Ζούμε σε έναν αβέβαιο κόσμο, όπου ελάχιστες είναι οι καταστάσεις ή οι περιπτώσεις για τις οποίες μπορούμε να εκφράσουμε μία γνώμη με απόλυτη βεβαιότητα, λόγω της πολυπλοκότητας, πολυμορφικότητας και ρευστότητας της γνώσης και της πληροφορίας που λαμβάνουμε από το περιβάλλον, οι οποίες πλαισιώνονται από πληθώρα παραδοχών και υποθέσεων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα προκειμένου να γίνει αυτό αντιληπτό είναι το γεγονός ότι, όταν καλούμαστε να επιλύσουμε μια προβληματική κατάσταση, αφυπνίζονται εκείνοι οι νοηµατικοί μηχανισμοί που αποτελούνται από ανώτερης τάξης σχήματα και σενάρια, προοπτικές, θεωρίες, παραδοχές, πεποιθήσεις που συνυφαίνουν το αντιληπτικό μας σύστημα και την προσωπική μας ιδεολογία και αναφέρονται στο σύνολο των πρότερων υποθέσεων. Διαµέσου αυτών, η νέα εμπειρία αφορμάται από τις προγενέστερες του ατόµου, όντας αυτό σε φάση ερμηνείας των φαινομένων.
Οι νοητικές διεργασίες που ενεργοποιούνται προκειμένου να εξετάζουμε κάποιο λογικό πρόβλημα, να αναλύσουμε τα δεδομένα, να αξιολογήσουμε τις πιθανότητες για κάποιο γεγονός, ώστε να οδηγηθούμε στις όποιες συναγωγές είναι οι εξής:
Η λογική σκέψη, η οποία δεν αφορά μόνο προβλήματα μαθηματικών ή επιστημονικά προβλήματα συλλήβδην, αλλά επιστρατεύεται σε πολλών ειδών καθημερινά προβλήματα. Ο κανόνας που τη διέπει έχει τη μορφή: Αν Α τότε Β. Δηλαδή, αν έχουμε την κατάσταση Α τότε θα συντελεστεί το Β. Γνωρίζουμε ότι το Α συμβαίνει. Κατά συνέπεια και το Β θα πρέπει να συντελεστεί.
Αυτό, λοιπόν, είναι ένα απλό μοντέλο για το πώς επιλύουμε προβλήματα που έχουν τη μορφή: ‘Εφόσον ισχύει αυτό... άρα έχουμε εκείνο’.
Η κλασσική λογική, αφετέρου, είναι ένα σύνολο από αξιώματα τα οποία μας επιτρέπουν να αντιμετωπίσουμε οποιοδήποτε πρόβλημα λογικής. Π.χ., ένα τέτοιο αξίωμα εσωκλείεται στο σχήμα: «Το Α και Β είναι αληθές μόνο όταν το Α είναι αληθές και το Β είναι αληθές».
Οι κανόνες αυτοί οργανώνονται με κάποιους αλγορίθμους οι οποίοι επιλέγουν και συνδυάζουν τους κανόνες για την επίλυση προβλημάτων.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ένα ιδιαίτερα ευέλικτο υπολογιστικό όργανο το οποίο επιτρέπει συλλογισμούς ποικιλοτρόπως. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι αν η κλασσική λογική είναι μέρος του γνωσιακού συστήματος σε τέτοιο βαθμό ώστε λογικά επιχειρήματα να φαίνονται περισσότερο πειστικά και ισχυρά σε ανθρώπους οι οποίοι δεν έχουν συγκεκριμένη εκπαίδευση στην κλασσική λογική.
Θεωρούμε ότι η κλασσική λογική όντως είναι η βάση των συλλογιστικών διεργασιών. Παρ’ όλα αυτά, για απλά, καθημερινά προβλήματα το γνωσιακό σύστημα έχει αναπτύξει μια σειρά από προτιμήσεις και επιρροές οι οποίες προλειαίνουν το έδαφος για τη γρήγορη αλλά όχι απαραίτητα ακριβή επίλυση των καθημερινών προβλημάτων.
Οι άνθρωποι αναγνωρίζουν επιχειρήματα τα οποία βασίζονται σε κανόνες της λογικής ως περισσότερο ισχυρά, σωστά, πειστικά, κτλ. Πράγματι, πολλές φορές σε καθημερινές συζητήσεις μπορεί να πούμε: «Είσαι παράλογος» ή «Χρειάζεται λογική αντιμετώπιση του προβλήματος», δηλώσεις που εξαίρουν την πίστη στην παραδοχή ότι τα περισσότερο έγκυρα επιχειρήματα βασίζονται στη λογική σκέψη.
Και ενώ, η αναντίρρητη αλήθεια προέτασσε μέχρι πρότινος ότι η λογική σκέψη ήταν η βάση για τον χαρακτηρισμό των ανθρώπων ως ορθολογικά όντα, πλέον τα πράγματα περιπλέκονται λίγο. Διότι, βάσει πολυσχιδών ερευνητικών πορισμάτων, φαίνεται ότι οι «απλοί» άνθρωποι (σε αντιπαραβολή με αυτούς, οι οποίοι έχουν κάποια συγκεκριμένη επιστημονική ή μαθηματική κατάρτιση) δεν ακολουθούν, βάσει ερευνών και πειραμάτων, τους κανόνες της λογικής στους καθημερινούς τους συλλογισμούς.