Επίδομα καυσίμων, επίδομα ρεύματος, επίδομα θέρμανσης, επίδομα στέγασης, επίδομα ανεργίας, ακολουθεί το επίδομα ακρίβειας και σίγουρα πολλά άλλα ακόμη επιδόματα.
Πρόκειται για έναν νέο τρόπο ζωής των σύγχρονων κοινωνιών του δυτικού κόσμου που διαμορφώνει μια νέα κοινωνική πραγματικότητα, ένα τρόπο ζωής που σταδιακά εδραιώνεται σε όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες και υιοθετείται ασμένως από τα κατώτερα κοινωνικοοικονομικά στρώματα που αγωνιούν για την καθημερινή τους επιβίωση.
Ωστόσο, αυτή η νέα κοινωνική πραγματικότητα είναι αδήριτη και αναδεικνύει με περισσή ενάργεια τις υφιστάμενες κοινωνικές ανισότητες και το συνεχώς διευρυνόμενο χάσμα πλουσίων και φτωχών.
Και τούτο διότι η παροχή των αποκαλούμενων κοινωνικών επιδομάτων εδραιώνει κάτ´ ουσίαν μία πρακτική υποστηρικτική των μεγάλων οικονομικών συμφερόντων, απώτερος σκοπός των οποίων είναι η μεγιστοποίηση των κερδών τους με τη διασφάλιση του χαμηλότερου δυνατού εργασιακού κόστους.
Παράλληλα με την παροχή κοινωνικών επιδομάτων, παρατηρείται τα τελευταία χρόνια και το φαινόμενο της μερικής απασχόλησης (part time work), μία εργασιακή πρακτική η οποία εισήχθη από τα μεγάλες οικονομίες του δυτικού κόσμου την περασμένη δεκαετία και έχει πλέον εδραιωθεί και στην Ελλάδα.
Όμως και στην προκειμένη περίπτωση εξυπηρετείται ένας διττός στόχος: υποβοηθούνται φαινομενικά οι εργασιακές πολιτικές των κυβερνήσεων με την εμφάνιση μειωμένων ποσοστών ανεργίας και παράλληλα διασφαλίζεται το χαμηλό εργατικό κόστος των επιχειρήσεων και κατ´ επέκταση η συνεχής αύξηση των κερδών τους.
Η κατάσταση επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο όταν στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς οι δημόσιες επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, η αποστολή των οποίων είναι η διασφάλιση μιας στοιχειώδους αξιοπρεπούς διαβίωσης των πολιτών, έχουν περάσει, εν μέρει ή εν όλω, στον ιδιωτικό τομέα, με αποτέλεσμα τις συνεχείς και ανεξέλεγκτες ανατιμήσεις που, τελικά, και αυτές αντιμετωπίζονται με την παροχή κοινωνικών επιδομάτων.
Εν κατακλείδι, η ευρέως ακολουθούμενη πολιτική και πρακτική παροχής επιδομάτων κατασκευάζει μία εικονική κοινωνική πραγματικότητα που κατευνάζει πρόσκαιρα το συλλογικό αίσθημα ανασφάλειας της διαβίωσης των μελών της, ωστόσο η κοινωνική πραγματικότητα καθ’ αυτή είναι απολύτως διαφορετική: πρόκειται για μία λανθασμένη πρακτική που δεν επιλύει τα οξυμένα κοινωνικά προβλήματα, συντηρεί και διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες, διαρρηγνύει σταδιακά την κοινωνική συνοχή και μακροπρόθεσμα τροφοδοτεί μια υποβόσκουσα συλλογική κοινωνική έκρηξη.-
***
*Ο κύριος Ευάγγελος Στεργιούλης είναι Διδάκτωρ Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και εν αποστρατεία Υποστράτηγος της Ελληνικής Αστυνομίας.