Από το 1445 όπου ο Γουτεμβέργιος πέτυχε την πρώτη μαζική μηχανική εκτύπωση ενός βιβλίου μέχρι και σήμερα, το βιβλίο έχει απολέσει την κύρια λειτουργία του, αυτή της εκπαίδευσης και μεταλαμπάδευσης γνώσης και πολιτισμού από γενιά σε γενιά και από το ένα έθνος στο άλλο.
Πλέον ζούμε στην εποχή της έκρηξης των ψηφιακών μέσων.
Σήμερα ο καθένας μπορεί να έχει πρόσβαση σε ψηφιακά κείμενα ακόμα και μέσα από το κινητό του, ενώ υπάρχουν τόσες διαφορετικές επιλογές για να μάθει κάποιος (μέσω βίντεο, ηλεκτρονικών παιγνίων, forums, δυναμικών κειμένων κλπ) που μάλλον το βιβλίο ως εγχειρίδιο γνώσης έχει μερικώς απαξιωθεί. Άλλωστε η πτώση των πωλήσεων του κλάδου διεθνώς είναι ενδεικτική της τάσης.
Ακόμα και τα μεγαλύτερα πανεπιστήμια προσφέρουν γνώση υψηλής ποιότητας μέσω ηλεκτρονικών μεθόδων και όχι μέσω της κλασσικής μεθόδου της διδασκαλίας και της μελέτης βιβλίων.
Οπότε παραμένει το ερώτημα γιατί πια ένας σύγχρονος άνθρωπος να επιθυμεί να διαβάσει ένα βιβλίο; Τι έχει να κερδίσει και γιατί να θυσιάσει τον πολύτιμο χρόνο του για να διαβάζει εκτυπωμένες σελίδες;
Καταρχάς οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων έχουν αποκτήσει μια φυσική απέχθεια απέναντι στο βιβλίο γιατί αυτό επιβάλλεται ως μια βαρετή υποχρέωση από τη νεαρή τους ηλικία.
Συνήθως το διάβασμα συνοδεύεται από παραινέσεις και διάθεση διδαχής και όλοι ξέρουμε ότι μέσα μας θέλουμε να αντισταθούμε στα πρέπει και στις υποχρεώσεις και σε όλα αυτά που μας καταπιέζουν.
Όπως και να το κάνουμε το γλυκό δεν είναι καθόλου θρεπτικό και μπορεί να μας κάνει και κακό αλλά πάντα θα έχει μια θέση μέσα στην ψυχή μας.
Αντίθετα το βιβλίο έχει μεταμορφωθεί στο αντίστοιχο του μπρόκολου για τους περισσότερους εξ’ υμών.
Κάνει καλό αλλά ας φάμε καμία τηγανητή πατάτα για την ώρα. Ιδιαίτερα σήμερα όπου ήμαστε τόσο πιεσμένοι και στον ελεύθερο χρόνο μας θέλουμε να αποσυμπιεστούμε με κάτι εύκολο, το βιβλίο τείνει να γίνει ένα απομεινάρι ή ένα διακοσμητικό στοιχεία για τη βιβλιοθήκη ως ντεκόρ πίσω από το zoom.
Οπότε από την δική μου οπτική θα παραθέσω μερικούς λόγους για να αγαπήσουμε αυτήν τη συνήθεια και να της δώσουμε μια ευκαιρία για να μπει στη ζωή μας.
Καταρχάς θα ήθελα όλοι να μετρήσουμε πόσες ευκαιρίες έχουμε στην καθημερινότητα μας να μιλήσουμε με έναν πραγματικά ευφυή άνθρωπο.
Πόσο καλύτερους θα μας έκανε όλους η ανταλλαγή απόψεων με ένα άτομο που να το εκτιμούσαμε για την καλλιέργεια του, την ενσυναίσθηση του και τη δυνατότητα να μας αποκαλύψει αλήθειες για τη ζωή που ζούμε;
Όταν διαβάζουμε ένα βιβλίο, λοιπόν, ένα πραγματικά καλό βιβλίο από έναν αξιόλογο συγγραφέα δε συμβαίνει τίποτα λιγότερο από το να «ακούμε» τις σκέψεις ενός ευφυή ανθρώπου.
Μα καλά θα μου πείτε, έχω βρει και έχω μιλήσει με ευφυείς ανθρώπους και δεν τους έχω δει να λένε και πολλά σοφά. Εδώ εμπλέκεται ένα σημαντικό στοιχείο που είναι το βάσανο της γραφής.
Όλοι μας όταν αρχίζουμε να διατυπώνουμε τις απόψεις μας γραπτώς δυσκολευόμαστε.
Ο προφορικός λόγος όταν αποτυπώνεται σε γραπτό κείμενο χάνει τη ζωντάνια του. Γίνεται γραφικός και φτωχός.
Αντίθετα ο γραπτός λόγος περιέχει τη βάσανο του συγγραφέα που προσπαθεί να αποτυπώσει με ακρίβεια και αισθητική πληρότητα τη σκέψη του.
Γιατί η συγγραφή ενός καλού κειμένου είναι μια μορφή τέχνης και ως τέχνη έχει και αυτές τις διαβαθμίσεις της. Η ανάγνωση ενός καλού κειμένου ικανοποιεί αλλά η ανάγνωση ενός άριστου κειμένου εξυψώνει και ψυχαγωγεί.
Ναι και πάλι μπορεί να ειπωθεί ότι ψυχαγωγία μπορούμε να αποκτήσουμε και με άλλους τρόπους πιο άμεσους και εύκολους.
Εδώ εμπλέκεται η ειδοποιός διαφορά της διαδικασίας της ανάγνωσης σε σχέση με τις άλλες μορφές ψυχαγωγίας που είναι η παράμετρος του χρόνου. Ένα βιβλίο απαιτεί αφοσίωση χρόνου.
Δηλαδή πρέπει να διαθέτουμε χρόνο για να τελειώσουμε ένα κείμενο και αποθέματα ενεργούς σκέψης για να μπορέσουμε να εμφυσήσουμε στα λεγόμενα του.
Και όσο και αν αυτή η αφιέρωση χρόνου φαίνεται ως πολυτέλεια σήμερα μάλλον θα πρέπει να εκληφθεί ως ανάγκη για να αποφύγει ο σύγχρονος άνθρωπος το φαινόμενο της εξουθένωσης.
Το να βρούμε χρόνο για τον εαυτό μας και να έρθουμε σε επαφή με μια καθαρή σκέψη, που θα αναπτυχθεί σε ανθρώπινο χρόνο και όχι στη συμπιεσμένη ταχύτητα των σημερινών ηλεκτρονικών μέσων, είναι μια ανάγκη και όχι μια πολυτέλεια.
Επίσης ο χρόνος είναι σύμμαχος της ολοκληρωμένης σκέψης.
Σε μια εποχή αποσπασματικής ανάγνωσης κειμένων, που τα περισσότερα είναι πρόχειρα γραμμένα και χωρίς επαρκή τεκμηρίωση, είναι σημαντικό να προσπαθούμε να αναγνώσουμε το ολοκληρωμένο επιχείρημα όπως διατυπώνεται από ένα συγγραφέα μέσα στα φιλόξενα και ευρύχωρα πλαίσια ενός βιβλίου.
Όσο διαβάζετε ένα βιβλίο τόσο περισσότερο οικειοποιήστε το μήνυμα του συγγραφέα και τόσο περισσότερο έχετε χρόνο να διαλεχθείτε με το μήνυμα αυτό και γιατί όχι να το απορρίψετε. Αλλά πρώτα θα έχετε εκτεθεί στο σύνολο της σκέψης.
Και πάλι όμως, μπορείτε να πείτε, αυτά που μας ενδιαφέρουν είναι τόσο πολλά και στα βιβλιοπωλεία όταν πηγαίνουμε βλέπουμε βιβλία που είναι άγνωστα και πολυσέλιδα και μη ελκυστικά.
Εδώ θα πρέπει να πούμε ότι όπως σε κάθε τέχνη έτσι και στα βιβλιοπωλεία υπάρχουν καλά και κακά βιβλία.
Αρωγός μας στην προσπάθεια αυτή είναι ένα καλό βιβλιοπωλείο με ενημερωμένους πωλητές (είναι μεγάλη τύχη σε όσους έχουν καλά μικρά βιβλιοπωλεία κοντά τους) ή ένας κριτικός.
Ωστόσο είναι αλήθεια ότι ο καθένας πρέπει να ψάξει να διαχωρίσει τη ήρα από το στάρι.
Άλλωστε ένα κλασσικό αριστούργημα μπορεί να μη νοηματοδοτεί και πολλά σε κάποιον και να βρίσκει ικανοποίηση σε λιγότερο προβεβλημένα δημιουργήματα, κάτι που λαμβάνει χώρα σε όλες τις τέχνες.
Ως προς το θέμα του μεγέθους, ότι δηλαδή ένα βιβλίο μπορεί να απαιτεί πολύ χρόνο για να τελειώσει η ανάγνωση του, μπορεί να διατυπωθεί η ακόλουθη σκέψη.
Αν δεν έχουμε χρόνο ή νιώθουμε ότι έχουμε ξεχάσει να διαβάζουμε, τότε δεν πάμε στα βαθιά με την αρχή. Ξεκινάμε και διαλέγουμε ένα μικρό ανάγνωσμα που είναι πολύ κοντά σε κάτι που μας ενδιαφέρει.
Συμβουλευόμαστε το βιβλιοπώλη και του μιλάμε ειλικρινά ώστε να μας κατευθύνει.
Δεν πάμε σε συγγραφείς που χρησιμοποιούν απαιτητική ή δύσπεπτη γλώσσα.
Σταδιακά εντασσόμαστε στο κίνημα των αναγνωστών.
Η ολοκλήρωση ενός αναγνώσματος είναι σημαντική γιατί στη ζωή μας θέλουμε να μην έχουμε εκκρεμότητες αλλά να κλείνουμε θέματα.
Για αυτό και όταν τελειώνουμε ένα βιβλίο λαμβάνουμε μια μορφή ικανοποίησης που δεν μας διατίθεται από την ανάγνωση των κειμένων στο διαδίκτυο.
Όταν τελειώνετε ένα κείμενο στο διαδίκτυο είναι σαν να βρίσκεστε σε ένα πολυκατάστημα τύπου mall και να αγοράσατε μόλις κάτι αλλά με το που εξέρχεστε από το κατάστημα βλέπετε κάτι στη διπλανή βιτρίνα που σας γεννά νέα επιθυμία. Βιαστικά μπήκατε, βιαστικά αγοράσατε και βιαστικά ξεθύμανε η ευδαιμονία της κατανάλωσης.
Αντίθετα όταν τελειώνετε ένα βιβλίο είναι το αντίστοιχο του να εξέρχεστε από ένα κατάστημα στην υπαίθρια αγορά. Μετά την κατανάλωση έρχεται η χαλάρωση και ίσως ένας καφές με φίλους.
Βέβαια, κάποιος μπορεί πάλι να ισχυρισθεί, εμένα μου αρέσει ο κινηματογράφος και νιώθω ότι με αυτό το μέσο εκτίθεμαι σε πολύπλοκες σκέψεις και απολαμβάνω μις υψηλή τέχνη οπότε γιατί να τρώω το χρόνο μου με το βιβλίο που είναι βαρετό.
Οι περισσότεροι αναγνώστες μυθιστορημάτων μπορούν να σας διαβεβαιώσουν ότι δεν έχουν λάβει την ίδια απόλαυση με τη μεταφορά του αγαπημένου μυθιστορήματος τους στην οθόνη.
Ακόμα και στο απαιτητικό είδος των κινηματογραφικών ή τηλεοπτικών θρίλερ, η διαφορά ανάμεσα στη θέαση και στην ανάγνωση μιας ιστορίας τρόμου είναι τεράστια.
Στο βιβλίο ο συγγραφέας έχει το χρόνο για να βυθίσει τον αναγνώστη στο περιβάλλον του και να δεσμεύσει την προσοχή του με μεγαλύτερη δεξιοτεχνία από ένα φιλμ.
Σε κάθε περίπτωση, ένα καλογραμμένο βιβλίο αποτελεί έργο τέχνης μοναδικό και δεν μπορεί να συγκριθεί με άλλη μορφή τέχνης.
Ωστόσο θα πρέπει να κατανοηθεί ότι η ανάγνωση συντελεί σε κάτι πολύ σημαντικό. Στην καλλιέργεια τη γλωσσικής δεξιότητας μας.
Η γλώσσα αποτελεί το λογισμικό λειτουργίας μας. Για παράδειγμα οι προγραμματιστές μπορούν να διαβεβαιώσουν ότι για να αναπτύξουν εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης απαιτείται να χρησιμοποιούν πιο ανεπτυγμένες και εκλεπτυσμένες γλώσσες προγραμματισμού και όχι αυτές που χρησιμοποιούσαν πριν από χρόνια.
Έτσι και εμείς οι άνθρωποι για να διαλεχθούμε με ανώτερες έννοιες χρειαζόμαστε αναβάθμιση του λογισμού μας. Και αυτή η αναβάθμιση συντελείται μόνο μέσω μιας μεθόδου. Της ανάγνωσης και της αφομοίωσης εννοιών που μας εξελίσσουν και μας διευρύνουν τους ορίζοντες.
Τέλος μπορεί κάποιος να αντιπαραθέσει την πρακτική πλευρά της προσωπικότητας του.
Σύμφωνα με αυτό το στερεότυπο ένας πρακτικός άνθρωπος βαριέται να ασχολείται με θεωρητικά αντικείμενα. Τότε σύμφωνα με τα λεγόμενα αυτά οι πιο επιτυχημένοι επιχειρηματίες (που στη σημερινή εποχή μας αποτελούν την αποτελεσματική προσωποποίηση του πρακτικού ανθρώπου) δεν πρέπει να σπαταλάνε τον πολύτιμο χρόνο τους στη μελέτη βιβλίων.
Αν πάρουμε σαν μέτρο τους πιο πετυχημένους δισεκατομμυριούχους όπως για παράδειγμα τον Μπιλ Γκέιτς, τότε μάλλον αυτό δεν ισχύει.
Ο Μπιλ Γκέιτς έχει τόσο ανάγκη την ανάγνωση των βιβλίων ώστε ανά τακτά χρονικά διαστήματα μεταβαίνει με ιδιωτικό τζετ σε μια απομονωμένη καλύβα, σε μια γραφική λίμνη, μαζί με μια λίστα από βιβλία, προκειμένου να τα διαβάσει μέσα σε μία εβδομάδα.
Η διαδικασία αυτή λειτουργεί για τον ίδιο όχι μόνο σαν μια βαλβίδα αποσυμπίεσης αλλά και σαν μια ευκαιρία να καταλάβει που οδηγούνται οι εξελίξεις στον κόσμο ώστε να λάβει τις καλύτερες αποφάσεις.
Τελειώνοντας αυτό το κείμενο δεν μπορώ παρά να σημειώσω ότι η απόκτηση εξειδικευμένης γνώσης σε ένα αντικείμενο πλέον έχει γίνει πιο προσιτή από ποτέ.
Αντίθετα αυτό που φαίνεται ότι χάνουμε σαν κοινωνίες και σαν άτομα είναι η καλλιέργεια.
Η καλλιέργεια δεν είναι συνδεδεμένη με κοινωνική και επαγγελματική τάξη. Έχει να κάνει με τους ανθρώπους ως ξεχωριστές και αυθύπαρκτες οντότητες και την επιθυμία τους να εξυψωθούν.
Απαιτεί την εκλέπτυνση του λόγου, την ανάπτυξη της τέχνης της επιχειρηματολογίας αλλά και της καλλιέργεια της ευγένειας, όχι της ευγένειας του εμπορικού παζαριού είτε της υποτελούς ευγένειας αλλά της πραγματικής. Αυτής ενός ατόμου που έχει εκτεθεί σε διαφορετικές απόψεις και ιδέες και έχει καταλάβει ότι η δική του άποψη και τα στερεότυπα του δεν είναι ούτε τα καλύτερα ούτε και τα μοναδικά.
- Η φωτογραφία που συνοδεύει το κείμενο είναι από το Βιβλιοπωλείο Σπόρος στην Κηφισιά. (Γεωρ. Δροσίνη 7, Κηφισιά).