Μισθολογικό χάσμα ανδρών - γυναικών στην Ελλάδα: Αυτός ο άγνωστος

Μισθολογικό χάσμα ανδρών - γυναικών στην Ελλάδα: Αυτός ο άγνωστος
|

Ο τίτλος δεν είναι ενδεικτικός, είναι ουσιαστικός. Γιατί μπορεί με αφορμή την Ημέρα της Γυναίκας να δημοσιοποιηθούν πολλά στοιχεία για τις διακρίσεις που υφίστανται ακόμη οι γυναίκες στον χώρο εργασίας τους, ωστόσο το γεγονός είναι ένα: Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν πρόσφατα στοιχεία για το μισθολογικό χάσμα ανδρών – γυναικών. Τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (αρμόδια αρχή) είναι του 2010 και βάσει αυτών δημοσιεύονται οι αναλύσεις της Eurostat. Δηλαδή δεν έχουν εξεταστεί ακόμη οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα ισότητας.

Μετά από επικοινωνία της HuffPost Greece με τη Διεύθυνση Στατιστικών Πληθυσμού και Αγοράς Εργασίας της ΕΛΣΤΑΤ, αλλά και την Eurostat, ενημερωθήκαμε ότι τα στοιχεία αυτά ερευνώνται ανά 4ετία. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η έρευνα για το 2014 έγινε το 2015 και τα αποτελέσματα της έρευνας αναμένεται να ανακοινωθούν τον Ιούλιο του 2016. Σύμφωνα δε με την Eurostat, τα κράτη μέλη δεν είναι υποχρεωμένα να στέλνουν στοιχεία για τα χρόνια που μεσολαβούν μέχρι την 4ετή Structure of Earnings Survey (SES).

Βάσει λοιπόν των τελευταίων διαθέσιμων στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, στην Ελλάδα το μισθολογικό χάσμα ανέρχεται σε 15% (στοιχεία του 2010). Να σημειώσουμε ότι ως μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων ορίζεται η διαφορά μεταξύ των αποδοχών ανδρών και γυναικών, µε βάση τη μέση διαφορά των ακαθάριστων ωριαίων αποδοχών όλων των εργαζομένων (προτού γίνει οποιαδήποτε παρακράτηση για φόρο εισοδήματος και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης).

Αναλυτικά το μισθολογικό χάσμα στην Ελλάδα από το 2002 έως το 2010 (πηγή ΕΛΣΤΑΤ)

Open Image Modal

Διαχρονική μείωση

Πάντως, να σημειωθεί ότι διαχρονικά στην Ελλάδα το μισθολογικό χάσμα έχει μειωθεί αισθητά. Άνω των 10 ποσοστιαίων μονάδων από το 2002. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το 2002 το μισθολογικό χάσμα ανερχόταν στο 25,5%, για να μειωθεί στο 20,7% το 2006. Το 2007 ανήλθε στο 21,5% ενώ το 2008 στο 22%, για να μειωθεί στο 15% το 2010.

Αναφορικά με τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat (2014) το μισθολογικό χάσμα ανήλθε κατά μέσο όρο στο 16,1% στις χώρες της ΕΕ των 28 και στο 16,5% στις 19 χώρες της Ευρωζώνης.

Από χώρα σε χώρα ωστόσο η διαφορά στις αµοιβές των δύο φύλων ποικίλλει. Οι μικρότερες διαφορές παρατηρούνται στη Σλοβενία με 2,9%, τη Μάλτα με 4,5%, την Ιταλία με 6,5%, την Πολωνία με 7,7%, το Λουξεµβούργο με 8,6% και το Βέλγιο με 9,9%. Οι μεγαλύτερες διαφορές καταγράφονται στην Εσθονία με 28,3%, την Αυστρία με 22,9%, την Τσεχία με 22,1%, τη Γερμανία με 21,6% και την Σλοβακία με 21,1%.

Open Image Modal

Πρώτες στο πανεπιστήμιο, δεύτερες στην εργασία

Ένα εντυπωσιακό στοιχείο είναι ότι στην ΕΕ η μισθολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων υφίσταται παρά το γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν καλύτερες επιδόσεις στο σχολείο και στο πανεπιστήμιο από τους άνδρες. Κατά µέσο όρο, το 2012, 83% των νεαρών γυναικών έφθασαν τουλάχιστον στο επίπεδο της ανώτερης δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης στην ΕΕ, έναντι 77,6% των ανδρών. Επίσης, οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν το 60% των αποφοίτων πανεπιστημίου στην ΕΕ.

Κύριες αιτίες

Ως κύριες αιτίες για το μισθολογικό χάσμα αναφέρονται η υποεκπροσώπηση σε θέσεις ευθύνης, ο διαχωρισμός στο χώρο εργασίας, οι διακρίσεις στο χώρο εργασίας που μπορεί να προκύπτουν και από πρακτικές στο χώρο εργασίας και από τα συστήματα μισθοδοσίας. Ο γυναικείος εργαζόμενος πληθυσμός συναντά συχνά δυσκολίες πρόσβασης στα οικονομικά και πολιτικά κέντρα λήψης αποφάσεων. Η λεγόμενη γυάλινη οροφή εμποδίζει το μεγάλο μέρος του συγκεκριμένου πληθυσμού να καταλάβει υψηλόβαθμες θέσεις και άρα καλύτερα αμοιβόμενες.

Περαιτέρω, οι γυναίκες και οι άνδρες εργάζονται σε διαφορετικές θέσεις εργασίας και συχνά σε διαφορετικούς τομείς, ενώ οι τομείς στους οποίους υπερτερούν οι γυναίκες αμείβονται λιγότερο από αυτούς όπου κυριαρχούν οι άνδρες. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στον τομέα της υγείας, οι γυναίκες αντιπροσωπεύουν το 80% όλων των εργαζομένων, ενώ στα μέλη του Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ) των Πανεπιστημίων παρουσιάζεται μεγαλύτερη συγκέντρωση γυναικών στις ανθρωπιστικές επιστήμες ενώ υπάρχει μεγάλη έλλειψη συμμετοχής στις θετικές και τεχνολογικές επιστήμες.

Αυτό που παρατηρείται επίσης είναι η στασιμότητα σε θέσεις μεσαίων στελεχών στις επιχειρήσεις, ακόμα και στους κλάδους στους οποίους κυριαρχούν. Το 2013, οι γυναίκες αποτελούσαν µόνο το 17,8% των µελών διοικητικών συμβουλίων στις μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες σε όλη την ΕΕ και µόνο το 4,8% των προέδρων αυτών των διοικητικών συμβουλίων. Η αναλογία γυναικών σε θέσεις διευθυνόντων συμβούλων (CEO) ήταν ακόμα χαμηλότερη στα 2,8%. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι γυναίκες φέρουν το βάρος της µη αμειβόμενης εργασίας και της φροντίδας των παιδιών, τείνουν να εργάζονται λιγότερες ώρες. Επίσης, γενικά εργάζονται σε τομείς και επαγγέλματα όπου οι θέσεις εργασίας είναι συμβατές µε τις οικογενειακές ευθύνες τους. Ως επακόλουθο, οι γυναίκες έχουν περισσότερες πιθανότητες να εργάζονται µε μερική απασχόληση, να απασχολούνται σε χαμηλόμισθες θέσεις εργασίας και να µην αναλαμβάνουν διευθυντικές θέσεις.

Ανεργία

Τέλος δεν πρέπει να ξεχνάμε τον παράγοντα ανεργία. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Eurostat για τη χώρα μας (Νοέμβριος 2015), η ανεργία στις γυναίκες ανερχόταν στο 29,3%, ενώ στους άνδρες στο 20,8%. Να σημειωθεί ότι είναι η υψηλότερη στην ΕΕ, με την Ισπανία να ακολουθεί με 22,2% (στοιχεία Ιανουαρίου 2016). Ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη είναι 10,6% ενώ στην ΕΕ συνολικά 9,1%.

Εκτιμήσεις για τα χρόνια της κρίσης

Ελλείψει πρόσφατων στοιχείων, απευθυνθήκαμε στη Γενική Γραμματέα Ισότητας των Φύλων, Φωτεινή Κούβελα, για μια εκτίμηση για την κατάσταση στην Ελλάδα τα χρόνια της κρίσης. Μας επεσήμανε σχετικά:

«Δυστυχώς δεν υπάρχουν για την Ελλάδα περαιτέρω επίσημα στοιχεία για την εξέλιξη του μισθολογικού χάσματος φύλου πέρα από το 2010 που θα επέτρεπε την έρευνα των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης στις μισθολογικές ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών στην Ελλάδα. Ωστόσο, λαμβάνοντας υπόψη τη μείωση των κατώτατων μισθών και την αποδυνάμωση του θεσμού των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της διαιτησίας που καθορίζουν τους βασικούς μισθούς, όπως αναφέρεται στο βιβλίο της κας Καραμεσίνη, «Γυναίκες και λιτότητα», θεωρείται σχεδόν βέβαιο ότι επλήγησαν περισσότερο οι γυναίκες, καθώς αυτές συγκεντρώνονται στα κάτω άκρα της μισθολογικής κλίμακας. Διευκρινίζεται επίσης ότι η ύφεση επιδρά αντιφατικά στην εξέλιξη του μισθολογικού χάσματος φύλου, καθώς θα πρέπει να μελετηθεί και η αλλαγή στη σύνθεση της ανδρικής και γυναικείας απασχόλησης».

Αναφορικά με το πως κατά τη γνώμη της θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί αυτό το πρόβλημα, τονίζει: «Κρίνεται απαραίτητη η βελτίωση των συνθηκών εργασίας των γυναικών και πιο συγκεκριμένα μέσω δράσεων που σχετίζονται με το μισθολογικό χάσμα, τον επαγγελματικό διαχωρισμό και κατ’ επέκταση το συνταξιοδοτικό χάσμα. Στην κατεύθυνση αυτή η Γενική Γραμματεία Ισότητας θέτει ως στρατηγικό στόχο την προώθηση της αρχής της ισότητας στις επιχειρήσεις. Στο πλαίσιο αυτού του στόχου θα οργανωθούν δράσεις ευαισθητοποίησης της κοινωνίας για το μισθολογικό χάσμα όπως θεσμοθέτηση Ημέρας Μισθολογικής Ισότητας (ή Ίσης Αμοιβής) ή συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ημέρα Ίσης Αμοιβής».