Από τις πιο δύσκολες συνόδους κορυφής η χθεσινή της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και για τους ευρωπαίους εταίρους, αλλά ειδικότερα για την Ελλάδα. Γιατί στην άκρη του νήματος υπήρχε η πολύ σημαντική παράμετρος που ονομάζεται Κύπρος. Και αυτό λόγω της συμμετοχής στα ευρωπαικά σχέδια του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Η συμμαχία των πρόθυμων, όπως χαρακτηρίστηκαν εκείνες οι χώρες που ζητούν την επίλυση του ουκρανικού και την συγκρότηση μίας δομημένης άμυνας για την Ευρώπη απέναντι στη Ρωσία, προτείνουν στα σχέδιά τους την συμμετοχή της τουρκικής αμυντικής βιομηχανίας.
Η οποία πράγματι είναι αξιόμαχη, σε συνδυασμό με εκείνες άλλων ευρωπαϊκών κρατών, προκειμένου να πάρει σάρκα και οστά η βούληση για ευρωπαϊκό στρατό με made in Europe οπλικά συστήματα, που θα οδηγήσουν σιγά-σιγά στην απεξάρτηση από τα αντίστοιχα των ΗΠΑ.
Και είναι γεγονός ότι η Ευρώπη μπορεί να κάνει αξιόπιστα και αξιόμαχα πολεμικά αεροπλάνα, πολεμικά πλοία, θωρακισμένα, drones, πυραύλους κλπ. Μακάρι η Ελλάδα να είχε προωθήσει, να είχε επιμείνει σε αυτό, ένα αντίστοιχο σχέδιο που πρότεινε ο πρώην υπουργός Άμυνας και σήμερα Μεταναστευτικής Πολιτικής Νίκος Παναγιωτόπουλος.
Κι ερχόμαστε στα δύσκολα.
Η πρόσκληση στην Τουρκία. Η οποία ήταν λογικό να προκαλέσει αντίδραση από τον πρόεδρο της κυπριακής Δημοκρατίας Νίκο Χριστοδουλίδη, ο οποίος πολύ απλά και ξάστερα διερωτήθηκε μπροστά στους δημοσιογράφους στις Βρυξέλλες: «Πώς η Τουρκία που κατέχει παράνομα ευρωπαϊκό έδαφος θα διαδραματίσει ρόλο σε θέματα ασφαλείας και εγγυήσεων;».
Σημαντικό και ακαταμάχητο ερώτημα. Το οποίο πάντως απαντήθηκε από την Ελλάδα στην Σύνοδοτου Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που προηγήθηκε της συνόδου κορυφής στις Βρυξέλλες. Είναι εκεί όπου, τόσο ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης όσο και ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, είχαν την ίδια ρητορική και είχαν την ίδια ακριβώς θέση. Την οποία συμφωνήθηκε ο Νίκος Χριστοδουλίδης να διατυπώσει τους δημοσιογράφους. Όπως και το έπραξε.
Και σε ό,τι αφορά τον Κυριάκο Μητσοτάκη, εκείνος τοποθετήθηκε διπλωματικά στη συνεδρίαση της ΕΕ λέγοντας ότι ο κίνδυνος δεν είναι μόνο ανατολικά, αλλά και προς την πλευρά των Βαλκανίων και της Μέσης Ανατολής, υπονοώντας σαφώς την Τουρκία.
Είναι αντιληπτό ότι η Αθήνα δεν θα ήθελε σ’ αυτή τη φάση να χαλάσει ένα κλίμα ρητορικής ηρεμίας που έχει προκύψει τις τελευταίες μέρες από πλευράς Άγκυρας, αλλά ταυτόχρονα σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να μην στηρίζει αμετακίνητα τις θέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Και να το κάνω πιο συγκεκριμένο: Όπως δημοσίευσε χθές η HuffPost, με βάση πληροφορίες από αξιόπιστες διπλωματικές πηγές, η Ελλάδα ανεξάρτητα από τις πράγματι αναγκαίες αποφάσεις για την ευρωπαΐκή άμυνα και για τη στήριξη της Ουκρανίας, σε καμία περίπτωση δεν απεμπολεί την αναντίρρητη και διαχρονική πολιτική της, εθνική στρατηγική της, να στηρίζει την Κύπρο και μάλιστα με λύση βασισμένη στην διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία.
Με λίγα λόγια ...μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα, αλλά στην διπλωματία όλα είναι δυνατά. Όταν μάλιστα στην συγκεκριμένη περίπτωση - αυτή είναι η εκτίμηση μου - ο Ερντογάν μπορεί να μαλακώσει κι άλλο την συμπεριφορά του απέναντι στην Ελλάδα, ίσως και σε διαδικασίες επί του κυπριακού, προκειμένου να γίνει σε αυτή τη φάση βιομηχανικός έτερος με την Ε.Ε.
Εξάλλου πρόσφατα ο ίδιος είχε πει, ότι η Τουρκία θα είναι χρήσιμη για την ασφάλεια της Ευρώπης. Και να μην ξεχνάμε ότι πατάει και στις δύο βάρκες, με πολύ καλές σχέσεις και με τον Τραμπ και με τον Πούτιν.
Ό,τι κι αν αυτό μπορεί να σημαίνει.