«Να αναστηλώσουμε όχι μόνο τη Γέφυρα της Πλάκας αλλά την ορεινή πατρίδα μας».
Το ιστορικό Γεφύρι της Πλάκας ένωνε για 150 χρόνια τις δύο όχθες του Άραχθου ποταμού, στα ορεινά της Ηπείρου, στα όρια των νομών Άρτας και Ιωαννίνων. Κατέρρευσε τα ξημερώματα στις 2 του Φλεβάρη 2015, στη διάρκεια μιας από τις «θεομηνίες» που συχνά πλήττουν τον άγριο ορεινό όγκο των Τζουμέρκων. Από το μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι των Βαλκανίων, ένα θαρρείς «κεντημένο» στον αέρα καλλιτέχνημα- ιστορικό τοπόσημο της ευρύτερης περιοχής αλλά και ταυτισμένο με καίριες στιγμές που αντανακλούν σε πανελλήνιο επίπεδο- απέμειναν οι δυο του άκρες και μεγάλοι πέτρινοι όγκοι στον ρου του ορμητικού ποταμού.
Τοπικός θρήνος αλλά και πανελλήνια συγκίνηση. Κυρίως, από τις πρώτες ώρες της καταστροφής, έμπρακτη θέληση πολλών ανθρώπων από διάφορα κοινωνικά, θεσμικά ή επιστημονικά «μετερίζια», από απλούς πολίτες έως τον πρωθυπουργό (που έλκει την καταγωγή του από τα ορεινά της Άρτας), το Γεφύρι να αναστηλωθεί- και τα κομμάτια της «ακίνητης διαδρομής» του να μην παρασυρθούν από τα νερά ενός ποταμού που το ίδιο του το όνομα σημαίνει «αυτός που ταράζει τη γη» αλλά να επανατοποθετηθούν «πέτρα προς πέτρα» στην φυσική τους πλέον θέση, στον ίδιο, κατάφορτο μνήμες χώρο και την ζώσα ιστορία μας.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, από το 1865… Ο κ. Γιάννης Παπαδημητρίου, μέλος του Συλλόγου Προστασίας του Αράχθου και πρώην περιφερειακός σύμβουλος, συγκαταλέγεται στους ανθρώπους που μπορούν να μας ταξιδέψουν με εγκυρότητα στα χρόνια που κτίστηκε το Γεφύρι. Πριν ξεκινήσω το ταξίδι μου για τα Τζουμέρκα, φροντίζω να μιλήσω μαζί του.
«Η κατασκευή της γέφυρας της Πλάκας ήταν για την εποχή της ένα δύσκολο και σύνθετο τεχνικό εγχείρημα. Η πρώτη προσπάθεια από Κονιτσιώτες μάστορες οδήγησε σε κατάρρευση της γέφυρας την ημέρα των εγκαινίων της, το 1863. Ο Πραμαντιώτης μάστορας Κώστας Μπέκας, που ανέλαβε στη συνέχεια, έδωσε στην κατασκευή περισσότερο ύψος και μεγαλύτερη καμπυλότητα, δημιουργώντας ένα αέρινο κατασκεύασμα, μεγαλούργημα της λαϊκής αρχιτεκτονικής. Η δεύτερη αυτή προσπάθεια υλοποιήθηκε το καλοκαίρι του 1866 με την προσωπική εργασία των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής και με συνολικό κόστος 187, κατ’ άλλους 170, χιλιάδες γρόσια, από τα οποία τα 38, κατ’ άλλους το 1/3, διέθεσε ο πανδοχέας των Ιωαννίνων Ιωάννης Λούλης από τα Κατσανοχώρια και τα υπόλοιπα οι κοινότητες των Τζουμέρκων».
- Ρωτάω τον κ. Παπαδημητρίου, πόσο σημαντικό γεγονός ήταν η ανέγερση τελικά του Γεφυριού και ποιο σκοπό εξυπηρετούσε.
«Η γεφύρωση του Αράχθου στο μέσο ρου του ποταμού εξυπηρέτησε την επικοινωνία των Τζουμέρκων με τα γειτονικά χωριά και από κει με τα Γιάννενα αλλά και την πεδινή, παραθαλάσσια Ήπειρο, όπου συνήθιζαν να οδηγούν το χειμώνα τα κοπάδια τους οι νομάδες κτηνοτρόφοι. Η σπουδαιότητα της γέφυρας διατηρήθηκε αμείωτη μέχρι τη δεκαετία του 1960, οπότε και τοποθετήθηκε μια σιδερένια γέφυρα μερικές εκατοντάδες μέτρα νοτιότερα».
- Με ποια ιστορικά γεγονότα συνδέθηκε το γεφύρι κατά τη διάρκεια της 150ετούς ύπαρξής του;
Ο συνοικισμός Πλάκα των Ραφταναίων είναι μια μικρή όαση πεδινού εδάφους με ήπιες κλίσεις ανάμεσα σε απόκρημνους ορεινούς όγκους και χαράδρες. Ακόμα και πριν από την κατασκευή της γέφυρας, ήταν αναπόφευκτο η περιοχή να λειτουργεί- όταν χαμήλωνε η στάθμη του ποταμού- ως πέρασμα, ο έλεγχος του οποίου είχε στρατηγική σημασία. Ανάμεσα στα μεγάλα ιστορικά γεγονότα που την προίκισαν με το τεράστιο συμβολικό της φορτίο, οι πολλές και μεγάλες ελληνοτουρκικές μάχες (1821, 1822, 1878 και 1897), οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του 1943 εναντίον του ΕΛΑΣ από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής- που προσπάθησαν κιόλας να ανατινάξουν τη γέφυρα, δημιουργώντας ένα μεγάλο χάσμα στο κέντρο της- και η ιστορική Συνδιάσκεψη και Συμφωνία της Πλάκας (29-2-1944) μεταξύ των 3 μεγάλων αντιστασιακών οργανώσεων (ΕΛΑΣ, ΕΔΕΣ και ΕΚΚΑ), της εξόριστης ελληνικής κυβέρνησης του Καΐρου και του συμμαχικού στρατηγείου της Μέσης Ανατολής, η οποία, όρισε τον Άραχθο ως σύνορο μεταξύ των περιοχών ελέγχου του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ.
Ο κ. Παπαδημητρίου υπήρξε πρωτεργάτης της δεκαετούς κινητοποίησης (1997- 2007) ενάντια στην κατασκευή του υδροηλεκτρικού φράγματος του Αγίου Νικολάου. Προς το παρόν έχει ακυρωθεί σαν πρότζεκτ- αν υλοποιούνταν η μελέτη προέβλεπε ότι σε «εξαιρετικές περιπτώσεις» το νερό θα κάλυπτε το Γεφύρι ως τη μέση του. Αλλά στα Τζουμέρκα οι «εξαιρετικές περιπτώσεις» αποτελούν μάλλον ευφημισμό… Όλοι φοβήθηκαν ότι το φράγμα τελικά θα «κατάπινε» το Γεφύρι.
"Συζητώντας την υπόθεση του φράγματος με τον κ. Παπαδημητρίου, ανοίγει και ο φάκελος των αιτιών της κατάρρευσης του Γεφυριού- γιατί είναι κοινή πεποίθηση των περισσότερων ανθρώπων που έχουν ασχοληθεί με το Γεφύρι ότι αυτό δεν «γκρέμισε» από τα «ακραία πλημμυρικά φαινόμενα», όσο από την παντελή έλλειψη συντήρησής του."
«Η εγκατάλειψη της συντήρησης της γέφυρας της Πλάκας συνδέεται με την προώθηση από τα κρατικά και ιδιωτικά υδροηλεκτρικά λόμπυ του φράγματος, η κατασκευή του οποίου αρχικά προέβλεπε την κατάκλυση της γέφυρας και στη συνέχεια την διατήρησή της πάνω στη λασπώδη έκταση που σχηματίζουν οι φερτές ύλες του ποταμού», μου λέει ο ίδιος.
«Δεν είναι τυχαίο ότι το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων, πειθήνια υποταγμένο στους κυβερνητικούς σχεδιασμούς, είχε πάρει μια απίστευτη απόφαση «μεταφοράς» του μνημείου, ενώ στη συνέχεια η ενδιαφερόμενη εταιρία είχε καταθέσει ατιμώρητα χάρτες με παραποιημένη τη θέση της γέφυρας. Η εχθρότητα των παντός είδους εξουσιών απέναντι σε ένα νικηφόρο αγώνα οδήγησε και στην αμφιθυμία τους απέναντι στο σύμβολό της. Η μελέτη συντήρησης και αποκατάστασης που συντάχθηκε το 2005, προέβλεπε την προστασία των βάθρων της γέφυρας από τη διάβρωση και τα νεροφαγώματα- δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Σαν Σύλλογος Προστασίας Αράχθου, μαζί με άλλους φορείς και κατοίκους είχαμε κάνει επανειλημμένες, προφορικές και έγγραφες εκκλήσεις που αγνοήθηκαν».
Σύμφωνα με τον κ. Παπαδημητρίου, οι ευθύνες επιμερίζονται μεταξύ των Υπηρεσιών του Υπουργείου Πολιτισμού, κεντρικών και τοπικών, και της Περιφέρειας Ηπείρου, η οποία από ένα σημείο και πέρα εγκατέλειψε κάθε ενέργεια για την προστασία του Γεφυριού…
«Όπου λαλούν πολλοί κοκόροι, αργεί να ξημερώσει», μου λέει στο γραφείο του, στην πλατεία Εθνικής Αντιστάσεως στο κέντρο της Άρτας, ο αντιπεριφερειάρχης Βασίλης Ψαθάς.
«Υπήρξαν καθυστερήσεις στη συντήρηση της γέφυρας και αυτές οφείλονταν στις διαφορετικές προσεγγίσεις και τη διχογνωμία σχετικά με τις παρεμβάσεις που έπρεπε να γίνουν- κάποιοι πρόκριναν εργασίες στα θεμέλια, άλλοι στο κύριο σώμα του γεφυριού… Πάντως την κύρια αρμοδιότητα πάντα είχε η Εφορεία Νεοτέρων Μνημείων και το Υπουργείο Πολιτισμού», μου λέει. Και θυμάται την «επαγγελματική ψυχραιμία» με την οποία αρχαιολόγοι αντιμετώπισαν την πτώση της Γέφυρας.
«Έκανε τον κύκλο ζωής του, τα γεφύρια γκρεμίζονται και ξαναφτιάχνονται… Και το Γεφύρι της Άρτας έχει πέσει…», ανακαλεί κάποιους να ισχυρίζονται.
Η μέρα που έπεσε το Γεφύρι της Πλάκας ήταν μια μέρα τρόμου για τον Ψαθά- γιατί ακόμα και το Γεφύρι της Άρτας κινδύνεψε από τη δύναμη του Αράχθου, ενώ δοκιμάστηκαν και οι αντοχές του υδροηλεκτρικού φράγματος της ΔΕΗ στο Πουρνάρι, με την πόλη της Άρτας να είναι το μοναδικό αστικό κέντρο της Ελλάδας σε «απόσταση αναπνοής» από ένα τέτοιο έργο.
«Ξεκίνησαν οι προκαταρκτικές εργασίες για την πρόσβαση στην κοίτη του ποταμού. Ήταν δύσκολο να κατέβουν τα μεγάλα μηχανήματα που ανασύρουν από το ποτάμι κομμάτια της παλιάς γέφυρας, η οποία ευτυχώς δεν έγινε θρύψαλα. Αυτά τα ίδια υλικά θα χρησιμοποιηθούν στην ανέγερσή του».
«Η Περιφέρεια δεν έχει τους πόρους για να είμαστε ειλικρινείς», μου λέει. «Θα συνδράμουμε με δικά μας μηχανήματα και αναμένουμε την εθελοντική βοήθεια εταιρειών και χορηγίες».
Η Γέφυρα της Πλάκας απέχει περίπου 50 λεπτά από την πόλη της Άρτας- ακολουθείς τις ταμπέλες προς Πράμαντα, που είναι και η έδρα του Δήμου Βορείων Τζουμέρκων, και κατά διαστήματα απολαμβάνεις την πανοραμική θέα προς τον ρου του Αράχθου, όπως αυτός ελίσσεται από τις βουνοκορφές προς τον κάμπο της Άρτας, μέχρι τις εκβολές του στον Αμβρακικό Κόλπο.
Περνώντας τον ποταμό υπό τους γδούπους του αυτοκινήτου στη σιδερένια γέφυρα τύπου «Μπέλεϋ», είχα συνηθίσει να βλέπω στα αριστερά μου το παλιό γεφύρι, αγέρωχο κομψοτέχνημα να «στεφανώνει» τον Άραχθο, σαν πέτρινο διάδημά του. Τώρα δεν υπάρχει τίποτα να δεις. Πρέπει να ακολουθήσεις το μονοπάτι στην όχθη του ποταμού για να φτάσεις στη μικρή κοιλάδα της Πλάκας ανάμεσα από τις απότομες πλαγιές των απολήξεων της Πίνδου για να αντικρίσεις- λείψανα του ιστορικού γεφυριού- ότι απέμεινε από τα βάθρα του. Μπουλντόζες, εκσκαφείς και φορτηγά που αφιλοκερδώς έθεσε στη διάθεση του έργου η τεχνική εταιρεία «ΤΕΡΝΑ» εργάζονται πυρετωδώς στο σημείο. Και οι επισκέπτες δεν έχουν σταματήσει να έλκονται- φωτογραφίζουν τα ερείπια της καταστροφής και το εργοτάξιο που έχει στηθεί.
«Τι έφταιξε;» και «θα το αναστηλώσουν», τους ακούς να αναρωτιούνται. Ένα πέτρινο σπιτάκι στη δεξιά όχθη του ποταμού λειτουργεί πλέον σαν καφέ- εκεί ήταν τα σύνορα Ελλάδας/ Τουρκίας μέχρι το 1912, εκεί έγινε η ύστατη, αποτυχημένη κι αυτή, προσπάθεια αποφυγής του ελληνικού εμφυλίου με τον Άρη και τον Ζέρβα να χορεύουν τσάμικο γελαστοί…
Ο ιδιοκτήτης του καφέ λείπει- «κάτι του έτυχε και έπρεπε να φύγει. Μπορείτε να πάρετε ότι θέλετε και αφήστε εκεί τα χρήματα», μου λέει μια προηγούμενη πελάτισσα. Και όντας σε μια χαράδρα των Τζουμέρκων θυμάμαι τον διάσημο φούρνο των Ραχών στην Ικαρία- σκηνές και «κώδικες» μιας Ελλάδας που από τις πόλεις μας έχει εξαφανιστεί…
"Το ΕΜΠ συνέστησε μια ομάδα από 26 καθηγητές και 40 ερευνητές, «45 μάστορες και 60 μαθητάδες» όπως αναφέρει ο θρύλος του γεφυριού της Άρτας με πρωταγωνιστικό τον ρόλο του Μανόλη Κορρέ, τον καθηγητή Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ που έχει βάλει την υπογραφή του στην αναστήλωση του Παρθενώνα"
Ο καθηγητής του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Δημήτρης Καλιαμπάκος, με καταγωγή από χωριά της περιοχής, είναι ο πρώτος άνθρωπος του ΕΜΠ που κινητοποιήθηκε για την αναστήλωση του γεφυριού- «δυο ώρες μετά την κατάρρευση μίλησα με τον πρύτανη και αμέσως ενημέρωσα τον περιφερειάρχη και τον δήμαρχο ότι το ΕΜΠ θα είναι παρών», μου λέει ο ίδιος. Πράγματι, το ΕΜΠ συνέστησε μια ομάδα από 26 καθηγητές και 40 ερευνητές- «45 μάστορες και 60 μαθητάδες» αναφέρει ο θρύλος του γεφυριού της Άρτας που αντανακλαστικά θυμάμαι…- με πρωταγωνιστικό τον ρόλο του Μανόλη Κορρέ, τον καθηγητή Αρχιτεκτονικής του ΕΜΠ που έχει βάλει την υπογραφή του στην αναστήλωση του Παρθενώνα.
«Για όλα τα επιμέρους θέματα του έργου υπάρχει και ένα αντίστοχο τιμ. Για να δούμε πως ακριβώς ήταν το γεφύρι έγινε ψηφιακή αναπαράσταση του, για να διαπιστώσουμε την ακριβή θέση των πετρών δημιουργήθηκε αρχείο από 800 φωτογραφίες του, μελετούμε τα «υδραυλικά» δεδομένα, τη μέγιστη ροή του Αράχθου, το θέμα των σεισμών- κάθε παράμετρος της αναστήλωσης μελετάται και από την αντίστοιχη, εξειδικευμένη ομάδα επιστημόνων», μου λέει ο κ. Καλιαμπάκος.
«Κατέβηκε μεγάλο γεωτρύπανο στην κοίτη, έγιναν γεωτρήσεις σε σημεία της και περιμένουμε να αξιολογηθούν τα αποτελέσματα και να συνταχθεί η γεωτεχνική μελέτη του έργου, βάση της οποίας θα αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της θεμελίωσης. Και καταφέραμε να σώσουμε σημαντικά κομμάτια της γέφυρας- αφήσαμε τα πολύ μεγάλα στη θέση τους και μετακινήσαμε τα υπόλοιπα σε ασφαλή σημεία. Μέσα στη χρονιά πρέπει να ξεμπερδέψουμε με όλα τα διαδικαστικά, να συγκεντρώσουμε τα υλικά, να βρούμε τους καλύτερους πετράδες της περιοχής- ώστε στις αρχές του καλοκαιριού να ξεκινήσουν οι εργασίες αναστήλωσης, και ει δυνατόν να τελειώσουν κιόλας. Ο Άραχθος δε μας δίνει περιθώριο παραπάνω από λίγους μήνες, δε «δουλεύεται» τον χειμώνα.
Το επόμενο καλοκαίρι ακόμα και τα ίχνη των προσβάσεων που τώρα δημιουργήσαμε θα έχουν σβήσει, θα πρέπει να δημιουργηθούν νέες και, πλέον, 2 εργοτάξια, ένα σε κάθε πλευρά. Θα στηθεί ένας μεταλλότυπος, στο ακριβές πρότυπο του παλιού γεφυριού, πανομοιότυπος με το «ξυλότυπο» πάνω στο οποίο ο παλιός πρωτομάστορας είχε «στήσει» το παλιό γεφύρι και με τεράστιους γερανούς μεγάλα, αυτούσια κομμάτια του μεσόβαθρου, βάρους 200- 300 τόνων, θα σηκωθούν και επανατοποθετηθούν στην αλλοτινή τους θέση.»
Σκοπός μας είναι να αναστηλώσουμε πέτρα- πέτρα το αυθεντικό γεφύρι, να ξαναφτιάξουμε το Γεφύρι της Πλάκας, όχι ένα νέο που του μοιάζει…
Σύμφωνα με το φιλόδοξο χρονοδιάγραμμα της αναστήλωσης η Γέφυρα της Πλάκας σε ένα χρόνο από τώρα, τον επόμενο Οκτώβριο θα είναι στη θέση της, ένα μοναδικό για τα ελληνικά και εξαιρετικά σπάνιο για τα διεθνή δεδομένα, εγχείρημα.
Πόσο μάλλον για τους παλιούς μαστόρους, με τις πρακτικές «σπουδές» και τον εύστροφο νου. Ο Σπύρος Μαντάς από το Κέντρο Μελέτης Πέτρινων Γεφυριών μου είχε ήδη μιλήσει για τον θαυμασμό με τον οποίο είχαν περιβάλλει τον πρωτομάστορα Μπέκα οι Γάλλοι μηχανικοί που είχαν εργαστεί στη διάνοιξη του Ισθμού της Κορίνθου και τη δεξιοτεχνία των «πελεκάνων», των μαστόρων που έδιναν σχήμα στους πέτρινους, ακατέργαστους όγκους.
«Είναι τιμητικό για εμάς να μας αποκαλέσει κάποιος “συναδέλφους” αυτών των παλιών τεχνιτών», μου λέει ο καθηγητής Καλιαμπάκος.
«Σήμερα μας λείπουν πάρα πολλές ιστορικές πληροφορίες για το πώς κατασκευάστηκαν αυτά τα γεφύρια. Για τους σκελετούς και τις σκαλωσιές που χρησιμοποιούσαν λίγα μόνο γνωρίζουμε. Το συγκεκριμένο γεφύρι χτίστηκε μονότοξο, ένα εγχείρημα φοβερά απαιτητικό τεχνικά, ίσως για να αποφευχθεί η θεμελίωσή του μέσα στον ρου ενός τόσο ορμητικού ποταμού. Η συλλογική κινητοποίηση των γύρω χωριών και η προσωπική εργασία των κατοίκων τους πρέπει να ήταν πολύ έντονη- αναφέρονται 30.000 «φορτώματα» γαιδουριών για τη μεταφορά της απαιτούμενης ξυλείας και πέτρας. Μπορείς να φανταστείς σε αυτή την ίδια κοίτη τον πρωτομάστορα να σχεδιάζει το έργο του και να επιβλέπει τους μάστορες και τα «μπουλούκια» των εργατών».
Ο Γιώργος Μπέκας είναι ένας από τους ελάχιστους εναπομείναντες «πετράδες» της περιοχής και μακρινός απόγονος του πρωτομάστορα της Πλάκας. «Μάστορας. Τι άλλο να γινόμουν;», μου λέει. «Δικηγόρος ή γιατρός;», αναρωτιέται γελώντας.
«Η Πράμαντα ήταν η «πηγή» των μαστόρων, απλώς συνέχισα τη δουλειά του πατέρα μου, από 14 χρονών τον ακολουθούσα σε χωριά της Θεσσαλίας για να κτίσουμε. Πληρωνόμασταν σε καλαμπόκι, δυο οκάδες τη μέρα». Στα χέρια του Μπέκα, εκτός από σπίτια, έχουν λαξευτεί εκκλησίες και καμπαναριά, πέτρινα όλα. Τον συναντώ στις «5 βρύσες» που έφτιαξε «μαζί με άλλους δυο μαστόρους, γιωργάδες όλοι μας» στην πλατεία των Πραμάντων. Μου δείχνει τις πέτρες της τοιχοποιϊας- «καθεμιά πελεκημένη στο χέρι, με καλέμι και κοπίδι, όχι σε μηχάνημα κόφτη». «Ο πετράς», λέει, «πρέπει να ξέρει να ζυγίσει την πέτρα και να υπολογίζει το σωστό ύψος της καμάρας. Μετά, ότι φτιάξει είναι αθάνατο… Κρίμα που απομείναμε μόνο δυο- τρεις μαστόροι».
«Πως ένιωσες τη μέρα που γκρεμίστηκε η Πλάκα;», τον ρωτάω.
«Μεγάλη λύπη. Ήταν και πρόγονός μου ο πρωτομάστορας που την «στέριωσε». Ελπίζω μόνο να βοηθήσω κι εγώ να ξαναφτιαχτεί.
Τα Πράμαντα είναι ένα πανέμορφο χωριό, κτισμένο στους πρόποδες της Στρογγούλας, ίσως της πιο επιβλητικής κορυφής των Τζουμέρκων. Στο δημαρχείο συναντώ τον δήμαρχο (και μηχανικό) κ. Γιάννη Σεντελέ. «Υπήρξαν άνθρωποι που είπαν καλύτερα να έπεφταν τα σπίτια τους παρά που γκρέμισε το γεφύρι. Είναι μεγάλη η απώλεια, ήταν το σύμβολο της περιοχής μας και η πτώση του μας δημιούργησε και ένα αίσθημα ανασφάλειας, πολλοί σκέφτηκαν πόσο εύκολο είναι να χαθούμε εμείς αφού έπεσε αυτός ο γίγαντας.
- Γιατί έπεσε το Γεφύρι;
Κατά τη διάρκεια της αναστήλωσης θα προκύψουν στοιχεία και θα αναδειχτούν τα αίτια με μεγαλύτερη σαφήνεια από ότι προς το παρόν. Αλλά για να μη «μασάμε τα λόγια μας» υπήρξε κωλυσιεργία από το υπουργείο Πολιτισμού και την Εφορεία Νεωτέρων Μνημείων. Το 1998 είχε γίνει μια συντήρηση από τη μέση και πάνω του τόξου αλλά ποτέ στα βάθρα, κι ας είχαν γίνει πλέον ορατές υποσκαφές, ειδικά στο δεξιό που σχεδόν ήταν στον αέρα. Οι υπηρεσίες δεν έδωσαν όμως ποτέ τη σημασία του κατεπείγοντος σε αυτές τις ενδείξεις.
Ποια είναι η πρόκληση τώρα;
Να δημιουργηθεί ένα δίκτυο χορηγών. Υπάρχουν εταιρείες, όπως οι «Μύλοι Λούλης», η Τράπεζα Πειραιώς, η ΤΕΡΝΑ, που έχουν δείξει ενδιαφέρον. (στα πλαίσια του ρεπορτάζ επαληθεύτηκε το ενδιαφέρον της εταιρείας «Μύλοι Λούλη»). Η μη κερδοσκοπική εταιρεία που έχει συσταθεί θα πρέπει να κατευθύνει τις χορηγίες, τις μελέτες και τις εργολαβίες σύμφωνα με τις οδηγίες της επιστημονικής επιτροπής, όπου πρωτεύοντα ρόλο έχει το ΕΜΠ. Είναι ένα αξιόλογο πείραμα αυτό το πρότζεκτ- αν αποδειχτεί επιτυχημένο μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για το πώς μπορούμε να εκτελούμε δημόσια έργα πολιτιστικής και ιστορικής αξίας, με χορηγούς και φορείς, δίχως κρατικά κονδύλια. Η πρόθεσή μας είναι να μη διαχειριστούμε χρήματα- παρά μόνο υπηρεσίες και έργα, με τρόπο ώστε ο χορηγός να έρχεται σε αδιαμεσολάβητη επαφή με τον εργολάβο.
Πόσο σημαντικό ήταν για την ανάπτυξη της περιοχής το γεφύρι; Τα Τζουμέρκα δεν έχουν τη φήμη των Ζαγοροχωρίων, ή του Μετσόβου…
Τα Τζουμέρκα χτίζουν μεθοδικά το brand name τους όσον αφορά τον τουρισμό που περιλαμβάνει δραστηριότητες στη φύση, στο ποτάμι ή τον ορεινό όγκο. Αναπτυσσόμαστε σταδιακά αλλά δεν έχει επέλθει εδώ ο κορεσμός των περιοχών που ανέφερες. Η κρίση μας πέτυχε σε «καλό» σημείο- ακούγεται οξύμωρο, αλλά δεν προλάβαμε να φτιάξουμε περισσότερες εγκαταστάσεις περισσότερες από όσες χρειαζόμαστε. Και στο άμεσο μέλλον, όσα καλώς γίνουν θα καλύπτουν πραγματικές ανάγκες και δε θα γίνουν χάρη δανείων και επιδοτήσεων χωρίς πλάνο. Με την ίδια σοβαρότητα θα αναστηλωθεί το γεφύρι, για να αποτελέσει ξανά πόλο έλξης και μοχλό ανάπτυξης.
Ο Αχιλλέας Παπαευθυμίου και τα αδέρφια Βαγγέλης και Βασίλης Σταμάτης, από τα Γιάννενα και την Άρτα αντίστοιχα αλλά με καταγωγή από την περιοχή, είναι τρεις νέοι άνθρωποι που επένδυσαν και δραστηριοποιούνται επαγγελματικά στα Τζουμέρκα. Ο Αχιλλέας, απόφοιτος ΤΕΦΑΑ, είναι ιδιοκτήτης της Alpine Zone και δραστηριοποιείται χρόνια στα outdoor sports, σε όλη την Ήπειρο. Ένα από τα σημεία του είναι η Γέφυρα της Πλάκας.
«Το γεφύρι χαρακτήριζε όλη την περιοχή, έδινε υπεραξία στην ίδια και σε κάθε δραστηριότητα εντός αυτής. Δοκίμασε να κάνεις ένα κουίζ με μια φωτογραφία του ποταμιού χωρίς το γεφύρι. Θα μπορούσε να είναι ένα ποτάμι «παντού», ενώ με το γεφύρι στο κάδρο η απάντηση είναι ξεκάθαρη, εντοπισμένη».
Οι επισκέπτες πως αντιδρούν;
Αρκεί να σου πω ότι ενώ αναρωτιόντουσαν πως το έκτισαν, πλέον απορούν πως αφέθηκε να πέσει… Πλήρης αντιστροφή εντυπώσεων και συναισθημάτων. Η διαδρομή του ράφτιγκ είναι από μόνη της εντυπωσιακή. Όσο το Γεφύρι ήταν όρθιο η διασκέδαση όλων έφτανε στο αποκορύφωμά της όταν περνούσανε κάτω από την καμάρα του. Τώρα, στο ίδιο σημείο- τέλος της διαδρομής ακούς ερωτήματα και αντιλαμβάνεσαι μια θλίψη.
Λίγα χιλιόμετρα πιο πάνω, σε ένα φυσικό τοπίο σαν σκηνικό βγαλμένο από την τριλογία του “Lord of the Rings”, ο Βαγγέλης (μαθηματικός) και ο Βασίλης (οικονομολόγος) έχουν δημιουργήσει τους «Ορίζοντες Τζουμέρκων», μια πρότυπη ξενοδοχειακή μονάδα, σαν (προσιτό) «σαλέ» κατασκευασμένο από πέτρα, ξύλο και γυαλί, με σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον όπου εντάσσεται.
«Τα νέα για την κατάρρευση του παλιού γεφυριού τα έμαθα από κάποιον επισκέπτη που περιμέναμε και μόλις είχε περάσει από το σημείο. Και έμεινα με το «στόμα ανοιχτό», αποσβολωμένος», μου λέει ο Βαγγέλης. «Θυμάμαι ανέκαθεν, ειδικά τους ανθρώπους από το εξωτερικό, να στέκουν απορημένοι με το τεχνικό επίτευγμα- και άντε να τους εξηγήσεις για την ιδιοφυία και το μεράκι εκείνων των παλιών μαστόρων».
Ήταν το σημείο της περιοχής με τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα;
Προφανώς. Το γεφύρι έφερνε κόσμο στην περιοχή μας- και συνεχίζει, οι άνθρωποι εξακολουθούν να το επισκέπτονται. Το γκρέμισμά του στάθηκε αφορμή να μάθουν περισσότεροι την ιστορία του. Η αναστήλωσή του είναι ένα πρότζεκτ που συντηρεί το ενδιαφέρον για την Πλάκα- και αν ολοκληρωθεί με τις προδιαγραφές του ΕΜΠ, το ενδιαφέρον θα εκτοξευθεί. Η περιοχή θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πόλος έλξης συνεδριακού ή εξειδικευμένου τουρισμού στη λαϊκή παράδοση, την αρχιτεκτονική, το υδάτινο στοιχείο, τη φύση και την ιστορία.
Η χρονιά που έρχεται είναι κρίσιμη, για το αν το γεφύρι θα αναταχθεί στη θέση του- οι Έλληνες όσο εύκολα συγκινούμαστε ή εμπνεόμαστε, ομοίως εύκολα ξεχνάμε. «Οι άνθρωποι και οι φορείς των Τζουμέρκων έχουμε μια ευκαιρία να κερδίσουμε το στοίχημα της «αναστήλωσης», όχι μόνο της γέφυρας της Πλάκας αλλά της ορεινής, ιδιαίτερης πατρίδας μας», θυμάμαι τα λόγια του Γιάννη Παπαδημητρίου.