και όταν αναστήθηκε, στην Γαλιλαία όρισε το ”ραντεβού” με τους μαθητές του, όπου τούς έκανε Αποστόλους στέλνοντάς τους ”σε όλα τα έθνη”.

Εν ολίγοις, από τα γενοφάσκια του ο Χριστιανισμός υπήρξε θρησκεία των συνόρων. Αισθανόταν πιο άνετα με τους διαφορετικούς παρά με τους οικείους. Η Εκκλησία ανέπνεε μέσα στην κοινωνία. Το άνοιγμα ήταν συστατικό της ταυτότητάς της. Ενώ εκείνοι του πυρήνα, που δίδασκαν για τους προφήτες οι οποίοι προανήγγειλαν τον Μεσσία, τελικά σκότωσαν τον Μεσσία…

Απέναντι σε αυτά τα συγκλονιστικά ιστορικά δεδομένα κοινωνία και Εκκλησία θα έπρεπε να είμαστε πολύ πιο προσεκτικοί. Η ώσμωση υπάρχει εξαρχής και θεμελιακά, όχι πρόσφατα και συγκυριακά. Βασίζεται στην ίδια την ανθρώπινη φύση και στην ουσία του Χριστιανικού μηνύματος. Ίσως να αξίζουν και τα δύο μεγαλύτερο σεβασμό και από τις δύο πλευρές. Δικαιούνται μια καλύτερη μεταχείριση από όση τούς επιφυλάσσουν εκείνοι οι οποίοι βγάζουν το παντεσπάνι τους, είτε από την σκανδαλολογία και τον αφρό της επικαιρότητας, είτε παπαγαλίζοντας με φτηνό τρόπο τα ιερά και πολύτιμα...