Παρά τις μεγαλοστομίες της τουρκικής κυβέρνησης και του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, είναι γενικά αποδεκτό στο εξωτερικό, σε αναλύσεις διεθνών ΜΜΕ, πως η τουρκική οικονομία, παρά την ισχυρή ανάπτυξη των τελευταίων ετών, παρουσιάζει σημαντικά προβλήματα τα οποία ενδεχομένως να επιφέρουν κρίση στο προσεχές μέλλον.
Σε αυτό το πλαίσιο, στην διμηνιαία έκθεση (Μάιος- Ιούνιος) της Έδρας ΓΕΕΘΑ «Θουκυδίδης», (Υπεύθυνος Έδρας: Ηλίας Κουσκουβέλης Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων, Κοσμήτορας Σχολής Κ.Α.Ε.Τ.) πάνω στα τεκταινόμενα στο διεθνές περιβάλλον της χώρας μας, παρουσιάζονται οι πέντε κρίσιμες στρεβλώσεις που αντιμετωπίζει η οικονομία της γείτονος την παρούσα περίοδο. Στην έκθεση γίνεται λόγος για «οικονομική υπερθέρμανση» στη χώρα από το 2017 και στις αρχές του 2018, κυρίως ως αποτέλεσμα των χαλαρών δημοσιονομικών και νομισματικών πολιτικών.
«Γενικότερα, η αβεβαιότητα για την πορεία της οικονομικής ανάπτυξης το δεύτερο εξάμηνο, η επιδείνωση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και το τεράστιο εξωτερικό χρέος, η έντονη μεταβλητότητα και υποτίμηση της Τουρκικής λίρας, σε συνδυασμό με μία σειρά από στρεβλώσεις [...] αναμένονται να συνεχίσουν να καθιστούν την οικονομική ανάκαμψη και οποιαδήποτε βελτίωση μεσο-μακροπρόθεσμα ως υψηλού ρίσκου» αναφέρεται σχετικά- ενώ υπογραμμίζεται πως η χώρα είναι αντιμέτωπη με ένα διαρκώς διογκούμενο εξωτερικό χρέος που ανήλθε σε $466 δισ. (53% του ΑΕΠ) στο τέλος του πρώτου τριμήνου 2018, σημειώνοντας αύξηση κατά 12% σε ετήσια βάση. Παράλληλα υπογραμμίζονται παράγοντες όπως η έντονη μεταβλητότητα και υποτίμηση της τουρκικής λίρας, η απότομη διεύρυνση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών στα 21,8 δισ. δολάρια την περίοδο Ιανουαρίου- Απριλίου του 2018 και η αύξηση του πληθωρισμού.
Ακολουθούν οι 5 στρεβλώσεις, όπως υποδεικνύονται στην έκθεση, με πηγή τη συνέντευξη στη «Σημερινή» του επίκουρου καθηγητή στο UCLan Cyprus Π. Κοντάκου (Η τουρκική οικονομία εν μέσω Συμπληγάδων).
Στρέβλωση 1η: Η σημαντική ανάπτυξη της Τουρκίας υποστηρίχθηκε καταρχάς από δημοσιονομικά κίνητρα και στη συνέχεια από μία ανορθόδοξη νομισματική πολιτική, με στόχο την επιτάχυνση της ανάκαμψης από τις οικονομικές επιπτώσεις της αποτυχημένης απόπειρας πραξικοπήματος το 2016. «Σε κάθε περίπτωση, η σκληρή πραγματικότητα που αντιμετώπισε ο Ερντογάν μετά την αμφιλεγόμενη εμφάνισή του στο Λονδίνο δείχνει ότι η Άγκυρα δεν είναι σε θέση να αψηφήσει τους κανόνες των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών και να κολυμπήσει ενάντια στο ρεύμα. Επιπλέον, η χώρα δεν έχει ούτε τη δύναμη ούτε τα μέσα για να ακολουθήσει μια διαφορετική πορεία, δεδομένου του επιπέδου της οικονομικής ολοκλήρωσης της Τουρκίας με τον υπόλοιπο κόσμο» αναφέρεται σχετικά.
Στρέβλωση 2η: «Η αναζωογόνηση των επενδύσεων συνδέεται επίσης με μία αξιοσημείωτη στρέβλωση» σημειώνεται στην έκθεση. Σύμφωνα με τα στοιχεία, η συνολική αύξηση των επενδύσεων φαίνεται να βασίζεται αποκλειστικά στον κατασκευαστικό τομέα και σε μεγαλόπνοα έργα αμφιβόλου αποδοτικότητας και εν δυνάμει καταστροφικά για τα δημόσια οικονομικά.
Στρέβλωση 3η: Η τουρκική κυβέρνηση έχει συγκεντρώσει περιουσιακά στοιχεία μετά το πραξικόπημα του 2016 αξίας περίπου $160 δισ. σε ένα νεοσύστατο κρατικό επενδυτικό ταμείο. To ταμείο αυτό μπορεί να δανείζεται κεφάλαια υποθηκεύοντας κρατικά μερίδια σε εταιρείες όπως η Turkish Airlines και η Turk Telekom, για τη δημιουργία δημοφιλών μεγάλων έργων υποδομής, τα οποία εκτιμάται, ωστόσο, ότι θα αυξήσουν περαιτέρω το έλλειμμα του προϋπολογισμού.
Το ταμείο αυτό, όπως υπογραμμίζεται στην έκθεση, δεν είναι ούτε διαφανές ούτε υπόλογο και απαλλάσσεται από την εποπτεία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο είναι αρμόδιο για τον έλεγχο των δημόσιων διοικητικών οργάνων. «Επίσης, ελάχιστα σχετίζεται με αντίστοιχα sovereign wealth funds, όπως το United Arab Emirates’ Abu Dhabi Investment Authority, το Kuwait Investment Authority ή το China Investment Corporation, τα οποία πρωτίστως στηρίζονται στα κρατικά πλεονάσματα των χωρών τους. Όπως παραδέχτηκε ο Ερντογάν, τον Σεπτέμβριο του 2017, μετά από σκληρή κριτική που δέχτηκε, το ταμείο αυτό δεν έχει επιτύχει τον σκοπό του και πρέπει να αναδιαρθρωθεί».
Στρέβλωση 4η: «Το κύμα πιστωτικής ρευστότητας στη χώρα (σε επίπεδα ρεκόρ, αντίστοιχα συγκριτικά με την περίοδο πριν το 2008 στην Ελλάδα) που διοχετεύεται στην οικονομία με διάφορα χρηματοπιστωτικά εργαλεία (Credit Guarantee Fund ή KFG, loan securitization), έχει βοηθήσει χιλιάδες επιχειρήσεις να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της απότομης πτώσης του τουρισμού, της επιβολής νόμου έκτακτης ανάγκης και μιας εκτεταμένης κυβερνητικής καταστολής. Ο δείκτης δανειακής μόχλευσης (δανείων προς καταθέσεις), του τραπεζικού κλάδου της Τουρκίας, που εκτιμάται ότι υπερβαίνει το 130% (από 116% το τέλος 2017), αποτελεί ένα από τα υψηλότερα ποσοστά στις αναδυόμενες αγορές».
Στρέβλωση 5η: Η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας διαθέτει καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα μόλις $36 δισ. (στοιχεία Μαΐου 2018). Τα ακαθάριστα αποθεματικά, τα οποία περιλαμβάνουν επίσης τις απαιτήσεις σε συναλλαγματικά αποθεματικά των τραπεζών, ανέρχονται σε $107 δισ., σημειώνοντας μείωση κατά 4,2% από τον προηγούμενο μήνα. «Αυτά δεν αρκούν για να καλύψουν τις εισαγωγές 6 μηνών - ένα βασικό μέτρο που χρησιμοποιούν οι οικονομολόγοι για να μετρήσουν τη δύναμη της συναλλαγματικής θέσης μιας χώρας. Επίσης, δεν υπερβαίνουν τα $183 δισ. βραχυπρόθεσμου εξωτερικού χρέους που λήγουν τους επόμενους 12 μήνες» τονίζεται στην έκθεση- όπου γίνεται επίσης αναφορά στην έκκληση του Ερντογάν στους πολίτες που έχουν δολάρια και ευρώ «κάτω από το μαξιλάρι» να «βάζουν τα χρήματά τους στο τοπικό νόμισμα». Ωστόσο, οι εκκλήσεις αυτές φαίνονται να έχουν αποδώσει ελάχιστα.
Τελικά συμπεράσματα
Καταλήγοντας, στην έκθεση αναφέρεται πως η τουρκική οικονομική πολιτική εξαρτάται αποκλειστικά από την πολιτική, η οποία «ήταν αποκλειστικά προσανατολισμένη στην επικράτηση με οποιοδήποτε κόστος, τουλάχιστον μέχρι τις πρόσφατες εκλογές».
«Προτεραιότητα της κυβέρνησης αποτελεί η διατήρηση ισχυρής εγχώριας δραστηριότητας για όσο το δυνατόν περισσότερο χρονικό διάστημα, μέσω της αξιοποίησης των ισολογισμών του δημόσιου και του τραπεζικού τομέα. Αδιαμφισβήτητα, το δυσβάσταχτο εξωτερικό χρέος και η επιδείνωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα μπορούσε να ειπωθεί ότι αποτελούν τις Συμπληγάδες Πέτρες της τουρκικής οικονομίας, οξύνοντας τον κίνδυνο περαιτέρω διολίσθησης της λίρας και τις πληθωριστικές πιέσεις και αμβλύνοντας την ορατότητά της προς το μέλλον».
Ως μεγαλύτερο πρόβλημα της τουρκικής οικονομίας σήμερα παρουσιάζεται η κρίση εμπιστοσύνης: «Η κυρίαρχη πολιτική κουλτούρα, η οποία βασίζεται στη πόλωση της κοινωνίας, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην αναπαραγωγή και την επιδείνωση αυτής της κρίσης» υπογραμμίζεται σχετικά.