Σε ένα από τα προηγούμενα άρθρα μου εξήγησα λεπτομερώς την αλλαγή της στρατηγικής των ΗΠΑ στην Μέση Ανατολή και προέτρεψα τους Άραβες να επανασχεδιάσουν την στρατηγική τους χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν τις κινήσεις της παρούσας αμερικανικής κυβέρνησης. Σε μια πρωτόγνωρη στην ιστορία των ΗΠΑ ενέργεια, ο πρώην επικεφαλής του State Department Ρεξ Τίλερσον έλαβε μέσω twitter την είδηση της απόλυσης του, μετά από 13 μόνο μήνες από την ανάληψη των καθηκόντων του και έκπληκτος διέκοψε την επίσκεψή του στην Αφρική για να επιστρέψει στην Ουάσιγκτον. Η απόφαση αυτή έχει σημαντική επίδραση στην αμερικανική διοίκηση συνολικά, κάτι που θα αντικατοπτρισθεί σίγουρα στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
Είναι σημαντικό ως αναλυτές να μην ερμηνεύουμε τις ενέργειες της Ουάσιγκτον βιαστικά ή βασιζόμενοι στην ιστορία των προηγούμενων αμερικανικών διοικήσεων. Είναι προτιμότερο να τις ερμηνεύουμε ανάλογα με τα τρέχοντα γεγονότα και τις πρόσφατες εξελίξεις. Οι ίδιοι που δημοσίευαν από το περασμένο καλοκαίρι ότι ο Τίλερσον έδειξε την πρόθεσή του να παραιτηθεί εξαιτίας της δυσαρέσκειάς του για την πολιτική Τραμπ, ανέδειξαν τον ρόλο του στην προσέγγιση με τη Μόσχα από τότε που ανέλαβε καθήκοντα και ισχυρίσθηκαν ότι υπήρξε ένας σημαντικός παράγοντας της διοίκησης ειδικά τους τελευταίους τέσσερις μήνες.
Ο Τίλερσον έπαιξε σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια για τον τερματισμό της κρίσης στον Κόλπο. Δημιούργησε ένα ισχυρό δίκτυο επικοινωνίας μεταξύ των πλευρών και υποστήριξε το Κουβέιτ στην προσπάθειά του να μεσολαβήσει μεταξύ τους. Είναι αφελής η άποψη ορισμένων ότι οι κινήσεις του Τίλερσον έγιναν με προσωπική του πρωτοβουλία ή ότι πήρε το μέρος της μιας πλευράς έναντι της άλλης. Η πραγματικότητα επιβεβαιώνει ότι ο Τίλερσον εξέφρασε την πολιτική της αμερικανικής διοίκησης και την θέση του Πενταγώνου ότι η μη επίλυση της κρίσης ενδέχεται να επηρεάσει την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά, ο Τραμπ δεν εμπόδισε τα τέσσερα αραβικά κράτη να αποκλείσουν το Κατάρ, όμως υποστήριξε όλες τις στρατιωτικές συμφωνίες μεταξύ Κατάρ και αμερικανικού Υπουργείου Άμυνας. Έτσι και αυτός δεν πήρε το μέρος κανενός αλλά κυρίως προσπάθησε να αποκομίσει οικονομικά και εμπορικά οφέλη από αυτήν την κρίση. Ως εκ τούτου η έξοδος Τίλερσον ουσιαστικά δεν αλλάζει την δημόσια θέση της Ουάσιγκτον, δηλαδή ότι η κρίση δεν είναι πραγματικά σοβαρή και δεν υπάρχει λόγος να την περιπλέξουν περισσότερο.
Στην συριακή κρίση, που είναι η πιο περίπλοκη στη Μέση Ανατολή, η στρατηγική Τίλερσον βασιζόταν στην επίτευξη άμεσης συνεννόησης με τη Μόσχα σχετικά με το μέλλον της Συρίας και την ιρανική επιρροή. Θεωρώ όμως ότι ο Τραμπ έχει και σε αυτά τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο.
Οι επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του για την πρόθεσή του να αποχωρήσει από τη Συρία είναι στην πραγματικότητα ένας εκβιασμός στα αραβικά κράτη για να πληρώσουν περισσότερα χρήματα προκειμένου να παραμείνουν οι αμερικανικές δυνάμεις στην περιοχή. Παρά την επιθυμία του να αποσυρθούν, γνωρίζει πολύ καλά την σημασία αυτών των δυνάμεων σε οποιαδήποτε εκτεταμένη σύγκρουση με το Ιράν στο μέλλον. Επομένως, η τοποθέτηση Πομπέο δεν θα επηρεάσει την παραμονή τους. Εξάλλου, η τριμερής επίθεση που στόχευε μέρος του χημικού προγράμματος του Άσαντ επιβεβαιώνει ότι η Ουάσιγκτον εξακολουθεί να θεωρεί επιβεβλημένη την παραμονή των δυνάμεών της παρά τις δηλώσεις Τραμπ στα ΜΜΕ.
Στην Ευρώπη, ο Τίλερσον κατέβαλε τεράστια προσωπική προσπάθεια για να γεφυρώσει το χάσμα που δημιουργήθηκε από τις δηλώσεις και τις αποφάσεις Τραμπ ειδικά σε σχέση με το θέμα της κλιματικής αλλαγής και την γενική δυσφορία προς το πρόσωπό του. Και πραγματικά ξαναέβαλε το νερό στο αυλάκι όσον αφορά στην ταύτιση των απόψεων σχετικά με την ουκρανική κρίση και την ρωσική απειλή στην Ανατολική Ευρώπη. Αλλά το πιο σημαντικό σημείο της έριδος, στο οποίο ο Τίλερσον δεν επέτυχε συναινετική λύση με τους Ευρωπαίους συμμάχους είναι η ακύρωση της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν. Η ερμηνεία ορισμένων ότι ο Τίλερσον διαφωνούσε με την άποψη του Τραμπ και της αμερικανικής διοίκησης στο συγκεκριμένο ζήτημα είναι εντελώς εξωπραγματική. Ο Τίλερσον προσπάθησε να είναι διπλωματικός με τους Ευρωπαίους ηγέτες και μόνο. Ως εκ τούτου η μη αποδοχή από τον Λευκό Οίκο της πυρηνικής συμφωνίας θα παραμείνει ακόμα και μετά την αλλαγή ηγεσίας του State Department, οι δε πιέσεις της Ευρώπης για την διατήρησή της θα συνεχιστούν όποιος και εάν αναλάβει. Ήταν ξεκάθαρο μετά τις πρόσφατες επισκέψεις Μακρόν και Μέρκελ στον Λευκό Οίκο ότι η πυρηνική συμφωνία ήταν στο επίκεντρο των συνομιλιών και ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσπάθησαν να πείσουν τον Τραμπ να βρεθεί μια μέση λύση. Οι πληροφορίες μου επιβεβαιώνουν ότι απέτυχαν.
Σε γενικές γραμμές, η υπάρχουσα πολιτική των ΗΠΑ είτε κατά περίπτωση σκληρή, είτε διπλωματική, θα διαφοροποιηθεί εν μέρει με την αποπομπή Τίλερσον. Ο Πομπέο είναι πιο κοντά στον Τραμπ όσον αφορά την εχθρότητα προς το Ιράν και την ισλαμοφοβία και αυτό θα επιδράσει στην πολιτική του State Department. Η απόφαση για την απομάκρυνση Τίλερσον υποστηρίχθηκε από τους Ρεπουμπλικανούς. Παρά το ότι η διπλωματική γλώσσα που ακολουθήθηκε από αυτόν ήταν στο πλαίσιο της κυβερνητικής γραμμής, δεν ικανοποίησε τον εγωισμό του Ρεπουμπλικανικού κόμματος που κλίνει περισσότερο προς την σκληρή γραμμή. Έτσι, η ανάληψη της ηγεσίας του State Department από τον Πομπέο ενισχύει τον Τραμπ εντός της αμερικανικής διοίκησης, πράγμα που σημαίνει ότι οι επόμενες κινήσεις της θα είναι ακόμα πιο ακραίες σε πολλά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων της πυρηνικής συμφωνίας με το Ιράν, της ρωσικής επιρροής στην Μέση Ανατολή, της κινεζικής οικονομίας και της ισραηλινο-παλαιστινιακής κρίσης.