Στην τρέχουσα πολιτική, οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα, όπου δημιουργούνται φαινόμενα μειωμένης εμπιστοσύνης απέναντι στα πολιτικά συστήματα, αφήνοντας απόνερα που φθάνουν μέχρι και την αποχή των Πολιτών, την αδιαφορία, η κατάσταση στην Βρετανία, διατρέχοντας μια χρονική περίοδο από την απέλπιδα προσπάθεια του Κάμερον να χρησιμοποιήσει την συμμετοχή της στην ΕΕ για να ανακόψει την δημοσκοπική άνοδο της ακροδεξιάς του Φάρατζ, είναι ενδεικτική του πόσο επικίνδυνα γίνονται λαϊκιστικά πρότυπα, ειδικά όταν δρούν ανεξέλεγκτα.
Το αποτέλεσμα της δημοψηφισματικής διαδικασίας στο Ηνωμένο Βασίλειο με την επικράτηση των εκφραστών της άμεσης και χωρίς καθυστερήσεις αποχώρησης, με την ενεργοποίηση του Άρθρου 50 της ΕΕ, προκάλεσε αλόγιστες και επικίνδυνες ψευδαισθήσεις. Οι πιο ακραίοι εκφραστές της εξόδου, είχαν ένα απόλυτα σαθρό έδαφος να κινηθούν, που όταν υποχώρησε και κατέρρευσε, παρέσυρε και την εκδηλωθείσα δημαγωγία τους. Αφήνοντας έκθετη σε κινδύνους την Βρετανία, αφήνοντας απροστάτευτη την Κοινωνία, που τώρα πληρώνει το ότι άκουσε την ανεύθυνη και ανέξοδη πρόταση των λαϊκιστών.
Άφρονες πολιτικές επιλογές όμως ακολουθήθηκαν από μεγάλο μέρος του βρετανικού πολιτικού συστήματος, με την αδυναμία κατανόησης του τι ακριβώς συνετελέσθη, με την αδυναμία διαχείρισης να μην είναι μόνον επι του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, αλλά και επι της συμφωνίας εξόδου, οριοθετώντας βεβιασμένες κινήσεις επι του οδικού χάρτη.
Ένα πολιτικό εκκρεμές με ελλειμματικό χαρακτήρα στην κατανόηση του αποτελέσματος, αλλά και εξίσου ελλειμματικό χαρακτήρα στο να επιτύχει ρεαλιστικές εξασφαλίσεις για την επόμενη μέρα. Στα πεδία της οικονομίας, της απασχόλησης, της εκπαίδευσης, των επιχειρήσεων.
Η κυριαρχούσα αντίληψη στην Βρετανική εξουσία, κυρίως αυτή που που συντάχθηκε με το Brexit, ήταν ότι σε σχέση με την ΕΕ θα επιτύχουν μια τέτοια θεσμική συμφωνία αποχώρησης, χωρίς κανένα κόστος. Από την πρωθυπουργό Τερέζα Μέι, μέχρι τους σκληρούς του Brexit, υπήρχε μια σειρά πολιτικά λανθασμένων στοιχείων, που θεωρούσαν ότι η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ θα ήταν μια απλή εμπορική ανταλλαγή, που θα το αποδέσμευε με μοναδική ευκολία από την ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, από τις θεμελιώδεις ευρωπαϊκές ελευθερίες, όπως την ελεύθερη κίνηση των πολιτών. Η εξέλιξη βέβαια των γεγονότων τους διέψευσε, καθώς το ουτοπικό διαδέχθηκε η συνειδητοποίηση της πραγματικότητας, που επέφερε συμβιβασμούς. Το εκλογικό σώμα έχει υποστεί σημαντικά πλήγματα, έρμαιο των Βρετανών λαϊκιστών. Και σήμερα βρίσκεται περιχαρακωμένο να ταλανίζεται
Την 10ετία του 2000, εκλογικά σώματα στην Γαλλία, στην Ολλανδία, απέρριπταν την Συνθήκη για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, με την παραδοξότητα στο δημοψηφισματικό διακύβευμα η συζήτηση να μην γίνεται πάνω στην ευρωπαϊκή ενοποίηση, αλλά επι των θεωριών εθνικής αμφισβήτησης με έντονα καταγεγραμμένο τον παρορμητικό εθνικολαϊκισμό από αντιευρωπαϊκές δυνάμεις της Αριστεράς και της Δεξιάς. Θεωρίες όπως αποδείχθηκε λανθασμένες, με τους Πολίτες να παρασύρονται και να ψηφίζουν άλλα αντί άλλων.
Σήμερα βλέπουμε ξανά με σημείο αναφοράς το Brexit, ότι οι Πολίτες παρασύρονται ξανά από τους λαϊκιστές, όταν είχε προκληθεί η ζημιά εκατοντάδες χιλιάδες να διαδηλώνουν υπέρ της Ευρώπης. Πλέον όμως έχει έρθει η ώρα η πολιτική και οι πολιτικοί να βγούν μπροστά απέναντι στον ανεύθυνο και επικίνδυνο λαϊκισμό, στο Λονδίνο, στο Ελσίνκι, στην Αθήνα, γιατί οι χώρες μας και η ΕΕ πρέπει να προχωρήσουν μπροστά.