Βλέποντας τον απανταχού της χώρας, ενόψει δημοτικών εκλογών, οργασμό κατασκευής δημοσίων έργων σε κεντρικά σημεία των πόλεων και παραφράζοντας τη παλιά λαϊκή παροιμία «Αύγουστε καλέ μου μήνα νάσουν δυο φορές το χρόνο» μπορώ να αναφωνήσω με τη σειρά μου, μακάρι νάχαμε πιο συχνά δημοτικές εκλογές για να γίνονται και να ολοκληρώνονται δημοτικά έργα. Το λέω αυτό διότι είναι σύνηθες φαινόμενο την επόμενη των δημοτικών εκλογών να σταματούν οι εργασίες με μισοτελειωμένα έργα και να ξαναρχίζουν μετά τέσσερα χρόνια ενόψει των επόμενων εκλογών.
Θα ήταν σκόπιμο η Υπουργός Εσωτερικών, που ελέγχει τους ΟΤΑ, να εισηγηθεί τη λήψη μέτρων, ώστε τα δημοτικά έργα να ολοκληρώνονται εντός των χρονοδιαγραμμάτων.
Δεν γνωρίζω, αν για όλα τα δημόσια έργα που έχουν προγραμματιστεί από τους ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού έχει εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση τους από εγχώριες πηγές ή την Ε.Ε., γιατί σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει κίνδυνος να μείνουν τα δημόσια έργα ημιτελή. Πρόσφατα ο πρωθυπουργός με δηλώσεις του για τη δημόσια υγεία απαγόρευσε ρητά τις υπερβάσεις και τις απευθείας αναθέσεις. Πιστεύω ότι θα ήταν χρήσιμο να επεκτείνει την απαγόρευση αυτή και για τα δημόσια και δημοτικά έργα.
Στο κλεινό Άστυ των Αθηνών πριν τρία χρόνια ξεκίνησε και άρχισε να υλοποιείται ο Μεγάλος Περίπατος που θα διαμόρφωνε το Κέντρο της Αθήνας σε ενιαίο προσβάσιμο χώρο περιπάτου, μεγάλωσε τα πεζοδρόμια της Λεωφόρου Πανεπιστημίου και φύτεψε φοίνικες σε αυτή, το έργο δεν ολοκληρώθηκε και άρχισε να διαμορφώνεται εκ νέου με το φύτεμα πλατάνων εν σπουδή για να προλάβουν τις εκλογές. Το κόστος του αποτυχημένου σχεδίου είναι αρκετά μεγάλο όπως και η ταλαιπωρία του κοινού, αλλά δεν γνωρίζω, αν θα υπάρξει και πολιτικό κόστος στις προσεχείς δημοτικές εκλογές, καλό όμως θα ήταν τέτοια μεγάλης πνοής έργα να μελετώνται καλύτερα και να τυγχάνουν γενικότερης αποδοχής των δημοτών, που αποτελεί ευθύνη και υποχρέωση της δημοτικής αντιπολίτευσης.
Το σχέδιο για την δημιουργία του Μεγάλου Περίπατου είχε δημιουργήσει προοπτικές και ελπίδες που ανάλυσα στο άρθρο μου της 7-7-2020 με τίτλο «Οι παράμετροι του Μεγάλου Περίπατου» στο οποίο παραπέμπω.
Σαφώς επείγει η μεταμόρφωση της Αθήνας σε σύγχρονη πόλη, την εικόνα της όμως τη χαλάει η ύπαρξη στους κεντρικούς δρόμους εγκαταλελειμμένων παλιών νεοκλασικών κτιρίων (δεν έμειναν και πολλά), όπως το συγκρότημα του κινηματογράφου «Αττικόν», που επείγει η αποκατάσταση τους παρά την ύπαρξη νομικών προβλημάτων, τα οποία μπορούν να ξεπεραστούν και αυτό αποτελεί ευθύνη της δημοτικής αρχής.
Είναι γεγονός ότι υπάρχει ένα πολύ έντονο επιχειρηματικό και τουριστικό ενδιαφέρον,όχι μόνο για τη πόλη των Αθηνών αλλά και για το παραλιακό μέτωπο με την ανέγερση νέων ξενοδοχείων πολυτελείας και την αγορά παλιών κτιρίων, την ανακαίνιση και τη μετατροπή τους σε ξενοδοχεία, που απαιτεί όμως την τήρηση της νομιμότητας κατά την έκδοση των αδειών οικοδομής και τη κατασκευή τους, άλλως οδηγούμεθα σε μη αναστρέψιμες καταστάσεις. Σκόπιμο λοιπόν θα είναι η Υπουργός Εσωτερικών να ενεργοποιήσει την ΕΑΔ για τον έλεγχο των δημοτικών πολεοδομιών και του ΣΥΠΟΘΑ και να μη αναμένουμε την αντίδραση των ενεργών πολιτών, αλλιώς υπάρχει περίπτωση με όσμωση από το «κίνημα της πετσέτας» να εξελιχθούν άλλα κοινωνικά κινήματα, με αφορμή ζήτήματα τα οποία η Πολιτεία δεν επιλύει έγκαιρα, όπως για παράδειγμα το θέμα της δημόσιας ασφάλειας (απλά να θυμήσω το πιο πρόσφατο με τον τραυματισμό πολίτη στα Λιόσια από αδέσποτη σφαίρα) ή τη διακίνηση παράνομων μεταναστών.
Φυσικά τα ευεργετικά αποτελέσματα των πιο συχνών εκλογών δεν αφορά μόνο την εκτέλεση των δημοτικών έργων, αλλά και τη διατήρηση του ενδιαφέροντος των δημοτικών αρχόντων για τα κοινά και για τους δημότες, κυρίως όμως τη πιο συχνή απόδοση λογοδοσίας, που η μη απόδοση της καλύπτεται τώρα από τις πολιτικές διαμάχες, αντί να εξετάζεται ουσιαστικά.
Σε κάθε περίπτωση το όλο θέμα δεν είναι μόνο πολιτικό, αλλά αφορά και την ποιότητα ζωής των δημοτών και πρέπει για κάθε έργο να υπάρχει μελέτη και δημόσια συζήτηση σχετικά με το ποιο είναι το optimum κατά περίπτωση με γνώμονα τον κανόνα κόστος -όφελος.
Λέανδρος Τ.Ρακιντζής
Αρεοπαγίτης ε.τ.