Χαρακτήρες υπερβολικά ευαίσθητοι, ψυχές εύθραυστες, που αντιμετώπισαν δυσκολίες προσαρμογής στην κοινωνική αλλά και την προσωπική τους ζωή. Καλλιτέχνες που μετά θάνατον υμνούνται, αλλά εν ζωή βρέθηκαν στο περιθώριο. Δημιουργοί, που το έργο τους μπορεί σήμερα να θεωρείται ιδιοφυές αλλά αδυνατούσε να τους συντηρήσει.
Με αφορμή τις επόμενες συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, οι οποίες ολοκληρώνουν τον Κύκλο «Ο Σκαλκώτας και οι συγχρονοί του» που είναι αφιερωμένος στον σπουδαίο Έλληνα συνθέτη Νίκο Σκαλκώτα, θα αποδείξουμε πως ταλέντο και κοινωνικότητα είναι ετερώνυμα που… απωθούνται. Θα ανατρέξουμε σε ιστορίες που αποδεικνύουν ότι πολλοί ταλαντούχοι συνθέτες κλασικής και συμφωνικής μουσικής διέθεταν πλευρές που οι σύγχρονοί τους αδυνατούσαν να κατανοήσουν και να αποδεχτούν. Θα φωτίσουμε σκοτεινές πτυχές του ενίοτε δύσκολου και ταραχώδους βίου τους- κοινώς, όσα ποτέ δεν αναγράφονται στα προγράμματα των συναυλιών. Μεταξύ αυτών και ο Σκαλκώτας που διακρίθηκε όχι μόνο για την ιδιότυπη γραφή αλλά και για τον εσωστρεφή, ταπεινό χαρακτήρα του.
Λούντβιχ βαν Μπετόβεν
Ένας από τους πιο γνωστούς, επιδραστικούς και αγαπημένους συνθέτες όλων των εποχών, αλλά και μία ιδιότροπη προσωπικότητα. Ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν ξεκίνησε να χάνει την ακοή του μόλις στα 26, γεγονός που τον οδήγησε σε σταδιακή απομόνωση. Ο δάσκαλός του, Γιόζεφ Χάυντν παρατήρησε ότι ο Μπετόβεν σταμάτησε να τον επισκέπτεται, ενώ το πιάνο στο σπίτι του ήταν συχνά ξεκούρδιστο, σημάδι της επιδεινωμένης ακοής του. Ο ίδιος ο Λούντβιχ πίστευε ότι το περπάτημα αποτελεί πηγή έμπνευσης κι έτσι κυκλοφορούσε στους δρόμους της Βιέννης κουνώντας έντονα τα χέρια του και μουρμουρώντας μουσικά σπαράγματα, ενώ οι γύρω του τον κοιτούσαν με περιέργεια. Στη Βιέννη μετακόμισε περισσότερες από 40 φορές, καθώς ιδιοκτήτες αλλά και γείτονες παραπονιούνταν για την άνευ προηγουμένου ακαταστασία (ένας επισκέπτης μίλησε για «το πιο βρώμικο μέρος που έχω δει ποτέ») αλλά και τη διαρκή «ηχορύπανση» που προκαλούσε, παίζοντας πιάνο όλες τις ώρες της ημέρας- και της νύχτας. Εκτός από το σπίτι του, παραμελούσε και τον εαυτό του, κυκλοφορώντας με φθαρμένα, σκισμένα ρούχα, ατημέλητα μαλλιά και κάτωχρο δέρμα γεμάτο ακμή. Η σχέση του με τις γυναίκες παρέμεινε μια ζωή προβληματική, καθώς επέλεγε συχνά μη διαθέσιμες, ανώτερης τάξης κυρίες που δεν ανταπέδιδαν το ενδιαφέρον του, ζώντας διαρκώς έναν ανεκπλήρωτο έρωτα.
Άντον Μπρούκνερ
Ο Αυστριακός συνθέτης Άντον Μπρούκνερ ήταν ένας από τους δημιουργούς, που η έλλειψη αυτοπεποίθησης αλλά και η σεμνότητα του χαρακτήρα τους είναι αντιστρόφως ανάλογη της καλλιτεχνικής αξίας τους. Παρά την αδιαμφισβήτητη δεξιοτεχνία του στο εκκλησιαστικό όργανο αλλά και το ταλέντο του στη σύνθεση, η ανασφάλεια κυριαρχούσε πάντα στη ζωή του, τόσο για την εμφάνιση όσο και για τις δυνατότητές του. Λέγεται ότι έπασχε επίσης από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, συμπτώματα της οποίας ήταν η αριθμομανία ή ο καταναγκασμός του να μετράει συνεχώς πράγματα, από τα παράθυρα ή τα τούβλα σε έναν τοίχο μέχρι τον ρυθμό και τα επαναλαμβανόμενα μέτρα στη μουσική. Η γνωριμία του με τον Ρίχαρντ Βάγκνερ – ο οποίος είχε εμπλακεί σε διαμάχη με συνθέτες όπως ο Μπραμς, που θεωρούσε τους Βάγκνερ και Λιστ υπερβολικά πρωτοποριακούς- κόστισε στη φήμη του και η εύθραυστη προσωπικότητά του κλονίστηκε σε τέτοιο βαθμό που οδηγήθηκε σε σανατόριο. Ο ευαίσθητος Μπρούκνερ άφησε τελικά πίσω του εννέα Συμφωνίες και πολλά έργα εκκλησιαστικής μουσικής με έντονο το προσωπικό του στίγμα. Όντας όμως ιδιαίτερα αβέβαιος κι ανασφαλής για το έργο του, φαίνεται ότι συχνά υπέκυψε σε παροτρύνσεις φίλων και μαθητών του να αναθεωρήσει πολλές από τις δημιουργίες του, σε μια υποτιθέμενη – και ανώφελη όπως αποδείχθηκε- προσπάθεια να γίνουν πιο προσιτές προς το κοινό. Η σχέση του με το γυναικείο φύλο παρέμεινε καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του καθρέφτης της αρνητικής και συμπλεγματικής εικόνας που είχε για τον εαυτό του: δεν τολμούσε να εκδηλώσει τα συναισθήματά του σε καμία από τις κοπέλες που τον γοήτευαν μέχρι την ηλικία των 40, όταν ξεκίνησε να προσεγγίζει νεότερες γυναίκες. Εκείνες όμως τον απέρριπταν συστηματικά και ο Μπρούκνερ φαίνεται ότι έφυγε από τη ζωή χωρίς να συνάψει ποτέ του κάποια ερωτική σχέση.
Σεζάρ Φρανκ
«Ένας άνθρωπος με απόλυτη ταπεινότητα, απλότητα και ευλάβεια». Με αυτά τα λόγια χαρακτήριζαν οι φίλοι του τον Σεζάρ Φρανκ, ο οποίος υπήρξε από τις σημαντικότερες φιγούρες της γαλλικής μουσικής σκηνής, στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Ταλαντούχος ήδη από παιδί στο πιάνο και τη σύνθεση, ο Σεζάρ φαίνεται ότι καταπιέστηκε εξαρχής από τον πατέρα του - άνθρωπο αυταρχικό και φιλοχρήματο- ο οποίος ήθελε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις δυνατότητες του γιου του. Μεγαλώνοντας, στράφηκε στη διδασκαλία αλλά και την ερμηνεία εκκλησιαστικού οργάνου, με κύριο σκοπό να μπορεί απλώς να βγάζει τα προς το ζην ώστε να συντηρήσει την νεοσύστατη οικογένειά με τη μαθήτριά του, Ευγενία Φελισιτέ Σαϊγιό. Η σύζυγός του αποδείχθηκε μία εξίσου δυναμική προσωπικότητα με τον πατέρα του – με τον οποίο ο Φρανκ είχε διακόψει για ένα διάστημα κάθε επαφή, καθώς δεν ενέκρινε τον γάμο του- προσπαθώντας να τον ωθήσει σε εμπορικότερες μουσικές επιλογές, όπως η σύνθεση έργων για πιάνο ή όπερες, με σκοπό να ζήσουν μία πλουσιότερη ζωή. Όμως, ο ίδιος ο Φρανκ δεν είχε τέτοιες φιλοδοξίες. Συνέχισε να μοιράζει τον χρόνο του μεταξύ μαθημάτων, σύνθεσης και εκκλησιαστικού οργάνου, φτάνοντας στη θέση του πρώτου οργανίστα της Αγίας Κλοτίλδης και αποκτώντας σταδιακά σημαντική φήμη ως συνθέτης και οργανίστας. Στη δεκαετία του 1880, φαίνεται ότι «παγιδεύτηκε» ξανά στη διαμάχη ανάμεσα στη σύζυγό του, Φελισιτέ και τους μαθητές του - με τους οποίους είχε δημιουργήσει σχέση αμοιβαίας και στενής επιρροής- με τις δύο πλευρές να ανταγωνίζονται διαρκώς για τη μουσική εξέλιξη του – μάλλον εύπιστου- Φρανκ. Έζησε όλη τη ζωή του όντας απόλυτα μετριόφρων, χωρίς ποτέ να αντιληφθεί το μέγεθος των δυνατοτήτων του. Επηρεαζόταν από ανθρώπους χειριστικούς, που εκμεταλλεύθηκαν τον ήπιο και σεμνό χαρακτήρα του.
Μοντέστ Μουσόργκσκυ
Ο Μοντέστ Μουσόργκσκυ υπήρξε από τους καινοτόμους της εθνικής μουσικής της Ρωσίας. Μεγαλωμένος σε αστική οικογένεια, ο Μουσόργκσκυ ξεκίνησε στα 5 του μαθήματα πιάνου αλλά στα 13 του έγινε δεκτός στη Σχολή Δοκίμων της Φρουράς, με την προοπτική να ακολουθήσει στρατιωτική καριέρα. Ο ευαίσθητος Μοντέστ φαίνεται ότι δυσκολεύθηκε να προσαρμοσθεί στο περιβάλλον της Σχολής αλλά και στις παράλογες απαιτήσεις του διοικητή του, ο οποίος λέγεται ότι «αισθανόταν περήφανος όταν κάποιος σπουδαστής επέστρεφε από άδεια, μεθυσμένος με σαμπάνια». Όταν τελικά ολοκλήρωσε τα μαθήματα, διορίστηκε και γνώρισε τον – λίγο μεγαλύτερό του αξιωματικό- Αλεξάντρ Μποροντίν. Γνωριμία καθοριστική για τη μετέπειτα καλλιτεχνική του πορεία, καθώς μαζί με τους Μίλι Μπαλάκιρεφ, Σέζαρ Κιουί και Νικολάι Ρίμσκι- Κόρσακοβ συγκρότησαν την περίφημη «Ομάδα των 5», η οποία διακρίθηκε για την προσπάθεια καλλιέργειας και προβολής της ρωσικής μουσικής με εθνικό χαρακτήρα στην υπόλοιπη Ευρώπη. Όταν έχασε τη μητέρα του, ο ήδη καλπάζων αλκοολισμός του έφθασε στο απροχώρητο, ενώ όσο περνούσε ο καιρός η υγεία του επιδεινωνόταν και η καριέρα του στο δημόσιο καταστρεφόταν λόγω της διαρκούς απουσίας από την υπηρεσία του. Δυσκολευόταν να ολοκληρώσει όμως και τις συνθέσεις του, τις οποίες φαίνεται ότι έγραφε πλέον στις ελάχιστες στιγμές νηφαλιότητας. Έμεινε σε όλη τη ζωή του εργένης, πιθανόν λόγω του ότι είχε κάποτε αγαπήσει μία ξαδέλφη του, η οποία έφυγε πρόωρα από τη ζωή, γεγονός που του προξένησε ανεξίτηλο τραύμα. Η σταδιακή απομόνωσή του από τον – μέντορα και δάσκαλό του- Μπαλάκιρεφ αλλά και ο θάνατος κάποιων φίλων, ήταν το τελειωτικό χτύπημα. Ο Μουσόργκσκυ έφυγε από τη ζωή μόλις στα 42 του, όντας πάμπτωχος και ρακένδυτος, με εμφανή τα σημάδια της εξάρτησης από το αλκοόλ στο πρόσωπό του, όπως δηλαδή απεικονίζεται και στο περίφημο πορτραίτο του Ρέπιν, που φιλοτεχνήθηκε λίγες μέρες πριν τον θάνατό του.
Νίκος Σκαλκώτας
Ο Νίκος Σκαλκώτας αποτελεί ίσως τον επιφανέστερο συνθέτη της λόγιας νεοελληνικής μουσικής παράδοσης. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο ότι οι τέσσερις φορείς που συστεγάζονται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Σύλλογος Οι Φίλοι της Μουσικής & Μουσική Βιβλιοθήκη «Λίλιαν Βουδούρη», Οργανισμός Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, Κρατική Ορχήστρα Αθηνών και Ένωση Ελλήνων Μουσουργών) ανακηρύσσουν το 2019 «Έτος Σκαλκώτα» και συνδιοργανώνουν σειρά εκδηλώσεων, που στόχο έχουν να μας (ξανα) συστήσουν την ιδιοφυή μουσική του.
Όμως, πέραν της πανθομολογούμενης πλέον συνθετικής του δύναμης, ο Νίκος Σκαλκώτας είναι γνωστό ότι διακρινόταν από σπάνια ταπεινότητα αλλά και ευαισθησία, γεγονός καθοριστικό για την καλλιτεχνική του πορεία αλλά και τις διαπροσωπικές του σχέσεις. Ο ταλαντούχος – αλλά εσωστρεφής- Έλληνας συνθέτης άφησε το 1921 την Αθήνα για να σπουδάσει στο Βερολίνο, όπου δημιούργησε και τις πρώτες σημαντικές κοινωνικές σχέσεις του, με τη Ματίλντε Τέμκο (σύντροφό του με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά), συνθέτες της ελληνικής παροικίας αλλά και τον - καθοριστικό για τη ζωή και τη δημιουργία- δάσκαλό του Άρνολντ Σαίνμπεργκ. Όμως, λίγα χρόνια αργότερα, η διακοπή της υποτροφίας που του επέτρεπε να ζει στη γερμανική πρωτεύουσα αλλά και ο θάνατος ενός παιδιού στη γέννα, κλονίζουν την εύθραυστη ψυχολογία του κι έτσι ο Σκαλκώτας διακόπτει κάθε επαφή με τον περίγυρό του και το 1933 αποφασίζει να γυρίσει στην Αθήνα, χωρίς να πάρει μαζί του ούτε καν τα υπάρχοντά του. Επιστρέφοντας, τον περιμένουν κι άλλες δυσάρεστες εκπλήξεις, καθώς το μουσικό κατεστημένο της εποχής όχι μόνο δεν αναγνωρίζει το ταλέντο του αλλά αντίθετα τον απομονώνει, οδηγώντας τον στα τελευταία αναλόγια Ορχηστρών και στην οικονομική δυσπραγία. Οι εξελίξεις είναι δυσβάσταχτες για τον Σκαλκώτα, ο οποίος πέφτει σε βαριά κατάθλιψη, που τον καθηλώνει με φριχτούς πόνους στο κρεβάτι και του στερεί οποιαδήποτε δημιουργική όρεξη. Από το 1935, ακολουθεί μία περίοδος ανάκαμψης και συνθετικού πυρετού ενώ το 1946 έρχεται και ο γάμος του με τη Μαρία Παγκαλή, με την οποία το 1947 αποκτούν τον πρώτο γιο τους, Αλέκο. Η σεμνότητα και η διακριτικότητά θα στοιχίσουν τελικά την ίδια τη ζωή του, καθώς δύο μέρες πριν από τη γέννηση του δεύτερου γιου του, ο Νίκος Σκαλκώτας αφήνει την τελευταία του πνοή από μία περιεσφιγμένη κήλη, την οποία δεν αντιμετώπισε έγκαιρα γιατί δεν ήθελε να εκμεταλλευτεί τη γνωριμία του με έναν γιατρό στο δημοτικό ιατρείο της Αθήνας ούτε να ενοχλήσει την ετοιμόγεννη σύζυγό του.
Info:
Ο Σκαλκώτας και οι σύγχρονοί του ΙΙΙ
Παρ., 10 Μαϊ. 2019, 20:30
ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ
Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης
Ο Σκαλκώτας και οι σύγχρονοί του IV
Παρ., 17 Μαϊ. 2019, 20:30
ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ
Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης