Όταν παρελαύνουν τα τσολιαδάκια στην Αστόρια πιθανότατα η Jeniffer Aniston να θυμάται τα ντολμαδάκια της γιαγιάς της γεμίζοντας εθνική υπερηφάνεια. Όταν μετανάστες πρώτης ή δεύτερης γενιάς στα καθ’ ημάς διατρανώνουν δημόσια την καταγωγή τους ενδυόμαστε το λαικιστικό μανδύα και εν εξάλλω τους κοτσάρουμε την ταμπέλα του αχάριστου. Διάβασα, μεταξύ άλλων, την τοποθέτηση της κυρίας Ραχήλ Μακρή με αφορμή την φωτογραφία της Ελένης Φουρέιρα με τον Αλβανό συνάδερφο της στα πλαίσια του διαγωνισμού της Eurovision, και αναγνώρισα όλα τα ριζωμένα κατάλοιπα του ανίατου ραγιαδισμού και της αθεράπευτης μνησικακίας που κατατρέχει εκείνη τη μερίδα του πληθυσμού που άκριτα θα σπεύσει να ταυτιστεί μαζί της.
Αν θέλουμε να βάλουμε τα πράγματα σε μια σειρά κοιτώντας πίσω από τις κορώνες του εθνολαικισμού καλό θα ήταν να ξεκινήσουμε από τα προφανή.
Κατά πρώτον το επιχείρημα ότι «δώσαμε ψωμί στους ξυπόλητους και αυτό είναι το ευχαριστώ τους», πέρα από έωλο είναι και ανόητο, η αλήθεια είναι ότι το μεταναστευτικό δυναμικό, όπως πάντα συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, υπήρξε εξ αρχής αντικείμενο εργασιακής εκμετάλλευσης, αμοιβόμενο με πενιχρά μεροκάματα και ανύπαρκτα ένσημα. Προφανώς οι επαναστατικές ευαισθησίες της κυρίας Μακρή περιορίζονται στους «νεκρούς» της Ε.Ρ.Τ αφήνοντας έξω τα δεκάδες θύματα των εργατικών ατυχημάτων που αποσιωπήθηκαν κατά την διάρκεια της κατασκευής των Ολυμπιακών έργων.
Πέρα όμως από τα προφανή υπάρχει μια πολύ βαθύτερη ανάγνωση στη συλλογική υστερία που ενεργοποιούν αντίστοιχες ενέργειες όπως εκείνη της κυρίας Φουρέιρα. Προσωπικά την αποδίδω στο σύνδρομο του ψηλότερου νάνου που θα εναντιωθεί λυσσαλέα σε εκείνον που θα τολμήσει να τον ξεπεράσει. Από τον Τσενάι μέχρι την Μανιάνι και από τον Καπίνο μέχρι την Φουρέιρα, η πρόταξη του φτηνού εθνικισμού αποτελεί την πιο ανοιχτή ομολογία, αλλά και το ιδανικότερο βάλσαμο, τόσο της προσωπικής αποτυχίας όσο και μιας βαθύτερης συλλογικής απογοήτευσης. Πόσοι αλήθεια άραγε είναι σε θέση να δεχτούν ότι ένας μαύρος είναι αυτή τη στιγμή ο διασημότερος Έλληνας;
Η σύνδεση του κάθε μετανάστη, δεύτερης ή ακόμα και τρίτης γενιάς, με την πατρίδα του είναι ιερή και αδιαπραγμάτευτη, είναι οι ρίζες του, η γλώσσα του, οι ιστορίες και οι συνταγές της γιαγιάς του. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να την εκφράζει με τον τρόπο του, οι χειρονομίες και τα σύμβολα εκφράζουν πρωτίστως την ψυχή και τα βιώματα εκείνου που τα χρησιμοποιεί χωρίς απαραιτήτως να περικλείουν αλυτρωτισμούς. Για να το διατυπώσουμε πιο απλά, αν η παραποιημένη σβάστικα της Χρυσής Αυγής παραπέμπει σε αρχαιοελληνικό μαίανδρο, τότε ο σχηματισμός του Αλβανικού αετού με τα χέρια δεν αποτελεί τίποτα περισσότερο από μια ωραία πεταλούδα…