«Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες νομίζω ότι κατέστησε απολύτως σαφές σε πολλούς από εμάς ότι αυτή η αναγκαιότητα για τη στήριξη της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας καθίσταται ακόμα πιο κατεπείγουσα μετά από τις εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες» δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκής μετά το πέρας της άτυπης Συνόδου Κορυφής στη Βουδαπέστη.
Ο κ. Μητσοτάκης απαντώντας σε ερωτήσεις δημοσιογράφων, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε και στα ελληνοτουρκικά επισημαίνοντας ότι η μόνη διαφορά με την γείτονα είναι η οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας επιμένοντας ωστόσο στην ανάγκη να συνεχιστεί ο διάλογος των δύο μερών παρά τις όποιες διαφορές.
Πιο ειδικά, ο πρωθυπουργός αναφερόμενος στη θέματα που συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια της Άτυπη Συνόδου Κορυφής υπογράμμισε την ανάγκη να γίνει η Ευρώπη πιο ανταγωνιστική με έμφαση στην καινοτομία αλλά και στην ενέργεια, επισημαίνοντας παράλληλα τον επείγοντα χαρακτήρα της στρατηγικής αυτονομίας της Ένωσης.
Τρια σημεία
«Θα σταθώ σύντομα σε τρεις επιμέρους τομείς τους οποίους θίγει ο κ.Ντράγκι στην έκθεσή του είπε ο πρωθυπουργός και ως πρώτο ανέφερε τα ζητήματα καινοτομίας και παραγωγικότητας:
«Υπάρχει μια γενικότερη αίσθηση η οποία επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία ότι η Ευρώπη εξακολουθεί να υστερεί σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με την καινοτομία, με τη δημιουργία νέων καινοτόμων επιχειρήσεων και κατατέθηκαν πολύ ενδιαφέρουσες ιδέες για το πώς μπορούμε να αρχίσουμε να γεφυρώνουμε αυτό το χάσμα με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ίσως η πιο σημαντική, θα έλεγα, και για το οικοσύστημα των ελληνικών startups, είναι αυτή η ιδέα για τη δημιουργία ενός 28ου ευρωπαϊκού νομικού καθεστώτος, το οποίο θα επιτρέπει σε startup εταιρείες να μπορούν να εντάσσονται απευθείας σε ένα ευρωπαϊκό κανονιστικό πλαίσιο, χωρίς να χρειάζεται με αυτόν τον τρόπο να αντιμετωπίζουν 27 διαφορετικά κανονιστικά πλαίσια στα κράτη στα οποία θέλουν να δραστηριοποιούνται» είπε.
Δεύτερον τα θέματα της ενέργειας
«Ασχοληθήκαμε πολύ με τα θέματα της ενέργειας και νομίζω ότι είναι κοινός τόπος το γεγονός ότι η Ευρώπη σήμερα αντιμετωπίζει ένα μεγάλο πρόβλημα ανταγωνιστικότητας όσον αφορά στην ενέργεια, παρά το γεγονός ότι επενδύουμε πολύ στις ανανεώσιμες πηγές. Και θεωρώ εξαιρετικά θετικό το γεγονός ότι στη Δήλωση της Βουδαπέστης υπάρχει μία ρητή αναφορά στις στρεβλώσεις στις τιμές της αγοράς ενέργειας που πρέπει να αντιμετωπιστούν με τρόπο κατεπείγοντα.
Σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη για να μπορέσει η ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας να λειτουργεί προς όφελος όλων των Ευρωπαίων καταναλωτών, θα πρέπει να γίνουν δύο σημαντικές παρεμβάσεις. Η πρώτη αφορά τις διασυνδέσεις. «Χρειαζόμαστε περισσότερες διευρωπαϊκές διασυνδέσεις, οι οποίες, ενδεχομένως, να πρέπει να χρηματοδοτηθούν με ευρωπαϊκούς δημόσιους και όχι μόνο με ιδιωτικούς πόρους» και δεύτερον είπε ότι «πρέπει πια να ξαναδούμε ουσιαστικά τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την τιμολόγηση, τον τρόπο τιμολόγησης της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος, ώστε να μην καθορίζει το φυσικό αέριο την οριακή τιμή του συστήματος, όπως γίνεται σήμερα, καθώς το φυσικό αέριο κατά κανόνα είναι πολύ πιο ακριβό από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας».
Τρίτο θέμα τα ζητήματα της στρατιωτικής αυτονομίας, της άμυνας.
«Έχω μιλήσει πολλές φορές για την ανάγκη της μεγαλύτερης επένδυσης στην ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία. Προφανώς απέχουμε ακόμα πολύ από μια συζήτηση για κοινούς ευρωπαϊκούς πόρους για την άμυνα. Όμως, είχα την ευκαιρία και πάλι σήμερα να μιλήσω για μια παρέμβαση η οποία θα μπορεί να δώσει παραπάνω δημοσιονομικό χώρο σε εκείνες τις χώρες που επιλέγουν να επενδύουν σημαντικά ποσά στην άμυνα» είπε και εξήγησε:
«Η χώρα μας επενδύει σχεδόν 3% του ΑΕΠ στην άμυνα. Πιστεύω ότι έχει έρθει η ώρα να συζητήσουμε, παρότι συμφωνήσαμε σχετικά πρόσφατα στους νέους δημοσιονομικούς κανόνες, ένα ποσό από αυτές τις αμυντικές δαπάνες να εξαιρείται από τους υπολογισμούς των οροφών των δαπανών.
Είναι μια πρόταση στην οποία θα εξακολουθώ να επιμένω. Δεν χρειάζεται αυτή η πρόταση πρόσθετα ευρωπαϊκά χρήματα, χρειάζεται απλά να δούμε με λίγο διαφορετική ματιά τον τρόπο με τον οποίον υπολογίζουμε τους δημοσιονομικούς κανόνες από εδώ και στο εξής.
Στο σημείο αυτό ο Πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι σε σχέση με τη συζήτηση που κάναμε που έγινε την πρώτη μέρα της Συνόδου στη Βουδαπέστη «η εκλογή του Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες νομίζω ότι κατέστησε απολύτως σαφές σε πολλούς από εμάς ότι αυτή η αναγκαιότητα για τη στήριξη της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας καθίσταται ακόμα πιο κατεπείγουσα μετά από τις εξελίξεις στις Ηνωμένες Πολιτείες».
Οι νέες ευρωατλαντικές σχέσεις
Για την επόμενη μέρα των ευρωατλαντικών σχέσεων,ο Πρωθυπουργός είπε ότι όλοι στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πιστεύουν στη μεγάλη σημασία των ευρωατλαντικών σχέσεων. «Είναι σχέσεις που γαλουχήθηκαν εδώ και πολλές δεκαετίες και πιστεύω ότι θα βρούμε τρόπο και με τον νέο Πρόεδρο να τις ενισχύσουμε ακόμα περισσότερο, αναλαμβάνοντας ο καθένας το μερίδιο της ευθύνης που μας αναλογεί».
Δικαιολόγησε την πίεση που είχε ασκήσει ο Τραμπ στην προηγούμενη θητεία του όσον αφορά τις οικονομικές συνδρομές των κρατών μελών προς το ΝΑΤΟ λέγοντας:
«Είχα την ευκαιρία να πω και μέσα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ότι όταν ο Πρόεδρος Τραμπ έθεσε πολλά ευρωπαϊκά κράτη προ των ευθυνών τους σε σχέση με το γεγονός ότι δεν δαπανούσαν ούτε καν το 2% του ΑΕΠ σε αμυντικές δαπάνες, είχε δίκιο επί της ουσίας. Και νομίζω ότι αυτή η παρότρυνσή του οδήγησε τα ευρωπαϊκά κράτη να αυξήσουν τους αμυντικούς τους προϋπολογισμούς. Και, φυσικά, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τη γεωπολιτική αστάθεια στον κόσμο γενικότερα, όλοι καταλαβαίνουμε ότι αυτό πια είναι μία αναγκαιότητα».
Ο κ. Μητσοτάκης συνέχισε λέγοντας ότι απεύχεται έναν εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ αφήνοντας υπονοούμενα για αντίποινα από μέρους της ΕΕ.
«Υπάρχουν ζητήματα τα οποία θα απασχολήσουν συνολικά τις ευρωατλαντικές σχέσεις, αν θα μπούμε, για παράδειγμα, σε έναν καινούργιο εμπορικό πόλεμο. Εύχομαι πως όχι. Νομίζω ότι υπάρχει ένα περιθώριο να μπορούμε να δούμε μια αποκλιμάκωση ως προς τη ρητορική για την επιβολή δασμών ένθεν και ένθεν. Γιατί, προφανώς, όταν ξεκινάει ένας τέτοιος πόλεμος, δεν σταματάει μόνο στις ενέργειες του ενός μέρους».
Όσον αφορά τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, είπε ότι αυτές παραμένουν εξαιρετικά ισχυρές.
«Είναι σχέσεις με στρατηγικό περιεχόμενο. Είναι σχέσεις θωρακισμένες μέσα από την αμυντική συμφωνία την οποία έχουμε υπογράψει, η οποία θέλω να θυμίσω ότι έχει πια και πενταετή διάρκεια. Είναι θέσεις, εξάλλου, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν και από το γεγονός ότι, όταν κλήθηκα να μιλήσω στο Αμερικανικό Κογκρέσο, η πρόσκληση ήρθε και από τους Δημοκρατικούς και από τους Ρεπουμπλικάνους Βουλευτές και Γερουσιαστές».
Ο κ. Μητσοτάκης εκτίμησε ότι τις προσεχείς ημέρες θα συνομιλήσει με τον εκλεγμένο Αμερικανό πρόεδρο.
«Όπως γνωρίζετε, είμαι ένας από τους παλαιότερους πια Ευρωπαίους ηγέτες στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, άρα είμαι ένας από αυτούς που είχαν την ευκαιρία να συνεργαστούν μαζί του κατά τη διάρκεια της πρώτης προεδρικής του θητείας» είπε.
Ελληνοτουρκικά: Προς όφελος όλων τα ήρεμα νερά - Συζητάμε από θέση ισχύος - Μία η διαφορά μας με την Τουρκία
Ερωτηθείς ο πρωθυπουργός για τη σημερινή συνάντηση του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών με τον τούρκο ομόλογό του είπε ότι «η κανονικότητα πιστεύω ότι πρέπει να είναι το ζητούμενο στις σχέσεις μεταξύ γειτόνων. Έχω συναντηθεί με τον Πρόεδρο Ερντογάν πολλές φορές και επίσημα και όποτε έχουμε τη δυνατότητα να συναντηθούμε και ανεπίσημα, πάντα θα ανταλλάξουμε μια ευγενική κουβέντα, γιατί αυτό πιστεύω ότι αρμόζει σε γειτονικά κράτη, τα οποία πρέπει να έχουν καλές σχέσεις παρά τις μεγάλες διαφορές που ενδέχεται να έχουν».
Όπως ανέφερε δεν είχε ακόμη λεπτομερή ενημέρωση από τον κ. Γεραπετρίτη όμως από τις δηλώσεις των δύο υπουργών βλέπει ότι «υπάρχει ένα καλό κλίμα πάνω στο οποίο μπορούμε να οικοδομήσουμε».
«Αλλά, ταυτόχρονα, ναι, σίγουρα δεν υπάρχει ακόμα ένα κοινό πλαίσιο προκειμένου να συζητήσουμε σε βάθος τη μία μεγάλη μας διαφορά με την Τουρκία, που δεν είναι άλλη από την οριοθέτηση ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο» είπε ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης.
«Το ότι έγινε μια συνολική καταγραφή, η οποία αναγνωρίστηκε από τις δύο πλευρές, της προόδου που έχουμε πετύχει, η οποία πρόοδος αφορά και τον τρόπο με τον οποίον οι δύο λαοί μας έρχονται πιο κοντά, για παράδειγμα, η πολύ επιτυχημένη χορήγηση βίζας εξπρές στα νησιά του Aνατολικού Αιγαίου, η οποία στήριξε πολύ τον τουρισμό στα νησιά αυτά, η καλή -και μπορεί να γίνει ακόμα καλύτερη- συνεργασία που έχουμε στο προσφυγικό, η συνεργασία μας σε διεθνείς οργανισμούς, όλα αυτά είναι βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Ο Πρωθυπουργός προσπάθησε να φανεί καθησυχαστικός σε όσους προβληματίζονται από τις προσπάθειες προσέγγισης των δύο μερών λέγοντας:
«Θα επαναλάβω αυτό το οποίο έχω πει πολλές φορές. Σε όσους ανησυχούν θέλω να ξαναπώ ότι η Ελλάδα προσέρχεται σε αυτή τη συζήτηση από μία ισχυρή θέση. Είμαστε μία χώρα με ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις, με σταθερή και αναπτυσσόμενη οικονομία, με ένα πλαίσιο γεωπολιτικών συμμαχιών το οποίο αναγνωρίζει το δίκαιο των θέσεών μας, με αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που θωρακίζουν τις ελληνικές θέσεις.
Επομένως, βεβαίως και συνομιλούμε και θα συνομιλούμε. Και έστω και αν δεν μπορούμε να βρούμε ένα πλαίσιο να συμφωνήσουμε στην κεντρική μας διαφορά, οφείλουμε να διαφυλάξουμε τα ήρεμα νερά, τα οποία τελικά αποβαίνουν, νομίζω, προς όφελος και των δύο λαών».