Το φλέγον ζήτημα της κλιματικής αλλαγής απασχολεί όλο και περισσότερες κυβερνήσεις ανά τον κόσμο (ακόμα και ο Αμερικανός πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ, μετά την απόσυρση από τη συμφωνία του Παρισιού, φάνηκε να «κρούει πρύμνα» στο θέμα), ωστόσο, παρά τα μέτρα που λαμβάνονται, είναι πολλοί αυτοί που αμφιβάλλουν ως προς το κατά πόσον θα είναι επαρκή για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά το φαινόμενο, καθώς οι επιπτώσεις του γίνονται όλο και περισσότερο αισθητές ανά τον πλανήτη. Παρόλα αυτά, υπάρχουν και κάποιοι λόγοι για να είναι κανείς αισιόδοξος όσον αφορά στο θέμα της προστασίας του περιβάλλοντος: Χαρακτηριστική περίπτωση είναι τα ευρήματα μιας νέας, υποστηριζόμενης από τον ΟΗΕ, αναφοράς για το ζήτημα του στρώματος του όζοντος, σύμφωνα με το οποίο η «θεραπεία» του βαίνει καλώς- και κατά το 2060 εκτιμάται πως θα έχει αποκατασταθεί πλήρως.
Όπως αναφέρεται σε ανάρτηση στη σχετική ιστοσελίδα των Ηνωμένων Εθνών, η μελέτη, υπό τον τίτλο «Scientific Assessment of Ozone Depletion: 2018» χαιρετίζεται ως απόδειξη του τι μπορούν να επιτύχουν οι διεθνείς συμφωνίες: Πρόκειται για την πιο πρόσφατη μιας σειράς μελετών που δημοσιοποιούνται ανά τέσσερα έτη, οι οποίες ασχολούνται με το θέμα της αποκατάστασης του όζοντος στη στρατόσφαιρα- του στρώματος που προστατεύει τη ζωή στον πλανήτη μας, απορροφώντας σημαντικό κομμάτι της υπεριώδους ακτινοβολίας από τον Ήλιο.
Όπως υποδεικνύει η έρευνα, η συγκέντρωση των επιβλαβών για το στρώμα του όζοντος ουσιών συνεχίζει να μειώνεται, συνιστώντας περαιτέρω βελτίωση σε σχέση με τα δεδομένα της προηγούμενης έρευνας, το 2014.
Το όζον σε τμήματα της στρατόσφαιρας αποκαθίσταται με ρυθμό 1%-3% από το 2000, και, με τους εκτιμώμενους ρυθμούς, στο βόρειο ημισφαίριο αναμένεται να έχει αποκατασταθεί πλήρως ως τη δεκαετία του 2030, με το νότιο ημισφαίριο να ακολουθεί τη δεκαετία του 2050 και τις πολικές περιοχές τη δεκαετία του 2060.
Όπως υπογραμμίζεται από τα Ηνωμένα Έθνη, αυτό οφείλεται στις δράσεις που συμφωνήθηκαν στο ιστορικό πρωτόκολλο του Μόντρεαλ, πριν από 30 χρόνια, ως αντίδραση στην ανακάλυψη πως το CFC (χλωροφθοράνθρακες) και άλλες ουσίες που χρησιμοποιούνταν ευρύτατα σε αεροζόλ, συστήματα κλιματισμού κ.α., άνοιγαν τρύπα στο στρώμα του όζοντος, επιτρέποντας αυξημένη «ροή» υπεριώδους ακτινοβολίας.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζεται στο σχετικό report, αν και τα περισσότερα επιβλαβή, απαγορευμένα αέρια έχουν αποσυρθεί, διαπιστώθηκε τουλάχιστον μια παραβίαση του Πρωτοκόλλου: Μια απρόσμενη αύξηση της παραγωγής και των εκπομπών CFC-11 από την ανατολική Ασία από το 2012 και μετά- για την οποία δεν έχει διαπιστωθεί από ποια χώρα προέρχεται.