Ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρέστη στην εκδήλωση μνήμης που έγινε στη Λευκωσία για τα 50 χρόνια από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και σε μία συναισθηματικά φορτισμένη ομιλία ξεκαθάρισε τις ελληνικές θέσεις για το Κυπριακό ενώ έκλεισε την τοποθέτηση του με μία δέσμευση:
«Ο Ελληνισμός δεν θα πάψει να αγωνίζεται μέχρι την επανένωση της Κύπρου».
Απαντώντας ουσιαστικά στις προκλητικές δηλώσεις του Ταγίπ Ερντογάν από τα Κατεχόμενα, ο Πρωθυπουργός σημείωσε ότι «δεν αποδεχόμαστε τετελεσμένα» και πρόσθεσε ότι «αργά ή γρήγορα η Τουρκία οφείλει να αντιληφθεί πως οι φιλοδοξίες της δεν μπορούν να ταυτίζονται με μαύρες επετείους».
″Οι δύο εθνικοί πόλοι είναι πιο ενωμένοι από ποτέ”
Αυτό που επίσης τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ότι οι δύο εθνικοί πόλοι είναι πιο ενωμένοι από ποτέ, εξήγησε ότι «Αθήνα και Λευκωσία απορρίπτουμε το χρεοκοπημένο δόγμα ότι η ακινησία παράγει κίνηση» και υπογράμμισε ότι ο μόνος δρόμος για το Κυπριακό είναι η επανεκκίνηση των συνομιλιών με βάση τις προτάσεις που θα καταθέσει η ειδική απεσταλμένη του ΟΗΕ.
Όπως ξεκαθάρισε ο Πρωθυπουργός, η θέση της Αθήνας για το Κυπριακό είναι «μία κυριαρχία, μια ιθαγένεια, σε διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία χωρίς στρατό κατοχής».
Για την ανάγκη επανεκκίνησης των συνομιλιών σημείωσε ότι «άλλωστε μόνο όποιος δεν έχει δίκιο, μόνο όποιος δεν έχει επιχειρήματα αποφεύγει το διάλογο. Όταν μάλιστα προχωρεί και σε προκλήσεις, τότε επιβαρύνει περισσότερο το κλίμα», πρόσθεσε ο Πρωθυπουργός στέλνοντας ένα ακόμα μήνυμα στην Άγκυρα ενώ αναφέρθηκε και στη θέση που πρέπει να πάρει η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς η Κύπρος είναι το ανατολικό σύνορο της και κάθε απειλή εναντίον της είναι απειλή κατά της ηπείρου.
″Το γεγονός ότι συζητούμε με την Τουρκία δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε ή ότι υποχωρούμε. Το αντίθετο”
Η εκτίμηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ότι η ελληνοτουρκική προσέγγιση βοηθά και στην προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού, τονίζοντας ότι «στο πλαίσιο του διαλόγου αναδεικνύουμε συστηματικά το εθνικό μας θέμα» αλλά και υπογραμμίζοντας ότι «το γεγονός ότι συζητούμε δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε. Και πολύ περισσότερο ότι υποχωρούμε. Το αντίθετο θα έλεγα. Η Ελλάδα πλέον συνομιλεί με όλους ως ένα κράτος ισχυρό σε όλα τα πεδία. Οικονομικά, πολιτικά, στρατιωτικά, διπλωματικά».