Αν ψάχνετε για μια αισιόδοξη ιστορία στην Ευρώπη, δοκιμάστε την Ελλάδα.
Ναι, το διαβάσατε σωστά. Έχοντας απολέσει το ένα τέταρτο της οικονομίας της στην καταστροφική ύφεση, η Ελλάδα έστριψε στη γωνία, με τη δημοκρατία της άθικτη, με τους εξτρεμιστικούς πειρασμούς της ηττημένους και τον αντιαμερικανισμό σε αποδρομή.
Η κατάληξη των εκλογών (της 7ης Ιουλίου) με την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη, δυναμικού ηγέτη του κεντροδεξιού κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, σημαίνει το τέλος ενός κεφαλαίου. Η Ελλάδα απέρριψε τον Αλέξη Τσίπρα, τον αριστερό ηγέτη που πήρε τη χώρα στο χείλος της καταστροφής το 2015, πριν επιχειρήσει μία ρεαλιστική στροφή. Επίσης, έθεσε τη νεοναζιστική Χρυσή Αυγή εκτός Κοινοβουλίου. Στο κορυφαίο σημείο της κρίσης, η Χρυσή Αυγή είχε γίνει το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα της χώρας.
Αφού βυθίστηκε πρώτη στον λαϊκισμό, η Ελλάδα είναι η πρώτη που απομακρύνεται. Για μια χώρα σε ελεύθερη πτώση, οι άγκυρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ δεν είναι διόλου αμελητέες. Η Ευρώπη δεν γράφει απλώς μια ιστορία αυξανόμενου εθνικισμού και ξενοφοβίας. Είναι μια ήπειρος με ιστορία βίας, διχασμένη ανάμεσα στα φιλελεύθερα δημοκρατικά - και στα εθνικά ρεύματα.
Παρά την ανεργία που άγγιξε σχεδόν το 30%, μια χαοτική παραλίγο έξοδο με το ευρώ, τα τεράστια δάνεια για να το διασωθεί από την χρεοκοπία, τα προγράμματα λιτότητας και ένα κύμα απελπισμένων προσφύγων από τη Συρία, η Ελλάδα σταθεροποιήθηκε. Είναι μία υπενθύμιση, ότι οι προβλέψεις για υποβάθμιση της δημοκρατίας είναι υπερβολικές.
Η «κωλοτούμπα» είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για την στροφή της Ελλάδας το 2015, όταν πήγε σε δημοψήφισμα για να απορρίψει τους όρους για διεθνή διάσωση, όπου τελικά μόνο ο Τσίπρας, ηγέτης τότε του πολύ αριστερού κόμματος ΣΥΡΙΖΑ, αγνόησε το αποτέλεσμα για να ολοκληρώσει μια διάσωση με ακόμη πιο δύσκολους όρους.
Ναι, η Βρετανία...Οι δημοκρατίες πράγματι αλλάζουν γνώμη από καιρού εις καιρόν, όταν λαμβάνουν καταστροφικές αποφάσεις.
Αυτή κυβίστηση έχει ολοκληρωθεί. Ο Μητσοτάκης είναι ένα πρώην στέλεχος της McKinsey (πολυεθνικής εταιρείας), με σπουδές στο Χάρβαρντ και στο Στάνφορντ, από μια από τις προβεβλημένες πολιτικές οικογένειες της Ελλάδας. Για να εκλεγεί, έπρεπε να ξεπεράσει τις αντιλήψεις ότι ήταν πολύ «αμερικανός» και πολύ τεχνοκράτης.
Μέσα από μια σκληρή εκστρατεία στην οποία υποσχέθηκε να μειώσει τους εταιρικούς φόρους, να ξεμπλοκάρει τις ιδιωτικοποιήσεις, να φέρει σε πέρας μια ψηφιακή μετάβαση της οικονομίας, να προσελκύσει επενδύσεις και να φέρει αποδοτικότητα στον δημόσιο τομέα, ο Μητσοτάκης έπεισε τους Έλληνες ότι ήταν ο άνθρωπος για να μετατρέψει τις αναλαμπές ανάκαμψης σε βιώσιμη ανάπτυξη. Με απόλυτη πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, έχει τα μέσα να προωθήσει γρήγορα το πρόγραμμά του.
Δεν θα είναι εύκολο. Αν και η ανεργία έχει μειωθεί σε περίπου 18% - και έχει επιτευχθεί μέτρια ανάπτυξη, η Ελλάδα εξακολουθεί να δεσμεύεται από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς που επιβάλλει η Γερμανία και άλλοι πιστωτές, που την υποχρεώνουν να παράγει ένα πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της. Ο Μητσοτάκης θα χρειαστεί να εκτελέσει μια λεπτή άσκηση ισορροπίας για να εκπληρώσει την υπόσχεσή του να προωθήσει την ανάπτυξη και να προσελκύσει επενδύσεις με την περικοπή των εταιρικών φόρων.
Θα πρέπει να ελέγξει τις παραδοσιακές δυνάμεις της Νέας Δημοκρατίας και να δώσει προτεραιότητα στην επιχειρηματικότητα και την καινοτομία. Το παλιό μοντέλο δεν θα λειτουργήσει.
Ο νέος πρωθυπουργός είναι συνηθισμένος σε τέτοιες προκλήσεις. Πίσω στο 2013, όταν ήταν υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης και τον συνάντησα σε ένα κτίριο που πολιορκούσαν διαδηλωτές - εναντίον των περικοπών των δημοσίων υπαλλήλων που απαίτησαν οι πιστωτές της Ελλάδας - ο Μητσοτάκης μου είπε: «Η χώρα έχει φτάσει στα όριά της». Θα μπορούσε να έχει τσακιστεί, όπως η Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Εάν η Ελλάδα δεν το έκανε, οφείλεται στο γεγονός ότι τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα εργάστηκαν για να αντισταθούν στον εθνικισμό και να αποτρέψουν την καταστροφή.
Βοηθώντας στην Ελλάδα στις ώρες της αγωνίας της, οι Ηνωμένες Πολιτείες άμβλυναν τις δυσαρέσκειες που προέρχονται από την υποστήριξή τους στην στρατιωτική χούντα μεταξύ 1967 και 1974. Η διοίκηση του Ομπάμα «κέρδισε» τον Τσίπρα και τον ώθησε να στραφεί προς το κέντρο. Ο Τζο Μπάιντεν, ως αντιπρόεδρος, είπε στον τότε πρωθυπουργό να μην λάβει αμετάκλητες αποφάσεις - όπως η αποχώρηση από το ευρώ. Η διάλυση της ευρωζώνης, με άλλες χώρες πιθανόν να ακολουθούν την Ελλάδα, απετράπη.
Ο ελληνικός αντι-αμερικανισμός πέθανε σε μεγάλο βαθμό και θάφτηκε από μια αριστερή κυβέρνηση. Κάποτε πήρε βίαιη μορφή με την ομάδα της «17 Νοέμβρη» να είναι υπεύθυνη για αρκετές δολοφονίες. Ωστόσο, αρκετοί παράγοντες - η Γερμανία που αντικατέστησε τις Ηνωμένες Πολιτείες ως «μπαμπούλας για την Ελλάδα» με τις απαιτήσεις για λιτότητα, οι νέες εντάσεις με την Τουρκία που υπενθύμισαν στην Ελλάδα τη σημασία της αμερικανικής υποστήριξης, το ξεθώριασμα της ιστορίας της χούντας, η ισχυρή αίσθηση αμερικανικής αλληλεγγύης στην κρίση - άλλαξαν τις ελληνικές απόψεις. Η εκλογή του Μητσοτάκη είναι συμβατή με αυτήν την αλλαγή.
Ο Μητσοτάκης θα αναλάβει καθήκοντα, ενώ η Τουρκία και η ελληνοκυπριακή κυβέρνηση (κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας) έχουν εμπλακεί σε αντιπαραθέσεις για τα υπεράκτια κοιτάσματα σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο στην ανατολική Μεσόγειο. Τον Μάιο, το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε ότι «ανησυχεί βαθιά» από τα τουρκικά σχέδια για να ξεκινήσει γεώτρηση, σε περιοχή που διεκδικεί η Κύπρος, χαρακτηρίζοντας το συγκεκριμένο τουρκικό βήμα «ιδιαίτερα προκλητικό» και προτρέποντας τις τουρκικές αρχές να «σταματήσουν αυτές τις επιχειρήσεις».
Ο νέος πρωθυπουργός θα ήθελε να διατηρήσει την ηρεμία στην περιοχή. Είναι ένας άνθρωπος που πιστεύει βαθιά στον υπερατλαντικό δεσμό που ο Πρόεδρος Trump έχει συχνά υποτιμήσει. Ο τουρισμός έχει αυξηθεί και είναι ζωτικός για την ελληνική οικονομία. Η Ελλάδα θέλει να αγκυροβολήσει η Τουρκία στη Δύση, όχι μια Τουρκία που στρέφεται προς τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν και ενεργεί στρατιωτικά.
Είναι μια καινούργια μέρα στην Ελλάδα. Τώρα το μόνο που χρειάζεται για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μία βρετανική κυβίστηση αντί του Brexit.
* Ο Roger Cohen είναι αρθρογράφος των NYT από το 2009. Εργάζεται στην εφημερίδα από το 1990 και υπήρξε ανταποκριτής, καθώς και συντάκτης διεθνών ειδήσεων.
πηγή: New York Times