Οι δύο φετινές εκλογικές αναμετρήσεις στην Ελλάδα ήταν οι πιο κρίσιμες στην σύγχρονη ιστορία της χώρας μας από το 1920 (ναι το 1920)! Το θριαμβευτικό αποτέλεσμά τους για το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας και τον Κυριάκο Μητσοτάκη μπορεί σήμερα να φαίνεται αναμενόμενο, ιδιαίτερα μετά την πρώτη αναμέτρηση του Μαΐου, τίποτα όμως δεν το προδίκαζε πριν από την έναρξη της προεκλογικής περιόδου κάπου τον Απρίλιο.
Μέχρι τότε ο δημόσιος (προεκλογικός) λόγος κυριαρχούνταν από βαθιά διχαστικές, πολωτικές και σε πολλές περιπτώσεις τοξικές αντιπαραθέσεις, ενώ αντίθετα την ίδια περίοδο αυτό το πολωτικό κλίμα έβρισκε την ελληνική κοινωνία παντελώς αδιάφορη. Οι Έλληνες πολίτες, τουλάχιστον στην συντριπτική τους πλειοψηφία, παρακολουθούσαν (όσοι το άντεχαν) τα υβρεολόγια στις τηλεοπτικές εκπομπές και συνέχιζαν την καθημερινότητά τους ως μη γενόμενα. Οι περισσότεροι εξ αυτών είχαν αποφασίσει ήδη τι θα ψηφίσουν.
Και είχαν αποφασίσει, γιατί:
- Ήθελαν την πατρίδα τους με κυριαρχικά δικαιώματα και σύνορα και όχι ιδεοληπτικές “διεθνιστικές” αρλούμπες.
- Ήθελαν ορθολογική διαχείριση της πανδημίας και όχι βλακείες από κάθε τυχάρπαστο.
- Ήθελαν πρωτίστως τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού κράτους που να μην επιτρέπει σε κάθε τυχάρπαστο δημοσιοσχεσίτη να παίζει την ζωή δεκάδων συμπατριωτών μας στα τεχνοκρατικώς ανύπαρκτα “χέρια” του.
Με λίγα λόγια απέναντι στο πάνδημο αίτημα της ελληνικής κοινωνίας να εξορθολογίσουμε το ελληνικό κράτος, να γίνουμε επιτέλους “Ευρώπη”, που έστω αγκομαχώντας εξέφραζε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σύσσωμη η Αριστερά δεν είχε να πει τίποτα! Μηρύκαζε κάτι για ισχυρή αντιπολίτευση (με ποιο ποσοστό αλήθεια;) ή απέρριπτε τα πάντα ως πολιτικές επιλογές του κυβερνώντος κόμματος, ενώ ειδικά η Συριζαϊκή εκδοχή της έφθασε να πολεμά την ίδια την χώρα.
Ήταν επόμενο να συντριβεί.
Τι σχέση έχει λοιπόν το… 1920;
Με το αποτέλεσμα των εκλογών εκείνης της χρονιάς, που ήταν καταστροφικό για τον Ελευθέριο Βενιζέλο, αποτυπώθηκε και στην ελληνική πολιτική σκηνή η πορεία διχασμού στην οποία είχε ήδη εισέλθει η χώρα και τα μεταγενέστερα χρόνια οδήγησε σε δικτατορίες, εμφυλίους και χούντες. Ένας διχασμός που διήρκεσε μέχρι και τα ύστερα χρόνια της Μεταπολίτευσης, σχεδόν για 100 χρόνια.
Είναι αξιοπρόσεκτο το γεγονός πως ενώ η πρώτη εκατονταετία της σύγχρονης ιστορίας μας, μετά το 1821, ήταν χρόνια “εξωστρέφειας” για το ελληνικό κράτος που επεδίωκε να απελευθερώσει όλες τις περιοχές όπου άνθιζε ο ελληνισμός, η επόμενη εκατονταετία σημαδεύτηκε από “εσωστρέφεια” με τα γνωστά εμφυλιοπολεμικά αποτελέσματα.
Στην νέα εκατονταετία, που ξεκίνησε το 2019, ο ελληνικός λαός ώριμος πλέον -έχοντας βιώσει και τα “θεάρεστα” της… προοδευτικής διακυβέρνησης- ζητά μετ’ επιτάσεως την ανασυγκρότηση, επιτέλους, του ελληνικού κράτους:
1. Ένα κράτος που να προασπίζεται την χώρα, όχι έναν χώρο περάσματος που στο μέλλον δεν θα μπορεί ούτε να τον προασπίσει πλέον.
2. Ένα κράτος που να παρακολουθεί τις παγκόσμιες εξελίξεις και να διασφαλίζει τα συμφέροντα του ελληνισμού, όχι να συντάσσεται άκριτα με κάθε λογής απολυταρχικές δυνάμεις και καθεστώτα.
3. Ένα κράτος που αναγνωρίζοντας πως για να επιβιώσει ο εδώ ελληνισμός απαιτείται η αναγέννησή του: Δημογραφική, οικονομική, δημοκρατική.
Σε αυτά τα υπαρξιακά και μέγιστα ζητήματα ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν είχε αντίπαλο!
Και ιδού τα αποτελέσματα (Επικρατείας ενσωμάτωση 85,5%):
Νέα Δημοκρατία 40,5%
ΣΥ.ΡΙΖ.Α. 17,8%
ΠΑ.ΣΟ.Κ.-ΚΙΝ.ΑΛ. 12%
Κ.Κ.Ε. 7,6%
Σπαρτιάτες 4,7%
Ελληνική Λύση 4,6%
Νίκη 3,6%
Πλεύση Ελευθερίας 3,1%
Τι σημαίνουν συνολικώς αυτά τα αποτελέσματα:
Πρώτον: Η Ν.Δ. αύξησε τα ποσοστά της σε σχέση με τις εκλογές του 2019 επιβεβαιώνοντας την στήριξη του εκλογικού σώματος στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Δεύτερον: Η υπερδιπλάσια διαφορά της Ν.Δ. από το δεύτερο κόμμα (-24%), πρωτοφανούς στα εκλογικά μας πράγματα εδώ και δεκαετίες και η συντριπτική ήττα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. ως αξιωματικής αντιπολίτευσης χρεώνεται αποκλειστικά στον Αλέξη Τσίπρα και στο επιτελείο του.
Τρίτον: Προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατάφερε για πρώτη φορά στην κοινοβουλευτική ιστορία της Ελλάδας ως πρωθυπουργός να αυξήσει τα ποσοστά του κυβερνώντος κόμματός του.
Τέταρτον: Η μετατόπιση μερίδας του εκλογικού σώματος, με ποσοστά λίγο πάνω από 3%, σε ακροδεξιά έως φασιστικά κόμματα (Σπαρτιάτες, Νίκη, Ελληνική Λύση) δείχνει την αγωνία του ελληνικού λαού για την αντιμετώπιση των εθνικών μας θεμάτων, με λάθος βεβαίως επιλογή.
Πέμπτον: Η αριστερά τουλάχιστον όσον αφορά την κυβερνώσα εκδοχή της απέτυχε παταγωδώς ανεξαρτήτως εάν η πασοκική της εκδοχή προσέθεσε ένα ή δύο τοις εκατό.
Έκτον: Οκτακομματική Βουλή δεν είναι η πρώτη φορά που αναδεικνύεται, καθώς είχε ξανασυμβεί στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 με ΣΥ.ΡΙΖ.Α., Ν.Δ., Χρυσή Αυγή, Δημοκρατική Συμπαράταξη, Κ.Κ.Ε., Ποτάμι, ΑΝ.ΕΛ. και Ένωση Κεντρώων, όταν συνολικά οι αριστερές δυνάμεις είχαν την πρωτοκαθεδρία.
Έβδομον: Εν τέλει στα μείζονα, το τελικό χθεσινό αποτέλεσμα των εθνικών εκλογών έβαλε την Ελλάδα στον νέο αιώνα της εθνικής της ανασύνθεσης!
Η πολιτική της ηγεσία και η νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη -για να μην φανώ υπέρμετρα αισιόδοξος- ή θα κάνει άλμα προς τα εμπρός ή θα οπισθοχωρήσει με επιπτώσεις στην ασφάλειά της, την οικονομική της προοπτική ακόμα και για την ακεραιότητά της, όπως πολύ εύστοχα αναφέρει ο Γιώργος Καραμπελιάς σε πρόσφατο πολιτικό του σχόλιο.
Επιλογή στασιμότητας δεν υπάρχει!
Πρώτη δημοσίευση στην εφημερίδα “Διάλογος” Τρικάλων, 26 Ιουνίου 2023.