«Όλα στο Αμφι-Θέατρο έγιναν από το μηδέν, όταν μπήκαμε υπήρχαν μόνο τέσσερα ντουβάρια, ούτε καν νερό ή ρεύμα. Και είναι ένα υπέροχο θέατρο, δεν ξέρω άλλο στην Αθήνα με 25 μέτρα σκηνή. Στο τέλος της πρεμιέρας αυτό που έγινε με το χειροκρότημα δεν το περίμενα, μπαίναμε, βγαίναμε, ο κόσμος μας καλούσε πάλι στη σκηνή...»
Κλαύδιος στον «Άμλετ» της Κατερίνας Ευαγγελάτου, την παράσταση με την οποία άνοιξε, μετά από οκτώ χρόνια «σιωπής» το ιστορικό «Αμφι-Θέατρο» του Σπύρου Ευαγγελάτου και με ένα σερί δυνατών ερμηνειών που συζητήθηκαν, ο Νίκος Ψαρράς μιλά στη HuffPost για το έργο - ογκόλιθο της παγκόσμιας λογοτεχνίας, «αυτό το ποιητικό παραμύθι που στα χέρια του Σαίξπηρ έγινε ένα αριστούργημα», για την επιλογή και το ρίσκο, για το κοινό που «είναι πολύ έξυπνο πια και πολύ διαβασμένο», αλλά και για τον πεντάχρονο γιο του Πάνο, που «όταν τον ρωτούσαν το περασμένο καλοκαίρι, τι θα κάνεις όταν μεγαλώσεις, είχε έτοιμη την απάντηση, έλεγε, μα εγώ είμαι ηθοποιός...»
-Ο κορυφαίος χαρακτήρας είναι ο πρίγκιπας Άμλετ, αλλά ο Κλαύδιος πυροδοτεί τα γεγονότα.
Ναι, ο Άμλετ πρέπει να έχει έναν αντίπαλο. Για τον Κλαύδιο γίνονται όλα, επειδή σκότωσε τον πατέρα του Άμλετ. Όμως, από γραφής ο Άμλετ είναι στο 60% του έργου, ο μεγαλύτερος σε διάρκεια ρόλος. Κι αν ο Άμλετ δεν είναι δυνατός, δεν υπάρχει παράσταση.
-Επί τη ευκαιρία, η εξέλιξη σου μέσα στη δεκαετία που μόλις έφυγε είναι εντυπωσιακή.
Εξελισσόμαστε από τους ρόλους που μας δίνουν και από τις συνεργασίες που κάνουμε. Και περνώντας τα χρόνια, εμείς που είμαστε πια 45άρηδες, έχουμε πλέον την επιλογή. Εκεί είναι και το ρίσκο. Γιατί πρέπει να έχεις την ευφυΐα να διαλέξεις τον ρόλο που θα σε πάει μπροστά. Και μια συνεργασία, μία ομάδα, με την οποία θα περάσεις καλά. Ξέρεις, οι ρόλοι είναι πάντα αφορμή για ωραίες συναντήσεις -με συναδέλφους ηθοποιούς, με σκηνοθέτες- αλλά επίσης και αφορμή για να αντιμετωπίζεις τις δυσκολίες σου. Κακά τα ψέματα, όλοι έχουμε δυσκολίες, κανείς δεν έχει την άνεση να περνάει με τέτοια ταχύτητα από τον έναν ρόλο στον άλλο. Να παίζεις στον «Φάρο», να κάνεις το «Himmelweg»το καλοκαίρι -ένα μεγάλο στοίχημα που επίσης πήγε ανέλπιστα καλά- και μετά να είσαι στον «Άμλετ.
-Στο «Himmelweg» συνεργάστηκες ξανά με τη σύζυγό σου, Έλενα Καρακούλη και για κάποιον λόγο, ίσως λόγω του ιστορικού βάρους που έφερε το έργο, υπάρχει η αίσθηση ότι, αυτή η τρίτη κοινή σας δουλειά, είχε μία ιδιαίτερη σημασία.
Με την Έλενα γνωριζόμαστε από το Εθνικό Θέατρο -ήταν δραματολόγος- και πάντα ονειρευόταν να σκηνοθετήσει. Όταν δεν ανανεώθηκε η σύμβαση της με το Εθνικό στενοχωρήθηκε και της είπα, γιατί στενοχωριέσαι, ένας κύκλος έκλεισε, ένας νέος ανοίγει. Δεν θέλεις να σκηνοθετήσεις; Έλα να βρούμε πράγματα που θα μας αρέσουν. Τι έχουμε να χάσουμε; Το πολύ πολύ να κάνουμε μία αποτυχία ή μία επιτυχία. Και, τι έγινε; Οπότε κάναμε μαζί τρία έργα και δεν σου κρύβω ότι ψάχνουμε να κάνουμε και τέταρτο. Βεβαίως, έχει ένα ρίσκο να σε σκηνοθετεί ο άνθρωπος σου.
“Η υποκριτική είναι αυτό που βρίσκεται κάτω από τα λόγια του συγγραφέα”
-Ρίσκο για την μεταξύ σας σχέση, επειδή λείπετε συγχρόνως από το παιδί σας; Για ποιόν λόγο;
Κατ’ αρχάς επειδή λείπουμε από το παιδί. Αυτό είναι το σημαντικότερο. Και προσπαθούμε τις ώρες που δεν έχουμε κοινή πρόβα να νιώθει το παιδί την παρουσία μας όσο το δυνατόν περισσότερο. Επίσης, είναι ρίσκο γιατί μία αποτυχία θα επιβαρύνει την οικογένεια συνολικά, όχι έναν από τους δύο.
-Οικονομικά, εννοείς.
Και οικονομικά. Γιατί το θέατρο είναι δουλειά. Από την άλλη, υπάρχει η ηθική ικανοποίηση. Για τον «Himmelweg» δουλεύαμε με την Έλενα οι δυό μας έναν χρόνο πριν ξεκινήσουν οι πρόβες –που κράτησαν δυόμισι μήνες- έτσι ώστε να είναι όλα τα θέματα λυμένα. Ξεκινώντας πρώτα από τα ιστορικά δεδομένα, τα γεγονότα που αφορούσαν το Ολοκαύτωμα. Είχαμε τις πληροφορίες που έχει ένας μέσος πολίτης, δεν μπορείς να δώσεις την προσωπική σου άποψη εάν δεν είσαι πραγματικά ενήμερος. Διαβάσαμε πάνω από εκατό βιβλία, όχι μόνο ελληνικά, αλλά και αγγλικά και γερμανικά. Το θέατρο θέλει μία σοβαρότητα. Το κοινό είναι πολύ έξυπνο πια. Και πολύ διαβασμένο. Η έρευνα που προηγείται μίας παράστασης είναι, για μένα, το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της δουλειάς. Το ότι στέκεσαι στη σκηνή και λες τα λόγια πρέπει να είναι το τελικό αποτέλεσμα όλων όσων έχουν προηγηθεί. Η ίδια η υποκριτική είναι αυτό που βρίσκεται κάτω από τα λόγια του συγγραφέα.
-Έχεις ξαναδουλέψει με την Κατερίνα Ευαγγελάτου, σωστά;
Ναι, το 2013, στο Εθνικό Θέατρο, είχαμε κάνει τους «Θεατές» του Μάριου Ποντίκα.
-Η συνεργασία μαζί της;
Η Κατερίνα είναι πολύ -πάρα πολύ- διαβασμένη και πολύ -πάρα πολύ- οργανωμένη. Πολύ σοβαρός άνθρωπος και πολύ ταλαντούχος και με πολλές απαιτήσεις. Είναι μία δύσκολη συνεργάτις. Αλλά δεν είναι μία σκηνοθέτις η οποία θέλει απλώς να ταλαιπωρήσει τους ηθοποιούς της, ταλαιπωρείται πρώτα η ίδια. Όταν το βλέπεις αυτό, συγκινείσαι και θέλεις να δώσεις πίσω τον καλύτερο σου εαυτό. Η Κατερίνα, όπως και όλοι μας, κουραστήκαμε πολύ για αυτή την παράσταση –το λέω ειλικρινά.
“Πρέπει να πεις την ιστορία, αλλά να την πεις με σύγχρονο τρόπο ώστε να μας αφορά. Εάν δεν αφορά εμάς που παίζουμε γιατί να συγκινήσει έναν κύριο που δουλεύει όλη την ημέρα στην τράπεζα και έρχεται να μας δει;”
-Η είδηση ότι ανοίγει ξανά το ιστορικό Αμφι-Θέατρο έφερε χαρά και συγκίνηση. Η δική σας αίσθηση όταν βρεθήκατε πρώτη φορά εκεί;
Στην πρώτη πρόβα, την πρώτη μέρα, είχαμε συναισθήματα χαράς επειδή συνειδητοποιήσαμε πόσο όμορφο θέατρο είναι. Αλλά ξεκινήσαμε αμέσως δουλειά, δεν υπήρχαν περιθώρια για συναισθηματισμούς. Βεβαίως, πάντα υπήρχε μία έκπληξη. Ανοίγοντας τα πατώματα, είδαμε για παράδειγμα, το πάτωμα που είχε παιχτεί η πρώτη παράσταση του «Άμλετ» πριν από 28 χρόνια. Βρήκαμε αντικείμενα, από παλιά προγράμματα μέχρι αφίσα του Χάρρυ Κλυνν που έπαιζε εκεί το 1982. Βεβαίως, ήρθε η στιγμή που η Κατερίνα μας μάζεψε όλους και μας είπε, τώρα συνειδητοποιώ πού βρίσκομαι, ότι είμαι στο σπίτι μου και σας ευχαριστώ πάρα πολύ που σε αυτή τη συγκίνηση είστε μαζί μου. Παρέα μου. Και πώς να μην είναι συγκινημένη; Ήταν εκεί από παιδάκι. Όταν ο πατέρας της Σπύρος Ευαγγελάτος έκανε τον «Άμλετ» η Κατερίνα ήταν δέκα χρονών.
-Ο Σαίξπηρ σου είναι γνώριμος, αλλά το ερώτημα είναι πώς διαβάζει κανείς τον «Άμλετ» -αυτό το υπέροχο, περίπλοκο έργο- το 2020;
Πέρα από αυτό, ο «Άμλετ» είναι ένα πάρα πολύ ωραίο παραμύθι. Και «Ο Βασιλιάς των Λιονταριών» σε αυτό βασίστηκε. Και έγινε μια ιστορία για παιδιά, ένα καρτούν. Κατ’ αρχάς αυτό το ποιητικό παραμύθι στα χέρια του Σαίξπηρ έγινε ένα αριστούργημα. Γραμμένο με φοβερή δεξιοτεχνία και ποίηση.
Η ιστορία είναι κλασική: Ένας φόνος, η αρπαγή της εξουσίας, η αρπαγή μιας γυναίκας, ένας γιος παρατημένος, που μαθαίνει ότι ο θείος του και βασιλιάς είναι φονιάς και η ίδια του η ψυχή όντας αδύναμη, παλεύει. Στο τέλος των πρώτων παραστάσεων οι θεατές μας έλεγαν, τι ωραία, καταλάβαμε το έργο -δηλαδή, το αυτονόητο. Φανταστείτε που έχουμε καταντήσει από τα τόσο δήθεν μοντέρνα ανεβάσματα που δεν καταλαβαίνει ο κόσμος τι συμβαίνει επί σκηνής.
Τους θεατές δεν πρέπει να τους αγνοείς. Ό,τι κάνουμε εκεί πάνω για τους θεατές γίνεται. Ωραίο το μοντέρνο, ωραία και η αποδόμηση. Αλλά για να γίνει αποδόμηση πρέπει να υπάρχει δόμηση. Χτίσ’ το πρώτα και μετά αποδόμησε το. Έχω δει κλασικά έργα -και έργα του Σαίξπηρ- που δεν καταλαβαίνεις τι γίνεται. Από το παραφόρτωμα, τις εξυπνάδες και το δήθεν. Πρέπει λοιπόν, να πεις την ιστορία, αλίμονο, αλλά να την πεις με σύγχρονο τρόπο ώστε να μας αφορά. Εάν δεν αφορά εμάς που παίζουμε γιατί να συγκινήσει έναν κύριο που δουλεύει όλη την ημέρα στην τράπεζα και έρχεται να μας δει;
“Ως γονιός ανακαλύπτεις ότι υπάρχει κι ένα άλλο είδος αγάπης, αυτό που δίνεις χωρίς να περιμένεις αντάλλαγμα”
-Ο γιος σας;
Ο γιος μας είναι πέντε χρονών, λέγεται Πάνος, έπαιζε στο «Himmelweg» -στο έργο υπήρχαν πολλές σκηνές με παιδάκια που έπαιζαν, έκαναν κούνια, σκηνές από τις πρόβες που έκαναν υποχρεωτικά οι Εβραίοι του στρατοπέδου της Πράγας προκειμένου να εμφανιστούν στην προγραμματισμένη επίσκεψη του Ερυθρού Σταυρού (γιατί περί αυτού το έργο).
Ο Πάνος πηγαίνει σχολείο στη Γερμανική Σχολή Αθηνών και το καλοκαίρι ήταν πάρα πολύ περήφανος, γιατί όταν τον ρωτούσαν, τι θα κάνεις όταν μεγαλώσεις, είχε έτοιμη την απάντηση, έλεγε, μα εγώ είμαι ηθοποιός, παίζω στο «Himmelweg» (γέλια). Είναι ένα πολύ καλό παιδάκι, όσο για την εξυπνάδα και την ευφυΐα είναι δεδομένη σε αυτά τα παιδιά. Είναι μια γενιά που έχει βγει από άλλο εργοστάσιο, διαφορετικό από αυτό που βγήκαμε εμείς.
Ως γονιός ανακαλύπτεις ότι υπάρχει κι ένα άλλο είδος αγάπης, αυτό που δίνεις χωρίς να περιμένεις αντάλλαγμα. Σε όλες τις άλλες σχέσεις, φιλικές, ερωτικές, υπάρχει μία προσμονή για κάτι. Από το παιδί δεν έχεις. Το αγαπάς. Αυτό.
Επίσης, ο Πάνος έχει δύο υπέροχες νονές, τη Στεφανία Γουλιώτη και την Άλκηστη Πουλοπούλου. Όσο για τους χρόνους, πριν από την πρεμιέρα του «Άμλετ», μου έλεγε, τέλειωνε πια με τις πρόβες, κουράστηκα!
Info
«Άμλετ» του Σαίξπηρ
«Αμφι-Θέατρο Σπύρου Α. Ευαγγελάτου»
Διεύθυνση: Αγγελικής Χατζημιχάλη 15 και Αδριανού 111, τηλ. 211-2131301
Συντελεστές
Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς
Δραματουργία-Σκηνοθεσία: Κατερίνα Ευαγγελάτου
Σκηνικό: Θάλεια Μέλισσα
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Κίνηση: Πατρίσια Απέργη
Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος
Φωτισμοί-Βίντεο- Φωτογραφίες: Σίμος Σαρκετζής
Φωτογραφίες παράστασης: Βάσια Αναγνωστοπούλου
Artwork αφίσας: Ιφιγένεια Βασιλείου - Σταύρος Μπιλιώνης
Παίζουν: Νίκος Ψαρράς (Κλαύδιος), Άννα Μάσχα (Γερτρούδη), Δημήτρης Παπανικολάου (Πολώνιος), Αμαλία Νίνου (Οφηλία), Μιχάλης Μιχαλακίδης (Οράτιος), Γιώργος Ζυγούρης (Λαέρτης), Γιάννης Κότσιφας (Ηθοποιός, Νεκροθάφτης), Κλέαρχος Παπαγεωργίου (Ρόζενκραντζ), Βασίλης Μπούτσικος (Γκίλντενστερν).
Στο ρόλο του Φαντάσματος εμφανίζεται σε βίντεο ο Γιάννης Φέρτης.
Παραστάσεις
Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο (17:30) :
Διακεκριμένη: 17€ | Α Ζώνη: 15€, μειωμένο 12€ (*) | Β Ζώνη: 12€
Σάββατο (21:30) & Κυριακή:
Διακεκριμένη: 20€ | Α Ζώνη: 17€, μειωμένο 15€ (*) | Β Ζώνη: 15€
(*) Μειωμένο: Φοιτητικό, Ανέργων
Διάρκεια παράστασης: 145’. Η παράσταση έχει διάλειμμα.
Κράτηση - Αγορά εισιτηρίων στο ταμείο του Θεάτρου : τηλ. 211-2131301
online στο www.ticketservices.gr
και στο τηλ. 210 7234567
και στα καταστήματα:
Ticket Services, Πανεπιστημίου 39, Στοά Πεσμαζόγλου
PUBLIC
σε όλα τα καταστήματα PUBLICστο tickets.public.gr