Ο Ράμα θυμάται την Επισκοπή, η ελληνική κυβέρνηση τι κάνει;

"Όσο οξύνεται η πολιτική κρίση, ο Ράμα θα φουντώνει τα ελληνικά ζητήματα".
|
Open Image Modal
Florion Goga / Reuters

Αντιμέτωπος με μία πλημμυρίδα σφοδρής πολιτικής αντίδρασης στη χώρα του ο πρωθυπουργός της Αλβανίας Έντι Ράμα ξανανοίγει τον φάκελο της Επισκοπής, καθώς στην πατρίδα μας επικρατεί παρατεταμένη άμπωτη της ελληνικής διπλωματίας.

Στις 18 Φεβρουαρίου τρέχοντος έτους και εν όψει των δημοτικών εκλογών της 30 Ιουνίου, σύσσωμη η αντιπολίτευση στη γείτονα προβαίνει σε μία ακραία αντίδραση: όλοι οι βουλευτές της παραιτούνται ως ένδειξη αποδοκιμασίας της διεφθαρμένης κυβέρνησης Ράμα σε μία ύστατη προσπάθεια να εκβιάσουν σχηματισμό τεχνοκρατικής κυβέρνησης και διεξαγωγή άμεσων εκλογών. Για πρώτη φορά ο διεθνής παράγοντας όταν δεν καταδικάζει την απόφαση αυτή, στέκει αμήχανος χωρίς να λαμβάνει πρωτοβουλίες αποτρεπτικές εξελίξεων μπροστά στο φάσμα «ενός νέου ΄97».

Ακολουθούν συνεχείς και επεισοδιακές μαζικές διαδηλώσεις στα Τίρανα, ενώ μόλις προχθές ο Ράμα και ως υπουργός Εξωτερικών βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα ακόμη σοβαρό κλυδωνισμό. Ο πρόξενος Ιωαννίνων της Αλβανίας αποπέμπεται, ενώ για την πρέσβη της Αλβανίας στην Αθήνα ξεκινάει πειθαρχική διαδικασία υπό το βάρος της κλοπής εκατό αλβανικών διαβατηρίων από το διπλωματικό όχημα του προξένου στην Αθήνα τα οποία επρόκειτο να παραδώσει στην πρεσβείας της χώρας του.

Μπροστά σε αυτό το αδιέξοδο ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ιλίρ Μέτα, τέως πρόεδρος του LSI και σύζυγος της νυν προέδρου του κόμματος, δηλώνει έτοιμος να παραιτηθεί από το αξίωμά του ή και, όπως λέει, να θυσιάσει και τη ζωή του όπως ο Πρόεδρος της Χιλής Σαλβαντόρ Αλιέντε «προκειμένου να εμποδιστεί η εγκαθίδρυση μιας χούντας που μπορεί να στείλει τη χώρα τριάντα χρόνια πίσω».

Στο απόηχο όλων των παραπάνω και ενώ το Συμβούλιο της Ευρώπης δημοσιεύει την τέταρτη Έκθεση καταπέλτη για την εφαρμογή της Σύμβασης Πλαίσιο για την Προστασία των Εθνικών Μειονοτήτων στην Αλβανία, ο Ράμα πράττει ό,τι πράττει πάντα σύμφωνα με την εκτίμηση έμπειρου Έλληνα Διπλωμάτη που έχει υπηρετήσει στα Τίρανα:

 «Όσο οξύνεται η πολιτική κρίση, ο Ράμα θα φουντώνει τα ελληνικά ζητήματα και όσο πλησιάζουν οι ελληνικές εκλογές τόσο περισσότερα θέματα θα ρίχνει στο καλάθι. Αυτή είναι η τακτική του, ζητάει όσο το δυνατόν περισσότερα ταυτόχρονα προκειμένου να ασκήσει πίεση».

Και τι πράττει ο Ράμα; Αφενός αναβάλλει την έκδοση πορίσματος για την υπόθεση του Κατσίφα, για την οποία η Εισαγγελία Αργυροκάστρου δεν έχει ακόμη ξεκινήσει έρευνα, αφετέρου αφήνει να γίνουν διαρροές μέσω της εφημερίδας του Ιταλού εκδότη και φίλου του, Κάρλο Μπολίνο, «shqiptarja.com», ότι η πρωτοβάθμια Εισαγγελία βαρέων εγκλημάτων στα Τίρανα από τις 19 Φεβρουαρίου, δηλαδή μόλις την επομένη της παραίτησης των βουλευτών της αντιπολίτευσης, ξανανοίγει εικοσιπέντε χρόνια μετά τον φάκελο της επίθεσης σε στρατιωτικό φυλάκιο της Άνω Επισκοπής, πάνω στην μεθοριακή γραμμή Ελλάδος-Αλβανίας.

Ο Ράμα θα επιδιώξει να συνδέσει τις δύο υποθέσεις, να παρουσιάσει δηλαδή ένα πόρισμα-παρωδία, σύμφωνα με το οποίο ο Κωνσταντίνος Κατσίφας «σκόπευε με δυο-τρεις φίλους του να προκαλέσει ανάλογα επεισόδια με της Επισκοπής».

Ο Εισαγγελέας και η Αντιτρομοκρατική Μονάδα της Αλβανικής Αστυνομίας σκοπεύουν να λάβουν εκ νέου καταθέσεις από 41 άτομα για τα οποία υπάρχουν ενδείξεις ότι γνωρίζουν για την υπόθεση. Τις αμέσως επόμενες μέρες θα αποσταλούν εντάλματα προς τις ελληνικές εισαγγελικές αρχές, προκειμένου να παραδώσουν τη σχετική δικογραφία που είχε δημιουργηθεί για τη σύλληψη πολιτών πολλούς μήνες μετά το επεισόδιο της Επισκοπής στα σύνορα της Ελλάδας με την Αλβανία από τις ελληνικές αστυνομικές δυνάμεις. Οι εμπλεκόμενοι στο δεύτερο αυτό συμβάν είχαν δικαστεί από την ελληνική δικαιοσύνη μόνο για οπλοκατοχή και μεταφορά όπλων, καθώς το υπόλοιπο κατηγορητήριο είχε καταρρεύσει.

Ο Ράμα γνωρίζει ότι η φιέστα που στήνει προκειμένου να αποπροσανατολίσει εσωτερική και διεθνή γνώμη, αλλά κυρίως να εκφοβίσει την Εθνική Ελληνική Μειονότητα και να αναχαιτίσει την εκλογική της δύναμη εν όψει δημοτικών εκλογών (καθώς διακυβεύονται δήμοι της Ελληνικής Μειονότητας με κορωνίδα τη Χιμάρα), δεν θα αποφέρει καρπούς, δεν θα προκύψουν στοιχεία, ενώ η σύνδεση των δύο γεγονότων, δηλαδή επεισοδίου Επισκοπής και συμβάντος στο Δελβινάκι ένα χρόνο μετά, αποτελεί διπλωματική, πολιτική και δικαστική χίμαιρα. Το γαρ πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνη.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει ποια θα είναι η αντίδραση και η πολιτική που θα ακολουθήσει το ελληνικό ΥΠΕΞ, το οποίο σε διμερή ζητήματα συστηματικά λειτουργεί με γνώμονα το κομματικό κριτήριο και όχι το εθνικό. Όμως αποτελεί απαρέγκλιτο νόμο της φύσης τις πολιτικές και διπλωματικές άμπωτες να τις ακολουθούν πλημμυρίδες. Η Ιστορία έχει δείξει ότι όταν ένα καθεστώς δεν υπηρετεί το κράτος-έθνος και δεν προστατεύει την πατρίδα, ο ήχος, ο γδούπος της πτώσης του είναι εκκωφαντικός.