Στις 19 Απριλίου του 1915, η Έθελ Άντριους, μία νεαρή Αγγλίδα, έστειλε γράμμα στον τότε υπουργό Εξωτερικών ρωτώντας για την τύχη του αδελφού της, Γκόρντον Γκρέι, ο οποίος είχε πιαστεί και κρατούνταν ως αιχμάλωτος πολέμου στη βόρεια Γερμανία, αναφέρει ο Guardian.
«Δεν έχω ακούσει νέα του εδώ και πολύ καιρό. Του στέλνω ένα δέμα κάθε εβδομάδα, νιώθω τόσο πληγωμένη γιατί δεν έχω νέα για το αν τα λαμβάνει. Θα ήμουν περισσότερο από ευγνώμων εάν θα μπορούσατε να κάνετε κάτι για μένα» έγραφε.
Λίγους μήνες αργότερα, ο Λόρδος Κίτσενερ, υπουργός του Πολέμου, είχε λάβει μία επιστολή από τον Χένρι ΜακΜπράιαν, ο οποίος ζητούσε ενημέρωση για τον γιο του Τζον Κρόφορντ Γουίλιαμ ΜακΜπράιαν, επίσης αιχμάλωτο πολέμου στη Γερμανία.
Από τα γράμματα που λάμβανε από τον γιο του φαινόταν ότι «επιδεινώνεται τόσο η νοητική όσο και η σωματική του κατάσταση» ανέφερε ο πατέρας. «Τώρα, Λόρδε μου, μετά μεγάλης διστακτικότητας σάς γράφω για να σας ενοχλήσω, παρότι είστε πολύ απασχολημένος, αλλά το κάνω γιατί στηρίζομαι σε εσάς υπό την έννοια της Δικαιοσύνης. Να αναφέρω πως και οι τέσσερις γιοι μου υπηρετούν την πατρίδα».
Αυτές κι άλλες αξιοσημείωτες επιστολές από τον Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο, που φυλάσσονται στα Εθνικά Αρχεία της Βρετανίας, δημοσιεύονται για πρώτη φορά στο διαδίκτυο ρίχνοντας «φως» σε λεπτομέρειες της περιόδου.
Στις εκατοντάδες σελίδες της υπηρεσιακής αλληλογραφίας, περιέχονται δεκάδες επιστολές γονέων, αδελφών, συζύγων που αγωνιούν για την τύχη των αγαπημένων τους και ζητούν πληροφορίες ή παραπονιούνται για τις συνθήκες κράτησής τους.
«Αυτή η συλλογή περιέχει μερικά κρυμμένα διαμάντια που φυλάσσονταν για πάνω από 100 χρόνια στα Εθνικά Αρχεία και δημοσιεύονται για πρώτη φορά στο διαδίκτυο για να τα εξερευνήσει το κοινό» δήλωσε ο Πολ Νίξον, στρατιωτικός εμπειρογνώμονας στον ιστότοπο οικογενειακής ιστορίας Findmypast, ο οποίος δημοσιεύει τα έγγραφα. Η συλλογή θα παρουσιάζεται έως τις 14 Νοεμβρίου.
«Προσφέρει μια μοναδική ματιά στις εμπειρίες αυτών των στρατιωτών και των οικογενειών τους κατά τη διάρκεια του Α′ Παγκοσμίου Πολέμου. Μπορείτε πραγματικά να πάρετε μια αίσθηση του τραύματος, της σύγχυσης και του τρόμου όσων αναζητούσαν απαντήσεις και λάμβαναν αποσπασματικές αναφορές για τις συνθήκες στα στρατόπεδα αιχμαλώτων πολέμου» συμπλήρωσε.
Οι επιστολές, όπως επεσήμανε, αποκαλύπτουν την αλήθεια του πολέμου καθώς οι φυλακισμένοι έγραφαν για τις τεράστιες κακουχίες τους και διαψευδόταν η αίτηση της σύγκρουσης με αυστηρούς κώδικες συμπεριφοράς. Η γερμανική λογοκρισία δεν είχε «πιάσει» μερικές απ΄αυτές τις αποκαλύψεις.
«Μας λιμοκτονούν εδώ» έγραφε ένας κρατούμενος. «Παίρνουμε μόνο ρύζι, νερό και κουκιά (...) αρκετοί άνδρες έχουν τραυματιστεί από τη φρουρά με ξιφολόγχες και ένας μεγάλος αριθμός μαστιγώνεται και δένεται σε έναν στύλο από συρματόπλεγμα για έξι ώρες με τα δάχτυλα των ποδιών του να ακουμπούν μόλις το έδαφος. Το κάνουν αυτό χωρίς καμία δικαιολογημένη αιτία (...) είναι χειρότερο από το να βρίσκεσαι στην κόλαση».
Πλην των επιστολών, δίδονται και πληροφορίες για το πώς αντιμετώπισε η βρετανική κυβέρνηση το ζήτημα. Στην Έθελ Άντριους, για παράδειγμα, στάλθηκε επιστολή που τη διαβεβαίωνε ότι σύμφωνα με τον πρέσβη των ΗΠΑ - η οποία ήταν αμέτοχη στον πόλεμο - παρακολουθούσε τα στρατόπεδα αιχμαλώτων πολέμου, τα δέματα που στέλνονταν στους κρατούμενους «φαίνεται, κατά κανόνα, να φθάνουν με ασφάλεια και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση».
Από ξεχωριστά αρχεία προκύπτει ότι ο αδελφός της παρέμεινε αιχμάλωτος πολέμου για το υπόλοιπο του πολέμου και επέστρεψε για να ζήσει με τη μητέρα του.
Ο υπολοχαγός ΜακΜπράιαν, ομοίως, επέζησε από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο και συνέχισε να βοηθά τη Μεγάλη Βρετανία να κερδίσει το χρυσό μετάλλιο στο κρίκετ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1920. Τα αδέλφια του, ωστόσο, δεν ήταν τόσο τυχερά. Ο ένας σκοτώθηκε στη Γαλλία το 1916, ο δεύτερος τραυματίστηκε και ο νεότερος, υπέφερε από σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας μετά τον πόλεμο.