Μουντιάλ 2022: Υπνοβάτες των επόμενων παραβιάσεων

Εν τω μεταξύ δημιουργείται ένα είδος συμψηφισμού παράνομων συμπεριφορών εκ μέρους χωρών της Δύσης
|
Open Image Modal
Marko Djurica via Reuters

Το πρώτο σοκ έλαβε χώρα το 1978 στην Αργεντινή με το πλέον αμφιλεγόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου και τις εργώδεις προσπάθειες που επιχειρήθηκαν από το τότε δικτατορικό καθεστώς του Βιντέλα για την άμβλυνση των πολιτικών που είχαν προκριθεί στο εσωτερικό της χώρας και την συνακόλουθη ενίσχυση της εξωτερικής της ακτινοβολίας.

Έκτοτε η ιστορία που εκτυλίχθηκε τον Ιούνιο στην Αργεντινή δεν γνώρισε σημαντικές αντιδράσεις, καλλιεργώντας σταδιακά την αντίληψη της συνήθειας και της συστηματικής υποβάθμισης των θεμάτων που άπτονται του διπόλου της δίκαιης διεξαγωγής των αγώνων και της ακέραιης τήρησης των δικαιωμάτων όλων εκείνων που συνέβαλαν στο στήσιμο της εκάστοτε διοργάνωσης. Υπό την έννοια αυτή, το Κατάρ δεν είναι σήμερα το συγκυριακό αμάρτημα του 2010, έτος κατά το οποίο ως πρώτη χώρα της Μέσης Ανατολής απέκτησε τα δικαιώματα διεξαγωγής του Παγκοσμίου Κυπέλλου, αλλά το δομικό και στοχευμένο αποκύημα μιας διαδικασίας η οποία κατατείνει στην ενίσχυση του προφίλ των χωρών με αμφισβητούμενες δικαιοκρατικές παραδόσεις και με υποβαθμισμένα δημοκρατικά αντανακλαστικά, και η οποία είναι εδραιωμένη ως «sportwashing».

Η φετινή διοργάνωση που αναμένεται να ολοκληρωθεί λίγες ημέρες πριν την συμπλήρωση του έτους έχει περιβληθεί με την μεγαλύτερη δυνατή μεγαλοπρέπεια · πρόκειται για την μεγαλοπρέπεια που αρμόζει σε ένα Παγκόσμιο Κύπελλο, το κόστος του οποίου υπολογίζεται ότι υπερβαίνει τα 300 δις δολάρια, ξεπερνώντας έτσι κατά πολύ τις προγενέστερες διοργανώσεις σε Βραζιλία και Ρωσία, οι οποίες είχαν κάτι λιγότερο από 15 δις δολάρια.

Αλήθεια όμως, με ποιον άλλο πειστικότερο τρόπο μπορεί να δικαιολογηθεί η φρενήρης οικονομική σπατάλη για την φιλοξενία ενός ποδοσφαιρικού γεγονότος, με διάρκεια ζωής μόλις τέσσερις εβδομάδες, το οποίο μάλιστα σύμφωνα με ειδικούς αναμένεται να ξεπεράσει σε κόστος το σύνολο των προγενέστερων διοργανώσεων, πέρα από την, μεταξύ άλλων, απόπειρα εξωραϊσμού του εμιράτου της Μέσης Ανατολής και την αποδυνάμωση των φωνών που καταγγέλλουν την καταπάτηση στοιχειωδών δικαιωμάτων μακριά από το ανυπέρβλητο, πλην όμως νόθο σκηνικό που έχει στηθεί στο Εθνικό Στάδιο Λουσαΐλ;

Η φιλοξενία του Μουντιάλ στο Κατάρ δεν μπορεί να αναγνωστεί μακριά από τα συμφραζόμενα που το περιβάλουν και τις ιστορίες των μεταναστών εργατών που επέζησαν κάτω από τις εξευτελιστικές συνθήκες εργασίας, οι οποίες έχοντας λειτουργήσει διαβρωτικά απέναντι στις όποιες συγκινήσεις μπορεί να προσφέρει το άθλημα μέσα από το υψηλό επίπεδο των παικτών τελικώς επισφραγίζουν το αποτέλεσμα της διοργάνωσης με όρους απαξίας.

Είναι δυστυχώς κοινό μυστικό ότι, υπό την πίεση παραγωγής άρτιων αποτελεσμάτων και προσέλκυσης μαζικού αριθμού επισκεπτών, αρκετές χώρες που αναλαμβάνουν την διεξαγωγή τεράστιων αθλητικών εκδηλώσεων αδυνατούν να συμμορφωθούν με τις προβλέψεις της εργατικής νομοθεσίας. Ωστόσο, πέρα από τις προφανείς παραβιάσεις που φαντάζουν πραγματικά πολύ ασήμαντες ενώπιον της εκτίμησης ότι 6.500 εργάτες έχουν χάσει την ζωή τους στα γήπεδα εξαιτίας των ανυπόφορων συνθηκών, η περίπτωση του Κατάρ ασχημονεί ακόμη περισσότερο διότι το τελευταίο διάστημα επιχειρείται να εμπεδωθεί το μήνυμα ότι όλες αυτές οι καταγγελίες περί (δήθεν) παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι τόσο σημαντικές, στον βαθμό που εξυπηρετούν αδιατάρακτα την ομαλή και πολυτελή λειτουργία της διοργάνωσης, ενώ παράλληλα, προς αντίκρουση των πιο επίμονων, δημιουργείται ένα είδος συμψηφισμού παράνομων συμπεριφορών εκ μέρους χωρών της Δύσης που είχαν επιφορτιστεί με την διεξαγωγή του διαγωνισμού τα προηγούμενα χρόνια, προκειμένου να μην τρομάζει το προφίλ της φετινής διοργανώτριας.

Ανεξάρτητα όμως από την στάση που θα κρατήσει κανείς στο εν εξελίξει Παγκόσμιο Κύπελλο, είναι πολύ πιθανό ότι για πολλούς η μεγαλοπρέπεια του αθλήματος στο τέλος θα επιβάλει τους δικούς της κυριαρχικούς κανόνες αποσπώντας ακόμη και τα πιο ενοχικά βλέμματα των διστακτικών για τους όρους διεξαγωγής της διοργάνωσης και τις συμψηφιστικές δηλώσεις που μετατοπίζουν τον πήχη ολοένα και προς τα κάτω. 

Το αίτημα διεξαγωγής των διοργανώσεων του Παγκοσμίου Κυπέλλου σε χώρες οι οποίες μπορούν να διασφαλίσουν την αποτελεσματική προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και οι οποίες εμφορούνται στοιχειωδώς από δημοκρατικά αντανακλαστικά είναι πολύ κρίσιμο και υπερβαίνει τις απογοητευτικές δημόσιες τοποθετήσεις των ιθυνόντων οι οποίοι διατείνονται περί του αντιθέτου.

Οι  εν πολλοίς ατυχείς επιλογές χωρών για την διεξαγωγή των ποδοσφαιρικών αγώνων των τελευταίων ετών καταδεικνύουν τον δομικά προβληματικό (και όχι συγκυριακό) χαρακτήρα των αποφάσεων της Διεθνούς Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας, η οποία αγνοώντας συστηματικά το αξιακό υπόβαθρο των πρωτοβουλιών της δεν διστάζει να μετασχηματίσει τις πολλές αντιρρήσεις που έχουν ανοιχτά εκφραστεί σε «μαθήματα ηθικής», καθώς και σε ενστάσεις που επιδιώκουν την πρόκληση σύγχυσης και την μετάπτωση του παιχνιδιού σε «ιδεολογική και πολιτική διαμάχη». 

Όσο όμως κυριαρχεί η υποκριτική αντίληψη ότι η διαμάχη για την τήρηση των δικαιωμάτων εμπίπτει στον μικροπολιτικό και ασήμαντο ορίζοντα της ιδεολογικής ρήξης, θα αγανακτούμε κάθε τέσσερα χρόνια για τις σοβαρές παραβιάσεις που γίνονται και μετά, υπό την επήρεια της ποδοσφαιρικής σαγήνης και της δήθεν απολίτικης διεξαγωγής των διοργανώσεων, θα υπνοβατούμε προς τις επόμενες, οικείες και δίχως ενδιαφέρον πια, παραβιάσεις.