Η υπερβιταμίνωση D, όπως ήταν παλαιότερα γνωστή η πάθηση, παρουσιάζεται ολοένα και συχνότερα τα τελευταία χρόνια και συνδέεται με ένα ευρύ φάσμα δυνητικά σοβαρών προβλημάτων υγείας, τονίζουν.
Ένας μεσηλικας Βρετανός παραπέμφθηκε στο νοσοκομείο από τον οικογενειακό του γιατρό μετά από παράπονα για τα εξής συμπτώματα που του συνέβαιναν επί μήνες: εμετούς, ναυτία, κοιλιακό άλγος ,κράμπες στα πόδια, εμβοές (βουητό στα αυτιά), ξηροστομία, αυξημένη δίψα διάρροια και απώλεια βάρους (είχε χάσει 12,7 κιλά μέσα σε 3 μήνες).
Αυτά τα συμπτώματα συνεχίζονταν για σχεδόν τρεις μήνες και είχαν ξεκινήσει περίπου ένα μήνα αφότου ξεκίνησε ένα εντατικό σχήμα συμπληρωμάτων βιταμινών κατόπιν συμβουλής διατροφοθεραπευτή, αναφέρει δημοσίευση στο περιοδικό BMJ Case Reports.
Ο άνδρας με τη συμβουλή ενός ιδιώτη διατροφολόγου, έπαιρνε υψηλές δόσεις, με περισσότερα από 20 συμπληρώματα χωρίς ιατρική συνταγή κάθε μέρα που περιείχαν: βιταμίνη Κ2 100 mg (η ημερήσια ανάγκη είναι 100-300 μg)
βιταμίνη C, βιταμίνη Β9 (φυλλικό οξύ) 1000 mg (η ημερήσια ανάγκη είναι 400 μg), βιταμίνη Β2 (ριβοφλαβίνη), βιταμίνη Β6, Ω-3 λιπαρά οξέα (2.000 mg δύο φορές την ημέρα, ενώ η ημερήσια ανάγκη είναι 200-500 mg) καθώς και πολλά άλλα συμπληρώματα βιταμινών, μετάλλων, θρεπτικών συστατικών και προβιοτικών.
Όταν εμφανίστηκαν τα συμπτώματα, σταμάτησε να παίρνει το καθημερινό του κοκτέιλ συμπληρωμάτων, αλλά τα συμπτώματά του δεν υποχώρησαν.
«Παγκοσμίως, υπάρχει μια αυξανόμενη τάση σε υπερβιταμίνωση D, μιας κλινικής κατάστασης που χαρακτηρίζεται από πολύ αυξημένα επίπεδα βιταμίνης D3 στον ορό αίματος», με τις γυναίκες, τα παιδιά και τους χειρουργημένους ασθενείς να είναι πιο πιθανό να επηρεαστούν, γράφουν οι συγγραφείς.
Τα συνιστώμενα επίπεδα βιταμίνης D μπορούν να ληφθούν από τη διατροφή, την έκθεση στο ηλιακό φως και τα συμπληρώματα.
«Δεδομένου του αργού κύκλου λειτουργίας (χρόνος ημιζωής περίπου 2 μηνών), κατά τη διάρκεια της οποίας αναπτύσσεται η τοξικότητα της βιταμίνης D, τα συμπτώματα μπορεί να διαρκέσουν για αρκετές εβδομάδες», προειδοποιούν οι συγγραφείς.