Την πεποίθηση ότι η Βρετανία βρίσκεται κοντά στην απόφαση επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Αθήνα, εξέφρασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στους Sunday Times από την Αθήνα.
Όπως αναφέρει μάλιστα, σκοπεύει σύντομα να θέσει το ζήτημα της επιστροφής των Γλυπτών από το Βρετανικό Μουσείο στο μουσείο της Ακρόπολης, στην ομόλογό του, Λιζ Τρας, κατά την επίσκεψή του στο Λονδίνο στο επόμενο διάστημα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είπε χαρακτηριστικά ότι «σε μια περίοδο που η Λιζ Τρας θα κοιτάζει να χτίσει αξιοπιστία και ενώ το Ηνωμένο Βασίλειο είναι κάπως στρυμωγμένο όσον αφορά τη συνολική του εικόνα μετά από την κηδεία (της βασίλισσας) θα είναι μία φανταστική χειρονομία και αυτό είναι που θα της πω» είπε χαρακτηριστικά.
Η εφημερίδα αναφέρει, ότι τα γλυπτά του Παρθενώνα, που αποτελούν τμήμα μιας εντυπωσιακής ζωφόρου, αποτέλεσαν πηγή έντασης μεταξύ της Βρετανίας και της Ελλάδας από τότε που ο Λόρδος Έλγιν τα απομάκρυνε από τον Παρθενώνα το 1801, ισχυριζόμενος ότι είχε άδεια από τις κατοχικές οθωμανικές αρχές.
Ο Κάρολος είναι υποστηρικτός στην επιστροφή των Γλυπτών
Ο Έλληνας πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στο νέο βασιλιά του Ηνωμένου Βασιλείου, Κάρολο Γ’, με τον οποίο είπε ότι έχει μία «καλή προσωπική σχέση».
Ο πρωθυπουργός εξέφρασε την άποψη ότι ο νέος μονάρχης της Βρετανία είναι υποστηρικτικός στο ζήτημα της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα που βρίσκονται στο βρετανικό μουσείο, αν και όπως είπε αναμένει ότι θα μείνει ουδέτερος λόγω της ιδιότητάς του.
Η πεποίθηση αυτή βασίζεται στις συζητήσεις που είχαν οι δυο τους όταν ο Κάρολος ήταν Πρίγκιπας της Ουαλίας. «Νομίζω ότι το κλίμα έχει αλλάξει στο Ηνωμένο Βασίλειο», σημείωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Ερωτηθείς για τη συνάντηση με τον Μπόρις Τζόνσον στο Λονδίνο τον περασμένο Νοέμβριο, κατά το οποία ετέθη ξανά το αίτημα της επανένωσης με τον τότε Βρετανό πρωθυπουργό να επαναλαμβάνει την πάγια θέση της βρετανικής κυβέρνησης, ο Κυριάκος Μητσοτάκης σχολίασε ότι «ο Μπόρις αλλάζει απόψεις».
Ηρθε η ώρα της επιστροφής τους
Πρόσφατα, εξάλλου, η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, στη διεθνή ημερίδα «Παρθενώνας και Δημοκρατία» που διεξήχθη στο Μουσείο της Ακρόπολης, αναφερόμενη στις εξελίξεις ως προς τη διεκδίκηση των Γλυπτών του Παρθενώνα, τόνισε με νόημα ότι «καταδεικνύουν την ορθότητα της επιλογής μας να αναδείξουμε την ανάγκη της επανένωσής τους -περισσότερο από αυτήν της επιστροφής στη γενέτειρά τους- τονίζοντας την ιδιαιτερότητα και τη μοναδικότητά τους σε αντίθεση με άλλα λεηλατημένα καλλιτεχνικά έργα και μνημεία της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς, που χαρακτηρίζονται από αυτοτελή, αυθύπαρκτη και ανεξάρτητη από το εκάστοτε φυσικό περιβάλλον υπόσταση».
Και πρόσθεσε: «H βίαιη απομάκρυνση των Γλυπτών από το φυσικό τους περιβάλλον διαρρηγνύει αυτήν την ενότητα. Αποστερεί το εννοιολογικό πλαίσιο, που καθιστά δυνατή την κατανόηση και την ερμηνεία τους, διαστρεβλώνει και αλλοιώνει τα μηνύματα και τους συμβολισμούς του ίδιου του Παρθενώνα και ολόκληρου του μνημειακού συνόλου της Ακρόπολης. Αλλοίωση αυτού του είδους συνιστά καίρια και απαράδεκτη ζημία για κάθε μνημείο και δη για ένα Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO».
Όπως υπογράμμισε η Λίνα Μενδώνη, «πλέον έχει καταστεί διεθνώς σαφές με τον πλέον επίσημο τρόπο ότι το ζήτημα της επανένωσης των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι πέρα από νομικό, επιστημονικό και ηθικό, ένα εξόχως πολιτικό και κυβερνητικό ζήτημα».
Η Βρετανική κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι μόνο αρμόδιο να χειριστεί το ζήτημα αυτό είναι το Βρετανικό Μουσείο, μολονότι η πάγια στάση του τελευταίου υπαγορεύεται από την απόφαση του Κοινοβουλίου, τη γνωστή ως “British Museum Act” του 1963. Τον περασμένο Σεπτέμβριο, ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός καταρρίφθηκε από την ομόφωνη απόφαση της Διακυβερνητικής Επιτροπής της UNESCO για την Προώθηση της Επιστροφής των Πολιτιστικών Αγαθών στις Χώρες Προέλευσης ή την Αποκατάστασή τους σε περίπτωση Παράνομης Ιδιοποίησης. Η απόφαση αυτή χαρακτήρισε την υπόθεση καθαρά διακυβερνητική αποδίδοντάς την στην αρμοδιότητα της Βρετανικής κυβέρνησης, την οποία κάλεσε να αναθεωρήσει τη στάση της και να προχωρήσει σε καλόπιστο διάλογο με την Ελλάδα επί της νόμιμης και δίκαιης απαίτησής της.
Η εν λόγω απόφαση διαβιβάστηκε στα Ηνωμένα Έθνη το Δεκέμβριο του 2021 και επικυρώθηκε ξανά στη Σύνοδο της UNESCO στο Παρίσι τον Μάιο του 2022 από όλες τις συμμετέχουσες χώρες, δημιουργώντας νέα και εξαιρετικής σημασίας δεδομένα και θέτοντας το ζήτημα επί εντελώς διαφορετικής πλέον βάσης.
Υπέρ της Επιστροφής και οι Βρετανοί πολίτες
Ποσοστό 78% των αναγνωστών της Sunday Times είπε «ναι» στην επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην Ελλάδα, σε δημοσκόπηση που πραγματοποίησε τον περασμένο Αύγουστο η εφημερίδα με το ερώτημα «Θα πρέπει τα Ελγίνεια Μάρμαρα να επιστρέψουν στην Ελλάδα;». Σε αυτήν συμμετείχαν 11.315 άτομα από τα οποία μόλις το 22% είχε αντίθετη άποψη.
«Για περισσότερα από 50 χρόνια, καλλιτέχνες και πολιτικοί υποστήριξαν ότι αυτά τα τόσο θεμελιώδη τεχνουργήματα για την πολιτιστική ταυτότητα ενός έθνους πρέπει να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Το μουσείο και η βρετανική κυβέρνηση, με την υποστήριξη της εφημερίδας Times, αντιστάθηκαν σε αυτήν την πίεση. Οι καιροί όμως και οι συνθήκες έχουν αλλάξει. Τα γλυπτά ανήκουν στην Αθήνα. Και πρέπει τώρα να επιστραφούν», έγραψε σε κεντρικό της άρθρο η εφημερίδα στις 12 Ιανουαρίου του 2022.
Δημοσκόπηση δε του YouGov στο Ηνωμένο Βασίλειο τον περασμένο Νοέμβριο έδειξε ότι το 59% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι τα Γλυπτά ανήκουν στην Ελλάδα ενώ μόλις το 18% απάντησε ότι ανήκουν στην Βρετανία. Το υπόλοιπο 22% δήλωσε ότι δεν έχει άποψη.
Αξιοσημείωτη είναι επίσης και η δήλωση του αναπληρωτή διευθυντή του Βρετανικού μουσείου, Τζόναθαν Γουίλιαμς ο οποίος πρόσφατα πρότεινε «συνεργασία» σε νέα βάση μεταξύ Αθήνας και Λονδίνου. «Πιστεύω ακράδαντα ότι υπάρχει χώρος για μια εκ νέου δυναμική και θετική συζήτηση, ώστε να βρεθούν νέοι τρόποι συνεργασίας», δήλωσε σε συνέντευξη του στο πολιτιστικό περιοδικό της Sunday Times.
(με πληροφορίες από Sunday Times)