Η πρόσφατη αποκάλυψη της συνομιλίας του Αμερικανού Προέδρου με τον Ουκρανό ομόλογό του, σε σχέση με την διεξαγωγή έρευνας που αφορά το γιο του πρώην Αντιπροέδρου και νυν Υποψηφίου των Δημοκρατικών, αλλά και πιθανού αντιπάλου του στις Εκλογές του 2020, Τζο Μπάιντεν, δημιουργεί προβληματισμούς και ερωτηματικά ως προς τη διάσταση που επιχειρείται να λάβει η έννοια της Εθνικής Ασφάλειας, αλλά και ως προς το τίμημα που καλούνται να πληρώσουν τα κράτη για την προάσπισή της.
Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια διεξάγεται ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο πολιτικών κινήσεων, οι οποίες προάγουν στο μέγιστο βαθμό πρακτικές αντίθετες με τις αρχές και τις νόρμες των κανονιστικών ρυθμίσεων.
Με αφετηρία τις κατηγορίες περί ανάμειξης της Ρωσίας και εμπλοκής της στις αμερικανικές εκλογές του 2016, καταλήγουμε στο σήμερα και στις μυστικές συνομιλίες του Προέδρου των ΗΠΑ με τον Πρόεδρο ενός κράτους, το οποίο, μάλιστα, φέρεται να δέχεται στρατιωτική αρωγή από την προαναφερθείσα Μεγάλη Δύναμη, ύστερα και από την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014.
Σε ένα άλλο σημείο του πλανήτη, γεωγραφικά και, για την ώρα, θεσμικά προσκείμενο στην ευρωπαϊκή ήπειρο, στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο Πρωθυπουργός του κράτους, Μπόρις Τζόνσον, παρουσιάζεται να αμφισβητεί απερίφραστα την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το οποίο και έκρινε πως η διακοπή των λειτουργιών του Βρετανικού Κοινοβουλίου καθίστατο παράνομη.
Χωρίς να γίνει αναφορά σε καθεστώτα που φέρουν το περίβλημα της δημοκρατίας, αλλά επιδίδονται σε πρακτικές, οι οποίες φαίνεται πως είναι ελάχιστα συναφείς με τα φιλελεύθερα ιδεώδη, η αναφορά και μόνο στα παραπάνω γεγονότα γεννά έντονες ανησυχίες τόσο ως προς το βαθμό διείσδυσης κρατικών δρώντων σε τρίτα κράτη, όσο και ως προς το πώς γίνεται αντιληπτή η έννοια της Εθνικής Ασφάλειας.
Δεδομένης της Αρχής πως οι Δημοκρατίες δεν πολεμούν μεταξύ τους, αλλά και της ανάγκης για την προάσπιση των Εθνικών τους Συμφερόντων, τα κράτη καλούνται να ισορροπήσουν μεταξύ ενός διαρκώς ‘τεντωμένου σχοινιού’, ακροβατώντας ανάμεσα στην τήρηση των Αρχών και στην πάση θυσία προάσπιση της Εθνικής τους Ασφάλειας.
Με βάση το φιλελεύθερο μοντέλο, οι θεσμοί είναι εκείνοι που καλύπτουν το κενό της ανασφάλειας μεταξύ των κρατών και λειτουργούν ως ένα μέσο ειρηνικής διευθέτησης των διαφορών.
Ωστόσο, οι πρακτικές που αναφέρθηκαν πιο πάνω, σαφέστατα, θέτουν εν αμφιβόλω τόσο την αξιοπιστία των φιλελεύθερων αρχών, όσο και τον σεβασμό που τρέφουν κρατικοί αξιωματούχοι σε θεσμικά καθιερωμένες αξίες.
Η επιλογή υπονόμευσης και αμφισβήτησης δημοκρατικών διαδικασιών, προφανώς, κι έχει ως στόχο να υποβαθμίσει την αξιοπιστία και τον βαθμό της αποτελεσματικότητάς τους, με αποτέλεσμα να σκιαγραφείται η εικόνα μιας ‘δημοκρατίας πολλών ταχυτήτων’ και να καλλιεργούνται σταδιακά τάσεις εσωστρέφειας και απομονωτισμού.
Το δίλημμα της ανασφάλειας που περιβάλλει τα κράτη και κυρίως τα κράτη που θεωρούνται φιλελεύθερα, δεν θα πρέπει να θέτει αμφιβολίες σε κατοχυρωμένες Αρχές και Αξίες, οι οποίες εδώ και χρόνια θεωρούνται κεκτημένα.
Σε κάθε περίπτωση, ο σεβασμός στις δημοκρατικές διαδικασίες είναι και εκείνος που θα αποτρέψει μια οπισθοδρόμηση του Διεθνούς γίγνεσθαι σε ανεπιθύμητες και ανεπιτυχώς εφαρμοσμένες πρακτικές.