Lhakpa, η βασίλισσα του Έβερεστ: Η γυναίκα που ανέβηκε 10 φορές στην κορυφή του κόσμου

Ένα ντοκιμαντέρ με την απίθανη ιστορία της αξιοθαύμαστης Νεπαλέζας, που παρά το ρεκόρ της καθαρίζει σπίτια στο Κονέκτικατ των ΗΠΑ. Πρεμιέρα στο Netflix, 31 Ιουλίου.

Η αφήγηση εκκινεί το 2022. Η Lhakpa Sherpa από το Νεπάλ ζει σε ένα μικροσκοπικό διαμέρισμα στο Γουέστ Χάρτφορντ του Κονέκτικατ στις ΗΠΑ, εργάζεται σε αλυσίδα σούπερ μάρκετ μεγαλώνοντας μόνη τις έφηβες κόρες της και δεν έχει ανέβει σε βουνό εδώ και χρόνια. Τίποτα στο σημείο αυτό της αφήγησης δεν προμηνύει την απίθανη ιστορία που ακολουθεί στο «Mountain Queen: The Summits of Lhakpa Sherpa», το νέο ντοκιμαντέρ της Βρετανίδας Λούσι Γουόκερ («Crash Reel», «Waste Land»), που χρειάστηκε έξι χρόνια για να γυριστεί, αντιμετωπίζοντας όχι μόνο τεχνικές δυσκολίες, αλλά και επικίνδυνες συνθήκες.

Κόρη βοσκών γιακ σε ένα μικροσκοπικό χωριό στα Ιμαλάια που δεν είχε ούτε ηλεκτρικό ρεύμα, η Lhakpa (γενν. 1973), ένα από τα 11 παιδιά της οικογένειας, στερήθηκε την πρόσβαση στην εκπαίδευση και την εργασία λόγω του φύλου της, όπως όλες οι γυναίκες της φυλής της την εποχή που ήταν παιδί. Παρότι μετέφερε τον μικρότερο αδερφό της σε μία απόσταση δύο ωρών για το σχολείο, στην ίδια δεν επιτρεπόταν η είσοδος (ακόμη δεν γνωρίζει γραφή και ανάγνωση, παρότι μιλάει επτά γλώσσες τις οποίες έμαθε την εποχή που δούλευε ως οδηγός για δυτικούς ορειβάτες στο Έβερεστ).

Η πρώτη φορά που αντίκρισαν ταξιδιώτες από τη Δύση στο χωριό της, το Makalu -μια κατάφυτη, αραιοκατοικημένη περιοχή του Νεπάλ στο κατώφλι του Έβερεστ, σε υψόμετρο 4.000 μ.- είναι χαρακτηριστική. Έπαιζε έξω με τις φίλες της, όταν είδε κάτι ψηλούς, χλωμούς τύπους με ξανθά μαλλιά και γαλάζια μάτια, να ανεβαίνουν τον λόφο. Τα παιδιά έβαλαν τις φωνές πανικόβλητα, το ίδιο και η μητέρα της.

Αν και το αναμενόμενο ήταν να περιοριστεί στο σπίτι, η Lhakpa ήθελε να είναι έξω, στα βουνά. Εντωμεταξύ, οι Ευρωπαίοι άρχισαν να επιστρέφουν κάθε χρόνο κι κείνη έβλεπε τους νεαρούς συχωριανούς της να εργάζονται ως αχθοφόροι, μεταφέροντας προμήθειες και εξοπλισμό στα επικίνδυνα μονοπάτια των Ιμαλαΐων. Παρότι πιο δυνατή από κάποια αγόρια, ήξερε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να την προσλάβουν επειδή ήταν κορίτσι. Με τη συναίνεση του πατέρα της και κόντρα στη θέληση της μητέρας της, έκοψε τα μαλλιά της, φόρεσε καπέλο και εξασφάλισε την πρώτη της δουλειά ως αχθοφόρος (κουβαλώντας φορτία 100 κιλών) και «kitchen boy».

Μέχρι το 2000, βιοποριζόταν από τη δουλειά της στις ορειβατικές αποστολές, ζώντας πλέον στο Κατμαντού, καθώς η σύντομη σχέση της με έναν άνδρα, ο οποίος αδιαφόρησε για κείνη, παρά τον ερχομό ενός γιου, κατέστησε αδύνατη κοινωνικά την παραμονή στο χωριό της. Ήταν η χρονιά που τέθηκε επικεφαλής μιας νεπαλέζικης ομάδας ορειβατών η οποία αποτελείτο αποκλειστικά από γυναίκες, της Nepali Women Millennium Expedition, και στις 18 Σεπτεμβρίου 2020, έγινε η πρώτη Νεπαλέζα που έφτασε στην κορυφή του Έβερεστ -ένας από τους μόλις 145 ανθρώπους τότε που είχαν κατακτήσει την κορυφή.

Λίγο μετά, η Lhakpa γνώρισε σε ένα μπαρ του Κατμαντού τον μετέπειτα σύζυγο της, Gheorghe Dijmărescu, ένα γνωστό Ρουμανο-Αμερικανό ορειβάτη και οδηγό. Το ζευγάρι ερωτεύτηκε και την επομένη χρονιά ανέβηκε μαζί στην κορυφή. Εγκαταστάθηκαν στο Κονέκτικατ, όπου ο Dijmărescu διατηρούσε μια εταιρεία που κατασκεύαζε στέγες και επέστρεφαν στο Έβερεστ κάθε άνοιξη ως οδηγοί σε αποστολές.

Όμως μετά τη γέννηση της πρώτης τους κόρης, ο Dijmărescu έγινε επιθετικός. Κατά τη διάρκεια μιας λογομαχίας στο Έβερεστ το 2004, τη χτύπησε στο κεφάλι μπροστά σε όλους και την έσυρε έξω από τη σκηνή, χαρακτηρίζοντας την «σκουπίδι». Η Lhakpa φοβήθηκε ότι θα πέθαινε και όπως λέει, το μόνο που την κράτησε ήταν η σκέψη της κόρης της. Για χρόνια παρέμεινε εγκλωβισμένη σε μια κακοποιητική σχέση με έναν άνδρα ο οποίος συνέτριψε την αυτοπεποίθησή της. Μη μπορώντας να αφήσει τον Dijmărescu, ο οποίος στην πορεία την απείλησε ότι θα σκοτώσει την οικογένεια εάν επιχειρούσε να τον εγκαταλείψει, συνέχισε τις αναρριχήσεις μαζί του, ανεβαίνοντας για έκτη φορά στο Έβερεστ το 2006, ενώ ήταν έγκυος στη δεύτερη κόρη τους. Θα ήταν η τελευταία ανάβαση για μια δεκαετία.

Μετά από μια ακόμη επίθεση το 2012, μπροστά στη Sunny και τη Shiny, η Lhakpa με τη βοήθεια μίας κοινωνικής λειτουργού έφυγε μαζί με τις κόρες της σε ένα καταφύγιο γυναικών. Πήρε διαζύγιο, κέρδισε την αποκλειστική επιμέλεια τους, κι ενώ ο Dijmărescu, ο οποίος είχε καταδικαστεί με αναστολή, την παρακαλούσε να επιστρέψει, εκείνη σχεδίαζε τη δική της επιστροφή. Στο Έβερεστ.

Ο μικρότερος αδερφός της, Mingma Gelu Sherpa, ο οποίος είχε αρχίσει τις αναβάσεις την ίδια εποχή με αυτήν, είχε ιδρύσει μια εταιρεία οδηγών και το 2016, η Lhakpa συμμετείχε σε μια αποστολή μαζί του. Κατάφερε να φτάσει στην κορυφή για έβδομη φορά και παράλληλα, να βρει την ισορροπία της. «Το Έβερεστ είναι ο γιατρός μου», θα έλεγε χρόνια αργότερα σε συνέντευξη της στους FT.

Open Image Modal
Η σκηνοθέτις Λούσι Γουόκερ και η Lhakpa Sherpa σε προβολή του ντοκιμαντέρ στο Λονδίνο, 17 Ιουνίου 2024. (Photo by Dave Benett/Getty Images for Netflix)
Dave Benett via Getty Images

Η Γουόκερ ήρθε σε επαφή με τη Lhakpa αμέσως μετά. Αποφασισμένη να κάνει την ταινία που της αξίζει, βρήκε έναν κινηματογραφιστή, ο οποίος θα την ακολουθούσε προκειμένου να απαθανατίσει τη δέκατη φορά που θα ανέβαινε στο Έβερεστ το 2022, σε ηλικία 48 ετών.

«Μετά τα 8.000 μέτρα νιώθω σαν ζόμπι. Δεν μπορείς να φας τίποτα, τα πάντα είναι παγωμένα»

Η ταινία καταγράφει τη Lhakpa καθώς ανεβαίνει σε έναν απότομο, παγωμένο βράχο στο Everest Camp Four -την αρχή της ζώνης του θανάτου, το σημείο όπου το υψόμετρο καθιστά αδύνατη την αναπνοή για πολύ ώρα χωρίς συσκευή οξυγόνου- όπου και κατασκηνώνει, σε θερμοκρασίες ψύχους κι ενώ ένας σφοδρός άνεμος μαίνεται στα πλαϊνά της σκηνής.

Η 15χρονη κόρη της, Shiny, περιμένει με αγωνία στο Base Camp, καθώς οι συνεργάτες της προσπαθούν να επικοινωνήσουν μέσω ασυρμάτου με το Camp Four.  

Η Lhakpa γνωρίζει τα μονοπάτια του Έβερεστ χωρίς να συμβουλευτεί χάρτη, κι επίσης, κατανοεί τον καιρό και τις γρήγορες εναλλαγές του -πείρα που σώζει ζωές. «Το βουνό αποφασίζει τον καιρό. Όσο διαρκεί η κακοκαιρία πρέπει να περιμένεις. Δεν μπορείς να τα βάλεις μαζί του».  

Περισσότεροι από 300 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους προσπαθώντας να ανέβουν στο Έβερεστ.

«Μετά τα 8.000 μέτρα νιώθω σαν ζόμπι. Δεν μπορείς να φας τίποτα, τα πάντα είναι παγωμένα. Πρέπει να ανεβαίνεις τη νύχτα για να μπορέσεις να κατέβεις από την κορυφή στο φως της μέρας. Είναι τρομακτικό», όπως λέει, εξηγώντας ότι οι ορειβάτες μένουν πολύ λίγο στην κορυφή. Για την ίδια είναι μόλις πέντε με 10 λεπτά -όσο χρειάζεται για να τραβήξει φωτογραφίες.

Η φήμη των οδηγών και αχθοφόρων Σέρπα (Sherpa) -της φυλής που ζει στις κοιλάδες του Νεπάλ, ψηλά πάνω στα Ιμαλάια- είναι γνωστή. Ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που έφθασαν στην κορυφή του Έβερεστ (1953), εκείνοι στους οποίους βασίστηκαν για τη μεταφορά του βαρύτατου εξοπλισμού τους οι πρώτοι Ευρωπαίοι ορειβάτες που ονειρεύτηκαν να κατακτήσουν τις κορυφές των Ιμαλαΐων τη δεκαετία του 1920. Με άλλα λόγια, είναι οι σπουδαίοι αλπινιστές, η καθοριστική συμβολή των οποίων στην επίτευξη του μεγάλου στόχου κατά κανόνα αποσιωπάται και τα δυστυχήματα των οποίων σπανίως απασχολούν την επικαιρότητα.  

Η ταινία δεν έχει προσφέρει τίποτα απτό μέχρι στιγμής στη Lhakpa, η οποία τώρα καθαρίζει σπίτια στο Κονέκτικατ για να τα βγάλει πέρα -οι εργοδότες της δεν έχουν ιδέα ποια είναι. Σύμφωνα με τον Guardian, εταιρείες που σε άλλη περίπτωση θα διαγκωνίζονταν για να στηρίξουν ως χορηγοί τις αποστολές της, την απέρριψαν. «Δεν ξέρω γιατί με αγνοούν, είμαι σπουδαία ορειβάτης», αναρωτιέται με απορία. Για τη 10η ανάβαση της κατάφερε να συγκεντρώσει χρήματα μέσω crowdfunding.

«Η συναρπαστική ιστορία της Lhakpa μας υπενθυμίζει ότι υπάρχουν ήρωες που ζουν ανάμεσά μας -ο άνθρωπος που βρίσκεται δίπλα μας στο μετρό, οδηγεί ταξί ή εργάζεται στο σούπερ μάρκετ της γειτονιάς», σημειώνει η παραγωγός Dalia Burde.

Ενώ η ίδια Lhakpa γράφει στην ιστοσελίδα της: «Μην τα παρατάς ποτέ […] Μην προσπαθήσεις να κάνεις τα πάντα, αλλά κάνε αυτό που αγαπάς. Και κάποια μέρα μπορεί να ανέβεις στο δικό σου Έβερεστ».

Το ντοκιμαντέρ που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Τορόντο το 2023 -το κοινό υποδέχτηκε την ταινία με standing ovation- και πιθανώς αποσπάσει υποψηφιότητα στα Όσκαρ, έρχεται στο Netflix στις 31 Ιουλίου.

Με πληροφορίες από Tudum Netflix, Guardian, FT

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ