Το Πάσχα ήταν προ των πυλών. Τότε που ο Πιλάτος βρέθηκε στη δυσχερέστερη θέση της καριέρας του. Το πλήθος εβόα : ‘’Άρον, άρον σταύρωσον αυτόν’’ (Κατά Ιωάννην 19,15). Όπερ μεθερμηνευόμενον σημαίνει ‘’σηκωτό να τον πάρουν να τον σταυρώσουν’’. Η προειλημμένη καταδικαστική απόφαση τού δρόμου ακουγόταν ως μία φωνή, άκουσμα ανατριχιαστικό και παραλήρημα.
Το παραλήρημα μιάς ομοιόμορφης καθοδηγούμενης αντίδρασης στην πολυπληθή απουσία της λογικής σκέψης. Σκέψη ευμετάβλητη και ανεμοδαρμένη. Σκέψη εκτεθειμένη και χειραγωγούμενη από τον Νόμο, για τα καλά και συμφέροντα του Ιερατείου.
Το πλήθος που τον υποδέχθηκε μετά βαΐων και κλάδων, το ίδιο πλήθος την επομένη διακαώς επιζητούσε τη σταύρωσή του. Ίδιον του όχλου. Υποκινούμενου από την παρόρμηση της στιγμής και το κατεστημένο. Κυριαρχία του ενστίκτου με υποτιθέμενη την επιθυμία για κάθαρση, εμπίπτουσα στην παγίδα μιας ρυπαρής διαδικασίας.
Ο συλλογικός νους, με την ισχυρή πεποίθηση του αλάθητου, βοά και κραυγάζει, εμπλεκόμενος στο παιχνίδι της εξουσίας. Η έλξη της μάζας στην εξουσία και η διαμόρφωση της ψυχολογίας του όχλου. Οι παραπομπές στον Gustave Le Bon (Ψυχολογία των μαζών) και Elias Kanetti (Μάζα και Εξουσία) είναι γνωστές.
Ο όχλος που αρνείται να εισέλθει στο πραιτώριο ώστε να διατηρηθεί για το Πάσχα καθαρός ενώ ταυτόχρονα αποφαίνεται άκαμπτος για την άμεση χωρίς δίκη τιμωρία και τη σταύρωση ενός αθώου. Το μεγαλείο της υποκρισίας! Μια εύκολα αναγνωρίσιμη ηθική. Αγοραία. Του δρόμου. Εξάλλου, είναι φανερή η απουσία της προσωπικής ευθύνης στο βουητό του όχλου. Άραγε, πώς θ` αποδειχθεί εκ των υστέρων μια λαθεμένη απόφαση ληφθείσα από την ανώνυμη και ασυνείδητη ταυτότητα του πλήθους;
Αιώνες μετά, ο συλλογικός – ασυλλόγιστος νους εξακολουθεί να συνευρίσκεται με άσκεφτη ορμή ως δικαστής του δρόμου.
Άρον, άρον τους ξεσηκώσανε, οι ”φίλοι’’ από το facebook. Σύσσωμη η οικογένεια της Ε. κατέβηκε όπως όπως, κυριευμένη από οργή, μπροστά από τα κλειστά παράθυρα του ισογείου διαμερίσματος.
Καθώς δεν πίστευαν στ` αυτιά τους, όπως έλεγαν, θέλησαν να δουν από κοντά, με τα μάτια τους, το σπίτι της ‘’Φόνισσας’’των κοριτσιών. Άραγε, μιας σύγχρονης Φραγκογιαννούς, της Φόνισσας του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη που σκότωνε τα κορίτσια φοβούμενη και οικτίροντας τη γυναικεία φύση ; Ήταν προφανές πως τον παρορμητικό όχλο δεν απασχολούσε η νουβέλα και το πνεύμα του Παπαδιαμάντη. Ωστόσο, τα ερωτήματα είναι πολλά και αναπάντητα για τη σχέση της ‘’Φόνισσας’’ με τα τρία κορίτσια κυρίως για τους ‘’ειδικούς’’, που γυροφέρνουν τα media κάνοντας ψυχογραφήματα τηλεθέασης.
Παρ` όλα αυτά, τα βάθη της ψυχής παραμένουν άδηλα και σκοτεινά , ενώ στον αφρό της ημέρας πλήθη αλλόφρονα κραύγαζαν : Θάνατος, θάνατος στους παιδοκτόνους, σε live μετάδοση στα κανάλια της ενημέρωσης - εξημέρωσης των παθών.
Η μικρή Ε. απορημένη κοίταζε ολόγυρα το πλήθος που την είχε ζώσει από παντού.
Ασφυκτιούσε και προσπαθούσε ν` αποτινάξει το χέρι της μαμάς, που την έσφιγγε προστατευτικά καθώς απευθυνόταν με οργή στην άσπλαχνη μάνα. Ο μπαμπάς της φωτογράφιζε με το κινητό τον τόπο του συμβάντος ώστε έγκαιρα να ανεβάσει στο διαδίκτυο, τα ύστερα του κόσμου!
Αρκετοί καλοί γείτονες είχαν κουβαλήσει μαζί τους και τα παιδιά αφού δεν είχαν που να τ` αφήσουν. Έδειχναν να ενδιαφέρονται γι` αυτά, σε αντίθεση με αυτό το τέρας, τη φόνισσα…
Για τον λόγο αυτό βρέθηκαν πολλά μικρά παιδιά στο ‘’ειρηνικό’’ αντάμωμα της περιοχής που θα θυμόντουσαν για καιρό, ως μια παιδαγωγική συνάντηση γονέων. Στη συνάντηση αυτή τα παιδιά έγιναν αυτήκοοι και αυτόπτες μάρτυρες των ύβρεων και των απειλών που ξεστόμιζαν οι μεγάλοι, σπρώχνοντας και χτυπώντας τα πορτοπαράθυρα που έκρυβαν το Κακό.
Η εκρηκτική διάθεση του πλήθους με την ψυχολογία της αγέλης και την επιθυμία για κατασπάραγμα εκδηλωνόταν με μίσος : ‘’Δώστε τη φόνισσα στο λαό, λιθοβολισμός μέχρι τέλους’’. Η αποθέωση της ανθρωποφαγίας. Δεκάδες αυτόκλητοι δικαστές στριμώχτηκαν με τα κινητά σαν αναμμένες λαμπάδες για να αποδώσουν δικαιοσύνη εδώ και τώρα!
Το ανώνυμο όλον μετατράπηκε εντός ολίγου σε κριτή για να καταδικάσει, να λυντσάρει και να διατηρήσει τη στιγμή στην αιωνιότητα βγάζοντας selfie.
Ο γείτονας της διπλανής πόρτας με το ενδιαφέρον που άνθισε αδόκητα. Ο γείτονας που μεμονωμένα και κατά περίπτωση κοιτούσε τη δουλειά και το σπίτι του. Αδιάφορος για το κοινό καλό και αγαθό, ανεκτικός στην αδικία, ξαφνικά μέσα στον όχλο αποκτά δύναμη και μεταμορφώνεται σε τιμωρό που επιβάλλει την αυτοδικία.
Ο πισπιρίγκος λαός είναι αυτός, που καθημερινά αρέσκεται να τροφοδοτείται από ευρήματα ενδεικτικά ή αποδεικτικά της ενοχής μιας κακούργας μάνας που δολοφονεί τα παιδιά της. Ο ίδιος λαός που αδημονεί για την ομολογία της φόνισσας, ταυτόχρονα συμμετέχει στη διαμόρφωση μιας ‘’ηθικής και δίκαιης’’ κοινωνίας που καταπατά αρχές και αξίες βαδίζοντας προς τη βαρβαρότητα.
Στον κουρνιαχτό της οχλοβοής, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αναπαράγουν και ανακυκλώνουν το Μαζικό Κακό ως τετελεσμένο μέλλον. Ο μαζάνθρωπος άγεται και φέρεται προς κάθε κατεύθυνση χωρίς περίσκεψη και αιδώ, δικάζει και καταδικάζει εκτρέφοντας τον φασισμό της καθημερινότητας. Εξάλλου,στη σκοτεινή εποχή της τεχνολογίας ο λαός μεταβάλλεται σε χρήστη δεδομένων αξιών (data) ακολουθώντας το δρόμο του διαδικτύου και της εικονικής πραγματικότητας, περιπλανώμενος στο λαβύρινθο της άγνοιας και της ψευδαίσθησης.(Bridle James,Νέα Σκοτεινή Εποχή. Η τεχνολογία και το τέλος του Μέλλοντος)
Η μετατροπή ενός ενδεχομένως εγκληματικού γεγονότος σε σήριαλ και η καθημερινή αναπαραγωγή του, από τον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο ως εμπορικό προϊόν, συντηρεί και προωθεί την κοινωνία του θεάματος, μια ‘’κακούργα’’ κοινωνία. (Debord Guy, Η κοινωνία του θεάματος)
Σε τελευταία ανάλυση, την ευθύνη για τη δημιουργία της ‘’κακούργας’’ κοινωνίας δεν έχει αποκλειστικά ο όχλος, αλλά κυρίως την έχει το Ιερατείο της Γνώσης και της Πληροφορίας, σε όλες τις εποχές, που ζυμώνει την εύπλαστη μάζα κατά περίσταση.
Τα Σατιρικά γυμνάσματα του Κωστή Παλαμά είναι επίκαιρα και διαχρονικά ως προς το θέμα.
″Και για μούντζα ο λαός και για λιβάνι.
Ο λαός είναι τίποτε και είν′ όλα,
είναι του εκδικητή το γιαταγάνι
κι είν’ η μαϊμού η ξεδιάντροπη, η μαργιόλα,
και η ρίζα και η κορφή, ο στερνός κι ο πρώτος,
κι εγώ κι εσύ, κι ο ανθός κι η καρμανιόλα’’
Σημείωση: Πισπιρίγκος είναι ο κατεργάρης, ο μπαγαμπόντης, ο σκανταλιάρης. Απευθύνεται σε παιδιά. Στο παρόν άρθρο ο όρος ως επιθετικός προσδιορισμός του λαού δηλώνει κοινωνικές και ψυχολογικές καταστάσεις πέραν της παιδικής ηλικίας και ουδεμία σχέση έχει με πρόσωπα.