Ο μεγάλος νικητής των εκλογών

Ο μεγάλος νικητής των εκλογών
Open Image Modal
Costas Baltas / Reuters

Αξίζει να τολμήσει κανείς μια τίμια και ειλικρινή εκτίμηση της κατάστασης, ανεξάρτητα από προκαταλήψεις και προσωπικές προτιμήσεις. Είναι, πιστεύω, προφανές ότι το κυβερνών κόμμα έχει, σε γενικές γραμμές, απολέσει την εμπιστοσύνη των πολιτών, οι περισσότεροι από τους οποίους θεωρούν την πολιτική του ψηφοθηρική και κοντόθωρη, στην καλύτερη περίπτωση. Κόμματα όπως το Κ.Κ.Ε. ή το ΚΙΝ.ΑΛ. έχουν μια σταθερή θέση, η οποία μάλιστα τείνει να είναι πτωτική, ενώ άλλα μικρά κόμματα της Βουλής, όπως το ΠΟΤΑΜΙ, οι ΑΝ.ΕΛ. ή η ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΩΩΝ, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις βρίσκονται σε διαρκώς ασθενέστερη θέση. Όλα τα δεδομένα μας παρουσιάζουν λοιπόν τη Νέα Δημοκρατία ως τη νικήτρια των επερχόμενων εκλογών. Μήπως όμως αυτή η διαπίστωση αποτελεί μια επιφανειακή ανάγνωση των πολιτικών εξελίξεων; Μήπως παραβλέπουμε κάτι; Θεωρώ ότι τελευταία η πολιτική ζωή έχει αναδείξει τρία καίριας σημασίας γεγονότα:

1) τη μαζική αγανάκτηση για το κομματικό σύστημα και όσα εκείνο εκπροσωπεί

2) την απογοήτευση μεγάλης μερίδας των πολιτών με την Αριστερά

3) τη (σχετικά απότομη) έξαρση εθνικών (και εθνικιστικών) αντανακλαστικών, ιδιαίτερα μετά τα συλλαλητήρια για την υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών. Καθένα από αυτά διαθέτει μια δυναμική. Αν ληφθούν όμως σε συνδυασμό, πράγμα εύλογο και αναμενόμενο, τότε μας οδηγούν στο εξής συμπέρασμα: ανεξαρτήτως αποτελεσμάτων, ο μεγάλος νικητής των επερχόμενων εκλογών θα είναι η Χρυσή Αυγή.

Σε προηγούμενα άρθρα μου έχω επισημάνει την πόλωση, την αναζωπύρωση του εθνικισμού, τη στειρότητα των Αριστερών συνθημάτων, καθώς και την ασάφεια του αντιφασιστικού λόγου στην ελληνική κοινωνία. Για την πλειοψηφία του ελληνικού λαού, εξαιρουμένων των κομματικά στρατευμένων και των (συμφεροντολογικά) επωφελημένων, οι πολιτικοί μας «είναι όλοι ίδιοι». «Είμαστε Χριστιανοί Ευρωπαίοι κ θα στρίψουμε όσο δεξιότερα χρειάζεται για να μην γίνει η Ευρώπη ισλαμική αποικία» είναι ένα από τα συνθήματα που αποκτούν όλο και περισσότερους οπαδούς. Αυτό βέβαια εκφράζεται περισσότερο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και στον δρόμο παρά στις εφημερίδες και τα κανάλια. Ειδικότερα, τα μέσα δικτύωσης είναι περισσότερο από εξυπηρετικά στη διάδοση διάφορων και πολυάριθμων fake news, βολικά για όλα τα γούστα, ενισχύοντας έτσι το κλίμα πόλωσης, ακόμη και μετά τη διάψευσή τους. Κατά ειρωνεία της τύχης όμως, ο μετριασμός του ακροδεξιού λόγου είναι που προσδίδει στα (γνωστότερα) κανάλια και εφημερίδες τη ρετσινιά του «συστημικού μέσου». Μάλιστα, όσο οι εκπρόσωποι των κομμάτων ξιφουλκούν για το ποιος θα βγάλει πρώτος knock out τον άλλο με συκοφαντίες, η ΧΑ προβάλλεται ως το μοναδικό αντισυστημικό κόμμα. Από εδώ και στο εξής, κάθε αντεπίθεση αποβαίνει προς όφελός της: ακόμη και οι ποινικές διώξεις των βουλευτών της δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να ενισχύουν την εντύπωση του αντισυστημικού που επιδιώκει να προβάλλει. Η ΝΔ, ανεξάρτητα από τη στάση της κατά την πορεία των συλλαλητηρίων, ουσιαστικά ταυτίζεται με το ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στο μακεδονικό ζήτημα και δεν πρόκειται να ακολουθήσει εθνική πολιτική στο μέλλον. Πολύ περισσότερο, το όνομα «Μητσοτάκης» ξυπνάει σε μερικούς παλιές μνήμες της «επάρατης Δεξιάς» και της οικογενειοκρατίας. Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος των πολιτών δεν ψηφίζει καν, οδηγεί στην αφύπνιση εθνικών αντανακλαστικών που αποδεσμεύονται από την παραδοσιακή Δεξιά. Ακόμη και αρκετοί από όσους δηλώνουν «αναποφάσιστοι», συχνά είναι περισσότερο υπέρ της Ακροδεξιάς από ότι ομολογούν ρητά. Έχουμε έτσι μια ισχυρά ενδυναμωμένη Χρυσή Αυγή. Θα μπορούσε άραγε να ανατραπεί αυτή η πορεία; Κατά τη γνώμη μου, αν συμβεί να δούμε στο άμεσο μέλλον μια αλλαγή, αυτή δεν πρόκειται να έρθει από την Αριστερά. Αντίβαρο σε όλο αυτό θα ήταν μόνο ένας άγνωστος και λαϊκός ηγέτης, με εθνική πολιτική και δημοκρατικές ρίζες, ο οποίος όμως δε θα δίσταζε παράλληλα να προβεί σε ορισμένες σκληρές πράξεις (πχ κατάργηση του ακαδημαϊκού ασύλου, διάλυση του «άβατου» των Εξαρχείων, μείωση των αποδοχών των βουλευτών κλπ), που δίχως αμφιβολία θα χαρακτηριστούν από πολλούς αυταρχικές. Η προσπάθεια να ξεμασκαρευτεί η Ακροδεξιά, σπάνια έχει οδηγήσει σε περιθωριοποίησή της. Συνήθως πετυχαίνει τα αντίθετα αποτελέσματα, καθώς τα ακραία κινήματα παρουσιάζονται έτσι ως περισσότερο αντισυμβατικά και ελκύουν τη νεολαία, που θεωρεί τη στήριξή τους ως τη μοναδική γνήσια αντικαθεστωτική πράξη που μπορεί να γίνει σήμερα.

Το ζήτημα «πολιτική» έχει στις μέρες μας προσλάβει ένα θλιβερό χαρακτήρα. Σχεδόν όπου και να κοιτάξει κανείς, βλέπει τη λαϊκή αγανάκτηση κι απογοήτευση για το σύστημα και για την κυβερνητική εξουσία. Στην πραγματικότητα, η πολιτική κατάσταση σήμερα δεν είναι παρά η συνεπής κατάληξη και το αποκορύφωμα μιας πορείας δεκαετιών. Τι μπορεί να γίνει; Όσοι ενδιαφέρονται για τη «μάχη ενάντια στον φασισμό», καλά θα κάνουν να μελετήσουν προσεκτικά την agenda του. Αντί να αρκούνται σε αφηρημένα ευχολόγια και γλυκερά λόγια περί ελευθερίας και δημοκρατίας, που πείθουν διαρκώς λιγότερους, μπορούν να ξεκινήσουν δραστική αντιμετώπιση των προβλημάτων τα οποία προβάλλουν οι φασίστες: μετανάστευση, εθνική υπερηφάνεια, πολιτική διαφθορά, οικονομική κρίση, επιβολή νομιμότητας. Όσο αρνούμαστε να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα στη ρίζα του, τόσο θα μεγαλώνει το χάσμα ανάμεσα σε όσους θεωρούν αναγκαίες ορισμένες αυστηρές μεταρρυθμίσεις και σε όσους χαρακτηρίζουν «φασιστικό» καθετί που υπερβαίνει τη χαλαρότητα στην οποία είμαστε μαθημένοι. Μετά την αποδόμηση του «ηθικού πλεονεκτήματος» της Αριστεράς, μονάχα ένα καινούργιο Δεξιό κόμμα, κεντρώο και με εθνικό πρόσημο, θα ήταν ικανό να απορροφήσει τις εθνικές διαμαρτυρίες.