Συνειρμοί της Μ. Τετάρτης:
Α. Ο ωραίος κάλλει παρά πάντας βροτούς πορεύεται ανάμεσα στην τρέλα, την κακότητα, την παράνοια, την υστέρηση του σύμπαντος κόσμου.
Φέρεται ως εδώ από έναν εσμό εγκληματιών, μια πινακοθήκη ηλιθίων.
Το Espolio του Γκρέκο ως πρώιμος εξπρεσιονισμός μεταπλάθει την ιστορία σε υποκειμενικό βίωμα και καθιστά την χειρονομία ή το χρώμα - εν προκειμένω το βερμιγιόν που σπιθίζει από πάθος - αποκλειστικό φορέα της έκφρασης. Της όποιας εικαστικής αλήθειας.
Από την άλλη το Ξώμπουργκο, έξω από την Χώρα της Τήνου, ένας βράχος που διδάσκει γλυπτική και παραπέμπει εντελώς φυσικά στον άλλο βράχο. Εκείνον με τους σταυρούς. Τους δικούς μας σταυρούς.
Γιατί περί αυτού πρόκειται. Και είναι γιαυτό που η Μεγαλοβδομάδα ασκεί τόσην και τέτοια έλξη.
Επειδή πρόκειται για την δική μας συνεχή σταύρωση. Και την συνακόλουθη αδυναμία ανάστασης.
Δεν αναφέρομαι μόνο στις αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας αλλά και σ′ εκείνα τα σύμβολα που εξανθρωπίζουν σταθερά την ωριμότητα μας.
Όσην διαθέτει ο καθένας ...
B. Η Άνοιξη, πάλι, εδώ και παντού, σε νησιά ή βουνά αλλά και το λιόγερμα κάνουν τα δικά τους με φώτα, σκιές, μυρωδιές και χρώματα.
Με μυστικά και υποσχέσεις μιας άλλης ζωής που την αξίζαμε, ίσως, αλλά δεν την διεκδικήσαμε εγκαίρως.
Το βαθύτερο περιεχόμενο του προσωπικού πένθους. Του έρωτα που δεν έστερξε.
Επειδή είναι άλλο πράγμα να παίζεις το δράμα κι άλλο να το βιώνεις ως τρόπο ύπαρξης.
Κι είναι φορές, όπως τώρα, που η ομορφιά γίνεται αβάσταχτη. Κι ακατάληπτο το πως ή το γιατί της ...
Γ. (Ελεγείο για τα δάκρυα των ανθρώπων) ”Και γαρ ο Υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι αλλά διακονήσαι και δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντι πολλών”. (Μαρκ. ι΄ 45).
Μην υποτιμάτε τα δάκρυα! Κι ούτε να τα φοβάστε όταν τρέχουν.
Πώς νομίζετε ότι γεμίζουν τα ποτάμια;
Πώς γεμίζουν οι στέρνες του Παράδεισου;
Από πού πίνουν νερό οι Άγγελοι;
Με τί ξεπλένει ο θεός κάθε πρωί το πρόσωπο του;
Μην τα υποτιμάτε λοιπόν ...
Επειδή είναι ο τρόπος μας για να μιλάμε με τους νεκρούς που αγαπήσαμε.
Τα δάκρυα μας ποτίζουν τα κλειστά τους βλέφαρα και έτσι αυτοί μας βλέπουν. Έτσι μας ακούνε οι νεκροί, έτσι μιλάμε και μ′ όσους ζωντανούς είναι νεκροί για ’μας. Για πάντα.
Μην υποτιμάτε, παρακαλώ, τα δάκρυα! Γιατί είναι αυτά που ξεχειλίζουν όλα τα μέσα ποτάμια του κόσμου... Που κάνουν εύφορες τις ψυχές, που διατηρούν την υγρασία των σωμάτων και που φουσκώνουν το σύννεφο της επιθυμίας. Που πληρώνουν το λύτρο της. Λύτρον αντί πολλών.
ΥΓ. Η δυστυχία του τόπου, σκέφτομαι, εκτός των άλλων εντοπίζεται και στην τεράστια απογοήτευση των, αποκαλούμενων, αριστερών της κυβέρνησης ως προς την πολιτική που εφαρμόζουν στην παιδεία και τον πολιτισμό. Την διεκπεραιωτική, ψηφοθηρική και ανέμπνευστη. Αλλά και στη στάση της ακαδημαϊκής ηγεσίας σχετικά. Απανωτά πραξικοπήματα συμβαίνουν καθημερινά και από την άλλη ... σιωπή των αμνών.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Μεγάλη Δευτέρα: Θανάτω Θάνατον