Έχουν μια μαγεία τα Δωδεκάνησα… Ένα διαφορετικό χρώμα τα ενώνει και μια αισθητική ελαφρώς κοσμοπολίτικη που έρχεται σε αντίθεση με την ακριτική τους ιστορία. Κάποια νησιά μοιάζουν μεταξύ τους σαν «αδερφάκια» που στήθηκαν στη σειρά, κάποια πήραν πιο έντονα χαρακτηριστικά και κάποια άλλα πιο ισχνά… Η επίσκεψη στη Χάλκη ήταν μια υπενθύμιση της ομοιομορφίας. Μοιάζει σαν το μικρό αδερφάκι της Σύμης. Καθώς το πλοίο πλησίαζε στο λιμάνι, το Νημποριό ή Εμπορειό, όπως λένε οι Χαλκίτες τον μοναδικό τους οικισμό, διακρίνονταν από μακριά τα χρωματιστά σπίτια που απλώνονται από άκρη σε άκρη. Ανάμεσα τους, το νεοκλασικό κτίριο του Δημαρχείου και ο επιβλητικός πέτρινος πύργος του κεντρικού ρολογιού.
Η άφιξη μας στο λιμάνι συνδέθηκε με την κυρία Ηρώ, Θεσσαλονικιά στην καταγωγή, που ήρθε για βόλτα ένα καλοκαίρι στη Χάλκη, την αγάπησε και δημιούργησε μόνιμους δεσμούς με το νησί. Κάθε καλοκαίρι επιστρέφει κι ανοίγει τις πόρτες του ομώνυμου εμπορικού της καταστήματος, το οποίο διαθέτει ρούχα, καπέλα και παρεό… Η ίδια μας σύστησε τον φούρνο του Δημήτρη, την ταβέρνα της Λευκωσίας στο παλιό χωριό και τις παραλίες Πόνταμο, Φτενάγια, Κάτια, Αρέτα, Τραχειά και Γιάλι… «όπου και να πάτε είναι όμορφα» … και πήγαμε…
Ένα μικρό νησάκι είναι η Χάλκη κι όλο το Νημποριό περπατιέται μέσα σε ένα τέταρτο της ώρας. Η διαδρομή στα καλντερίμια είναι γεμάτη χρώματα και αρώματα. Χρώματα στους τοίχους των σπιτιών που δημιουργούν έντονες αντιθέσεις, βαμμένοι σε μπορτώ, μπλε, κίτρινο… και αρώματα από τα λουλούδια που έχουν στις γλάστρες τους. Οι αυλές των σπιτιών είναι στρωμένες με χοχλάκια, τα θαλασσινά βότσαλα που είναι φημισμένα στα Δωδεκάνησα. Γεωμετρικά μοτίβα ή σχέδια παρμένα από τη φύση απεικονίζονται στα βοτσαλωτά τους δάπεδα που θυμίζουν μωσαϊκά άλλη εποχής.
Τα αυτοκίνητα είναι ελάχιστα στο νησί της Χάλκης. Ξεχωρίζουν σαν μινιατούρες τροχοφόρων οχημάτων αυτά του δήμου και της αστυνομίας. Μικροσκοπικά, θυμίζουν παιδικά παιχνίδια κι έχουν «οικολογική» πινακίδα, μια και η Χάλκη είναι το πρώτο “Gr- eco island”, δηλαδή το πρώτο νησί που μετατράπηκε σε πρότυπο ενεργειακής αυτονομίας, ψηφιακών καινοτομιών και πράσινης κινητικότητας. Το φωτοβολταϊκό πάρκο που έχει δημιουργηθεί στο νησί καλύπτει τις ενεργειακές ανάγκες των κατοίκων, δίνοντας τους τη δυνατότητα να μηδενίζουν το ρεύμα που καταναλώνουν. Αυτός ο τίτλος δεν είναι ο πρώτος που αποδίδεται στη Χάλκη. Το νησί έχει χαρακτηριστεί από την Unesco «Διεθνές κέντρο ειρήνης και φιλίας νέων» γιατί παλαιότερα το επισκέπτονταν κυρίως νέοι. Σήμερα η τουριστική επισκεψιμότητα έχει διευρυνθεί ηλικιακά, ενώ υπάρχουν και αρκετοί ξένοι, κυρίως Ιταλοί που έχουν αγοράσει σπίτια στον οικισμό.
Ο φούρνος του Δημήτρη
Στην αρχή μας φάνηκε περίεργο που μας πρότειναν τον φούρνο ως «αξιοθέατο». Το επόμενο πρωινό όμως καταλάβαμε γιατί… Ο φούρνος του Δημήτρη είναι ο μοναδικός που λειτουργεί σε όλο το νησί. Από τις 8:00 το πρωί έως τις 12:30 περίπου το μεσημέρι σχηματίζεται μια ουρά τουριστών που περιμένει υπομονετικά για να απολαύσει τις χειροποίητες πίτες. Το ζυμάρι τους θυμίζει τη σπιτική πίτα των γιαγιάδων μας και η γέμιση με ολόφρεσκα υλικά φανερώνει μεράκι και φροντίδα.
Η ταβέρνα της γιαγιάς Λευκωσίας
Στο παλιό χωριό, στην κορυφή της Χάλκης, εκεί όπου κάποτε υπήρχε ο πρώτος οικισμός, υπάρχει τώρα μια ταβέρνα. Είναι η ταβέρνα της γιαγιάς Λευκωσίας, που σε νεαρή ηλικία ταξίδεψε από την ακατοίκητη σήμερα νήσο Αλιμιά και ήρθε στη Χάλκη. Καθώς μας διηγείται το ταξίδι της σταματάει και προσθέτει τραγουδιστά «Στη Χάλκη και στην Αλιμιά πάμε μια βόλτα κι άλλη μια».
Τα δύο από τα τρία παιδιά της, ο Μιχάλης και η Καθολική συντηρούν την ταβέρνα. Η γιαγιά Λευκωσία μαγειρεύει, αλλά κι ο γιος της, ο κυρ Μιχάλης, έχει πάρει το ταλέντο της στη μαγειρική.
Όταν φτάσαμε είχε πια νυχτώσει … Χάσαμε τη θέα από ψηλά… Γύρω - γύρω σκοτάδι και τα μόνα φώτα που υπήρχαν ήταν αυτά της ταβέρνας. Ο κυρ Μιχάλης σέρβιρε τους πελάτες του χαμογελαστός κι ευγενικός. Τα λίγα τραπέζια που υπήρχαν δημιουργούσαν μια οικειότητα μεταξύ των πελατών. Κάποια στιγμή ένας πελάτης φώναξε με παράπονο «Εγώ ήρθα για το χαλκίτικο εδώ, αλλά δεν έχεις».
Αισθάνθηκε την ανάγκη να απολογηθεί ο κυρ Μιχάλης: «Πήγα για δουλειές στη Ρόδο σήμερα και δεν πρόλαβα να φτιάξω». Συνέχισε το σερβίρισμα, το σκέφτηκε για λίγο, στάθηκε στη μέση της αυλής γύρω - γύρω από τα τραπέζια και είπε «Έχετε όλοι χρόνο να κάτσετε να σας φτιάξω;» Κι έτσι, τόσο απλά ο κυρ Μιχάλης, ζύμωσε κι έπλασε τις χαλκίτικες μακαρούνες, το πιο νόστιμο χειροποίητο ζυμαρικό πασπαλισμένο με τσιγαρισμένο κρεμμύδι και μπόλικο τριμμένο τυρί. Έφτιαξε εφτά πιάτα και κέρασε όλα τα τραπέζια. Κάπως έτσι διδαχτήκαμε όλοι οι υπόλοιποι ότι οι ρυθμοί στη Χάλκη είναι διαφορετικοί, ο χρόνος εξαρτάται από τη διάθεση, το φαγητό είναι αναπόσπαστο κομμάτι της παράδοσης και το κέρασμα καθημερινή συνήθεια.