Οδεύοντας προς τις Ευρωεκλογές, την διαδικασία ανάδειξης των μελών του ευρωκοινοβουλίου, εγείρονται ερωτήματα για το παρόν και το μέλλον του θεσμού, που είναι άρρηκτα συνυφασμένος και με το παρόν και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως διακρατικός φορέας άσκησης εξουσίας.
Εκλογές σε μια Ευρώπη μπερδεμένη, η αλήθεια είναι. Με προβλήματα και προκλήσεις που δεν φανταζόμασταν καν στα αμφιθέατρα περασμένων δεκαετιών ή όταν διαβάζαμε την εφημερίδα “The European” ταξιδεύοντας κάτω από τη Μάγχη.
Στην Ελλάδα, είδαμε την Ευρωπαϊκή Ένωση να νίπτει τας χείρας της πολλές φορές όσον αφορά σε θέματα υψίστης σημασίας για την επιβίωση μας ως κράτους. Θυμίζω ότι αντέδρασε μία ολόκληρη εβδομάδα μετά το “no ships, no troops, no flags” των Αμερικανών στα Ίμια. Επίσης είδαμε αντικρουόμενα συμφέροντα στις διαπραγματεύσεις για την κρίση, στο μεταναστευτικό, στην Συμφωνία των Πρεσπών και σε μια πλειάδα θεμάτων.
“Elementary, my dear Watson”. Είναι απλά η νίκη του ρεαλισμού. Εμείς θα έπρεπε να τα γνωρίζουμε καλύτερα αυτά τα πράγματα. Μας τα είπε ο Θουκυδίδης πολλά χρόνια πριν. Στον πολιτικό ρεαλισμό το έθνος-κράτος κατέχει την πρωταρχική θέση στο αέναο κυνήγι της εξουσίας, πέρα από κάθε μορφή διακρατικού οργανισμού. Η διεθνιστική προσέγγιση στην εξωτερική πολιτική, φαντάζει ελκυστική και γεμάτη θετικούς συνειρμούς αδελφοσύνης των λαών και δημιουργίας ενός «σύγχρονου κόσμου χωρίς εμπόδια και βουνά» , όπως διατείνεται ο Τ.Friedman. Από την άλλη, όπου δημιουργείται κενό εξουσίας, ελεύθερος χώρος για ισχύ, κέρδος και υπεροχή αναπόφευκτα « νέα βουνά ξανάυψώνονται για να το καλύψουν».
Η προσήλωση των Ελλήνων στην εθνική τους ταυτότητα είναι αναγκαία συνθήκη του αγώνα τους για επιβίωση σε μία αιωνίως εύφλεκτη γειτονιά με τον αναθεωρητισμό στο DNA των γειτόνων μας.
Αν το πάμε και λίγο παρακάτω, όπως έγραψε ο μεγάλος Π.Κονδύλης «είναι πρακτικά αδιάφορο αν το αίσθημα της ταυτότητας εδράζεται ή όχι σε μια πλασματική κατασκευή. Ακόμα και αν συμβαίνει το πρώτο, καθοριστική σημασία έχει το ότι η επιδίωξη της αυτοσυντήρησης χρειάζεται μια τέτοια πλασματική κατασκευή». Η εμπέδωση δηλαδή μιας εθνικής ταυτότητας συμβάλλει σε μια εσωτερική ομοιογένεια η οποία είναι καθοριστικής σημασίας στον επίμονο αγώνα για επιβίωση.
Ένα σύνηθες διαγνωστικό ερώτημα για τα κράτη, κατά τον Καθηγητή Π.Ήφαιστο, είναι κατά πόσο έχουν επαρκή ισχύ και αξιόπιστη εθνική στρατηγική για να μπορούν να εφαρμόσουν τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου για την επικράτειά τους. Εάν δεν μπορούν, δεν θεωρούνται βιώσιμα. Μέσα στα πλαίσια συμμαχιών, είτε της ΕΕ είτε του ΝΑΤΟ είναι επιτακτική η επίτευξη ισόρροπων σχέσεων και όχι « η αναξιοπρεπής μετατροπή της Ελλάδας σε πιόνι εφήμερων στρατηγικών παιγνίων». Η ιεράρχηση των εθνικών συμφερόντων και όχι τακτικές κατευνασμών ανθρώπων που μιλάνε για αδελφοσύνη των λαών και αντι-ιμπεριαλιστικό διεθνισμό είναι αυτό που χρειάζεται η χώρα, όχι διπλωματία της γραβάτας ή του ζεϊμπέκικου.
Περιγράφοντας τη διαμάχη Αθήνας - Μήλου, ο Θουκυδίδης μας μεταφέρει το κλίμα στις σχέσεις ηγεμονικής δύναμης- λιγότερο ισχυρού κράτους. Οι Αθηναίοι πρέσβεις εξήγησαν στους Μήλιους ότι στις διακρατικές σχέσεις για να έχουν την δυνατότητα να μιλούν περί δικαίου θα έπρεπε να είχαν φροντίσει να ήταν ισχυροί και να είχαν κάνει και ισχυρές συμμαχίες.
Το μεγαλύτερο λάθος των Μήλιων ήταν ότι δεν έκαναν ορθή ανάλυση του διεθνούς χώρου. Δεν ήταν ρεαλιστές αλλά καταβάλλονταν από ευσεβείς πόθους και μια αίσθηση του δικαίου που μπορεί να ισχύει στις διαπροσωπικές σχέσεις αλλά όχι στις διακρατικές. Επίσης, δεν είχαν στρατηγική.
Οι Μήλιοι σφαγιάστηκαν στο τέλος από τους Αθηναίους και διαβάζοντας αυτόν τον καταπληκτικό διάλογο, γινόμαστε μάρτυρες της κυνικότητας των υπερδυνάμεων και των καταστροφικών αποτελεσμάτων κακών ελιγμών των μικρότερων.
Βλέπουμε πως οι Αθηναίοι πρώτοι μας δίδαξαν τον πολιτικό ρεαλισμό. Και όμως επιμένουμε να κάνουμε ακόμη και χιλιάδες χρόνια μετά το 416 π.Χ , τα λάθη που έκαναν οι Μήλιοι. Μπορεί βέβαια και να μη σφαγιαστούμε. Τα όπλα τώρα είναι διαφορετικά.
Τι θα ψήφιζε ο Θουκυδίδης στις ευρωεκλογές;
Ας ξεκαθαρίσουμε πρώτα απ’ όλα ότι θα ψήφιζε. Αντιλαμβανόμενος τη σημασία της ανάπτυξης σχέσεων ανάμεσα στα έθνη-κράτη της ΕΕ θα επέλεγε μια φιλοευρωπαϊκή δύναμη που αναμφίβολα θα είχε αναπτυγμένο το αίσθημα της εθνικής ταυτότητας και θα προσέγγιζε τις διεθνείς σχέσεις με ρεαλισμό ενώ ταυτόχρονα θα προσπαθούσε να θωρακίσει την οικονομία της χώρας. Θα απέφευγε το διεθνισμό του Σύριζα, τους μικρούς κομματικούς σχηματισμούς που έχουν φανεί αναξιόπιστοι και γιατί όχι γραφικοί, θα χαρακτήριζε το ΚΚΕ κομμάτι του παρελθόντος, θα καταδίκαζε την Χ.Α για έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα και παραχάραξη της ιστορίας. Η μόνη επιλογή που θα είχε ο Θουκυδίδης θα ήταν η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη.