Ο ιερέας, ο Χριστός και η τρανς

Μαθήματα της Εβδομάδας των Παθών.
|
Open Image Modal
Φωτογραφία αρχείου Συσσίτιο της εκκλησίας)
via Associated Press

Ιερέας στην Καλλιθέα έδιωξε από συσσίτιο άπορη τρανς, έναν άνθρωπο που πεινούσε, βρίζοντάς τη χυδαία και αποκαλώντας τη “πλάσμα του διαβόλου”. Το περιστατικό έγινε γνωστό στην αρχή της Μεγάλης Εβδομάδας. 

Στην Εβδομάδα των Παθών μνημονεύονται, όπως γίνεται εδώ και αιώνες, σε έναν αέναο κύκλο βιωματικής γνώσης και έκκλησης για αλλαγή προοπτικής του βλέμματος μια σειρά περιστατικών με πρωταγωνιστή τον Χριστό και απλούς καθημερινούς ανθρώπους που θα μπορούσαν να έχουν ζήσει σε οποιαδήποτε εποχή. 

Είναι η πόρνη που με τη σιωπή της και τα δάκρυά της πλένει τα πόδια του Χριστού με μύρο βιώνοντας εσωτερικά και χωρίς λόγια το θαύμα του να συνυπάρχει διαφορετικά. Επίσης έχουμε την περιστατικό με την μοιχαλίδα την οποία πετούν οι Φαρισαίοι μπροστά στον Χριστό για να τον δοκιμάσουν και τους απαντά «Όποιος από σας είναι αναμάρτητος, ας ρίξει πρώτος την πέτρα εναντίον της». Έπειτα από αυτό οι επίδοξοι τιμωροί φεύγουν και μένει μόνος ο Ιησούς με τη γυναίκα. 

Πρόκειται για μια σκηνή έντονων αντιθέσεων όπως περιγράφεται στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο. Ας προσπαθήσουμε να την οπτικοποιήσουμε:

Ο Ιησούς «κάτω κύψας τω δακτύλω έγραφεν εις την γην». Ο Ιησούς σε μια κατάσταση περισυλλογής και ηρεμίας έγραφε με το δάκτυλό του κάτι στο χώμα. Όταν απαντά στον όχλο δεν συνεχίζει την κουβέντα αλλά σιωπά και συνεχίζει ατάραχος αυτό που έκανε.

«Καὶ πάλιν κάτω κύψας ἔγραφεν εἰς τὴν γῆν». Παίζει με τον χρόνο και τις παύσεις. Με σοφό τρόπο δίνει σε όλους το χρόνο να σκεφτούν, να αναλογιστούν τι έχουν κάνει και πως σκοπεύουν να συνεχίσουν. 

Όλοι τους βρίσκονται σε αμηχανία και σταδιακά ένας ένας φεύγει. 

«Οἱ δὲ ἀκούσαντες ἐξήρχοντο εἷς καθ᾿ εἷς, ἀρξάμενοι ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων, καὶ κατελείφθη ὁ Ἰησοῦς καὶ ἡ γυνὴ ἐν μέσῳ οὖσα.» (Εκείνοι δε, όταν ήκουσαν το λόγια του, ήρχισαν ο ένας μετά τον άλλον να φεύγουν, αρχής γενομένης από τους γεροντοτέρους). 

Η συνέχεια είναι ενδιαφέρουσα: «ἀνακύψας δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· γύναι, ποῦ εἰσιν; οὐδείς σε κατέκρινεν;» (Εσήκωσε τότε ο Ιησούς την κεφαλήν και της είπε• “γυναίκα, που είναι αυτοί που σε κατηγόρησαν;”). 

«ἡ δὲ εἶπεν· οὐδείς, Κύριε. εἶπε δὲ ὁ Ἰησοῦς· οὐδὲ ἐγώ σε κατακρίνω· πορεύου καὶ ἀπὸ τοῦ νῦν μηκέτι ἁμάρτανε. (Εκείνη δε είπε• “κανείς, Κύριε”. Είπε δε ο Ιησούς• “ούτε εγώ σε κατακρίνω. Πήγαινε και από τώρα και πέρα μη αμαρτάνεις πλέον”). 

Ο Χριστός διδάσκει τη συν- χώρεση, εκμεταλλευόμενος τοv χρόνο, τις παύσεις και τη σιωπή για να περάσει το μήνυμά του και προσφέρει γαλήνη σε όλους. Το πως θα την αξιοποιήσουν στη συνέχεια είναι δικό τους ζήτημα, αλλά το παράθυρο ευκαιρίας έχει ανοίξει. 

Επανερχόμενοι στο περιστατικό με τον ιερέα στην Καλλιθέα διαπιστώνουμε ότι κινήθηκε ορμώμενος από το ανθρώπινο και αντιχριστιανικά.  Δεν υπήρχε καμία παύση για περισυλλογή παρά μόνο ξέσπασμα και αποκλεισμός, κυρίως του ίδιου από Αυτόν που υποτίθεται πως έχει ταχθεί για να υπηρετεί. 

Η Μεγάλη Εβδομάδα για τους χριστιανούς πρωτίστως είναι μνήμη θανάτου μια συνέχεια του πλατωνικού «Οι ορθώς φιλοσοφούντες αποθνήσκειν μελετώσι.».

Αλλά η πραγματική φιλοσοφία, μετάνοια, συν-χώρεση, βιώνεται στην καθημερίνοτητα και δεν διδάσκεται σε κανένα εγχειρίδιο. Το υποστηρίζω παραθέτοντας μια προσωπική εμπειρία.

Χρόνια πριν δικός μου άνθρωπος, λίγο μεγαλύτερος από 70 ετών, χτυπήθηκε από τον καρκίνο και περνούσε τις τελευταίες του ημέρες στο νοσοκομείο, μαζί του και εγώ για να τον φροντίζω. Στον ίδιο θάλαμο βρίσκονταν και άλλοι ομοιοπαθούντες. Ένα νέο παιδί, δεν είχε κλείσει ούτε τα 17 και που θα έχανε το πόδι του, σε μια προσπάθεια των γιατρών να ανακόψουν την πορεία του καρκίνου και λίγες ημέρες αργότερα προστέθηκε στην παράξενη και εφήμερη παρέα και μια τρανς.

Στο δωμάτιο των εν δυνάμει μελλοθάνατων επικράτησε μια σιωπή άμα την άφιξή της. Ωστόσο από την ίδια ημέρα ο ηλικιωμένος του δωματίου, με τις αρχές και τις πεποιθήσεις ενός άλλου κόσμου έδειξε ένα ιδιαίτερο νοιάξιμο για τον άνθρωπο, όπως αποκαλούσε την τρανς, που ήταν μόνος στην άλλη άκρη του δωματίου κάνοντας με τον αγγελιοφόρο του.

-΄Εχει ο άνθρωπος φαΐ;

- Πήγαινέ του μερικά από τα κουλουράκια που μας έφεραν.

- Κέρασέ τον χυμό.

- Τον ακούω που δυσφορεί, μάλλον πονάει, δεν φωνάζεις τον γιατρό...

Τέτοια πολλά και σε καθημερινή βάση.

Η τρανς, της οποίας το όνομα δεν θυμάμαι, τα καταλάβαινε όλα και μετά όταν γνωριστήκαμε και μιλούσαμε μου έλεγε πόσο την συγκινούσε ο συγγενής μου.

Και οι δύο παρότι δεν γνωρίστηκαν ποτέ, πραγματικά βίωσαν μια σύνδεση. Ο ένας ήθελε να προσφέρει και ο άλλος είχε ανάγκη από το νοιάξιμο κάποιου.

Ο καρκίνος είχε εξομοιώσει δύο διαφορετικούς κόσμους και ο ψίθυρος του επερχόμενου τέλους τους γέμιζε με καλοσύνη και αποδοχή, κάτι καθόλου αυτονόητο. Ο θάνατος πράγματι είχε φέρει την προσδοκούμενη Ανάσταση.