Ο Τζο Μπάιντεν εμφανίστηκε στο ABC για να πείσει ότι ακόμη μπορεί - Αλλά δεν τα κατάφερε

Σε μια πολυαναμενόμενη συνέντευξη επιχείρησε να εμφανιστεί ξανά ακμαίος μετά το καταστροφικό ντιμπέιτ - Αλλά ο πήχης ήταν πολύ χαμηλός και τον πέρασε οριακά - αν το πέρασε.
|
Open Image Modal
Anadolu via Getty Images

Με την αμφισβήτηση να αιωρείται όλο και πιο πολύ πάνω από το κεφάλι του, ο Τζο Μπάιντεν κάθισε απέναντι στον Τζορτζ Στεφανόπουλο του ABC το βράδυ της Παρασκευής για μια από τις πιο σημαντικές συνεντεύξεις της πολιτικής καριέρας του Δημοκρατικού προέδρου των ΗΠΑ.

Το τετ α τετ, διάρκειας 22 λεπτών, ήρθε μόλις 8  ημέρες μετά την καταστροφική εμφάνισή στο ντιμπέιτ με τον Ντόναλντ Τραμπ, στο οποίο περισσότεροι από 50 εκατομμύρια άνθρωποι παρακολούθησαν τον 81χρονο να παλεύει για να ολοκληρώσει προτάσεις ή να απαντήσει σε βασικές ερωτήσεις σχετικά με την εκστρατεία του.

Πολύ λιγότεροι άνθρωποι παρακολούθησαν τη συνέντευξη στο ABC, φυσικά, αλλά το κοινό περιελάμβανε πολλούς εκλεγμένους αξιωματούχους, χορηγούς και άλλους διαμορφωτές του πολιτικού σκηνικού, που αποφασίζουν ενεργά αν θα βοηθήσουν στη διάσωση - ή στον τερματισμό - της υποψηφιότητας του Μπάιντεν τις επόμενες ημέρες. Κορυφαίοι συνεργάτες του Μπάιντεν πίεσαν τους εκλεγμένους Δημοκρατικούς να μην εκφράσουν δημόσια τις ανησυχίες τους.

Ο Αμερικανός πρόεδρος και η ομάδα του ήλπιζαν ότι αυτή η πρώτη συνέντευξη θα βοηθούσε να συσπειρώσει το κόμμα του και να δημιουργήσει ώθηση ενόψει των κρίσιμων εκλογών του Νοεμβρίου. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι το πέτυχε.

Χαμηλός πήχης, οριακά τον πέρασε

Σε αυτό το σημείο, κάθε απάντηση, συνέντευξη και ομιλία του είναι και ένα τεστ για τους ψηφοφόρους, οι οποίοι απαντούν με συνέπεια στους δημοσκόπους ότι ανησυχούν για την ηλικία του Μπάιντεν. Και εφόσον έψαχναν για περαιτέρω σημάδια προβλημάτων, αυτά ήταν εύκολο να βρεθούν - ακριβώς επειδή υπήρχαν. Ξανά.

Ο Μπάιντεν απέδωσε σίγουρα καλύτερα από ό,τι στην τηλεμαχία της 27ης Ιουνίου. Υπήρχαν εκλάμψεις πηγμής, καθώς ο πρόεδρος μίλησε για τη θητεία του, ορκίστηκε να μην εγκαταλείψει τον αγώνα και επιτέθηκε στον Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίο περιέγραψε επανειλημμένα ως «παθολογικό ψεύτη». Σε ένα σημείο, μάλιστα, τον αποκάλεσε «εκ γενετής ψεύτη».

Χρειαζόταν, όμως, να κάνει πολλά περισσότερα από το να περάσει απλώς τον πολύ χαμηλό πήχη που είχε μπροστά του, μετά το βατερλώ της περασμένης εβδομάδας. Και η συνέντευξη του ABC είχε πάλι πολλά παραδείγματα άβολων παύσεων, μπερδεμένων λέξεων και στιγμών αμηχανίας.

Σε μία από τις απαντήσεις της συνέντευξης, ο Μπάιντεν προσπάθησε να εξηγήσει με σαφήνεια εάν γνώριζε πόσο κακή ήταν η επίδοσή του στο ντιμπέιτ. Οταν, δε, ρωτήθηκε αν την ξαναπαρακολούθησε δεν διαφώτισε με την απόκρισή του: «Δεν νομίζω», αρκέστηκε να πει.

Open Image Modal
via Associated Press

 

Ωστόσο, δεν έδωσε την παραμικρή ένδειξη ότι θα μπορούσε να υποκύψει στις πιέσεις μέσα στο κόμμα του και να εγκαταλείψει την προεδρική κούρσα. Αρνήθηκε ακόμη και να συζητήσει το ενδεχόμενο. «Εάν ο Παντοδύναμος Κύριος κατέβει και μου το πει αυτό, μπορεί να το κάνω» δήλωσε κατηγορηματικά.

Ακόμη και όταν ο Στεφανόπουλος του παρουσίασε διάφορα στοιχεία και του τόνισε «το κυρίαρχο συναίσθημα» από τις συνομιλίες του με στελέχη του κόμματός του, τα οποία «ανησυχούν για εσάς και τη χώρα» ο Μπάιντεν επέμενε λέγοντας ότι «η συντριπτική πλειοψηφία δεν συμμερίζεται τις απόψεις αυτών των ανθρώπων».

Το συμπέρασμα είναι ότι ο Μπάιντεν δεν έχει μια καλή εξήγηση για τη θλιβερή επιδόσή του στο ντιμπέιτ, το οποίο χαρακτήρισε ως «ένα κακό επεισόδιο», αλλά είπε ότι δεν υπήρχε ένδειξη «πιο σοβαρής κατάστασης». Αντίθετα, υποστήριξε ότι είχε απλώς «ένα πολύ άσχημο κρυολόγημα». Όταν τον πίεσε ο δημοσιογράφος ξανά αποκρίθηκε «είχα μια άσχημη νύχτα».

Ωστόσο, δεν κατηγόρησε κανέναν παρά μόνο τον εαυτό του, ενώ υπάρχουν  ψίθυροι τις τελευταίες ημέρες για το επιτελείο του και αυτούς που συντόνιζαν την προετοιμασία του.

Μια τέτοια απάντηση, φυσικά, δεν έπεισε εκείνους που ανησυχούν βαθιά για τις σωματικές και πνευματικές του ικανότητες. Ο ίδιος δεν συμφώνησε ότι ίσως πρέπει να υποβληθεί σε οποιαδήποτε ιατρική εξέταση θα μπορούσε να κατευνάσει τέτοιες ανησυχίες.

Συγκεκριμένα, ο Στεφανόπουλος ρώτησε εάν ο Μπάιντεν θα συμφωνούσε σε μια «ανεξάρτητη ιατρική αξιολόγηση που θα περιλαμβάνει νευρολογικά και γνωστικά τεστ». Ρώτησε περισσότερες από μία φορές επειδή ο Μπάιντεν δεν απαντούσε ευθέως. «Κοίτα, κάνω γνωστικό τεστ κάθε μέρα. Κάθε μέρα κάνω αυτό το τεστ», είπε ο Μπάιντεν. «Σε ό,τι και αν κάνω. Οχι μόνο στην προεκλογική εκστρατεία, αλλά επειδή διοικώ τον κόσμο».

Δεν ήταν εύκολη συνέντευξη

Αν οι βοηθοί του Μπάιντεν επέλεξαν τον Στεφανόπουλο για την πρώτη μεγάλη συνέντευξη του προέδρου μετά το ντιμπέιτ, ελπίζοντας ότι θα μπορούσε να τον βγάλει πάλι στον αφρό, έκαναν λάθος.

Ο Στεφανόπουλος, ο οποίος εργάστηκε ως βοηθός του πρώην προέδρου Μπιλ Κλίντον πριν από δεκαετίες, έθεσε στον Δημοκρατικό πρόεδρο σκληρές ερωτήσεις και άβολες αλήθειες, αν και με ήπιο τόνο.

Οταν ο Μπάιντεν ισχυρίστηκε ότι έχει προσελκύσει πρόσφατα μεγάλα πλήθη στις συγκεντρώσεις του, ο Στεφανόπουλος του απάντησε: «Δεν νομίζω ότι θέλετε να παίξετε το παιχνίδι του πλήθους. Ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί να προσελκύσει πολύ μεγάλα πλήθη».

Open Image Modal
via Associated Press

Σε κάποιο σημείο τον ρώτησε αν ξέρει «πόσο άσχημα τα πηγαίνει». Αργότερα, τον ρώτησε αν με την παραμονή του στην εκλογική κούρσα συμπεριφέρεται όπως ο Τραμπ «βάζοντας τα προσωπικά του συμφέροντα πάνω από το εθνικό συμφέρον». Εν συνεχεία, του επισήμανε όλα εκείνα τα δημοσκοπικά ευρήματα που τον θέλουν να υπολείπεται του Τραμπ.

Με το βλέμμα στον πιθανό διάδοχο

Ακόμη και πριν ολοκληρωθεί η συνέντευξη, ήταν σαφές ότι θα χρειαζόταν πολύ περισσότερα για να ξανακερδίσει ο Μπάιντεν ένα κόμμα που ξαφνικά είναι ανοιχτό σε εναλλακτικές λύσεις, μόλις τέσσερις μήνες πριν από την ημέρα των εκλογών.

Την ίδια περίπου ώρα που το ABC έδινε στη δημοσιότητα το πρώτο κλιπ συνέντευξης, ο βουλευτής Μάικ Κουίγκλι γινόταν ο τέταρτος βουλευτής των Δημοκρατικών που τον καλούσε δημόσια να παραιτηθεί από υποψήφιος πρόεδρος. «Για να αποφευχθεί η απόλυτη καταστροφή», είπε ο Κουίγκλι στο MSNBC, «παραιτηθείτε και αφήστε κάποιον άλλο να το κάνει αυτό».

Οι Δημοκρατικοί, πάντως, έχουν γραμμή από τον Λευκό Οίκο και την καμπάνια του προέδρου να μην δημοσιοποιήσουν τις ανησυχίες τους για τον Μπάιντεν.

Ο Μπάιντεν, από την πλευρά του, αρνήθηκε να τοποθετηθεί για το ενδεχόμενο οι επικεφαλής του Κογκρέσου τις επόμενες ημέρες να του ζητήσουν να αποχωρήσει. Όμως, όπως είπε επανειλημμένα ο Στεφανόπουλος, αυτό είναι μια πολύ πραγματική πιθανότητα. Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ο γερουσιαστής Μαρκ Γούορνερ της Βιρτζίνια επικοινώνησε με άλλους γερουσιαστές για να συζητήσουν εάν θα ζητήσουν από τον Μπάιντεν να αποχωρήσει από την κούρσα.

Τις τελευταίες ώρες, το όνομα της αντιπροέδρου Καμάλα Χάρις ακούγεται όλο και πιο έντονα ως επικρατέστερη διάδοχος του Μπάιντεν, αν αυτός αποφασίσει - ή πεισθεί - να ακυρώσει την υποψηφιότητά του.

Open Image Modal
via Associated Press

 

Για αυτό και οι Ρεπουμπλικάνοι, συμπεριλαμβανομένου του Ντόναλντ Τραμπ, εντείνουν τις επιθέσεις τους εναντίο της. Ο Τραμπ και οι σύμμαχοί του έχουν αναπτύξει νέες γραμμές επίθεσης εναντίον της Χάρις, προσβάλλουν τις ικανότητές της, την υποτιμούν ως «κύριο βοηθό του Μπάιντεν και την κατηγορούν ότι είναι μέρος της προσπάθειας συγκάλυψης της υγείας του.

Σε μια ανάρτηση για την Ημέρα της Ανεξαρτησίας στον ιστότοπό του Truth Social την Πέμπτη, ο Τραμπ την αποκάλεσε «εν δυνάμει νέα Δημοκρατική δελφίνο» ενώ σε  βίντεο απαθανατίστηκε σε γήπεδο του γκολφ να λέει για τον Μπάιντεν: «Αποχωρεί από την κούρσα. Και αυτό σημαίνει ότι έχουμε την Καμάλα. Νομίζω ότι θα είναι καλύτερη. Είναι τόσο κακή. Είναι τόσο αξιολύπητη».

 

Παραμένει ασαφές πώς θα τα πήγαινε ο Χάρις εναντίον του Τραμπ, σε σύγκριση με τον Μπάιντεν. Η αντικατάσταση ενός υποψηφίου τόσο αργά, λίγους μήνες πριν από τις εκλογές, θα ήταν άνευ προηγουμένου στη σύγχρονη ιστορία της χώρας, και οι μηχανισμοί είναι περίπλοκοι.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι τα ποσοστά δημοφιλίας της Χάρις είναι παρόμοια με του Μπάιντεν και του Τραμπ. Μια δημοσκόπηση του Ιουνίου από το AP-NORC διαπίστωσε ότι περίπου 4 στους 10 Αμερικανούς έχουν θετική γνώμη για αυτήν. Ομως, το ποσοστό όσων έχουν αρνητική γνώμη είναι ελαφρώς χαμηλότερο από ό,τι για τον Τραμπ και τον Μπάιντεν.

Η Χάρις, στα 59 της χρόνια, θα σήμαινε μια μάχη γενεών με τον Τραμπ, ο οποίος είναι 78 ετών και έχει δείξει κι αυτός από την πλευρά του σημάδια γήρανσης. Ως η πρώτη γυναίκα, η πρώτη μαύρη και η πρώτη με καταγωγή από τη Νότια Ασία που υπηρέτησε ως αντιπρόεδρος, θα μπορούσε να προσελκύσει την υποστήριξη των γυναικών, των ψηφοφόρων της μειονότητας και των νεότερων ατόμων - ομάδες στις οποίες ο Τραμπ επιχειρεί να κάνει άνοιγμα.

Η Χάρις υπήρξε επίσης η ηγετική φωνή της κυβέρνησης Μπάιντεν για τα δικαιώματα των αμβλώσεων, ένα ζωτικό ζήτημα για τους Δημοκρατικούς.