H Ευρώπη, έντρομη εμπρός στον εφιάλτη ενός παγωμένου χειμώνα, βάζει στο ράφι τις προσπάθειες για πράσινη μετάβαση.
Open Image Modal
.
PATRICIA DE MELO MOREIRA via Getty Images

Πριν λίγο καιρό, στο πλαίσιο διεθνούς συνάντησης για το κλίμα, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες έδωσε σαφές μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση: «Έχουμε μια επιλογή. Συλλογική δράση ή συλλογική αυτοκτονία. Είναι στα χέρια μας».  

Πέραν των αδιάσειστων επιστημονικών αναλύσεων, όλοι ζούμε πλέον την οικολογική και κλιματική κρίση, με την Ευρώπη να φλέγεται κυριολεκτικά, με εκτενείς πυρκαγιές και ακραίες θερμοκρασίες. Βεβαίως, οι τεράστιες πυρκαγιές και οι ακραίες θερμοκρασίες δεν είναι πρωτοφανείς. Είναι συνηθισμένο πλέον κάθε χρόνο να σπάει το ένα αρνητικό ρεκόρ μετά το άλλο. Φέτος, ρεκόρ θερμοκρασίας καταρρίφθηκαν (όπως στην Αγγλία), σημειώθηκε η μεγαλύτερη ξηρασία των τελευταίων 1200 χρόνων σε Ισπανία και Πορτογαλία με χιλιάδες θανάτους και πυρκαγιές. Λόγω της παρατεταμένης ξηρασίας, στη Γερμανία ο Ρήνος κινδυνεύει να «κλείσει» για εμπορικές μεταφορές, και στη Γαλλία η χαμηλή στάθμη σε ποταμούς δεν επαρκεί για την ψύξη των πυρηνικών εργοστασίων. 

Η αιτία είναι εδώ και χρόνια γνωστή. Είναι η ανθρωπογενής κλιματική κρίση και οφείλεται στην καύση ορυκτών καυσίμων, που εκλύουν αέρια του θερμοκηπίου. Η κλιματική κρίση τρέχει τόσο γρήγορα μάλιστα που αν συνεχίσουμε έτσι, σύμφωνα με τα κλιματικά σενάρια, η νέα γενιά θα περάσει μια ενήλικη ζωή σε μεγάλο κίνδυνο, ανάμεσα σε καύσωνες, ξηρασίες, πυρκαγιές και πανδημίες, στη χειρότερη μορφή τους. 

Και τί κάνουμε για αυτό;  

H ιστορία φαίνεται ότι δε μας διδάσκει. Ο Θουκυδίδης έγραφε πριν από δυόμιση χιλιάδες χρόνια ότι οι αποφασίζοντες τότε άλλαζαν τη σημασία των λέξεων, ώστε να ταιριάζουν με τις πράξεις τους. Έτσι και σήμερα. Παρά την προσπάθεια προώθησης καθαρών πηγών ενέργειας (όπως η ηλιακή ενέργεια) στα λόγια, στην πράξη τα ορυκτά καύσιμα καταλαμβάνουν το 80% της τελικής χρήσης παγκοσμίως.

Όσον αφορά στην εξοικονόμηση ενέργειας, ενώ αποτελεί σε επίπεδο ρητορείας την πρώτη προτεραιότητα, στην πράξη η κατανάλωση ενέργειας έχει αυξηθεί κατά 50% σε σχέση με το 1995. Και αν το 2020, λόγω πανδημίας, υπήρξε μία σημαντική πτώση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, το 2019 υπήρξε ρεκόρ, με τις εκπομπές του θερμοκηπίου αυξημένες κατά 62% σε σχέση με την έναρξη των διαπραγματεύσεων για την κλιματική αλλαγή (1990). Μάλιστα, τα μέχρι στιγμής δεδομένα του 2022 δείχνουν νέο ετήσιο ρεκόρ.

Και οι πιέσεις αυτές δεν αφορούν μόνο στο φυσικό περιβάλλον αλλά και στις κοινωνικές ανισότητες (που αυξάνονται δραματικά), δημιουργώντας ένα εκρηκτικό μείγμα, χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Οι πετρελαϊκές που εξορύσσουν και εμπορεύονται ορυκτά καύσιμα υπερκερδοσκοπούν, ακόμα και μέσα στην κρίση, σε βάρος των οικονομικά ασθενέστερων και πιο ευάλωτων. Σύμφωνα με τα δικά τους δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία, τα 100 δις $ προσεγγίζουν τα κέρδη των μεγάλων ενεργειακών εταιριών, μόνο το πρώτο τρίμηνο του χρόνου.  

Όμως, ενώ οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης τρέχουν με ιλιγγιώδεις ταχύτητες, η Ευρώπη, έντρομη εμπρός στον εφιάλτη ενός παγωμένου χειμώνα χωρίς ρωσικό φυσικό αέριο, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις βάζει στο ράφι τις προσπάθειες για πράσινη μετάβαση. Επανενεργοποιείται ο άνθρακας και νέες τεράστιες υποδομές Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (ΥΦΑ) κατασκευάζονται. Το ίδιο μοιάζει πως συμβαίνει και στην Ελλάδα, καθώς οι νέες σίγουρες προγραμματισμένες επενδύσεις αφορούν κυρίως σε υποδομές δικτύων φυσικού αερίου για θέρμανση και έργων υποδοχής ΥΦΑ. Λες και η μοίρα της χώρας είναι να παραμένει ένα διαμετακομιστικό κέντρο εισαγόμενων ορυκτών καυσίμων. Και αυτό συμβαίνει ενώ, σύμφωνα με όλες τις διεθνείς μελέτες, η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο της κλιματικής απορρύθμισης. 

Όσον αφορά στην προστασία του περιβάλλοντος, ακόμα και σήμερα οι προστατευόμενες περιοχές Natura στην Ελλάδα, που καλύπτουν το 30% της χερσαίας έκτασης της χώρας και του 20% των θαλασσών δεν έχουν ξεκάθαρο πλαίσιο. Ο κίνδυνος είναι μεγάλος η χώρα μας να καταδικαστεί στους επόμενους μήνες πληρώνοντας και υψηλό πρόστιμο, αναδρομικά μάλιστα, γιατί δεν προστατεύει επαρκώς τις περιοχές Natura. Η προστασία όμως είναι η μια πλευρά του νομίσματος. Έχοντας ένα ξεκάθαρο πλαίσιο για τις περιοχές αυτές απελευθερώνεις και την αναπτυξιακή τους δυναμική γιατί θα είναι σαφές ποιες δραστηριότητες και υπό ποιους όρους επιτρέπονται. Θα απελευθερώσεις εν ολίγοις την αναπτυξιακή δυναμική του ενός τρίτου της χώρας.  

Ο Πρωθυπουργός της χώρας είχε πρόσφατα ανακοινώσει στην Μασσαλία ότι μέχρι το τέλος του 2022 θα έχει ολοκληρωθεί το πλαίσιο προστασίας των περιοχών Natura. Μέχρι το τέλος του 2022 το πιο πιθανό είναι πως δεν θα έχει εγκριθεί ούτε ένα από τα Προεδρικά Διατάγματα που απαιτούνται και δεν θα υπάρχει το απαραίτητο πλαίσιο. Η Κυβέρνηση όμως ασχολείται με τα «Απάτητα Βουνά» και τις «Παρθένες Παραλίες».  

Οι λέξεις υποφέρουν διαχρονικά από τη σύγκρουσή τους με τις πράξεις. Ιδιαίτερα όταν οι πολιτικοί τις χρησιμοποιούν για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους. Δεν είναι τυχαίο πως «Απάτητα Βουνά» και «Παρθένες Παραλίες» δεν υπάρχουν σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. Εκεί απλώς εφαρμόζουν το υφιστάμενο εδώ και 30 χρόνια πλαίσιο που γνωρίζουμε ότι είναι αποτελεσματικό.

Ενώ οι σύγχρονες εξελίξεις αποκτούν τη μορφή επικαλυπτόμενων κρίσεων, με τη μία χειρότερη της άλλης, οι δομές και ο τρόπος της πολιτικής σκέψης παραμένουν προσκολλημένες στη λογική περασμένων δεκαετιών, της «ασταμάτητης» καταναλωτικής ανάπτυξης, της ανέμελης παγκοσμιοποίησης, της εύκολης επικοινωνίας και του lifestyle της υπερβολής. Ο κόσμος όμως αυτός είναι «Ο κόσμος του χθες», αν θυμηθούμε τον αυστριακό συγγραφέα του μεσοπολέμου Στέφαν Τσβάιχ, που ζωντάνευε πόλεις και εποχές χαμένες στον χρόνο. 

Δεν μπορούμε σήμερα να μιλάμε με παλιούς όρους. Η επικρατούσα πεποίθηση ότι μπορούμε να έχουμε οικονομική μεγέθυνση διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι τα φυσικά οικοσυστήματα δεν θα υποβαθμίζονται, αλλά θα εξακολουθούν να παρέχουν τους πόρους και τις υπηρεσίες στις οποίες βασίζεται η ευημερία μας είναι αποδεδειγμένα λανθασμένη. Είναι ανάγκη να ξανασκεφτούμε τις κοινωνικές έννοιες της προόδου και της ανάπτυξης, με όρους ευρύτερους από την κατανάλωση και την οικονομική μεγέθυνση.  

Η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος της χώρας μας και η ανάδειξη και αξιοποίηση του φυσικού της πλούτου είναι μία πρόκληση εθνικής κλίμακας που μπορεί να επιτευχθεί με γνώση, σοβαρότητα και αποτελεσματικότητα.  

Ο δρόμος βρίσκεται στη συγκρότηση ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου, γύρω από ένα βιώσιμο και ανθεκτικό μοντέλο ανάπτυξης, που θα αναμετρηθεί με τα σημερινά αναπτυξιακά αδιέξοδα και θα σταθεί αντιμέτωπο με τη διεύρυνση των ανισοτήτων, υπερασπιζόμενο τη δημοκρατία και τους θεσμούς κοινωνικής προστασίας.