Ο Μπετόβεν νίκησε την πολιτιστική, πνευματική και ιδεολογική καραντίνα στο Ηρώδειο

Στη συναυλία της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ
Open Image Modal
.
Huffpost GR

Την εξαίρετη πρεμιέρα του εφετινού Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου με τις δύο συναυλίες με τα θεατρικά τραγούδια του Θάνου Μικρούτσικου ακολούθησε μια ακόμα θαυμάσια εκδήλωση, η συναυλία της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ με έργα Λούντβιχ Βαν Μπετόβεν για τα διακόσια πενήντα χρόνια από την γέννηση του μέγιστου μουσουργού. Το Ωδείον Ηρώδου του Αττικού προφανώς και δεν είχε την ίδια πληρότητα με τις συναυλίες – αφιέρωμα στον Θ, Μικρούτσικο αλλά, αν λάβουμε υπόψη τον αριθμό των συνειδητών ακροατών/ιών της κλασικής μουσικής στη χώρα μας και τις πολύ ιδιαίτερες συνθήκες αυτής της χρονιάς, δεν ήταν λίγο το κοινό που παρακολούθησε μια πάρα πολύ καλή συναυλία. 

Μια συναυλία που ήταν η πρώτη της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ υπό την διεύθυνση του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή και αρχιμουσικού της, του Γιώργου Πέτρου. Ας πούμε σε αυτό το σημείο ότι άξιους και υψηλοτάτου επιπέδου μαέστρους η χώρα μας πλέον έχει ουκ ολίγους αλλά υπάρχει μια καθοριστική διαφορά του Γιώργου Πέτρου από σχεδόν όλους τους υπόλοιπους. Αυτή είναι ότι, με πολύ κόπο και σκληρή εργασία, είναι ο μόνος που έχει αναγνωριστεί τόσο και στο εξωτερικό, σε βαθμό που να δραστηριοποιείται εκεί εξίσου, αν όχι περισσότερο, από την Ελλάδα με διευθύνσεις σημαντικότατων ορχηστρών σε πάρα πολλές χώρες οι οποίες του ήδη του έχουν αποφέρει αρκετές διεθνείς διακρίσεις, ανάμεσα τους και μιαν υποψηφιότητα για βραβείο Graammy. Παράλληλα παραμένει εδώ και πολλά χρόνια, τυπικά ή μη, καλλιτεχνικός διευθυντής, αρχιμουσικός και γενικότερα «ψυχή» της Καμεράτα – Ορχήστρας Των Φίλων Της Μουσικής η οποία, με το όνομα Armonia Atenea (έτσι είναι γνωστή διεθνώς) και πάντα υπό την δική του διεύθυνση και με την καθοδήγηση του, έχει πραγματοποιήσει πολλές εμφανίσεις εκτός Ελλάδας αλλά και επίσης έχει βραβευθεί αρκετές φορές για τα ηχογραφήματα της.

Ας σημειώσω εξαρχής – και ανεξάρτητα από τα επιμέρους έργα – ότι η συνολική παρουσία της Εθνικής Συμφωνικής Ορχήστρας της ΕΡΤ ήταν τουλάχιστον ένα επίπεδο πάνω από την τελευταία φορά που παρακολούθησα συναυλία της. Ηταν φανερό ότι ο Γιώργος Πέτρου, στο πολύ σύντομο διάστημα που έχει μεσολαβήσει από τότε που ανέλαβε την νέα θέση του, έχει ήδη καταφέρει να της προσδώσει έναν νέο «αέρα» και δυναμική. Ελπίζω αυτό όχι μόνο να συνεχιστεί αλλά και να αυξηθεί και μελλοντικά να δούμε και κυρίως να ακούσουμε την ΕΣΟ της ΕΡΤ να κατακτά ακόμα υψηλότερες μουσικές κορυφές.

Open Image Modal
.
Huffpost GR

Το ξεκίνημα έγινε με τα Τρία Equali για τέσσερα τρομπόνια (ή, πιο σωστά, για τρία τρομπόνια και τούμπα, το μπάσο τρομπόνι δηλαδή) που είναι από τα έργα το Μπετόβεν τα οποία παρουσιάζονται σπάνια. Οπως αντίστοιχα είναι πολύ λίγα στη διεθνή μουσική φιλολογία τα έργα για σόλο τρομπόνι, πόσο μάλλον ένα σύνολο τέτοιων, πιθανότατα λόγω του «άχαρου» χαρακτήρα του οργάνου όταν ακούγεται μεμονωμένο. Η μεγαλοφυία το Μπετόβεν φαίνεται από το ότι αξιοποίησε στο έπακρο τον ηχητικό «όγκο» του τρομπονιού ενώ ταυτόχρονα προσέδωσε με θαυμαστό τρόπο στο κατά κανόνα δοξαστικό, ενίοτε ακόμα και εμβατηριακό, ηχόχρωμα του μιαν ελεγειακή απόχρωση που συνάδει πλήρως με την Ημέρα Των Ψυχών για την οποία γράφτηκε το συγκεκριμένο έργο που απέδωσαν εξαιρετικά οι τέσσερις μουσικοί της ΕΣΟ της ΕΡΤ

Ακολούθησε ένα από τα πιο γνωστά και αγαπημένα αλλά και αναμφισβήτητα κορυφαία έργα το συνθέτη, το Τέταρτο Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα σε λα μείζονα. Η ΕΣΟ της ΕΡΤ απέδωσε άψογα αλλά, κακά τα ψέματα, στο επίκεντρο του έργου βρίσκεται το πιανιστικό μέρος του και σε αυτό η Αλεξάνδρα Παπαστεφάνου δεν έκλεψε απλά την παράσταση αλλά έλαμψε κυριολεκτικά. Το διεθνώς καταξιωμένο κορυφαίο επίπεδο της είναι εδώ και πολλά χρόνια δεδομένο αλλά στη συγκεκριμένη περίσταση υπερέβη ακόμα και αυτό και άγγιξε την τελειότητα. Ειδικά στο μεγάλο σολιστικό μέρος πριν το φινάλε υπήρχε υποδειγματική ισορροπία ανάμεσα στην ακρίβεια, τον λυρισμό και την απολύτως σωστή δόση συναισθήματος. Η Αλεξάνδρα Παπαστεφάνου δεν είναι μια κορυφαία πιανίστρια, είναι μια πολύ μεγάλη μουσικός που ενστικτωδώς επέλεξε από πολύ μικρή ως εκφραστικό μέσο της το πιάνο. Μια αληθινή βιρτουόζος και όχι δεξιοτέχνιδα η οποία ως τέτοια γνωρίζει πολύ καλά ότι η τεχνική δεν είναι ποτέ αυτοσκοπός αλλά μόνον η οδός για να φτάσει στην ουσία και την μουσικότητα του έργου που εκτελεί. Και όπως γνωρίζομε πολύ καλά είναι αυτού του είδους οι βιρτουόζοι που εντέλει κατακτούν και την απαράμιλλη, αλάνθαστη τεχνική, πολύ περισσότερο από όσους/ες επιζητούν μόνον αυτήν αλλά δίχως στην πραγματικότητα να ξέρουν τι ακριβώς θέλουν να κάνουν όταν την θα την κατέχουν. 

Open Image Modal
.
Huffpost GR

Η άρια κοντσέρτου, γραμμένη δηλαδή για να παρουσιάζεται μεμονωμένη και όχι ως τμήμα μιας όπερας, ήταν από τα λιγότερα διαδεδομένα ιδιώματα της περιόδου του ρομαντισμού καθώς το να έγραφε ένας συνθέτης τέτοιες ήταν πάνω – κάτω ανάλογο με το να γράφει σήμερα ένας δημιουργός σύγχρονης μουσικής ποπ τραγουδάκια, εθεωρείτο δηλαδή κατώτερο από άλλα, μεγαλύτερης διάρκειας αλλά και «πνοής» έργα. Το απεριορίστων διαστάσεων ταλέντο του Μπετόβεν φαίνεται βέβαια στις πολλές αρετές ακόμα και της μίας και μοναδικής τέτοιας που συνέθεσε, του «Ah! Perfido!». Με την ιδανική συνοδεία της ΕΣΟ της ΕΡΤ η σοπράνο Μυρτώ Παπαθανασίου την απέδωσε άριστα, με πλήρη φωνητικό και ερμηνευτικό έλεγχο, δίχως υπερβολές και όση ακριβώς θεατρικότητα ήταν απαραίτητη.

Τέλος η Πρώτη Συμφωνία ίσως να μην ανεβαίνει στα ύψη της Τέταρτης, της Πέμπτης, της Εβδομης και βέβαια της Ένατης, κορωνίδας του έργου του Μπετόβεν. Διαθέτει όμως πολύ δυναμισμό και κυρίως κάποιες στιγμές έναν σχεδόν παιγνιώδη χαρακτήρα που, όπως ήταν φυσικό, καθώς ο συνθέτης μεγάλωνε βιολογικά και ωρίμαζε δημιουργικά με αποτέλεσμα η ελεγειακή διάθεση, δομικό στοιχείο της κοσμοθεωρίας του, να κυριαρχεί στο έργο του, απωλέσθη στη συνέχεια. Αμφότερα και ιδίως το παιγνιώδες μεν αλλά και πολύ απαιτητικό δε εκτελεστικά μα και συναισθηματικά δεύτερο στοιχείο όχι μόνον αποδόθηκαν έτσι όπως έπρεπε αλλά και αναδείχθηκαν από την ΕΣΟ της ΕΡΤ με την απολύτως μελετημένη, σχεδόν...σοφή διεύθυνση του Γ. Πέτρου.

Ηταν το πολύ όμορφο φινάλε μιας βραδιάς που μας προσέφερε ικανή δόση ακέραιας της ουσίας και της αξίας του έργου του Μπετόβεν και ταυτόχρονα απέτισε έναν ακόμα, ποτέ δεν θα είναι αρκετοί, φόρο τιμής σε έναν γίγαντα της σύνθεσης, μιαν αληθινή μουσική μεγαλοφυϊα από τις ελάχιστες τέτοιες που έχουν υπάρξει. Ή και απλά σε μια μεγαλοφυΐα γιατί, κατά την προσωπική μου γνώμη, για να έχει το έργο κάποιου τέτοιο διαχρονικό μεγαλείο και να το διατηρήσει ακόμα και μετά την πλήρη απώλεια της ακοής του δεν αρκεί ένα ακόμα και τεράστιου μεγέθους ταλέντο. Απαιτούνται επίσης και ένα μεγάλο, πάρα πολύ μεγάλο πνεύμα μα και μια ψυχή η οποία να κοιτάζει διαρκώς και μόνον προς τα επάνω, όσο υψηλότερα είναι δυνατόν επιθυμώντας διακαώς να πετάξει προς τα εκεί. Ο τόσο ιδιόρρυθμός και ασυμβίβαστος Ανθρωπος που ονομαζόταν Λούντβιχ Βαν Μπετόβεν αναμφίβολα διέθετε και τα δύο για αυτό και, πολύ περισσότερο από θαυμασμό, εκείνο που το οφείλουμε είναι έναν απεριόριστο σεβασμό.